Ολοι οι δικαστικοί λειτουργοί της Ελλάδα οφείλουν την ίδια νομιμοφροσύνη στο δίκαιο της Ενωσης με αυτή που οφείλουν στο Σύνταγμά μας.
Η αρχή της διάκρισης των εξουσιών, όπως γίνεται αντιληπτή στις δημοκρατικές κοινωνίες, επιβάλλει την απαγόρευση ανάμειξης μίας από τις τρεις κρατικές εξουσίες – νομοθετικής, εκτελεστικής, δικαστικής – στα έργα της άλλης, εκτός αν προβλέπεται εξαίρεση ρητώς στο ίδιο το Σύνταγμα
Ηταν μια σύγχρονη αμφικτιονία, που συγκροτήθηκε για να άρει τη διάσπαση και να ενώσει. Και τα κατάφερε το 1827 με το Σύνταγμα της Τροιζήνας, έστω και αν χρειάστηκαν δύο εμφύλιοι για να πειστούν οι Επαναστάτες πόσο σημαντική για τον Αγώνα τους ήταν η ομόνοια.
Δεν είναι μόνο ο μη σεβασμός μιας δικαιικής αρχής. Είναι και η ένταση της πραγματικής ανάγκης που μας οδηγεί στην άμβλυνσή της χάριν θεραπείας μιας άλλης. Αλλά είναι και το θετικό δίκαιο, η νομολογία, που αυτή έχει τον τελευταίο λόγο
Η αρχή που διέπει τη στελέχωση της ελληνικής Δικαιοσύνης δεν θεμελιώνεται πάνω στην αρχή «της δημοκρατικής αναγωγής», αλλά, στην εντελώς αντίθετη, της πλήρους οργανικής ανεξαρτησίας της από την πολιτική ηγεσία
Στην Ευρώπη η ελευθερία εκφράσεως δεν έχει τον απόλυτο χαρακτήρα με τον οποίο γίνεται κατανοητή στην Αμερική. Οι περιορισμοί της υπόκεινται σε σταθμίσεις δίκαιης ισορροπίας όταν ο λόγος συγκρούεται με άλλα θεμελιώδη αγαθά του ατόμου ή του κοινωνικού συνόλου
Ο δικαστικός λειτουργός όταν ασκεί τα καθήκοντά του δεν είναι το άτομό του, αλλά το λειτούργημα που θεραπεύει
Αλλού μπορεί να ενεργήσει ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας ως παίκτης αρνησικυρίας. Μπορεί να αρνηθεί να υπογράψει πράξεις νομοθετικού περιεχομένου ή προεδρικά διατάγματα. Ή έστω να τα καθυστερήσει ώστε να τα μελετήσει περισσότερο.
Η εναρμόνιση των διατάξεων του σημερινού εκκλησιαστικού καθεστώτος τίθεται στο επίκεντρο της μελέτης του καθηγητή Ιωάννη Κονιδάρη.