Αν η προχθεσινή συζήτηση στη Βουλή για τα σκάνδαλα στον χώρο της Υγείας προσέφερε κάτι, αυτό λογικά δεν μπορεί να είναι άλλο από την εδραίωση της γενικευμένης άποψης ότι το Κοινοβούλιο «περί άλλα τυρβάζει».
Αν και η δημόσια συζήτηση έχει επικαλυφθεί, και λογικά ως ένα σημείο, γύρω από τον τελευταίο ανασχηματισμό της κυβέρνησης και τι αυτός σηματοδοτεί για τις πολιτικές εξελίξεις, υπάρχουν πολλά επί μέρους στοιχεια που καταδεικνύουν ότι αλλού έπρεπε να στρέφεται η προσοχή της κοινής γνώμης.
Ηταν ιστορικού χαρακτήρα η συζήτηση της περασμένης Τετάρτης στη Βουλή για το σκάνδαλο Novartis. Οχι λόγω της διάρκειάς της φυσικά, ούτε γιατί σε μία μόνο συνεδρίαση αποφασίστηκε η παραπομπή σε διαδικασίες προανακριτικής επιτροπής δέκα πολιτικών προσώπων, και δη δύο πρώην πρωθυπουργών, ενός πρώην αντιπροέδρου της κυβέρνησης, του επιτρόπου της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση, του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος και πέντε πρώην υπουργών.
Τα συμβάντα το τελευταίο διάστημα στο Αιγαίο, και ειδικότερα το πρόσφατο των Ιμίων, δεν συνιστούν μία ακόμη πρόκληση στον μακρύ και εξοργιστικό κατάλογο των προκλήσεων εκ μέρους της Τουρκίας. Αποτελούν την επιβεβαίωση ότι η ένταση των προκλήσεων, η «ποιοτική» αναβάθμισή τους, και κυρίως η ποικιλότητα που τις χαρακτηρίζει, είναι ευθέως ανάλογη του «ειδικού» βάρους της ελληνικής κυβέρνησης.
Ηταν αναμενόμενο ότι η κυβέρνηση Τσίπρα - Καμμένου θα επιχειρούσε κάτι θεαματικό στην προσπάθεια να αποπροσανατολίσει την κοινωνία από το Σκοπιανό, το οποίο όχι μόνο οδηγείται σε ναυάγιο, αλλά επιπλέον προδιαγράφει σοβαρή πολιτική ήττα για την κυβέρνηση, αλλά ουδείς, πιστεύω, ανέμενε ότι θα το επιχειρούσε με τόσο παιδαριώδη τρόπο.
Η χθεσινή παρέμβαση του ΔΝΤ για το τι πρέπει να γίνει μετά το τέλος του προγράμματος διάσωσης τον προσεχή Αύγουστο δεν θολώνει απλώς την εικόνα της «καθαρής» εξόδου από την κρίση, όπως τη φιλοτέχνησε με τόση επιμέλεια και προσοχή η κυβέρνηση, προεξάρχοντος του πρωθυπουργού Αλ. Τσίπρα. Στην πραγματικότητα αποτελεί το κερασάκι στην τούρτα της συνέχισης της βαριάς, σκληρής και ανυπόφορης λιτότητας που θα διαρκέσει και μετά το τέλος του προγράμματος.
Οι δαιδαλώδεις διαδικασίες που απαιτούνται για την αναθεώρηση του Συντάγματος της πΓΔΜ δημιουργούν την αίσθηση ότι όλο αυτό που έγινε στο Νταβός κάτω απο την ασφυκτική πίεση των ΗΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ενωσης είχε έναν και μόνο στόχο: με ψίχουλα παραχωρήσεων από πλευράς της γειτονικής χώρας, να ανοίξει ο δρόμος για την ένταξή της στις ευρωπαϊκές δομές και στο ΝΑΤΟ.
Αν κάτι αποδείχθηκε αυτή την εβδομάδα σε σχέση με το μακεδονικό ζήτημα, είναι η προχειρότητα με την οποία ανοίγουν και κλείνουν εθνικά θέματα μείζονος σημασίας, τα οποία παραμένουν δυσεπίλυτα.
Με ένα συλλαλητήριο αύριο το βράδυ, οπότε η Βουλή θα ψηφίζει το πολυνομοσχέδιο-τέρας με το οποίο ολοκληρώνεται η τρίτη αξιολόγηση, το ελληνικό συνδικαλιστικό κίνημα βγάζει την υποχρέωσή του απέναντι στην ιστορική του διαδρομή και στη συλλογική του μνήμη.
Η καλλιέργεια σοβαρών προσδοκιών για την επίλυση του προβλήματος με την ονομασία των Σκοπίων φαίνεται να συμβαδίζει με τη γνωστή τακτική της κυβέρνησης να δημιουργεί κάθε τόσο συνθήκες αισιοδοξίας για ζητήματα τα οποία απασχολούν για δεκαετίες ολόκληρες τον ελληνικό λαό. Εχει συμβεί με τις συνομιλίες για το Κυπριακό, τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, τις σχέσεις με την Αλβανία και τώρα με τα Σκόπια.
Η υπόθεση με το όνομα των Σκοπίων, το λεγόμενο «Μακεδονικό», είναι μια ανοιχτή πληγή η οποία ταλαιπωρεί εμάς και τη γειτονική χώρα για περισσότερο από τρεις δεκαετίες, και είναι καιρός πια να βρεθεί μια κοινά αποδεκτή λύση, για να κλείσει ένα κεφάλαιο που μόνο προβλήματα και ελληνικές διπλωματικές ήττες περιλαμβάνει.
Είναι κατανοητή η προσπάθεια του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να εμφυσήσει ένα κλίμα αισιοδοξίας στη χώρα, τώρα που λογικά - και αν δεν προκύψει κάποιο έκτακτο γεγονός - μπαίνουμε στην τελευταία φάση της τραγωδίας που βιώνει η Ελλάδα εδώ και μία οκταετία.
Ηπαρατεινόμενη σφοδρή αντιπαράθεση στον χώρο της Δικαιοσύνης, με ευθύνη αποκλειστικά της κυβέρνησης, δημιουργεί την αίσθηση ότι πίσω από ένα σοβαρό πρόβλημα που υφίσταται σχετικά με το «πόθεν έσχες», ποιος το ελέγχει και ποιος διαφυλάττει το απόρρητο των προσωπικών δεδομένων, καταρτίζεται με ιδιαίτερη επιμέλεια το επόμενο πολιτικό αφήγημα της κυβέρνησης των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ.
Μια ρήση που κοσμεί τα γραφεία της ΕΣΗΕΑ είναι το «η δημοσίευσις είναι η ψυχή της Δικαιοσύνης».
Είναι ανάγκη να μη χαθεί η ευκαιρία της επίσκεψης του τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ώστε να αποτελέσει την απαρχή για μια νέα εποχή στις σχέσεις των δύο χωρών. Χωρίς να παραγνωρίζεται ο ρόλος της Τουρκίας στην περιοχή και χωρίς να παραγράφονται οι πολλαπλές προσπάθειές της να αποτελέσει την κυρίαρχη περιφερειακή δύναμη στην Ανατολική Μεσόγειο και βεβαίως χωρίς να ξεχνάει κανείς τη συνειδητή υπονόμευση επί 44 χρόνια της επίλυσης του Κυπριακού, θεωρώ ότι η επίσκεψη αυτή στη συγκυρία που πραγματοποιείται μπορεί - και πρέπει - να δημιουργήσει τις συνθήκες εκείνες που απαιτούνται για μια ειρηνική συνύπαρξη στο Αιγαίο.
Η είδηση πέρασε μάλλον στα «ψιλά», αλλά έχει τη σημασία της: την Πέμπτη το βράδυ, κατά τη συζήτηση νομοσχεδίου του υπουργείου Ναυτιλίας, κατατέθηκε τροπολογία με πρώτο υπογράφοντα τον υπουργό Οικονομικών και συνυπογράφοντες άλλους πέντε ή έξι υπουργούς, 114 σελίδων! Το γεγονός ότι ο υπουργός Κουρουμπλής ζήτησε συγγνώμη από τη Βουλή φυσικά δεν απαλείφει το πρόβλημα, ούτε δίνει συγχωροχάρτι στην κυβέρνηση και στον Πρόεδρο της Βουλής.
Η μη ολοκλήρωση της «προεκλογικής» διαδικασίας για την ανάδειξη του νέου ηγέτη της Κεντροαριστεράς, λόγω της εθνικής τραγωδίας που προκάλεσαν οι πλημμύρες στη Δυτική Αττική, δεν μπορεί και δεν πρέπει να αποτελέσει εμπόδιο για το επιτυχές κλείσιμο του κύκλου που άνοιξε πριν από πολλούς μήνες.
Υπερβαίνει εκ των πραγμάτων τα στενά όρια μιας απλής κομματικής διαδικασίας η σημερινή ψηφοφορία για την ανάδειξη του προσώπου που θα ηγηθεί του ενιαίου δημοκρατικού Κέντρου.
Ηκυνική, στα όρια μιας αποκρουστικής παραδοχής, ομολογία των υπουργών Τσακαλώτου και Χουλιαράκη, ότι η κυβέρνηση των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ συνειδητά αποφάσισε και υλοποίησε την εξοντωτική υπερφορολόγηση εκατοντάδων χιλιάδων πολιτών, δεν είναι και ούτε μπορεί να θεωρηθεί ως μια απλή, λογιστικού χαρακτήρα πρακτική με στόχο τη δημιουργία πλεονάσματος. Είναι, κατά τη γνώμη μου, η πιο βίαιη επιχείρηση αναδιανομής εισοδήματος που έχει επιχειρηθεί μετά τη Μεταπολίτευση.
Ασφαλώς δεν είναι η πρώτη φορά που ένα τμήμα της Αριστεράς καπηλεύεται το σύνολο των αγώνων της Αριστεράς.