Το 1705 η έλευση ενός τούρκου αξιωματούχου στη Νάουσα με την εντολή στρατολόγησης 50 «καλλίμορφων και αρτιμελών» νέων για τα γενιτσαρικά σώματα στάθηκε πρόξενος στάσης: οι Ελληνες της πόλης αρνήθηκαν να παραδώσουν τα παιδιά τους και σκότωσαν τον απεσταλμένο και τους συνοδούς του.
ο βιβλίο της Γεωργίας Συλλαίου είναι η δεύτερη πεζογραφική της απόπειρα. Προηγήθηκε η συλλογή πεζών Στο ακρωτήρι (2012), όπου μια νέα γυναίκα έρχεται σε διαρκή αντιπαράθεση με την πραγματικότητα, δοκιμάζοντας να απαλλαγεί από τα δεσμά της μέσα από μια σειρά ελλειπτικών κύκλων που ανακινούν θέματα όπως η μοναξιά, η φυγή και η απώλεια.
Η σημαία του Εθνικομπολσεβικικού Κόμματος (1993-2007) έλεγε πολλά για τον αρχηγό του: ένας λευκός κύκλος σε κόκκινο φόντο, θύμιζε τη ναζιστική, με τη διαφορά ότι, με μαύρο χρώμα μέσα στον λευκό κύκλο, δεν είχε τη σβάστικα, αλλά το σφυροδρέπανο!
Δεκαπεντάχρονος, ο Στρατής Γαλανός αφήνει τον Αύγουστο του 1880 τη δύσκολη νησιωτική ζωή στον Αγιο Ευστράτιο για το μπαρ του θείου του στη λαμπρή Αλεξάνδρεια. Εκεί ο νεαρός μετανάστης θα μάθει γράμματα από έναν λόγιο κρητικό δάσκαλο, θα κάνει έναν καλό γάμο και τρία παιδιά, θα ανέλθει κοινωνικά, θα γίνει ιδιοκτήτης χρηματιστηριακού γραφείου, θα γνωρίσει φιλόδοξους έλληνες επιχειρηματίες, βαμβακέμπορους και χρηματιστές, παντοπώλες και χασισέμπορους, ηδονικούς Αιγυπτίους, υπερόπτες Εγγλέζους και πρωτοπόρους της Ελληνικής Κοινότητας Αλεξανδρείας.
Αργά αλλά σταθερά η λογοτεχνία της Κεντρικής Ευρώπης αρχίζει να γίνεται γνωστή και στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό.
Το Ολοκαύτωμα ήταν ναζιστικής έμπνευσης και οργάνωσης έγκλημα, αλλά δεν το πραγματοποίησαν μόνοι τους οι ναζιστές.
Ενα «εγώ» σε ριζική, όχι όμως και κραυγαλέα, σύγκρουση με τον κόσμο κυριαρχεί ευθύς εξαρχής στην πεζογραφία του Θανάση Χειμωνά.
Υπάρχουν μυθιστορήματα με εγκλήματα που κατατάσσονται στην αστυνομική λογοτεχνία, μα σε αυτά δεν υπάρχουν αστυνομικοί, ούτε έρευνες, ούτε ανακρίσεις, ούτε βεβαίως τιμωρία των ενόχων και κάθαρση με την αριστοτελική έννοια.
Χιλιάδες σελίδες έχουν γραφτεί για την Κωνσταντινούπολη κι αμέτρητες είναι οι αναφορές στη «βασιλίδα των πόλεων», που ακόμη και σήμερα παραμένει μία από τις εμβληματικότερες μητροπόλεις.
Σε τούτο το ένθετο υποστηρίζουμε το βιβλίο και κάθε παρέμβαση της πολιτείας για την καλλιέργεια της φιλαναγνωσίας με δομές και θεσμούς. Διαβάσαμε λοιπόν με πολύ ενδιαφέρον στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως στις 28 Φεβρουαρίου την απόφαση που υπογράφει ο υπουργός Παιδείας Κωνσταντίνος Γαβρόγλου για τη σύσταση «Συστήματος Δικτύου Σχολικών Βιβλιοθηκών Πρωτοβάθμιας Εκπαίδευσης».
Το βιβλίο αυτό παρακολουθεί με κάθε λεπτομέρεια το χρηματοπιστωτικό πρόβλημα της Ελλάδας από το 1972 ως το 2016 και τους πρώτους μήνες του 2017.
Οταν στις 7 Δεκεμβρίου 2009 η γερμανόφωνη συγγραφέας από το Βανάτο της Ρουμανίας Χέρτα Μύλερ προσήλθε στη Σουηδική Ακαδημία στη Στοκχόλμη προκειμένου να αποδεχθεί το βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας, το βασικό νήμα που διέτρεχε την ομιλία της ήταν τα μαντίλια
Ιδού ένα βιβλίο το οποίο, όπως πιστεύω, πολλοί θα ήθελαν να είχαν γράψει (ανάμεσα στους οποίους και ο υπογράφων), όχι μόνο επειδή ο συγγραφέας Stephen Greenblatt (1943), διάσημος αμερικανός σαιξπηριστής και ιστορικός της λογοτεχνίας, τιμήθηκε για αυτό ακριβώς το πόνημα με το Εθνικό Βραβείο Βιβλίου (2011) και το βραβείο Πούλιτζερ (2012) - αλλά, κυρίως, επειδή μπόρεσε να συγκροτήσει ένα κείμενο που αφενός συνιστά μια υψηλή φιλολογική μελέτη, αφετέρου επιβάλλεται και ως συναρπαστικό αφήγημα.
Μια γενιά, η γενιά των σημερινών πενηντάρηδων, που έζησε μερικές από τις καλύτερες στιγμές της μεταπολιτευτικής περιόδου - όχι μόνο τη στρεβλή οικονομική της άνθηση αλλά και τα δημοκρατικά και τα πολιτιστικά της ευεργετήματα - και πρέπει τώρα εκούσα άκουσα να απολογηθεί τόσο για τις πραγματικές όσο και για τις υποθετικές της ευθύνες.
Ο ανώνυμος αφηγητής στο νέο μυθιστόρημα του 68χρονου Ερι Ντε Λούκα ζει στον ιταλικό Βορρά, κοντά στα σύνορα της χώρας του, κάτω από τα βουνά που, ως αναρριχητής, τα ξέρει απέξω κι ανακατωτά.
Το εξώφυλλο είναι απέριττο, λευκό, στο πρότυπο της σειράς Bibliothéque des Histoires των εκδόσεων Gallimard.
Ο Αλέξης Πολίτης έχει επανειλημμένα και με διάφορες αφορμές εντρυφήσει στον ελληνικό 19ο αιώνα επιχειρώντας να κατανοήσει, να εκλογικεύσει τον οίστρο του ρομαντισμού που διακατέχει αυτή την εποχή.
Υποπτεύομαι πως αν η Σβετλάνα Αλεξίεβιτς δεν είχε τιμηθεί το 2015 με το Βραβείο Νομπέλ, το βιβλίο αυτό δύσκολα θα κυκλοφορούσε στα ελληνικά. Είναι σημαντικό που το αναγνωστικό κοινό της χώρας μας το γνωρίζει μεταφρασμένο εξαιρετικά από την Ελένη Μπακοπούλου.
«Τη δεκαετία του '50 διάβαζα Μικρό Ηρωα, Γκιαούρ-Ταρζάν, Μάσκα και Μυστήριο· τη δεκαετία του '60 γνώρισα τον αστυνόμο Μπέκα και τους άλλους ήρωες του Γιάννη Μαρή ξεφυλλίζοντας εφημερίδες και βιβλία τσέπης· τη δεκαετία του '70 συνέλεγα παλιά βιβλία και περιοδικά αστυνομικής λογοτεχνίας.
«Ο κάστορας ζωγραφίζει νοερά το φράγμα που θα χτίσει, όπως και το πουλί τη φωλιά που θα κατασκευάσει.