Η διεθνής κοινότητα θα τιμήσει το Ετος Καβάφη 2013 με ένα διπλό τεύχος του γαλλόφωνου περιοδικού «Europe», που ίδρυσε το 1923 ο Ρομέν Ρολάν, αναγέννησε το 1946 ο Αραγκόν και κυκλοφορεί ανελλιπώς ως σήμερα παίζοντας ρόλο καθοριστικό στην ευρωπαϊκή διανόηση. Η καταξίωση αυτή του Αλεξανδρινού ως κλασικού ποιητή θυμίζει ότι τα πρώτα αφιερώματα στο έργο του, όπως της «Νέας Τέχνης» (Αθήνα, 1924) και της «Semaine égyptienne» (Κάιρο, 1927), απαντούσαν απλά στους επικριτές του.
Η γοητεία που ασκούσε η καβαφική ποίηση από τα τέλη του 19ου αιώνα πολεμήθηκε πράγματι τόσο ανελέητα από το ελλαδικό ποιητικό κατεστημένο και τα ακαδημαϊκά του πρακτορεία στη Γαλλία ώστε ο θάνατος του ποιητή στην Ευρώπη σχεδόν αποσιωπήθηκε. Ο Gaston Zananiri περιγράφει πώς το 1946 το ελληνικό κράτος αρνήθηκε να διαθέσει αίθουσα στην Αθήνα για την εκδήλωση του Συνδέσμου Αιγυπτιωτών Ελλήνων προς τιμήν του Καβάφη. Μολονότι ο αλεξανδρινός κοσμοπολιτισμός προσείλκυσε γρήγορα οπαδούς κύρους, το γλωσσικό εμπόδιο ανέστειλε τη διάδοση του καβαφικού έργου: τα «Τείχη» πρωτοδημοσιεύθηκαν το 1896 με αντικριστή αγγλική μετάφραση, αλλά ο ποιητής αρνήθηκε αυτοτελή έκδοση ποιημάτων του στα αγγλικά από τη Hogarth Press το 1925 κατ’ εισήγηση των Ελιοτ και Φόρστερ.
Ο πόλεμος άλλαξε πολλά. Ο θάνατος του Παλαμά έλυσε την αμηχανία όσων δίσταζαν να εκφραστούν υπέρ του Καβάφη, αλλά κυρίως μεταμορφώθηκε ο πολιτικός χάρτης του κόσμου και τα μεταποικιακά προαισθήματα του Αλεξανδρινού έγιναν διεθνής πραγματικότητα. Η πολιτική διορατικότητά του αναδείχθηκε από τον Σεφέρη και τον Τσίρκα, ενώ το τέλος της σταλινικής περιόδου έφερε τους στίχους του στις ανατολικές χώρες (με διαμεσολαβητές όπως ο Βάρναλης) και προώθησε την ανάγνωση της καβαφικής σκέψης πέρα από κάθε δογματισμό ή ολοκληρωτισμό.
Τριάντα χρόνια από τον θάνατο του ποιητή, το τοπίο πρόσληψης του έργου του είχε ήδη αλλάξει πολύ. Η έκδοσή του (μετά την εξαντλημένη συγκεντρωτική αλεξανδρινή του 1935) κατέστη ελλαδική υπόθεση, αφού πωλήθηκε το αρχείο του στην Αθήνα και τα ανέκδοτά του δημοσιεύθηκαν σταδιακά ως το τέλος του 20ού αιώνα, ενίοτε όμως σε έντυπα περιορισμένης εμβελείας. Οι μεταφραστικές προσπάθειες που είχαν ξεκινήσει προπολεμικά ολοκληρώθηκαν, παρά τα προσκόμματα που ήγειραν οι δικαιούχοι, συχνά με τη συμβολή κορυφαίων συγγραφέων, όπως ο Ζιντ, ο Μαλρό, ο Κενό, αλλά και ελλήνων λογίων, όπως ο Αλέξανδρος Εμπειρίκος και ο Κ. Θ. Δημαράς. Ιδιαίτερα η μετάφραση της Γιουρσενάρ έφερε το έργο του Αλεξανδρινού στην προθήκη των βιβλιοπωλείων, ενισχύοντας δυστυχώς ταυτόχρονα με τα ακαδημαϊκά της πρότυπα την πεζολογική αντίληψη για το έργο του.
Μέσα από ιστορικά κείμενα Ελλήνων και ξένων, από τον Ξενόπουλο και τον Λαπαθιώτη ως τον W. Η. Auden και τον Durs Grünbein, ή συνεντεύξεις με ποιητές και καλλιτέχνες όπως η Κική Δημουλά και ο Κωνσταντίνος Γιάνναρης, επιχειρούμε να αναδείξουμε την απόσταση που διήνυσαν τα εμπιστευτικά μονόφυλλα του Καβάφη ως σήμερα. Νέες μεταφραστικές προσεγγίσεις, διερεύνηση της σταδιακής απομάκρυνσής του από τις φόρμες και της βασανιστικής απελευθέρωσης του στίχου, καθώς και μια συναρπαστική μαρτυρία για την Αλεξάνδρεια στην οποία έζησε, συμπληρώνουν το αφιέρωμα.
Η διεθνής ακτινοβολία του Καβάφη, εξίσου σημαντική για τον εκσυγχρονισμό της αραβόφωνης ποίησης όσο και για την κατανόηση μεγάλων σύγχρονων ποιητών του 20ού αιώνα, όπως ο Πολωνός Zbigniev Herbert, αναδεικνύει τελικά την αποτελεσματικότητα της παράδοξης καβαφικής εκδοτικής στρατηγικής.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ