Αν κάτι έμεινε από το Υπουργικό Συμβούλιο της περασμένης Δευτέρας για την παραγωγική ανασυγκρότηση της χώρας ήταν η «γκάφα» του πρωθυπουργού Αλέξη Τσίπρα να μιλήσει για ανάπτυξη το 2016 όταν η ΕΛΣΤΑΤ ανακοίνωσε ότι η οικονομία επέστρεφε στην ύφεση.
«Τόσο κοντά, τόσο μακριά...».
Τώρα που βρισκόμαστε στο φόρτε μίας ακόμη διαπραγμάτευσης της κυβέρνησης με τους δανειστές για το μέλλον της χώρας θα ήταν σκόπιμο να είμαστε ξεκάθαροι.
Από νέα βάση ξεκινά την Τρίτη ο νέος γύρος των διαπραγματεύσεων της κυβέρνησης με τους δανειστές προκειμένου να μετρηθούν και να συμφωνηθούν όλα τα μέτρα - δημοσιονομικά και διαρθρωτικά - που θα επιτρέψουν να κλείσει η αξιολόγηση και η Ελλάδα να προχωρήσει στο επόμενο βήμα που θα είναι η ένταξη των ομολόγων στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
Και ξαφνικά πολλοί από αυτούς που ήθελαν να κλείσει η αξιολόγηση «με κάθε κόστος»
Μπροστά σε μια νέα δοκιμασία θα βρεθούν όλοι οι φορολογούμενοι και κυρίως οι συνταξιούχοι ύστερα από έναν χρόνο, καθώς για να κλείσει η αξιολόγηση η κυβέρνηση θα πρέπει να αποδεχθεί - αν δεν το έχει ήδη κάνει - τη μείωση τόσο του αφορολόγητου ορίου όσο και των υψηλών συντάξεων και της συνταξιοδοτικής δαπάνης από το 2019.
Μπορεί οι δανειστές της χώρας να μην έχουν πρεμούρα για το πότε θα κλείσει η αξιολόγηση προβάλλοντας μέσω ΔΝΤ όλο και νέες απαιτήσεις για νέα μέτρα, στάση που υποχρεώνει την κυβέρνηση να ανθίσταται σε όλα τα επίπεδα, όμως δικαίως τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις αγανακτούν.
Λίγες ημέρες πριν ξεκινήσει ο εκλογικός μαραθώνιος στις ευρωπαϊκές χώρες με πρώτο σταθμό τις εκλογές στην Ολλανδία στις 15 Μαρτίου η πανίσχυρη οικονομική ηγεσία της ευρωζώνης ξαναμοιράζει την τράπουλα.
Η κρίση χτύπησε κόκκινο. Μετά από οκτώ χρόνια ύφεσης, απώλεια 700.000 θέσεων εργασίας και τη δραματική μείωση των εισοδημάτων των νοικοκυριών, τα αλλεπάλληλα κύματα μέτρων έχουν οδηγήσει μεγάλο τμήμα του ελληνικού πληθυσμού πέρα από τα όρια της φτώχειας, στα όρια της εξαθλίωσης.
Η προχθεσινή συζήτηση στη Βουλή δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητη.
Οι αριθμοί είναι αμείλικτοι.
Σε προσπάθεια συμβιβασμού με τη δέσμευση για τη λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων για να ολοκληρωθεί το τρίτο μνημόνιο και να διασφαλιστεί η μεταμνημονιακή σταθερότητα βρίσκεται πλέον η κυβέρνηση μετά το δίμηνο ανοιχτής σύγκρουσης με τους δανειστές, τον Βόλφγκανγκ Σόιμπλε και το ΔΝΤ για τα πρωτογενή πλεονάσματα και τα μέτρα που πρέπει να πάρει η χώρα μετά το 2018.
«HΕλλάδα θα χρειαστεί δυο δεκαετίες, συγκεκριμένα 21 χρόνια, για να επιστρέψει η ανεργία στα επίπεδα πριν από την κρίση».
Οσοι παρακολουθούμε αυτό το ατέλειωτο σίριαλ της αξιολόγησης και των διαπραγματεύσεων με τους δανειστές για τα μέτρα που πρέπει να πάρουμε και δεν παίρνουμε, για τις μεταρρυθμίσεις που έπρεπε να έχουν γίνει και δεν γίνονται όχι μόνο βαρεθήκαμε, κουραστήκαμε και αγανακτήσαμε με όλες τις πλευρές αλλά δυστυχώς γεμίσαμε απαισιοδοξία.
Μπορεί η συμφωνία με τους θεσμούς - το λεγόμενο staff level agreement - να είναι υπόθεση μιας ώρας διαπραγμάτευσης για να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση
«Κάνε με προφήτη, να σε κάνω πλούσιο» συνηθίζαμε να λέμε μετά το κραχ του Χρηματιστηρίου το 1999 όταν εξανεμίστηκαν ολόκληρες περιουσίες.
Υστερα από επτά χρόνια κρίσης και της πιο σκληρής λιτότητας που έχουν βιώσει οι Ελληνες την εποχή της Μεταπολίτευσης,