Ενάμιση και πλέον αιώνα πριν ο γάλλος συγγραφέας και δημοσιογράφος Εντμόντ Αμπού μετά από ένα δίχρονο ταξίδι του στην Ελλάδα περιέγραφε τους Ελληνες ως εξής: Υπάρχει πολλή αλαζονεία στην αγάπη των Ελλήνων για τη χώρα τους και τυφλώνονται κατά τρόπο περίεργο σχετικά με τη σπουδαιότητα της Ελλάδος. Κατά τη γνώμη τους, όλα τα γεγονότα της Ευρώπης έχουν για επίκεντρο και σκοπό την Ελλάδα...
Ο σχεδιασμός του Μαξίμου αναφορικά με το «Μακεδονικό» ήταν και παραμένει προφανής.
Για πάρα πολλά χρόνια ξέραμε για τη Δεξιά του Κυρίου.
Ο καιροσκοπισμός υπήρξε διαχρονικά η μεγάλη πληγή του πολιτικού μας συστήματος.
«Δεν μισώ το ΠαΣοΚ, ίσα-ίσα το νοσταλγώ», έλεγε σε ανύποπτη στιγμή ο κ. Τσίπρας, το 2011, στη συνέντευξή του στη ΔΕΘ. Ηταν η εποχή που το ΠαΣοΚ, κατά τον αρχηγό του ΣΥΡΙΖΑ - αλλά και την πλειονότητα των Ελλήνων, όπως αποδείχθηκε αργότερα -, συγκέντρωνε την οργή και την απαξία, γιατί έσωσε τη χώρα από τη χρεοκοπία υιοθετώντας τα περιβόητα μνημόνια.
Το τέλος της χρονιάς είναι συνυφασμένο με απολογισμούς, προοπτικές, με μια αίσθηση ελπίδας και αισιοδοξίας για το αύριο.
Αυτό που καταγράφεται σε όλες τις δημοσκοπήσεις, πέρα από τις εκλογικές εκτιμήσεις, είναι ένα κλίμα βαθιάς δυσπιστίας, απογοήτευσης και ανησυχίας για το μέλλον. Μπορεί να μην έχουμε πια τις μαζικές εκδηλώσεις διαμαρτυρίας της πρώτης μνημονιακής περιόδου, αλλά πίσω από την επίπλαστη ηρεμία μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας παραμένει οργισμένο, φοβισμένο για το αύριο, προσπαθώντας απλώς να διαχειριστεί μια δύσκολη καθημερινότητα.
Οταν καλείς ύστερα από 65 χρόνια τον τούρκο πρόεδρο για επίσημη επίσκεψη, σε μια κανονική χώρα θα περίμενε κανείς ότι αυτό που θα κυριαρχούσε στις συναντήσεις δεν θα ήταν η ένταση και η δημόσια αντιπαράθεση, αλλά τουλάχιστον μια αλλαγή κλίματος και σε προσωπικό και σε διακρατικό επίπεδο. Αυτό σίγουρα δεν συνέβη και η ευθύνη σίγουρα δεν μπορεί να αποδοθεί σε μεγάλο βαθμό στον γνωστό για τον εκρηκτικό και αυταρχικό χαρακτήρα του κ. Ερντογάν.
Ενας κορυφαίος φιλόσοφος, άγνωστος δυστυχώς εν πολλοίς στην Ελλάδα, ο Πολωνός Λέζεκ Κολακόφσκι, που είχε βιώσει την υπαρκτή τραγωδία, είχε γράψει ότι «η Αριστερά παράγει ουτοπίες ακριβώς όπως το πάγκρεας απελευθερώνει ινσουλίνη, δυνάμει ενός εσωτερικού νόμου». «Η Αριστερά», σημείωνε, «αν επιτύγχανε, θα μετέπιπτε τότε στο αντίθετό της - στη Δεξιά. Αλλά τότε, επίσης, η ουτοπία θα έπαυε να είναι μια ουτοπία και θα μετατρεπόταν σε ένα σύνθημα απολογητικό κάθε τρέχουσας πρακτικής».
Ηρθαν στην εξουσία μοιράζοντας αφειδώς φρούδες ελπίδες και επικαλούμενοι διαρκώς το περίφημο ηθικό πλεονέκτημα της Αριστεράς.
Η εθνική συγκίνηση, το εθνικό πένθος είναι το εύκολο καταφύγιο για όσους θέλουν να κρύψουν την ανικανότητά τους και να αποσείσουν τις ευθύνες τους. Δεν κοστίζει τίποτε και επιπλέον δίνει την αίσθηση ότι είμαστε όλοι συμμέτοχοι για μια τραγωδία, όπως αυτή της Μάνδρας. Κανένα εθνικό πένθος, όμως, δεν πρόκειται να φέρει πίσω τις ζωές που χάθηκαν, να απαλύνει τον πόνο των συγγενών τους ή να δώσει κουράγιο σε όσους είδαν τους κόπους μιας ζωής να καταστρέφονται.
Σε μια εποχή γενικής απογοήτευσης και πολιτικής αποστράτευσης, το εγχείρημα της δημιουργίας ενός νέου πολιτικού φορέα ούτε απλό είναι ούτε εύκολο.
Οσες μεταλλάξεις κι αν έχουν υποστεί, όσες κυβιστήσεις κι αν έχουν κάνει, παραμένει βαθιά ριζωμένη στο DNA του ΣΥΡΙΖΑ και του κ. Τσίπρα η λογική της σύγκρουσης. Το «εμείς ή αυτοί» δεν ήταν κάποια συγκυριακή ρητορική κορόνα αλλά μόνιμο συστατικό της ιδεολογικής και πολιτικής συγκρότησής τους. Η άρνηση πολιτικής συνεννόησης, για την ακρίβεια η αντιπάθεια σε κάθε είδους συμβιβασμούς, είναι μόνιμο στοιχείο στην ατζέντα τους.
«Μεσαίος χώρος μεταξύ των πολυβόλων και του τοίχου της Καισαριανής δεν υπάρχει. Ή είσαι με τα πολυβόλα ή είσαι με τους εκτελεσμένους. Ή είσαι με την Εθνική Αντίσταση ή είσαι με τους δωσίλογους». Τάδε έφη ο κομισάριος του Μαξίμου Νίκος Παππάς, για να αντιληφθούν προφανώς και όσοι δεν το είχαν καταλάβει πώς θα επιδιώξει ο ΣΥΡΙΖΑ να χτίσει τις νέες διαχωριστικές γραμμές μετά τη μνημονιακή υποταγή του.
Η Ντάφνι Καρουάνα Γκαλιζία δεν ήταν μόνο μια γυναίκα με πάθος για την αλήθεια, μια σταυροφόρος κατά της διαφθοράς, μια γυναίκα που σχεδόν μόνη της κατάφερε να γκρεμίσει την κυβέρνηση της χώρας της. Ηταν - και είναι - σύμβολο μιας δημοσιογραφίας που τολμά, ψάχνει, αποκαλύπτει, συγκρούεται με μια φαύλη εξουσία, αναλαμβάνοντας το προσωπικό κόστος των αποκαλύψεών της. Γιατί η Ντάφνι γνώριζε πολύ καλά ότι απειλείται ακόμα και η ζωή της, όμως δεν σταμάτησε να κάνει αυτό που θεωρούσε σωστό.
Από μια σύμπτωση της Ιστορίας, όπως επισημαίνουν γνωστοί έλληνες ιστορικοί,
Πιστεύει άραγε κανείς ότι το ασφαλιστικό μας σύστημα όχι μόνο έγινε βιώσιμο με τον νόμο Κατρούγκαλου, αλλά εμφανίζει και... λευκή τρύπα, δηλαδή πλεόνασμα ενός και πλέον δισεκατομμυρίου που επιτρέπει στην κυβέρνηση να το μοιράσει σαν χριστουγεννιάτικο μποναμά; Σύμφωνα με τους κυβερνητικούς αξιωματούχους και τον ίδιο τον Πρωθυπουργό η θετική εικόνα των εσόδων του ΕΦΚΑ οφείλεται στη μείωση της ανεργίας, άρα και στην αύξηση των εισφορών των εργαζομένων.
Ωραίο το... ανέκδοτο με τη δίκαιη ανάπτυξη που παρουσίασε ο Πρωθυπουργός στην Κρήτη
Μπορεί κανείς να κατανοήσει, ως έναν βαθμό τουλάχιστον, ότι δεν είναι εύκολο να ξεπεραστούν μέσα σε λίγες βδομάδες τα τραύματα, οι παθογένειες, οι προσωπικοί εγωισμοί και σχεδιασμοί που ενδημούν στον χώρο της πάλαι ποτέ ηγεμονεύουσας δημοκρατικής παράταξης.
Οι εγωισμοί, οι προσωπικές φιλοδοξίες, η προγονολατρία που κυριαρχούσαν μέχρι τώρα - πλην εξαιρέσεων - στον χώρο της δημοκρατικής παράταξης