Θα λειτουργήσουν μέσα στο έτος που διανύουμε τα περίφημα νέα, μη κρατικά, μη κερδοσκοπικά πανεπιστήμια της χώρας μας; Εγχείρημα εξαιρετικά δύσκολο, αν και η αγορά …πιέζει. «Εμείς περιμένουμε ακόμη τους φακέλους των υποψήφιων και μετά θα δούμε», έλεγε τις προηγούμενες ημέρες κεντρικό πρόσωπο στη διοίκηση της περίφημης Εθνικής Αρχής Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ). Δεν είναι μυστικό δε, ότι στελέχη της Αρχής θέλησαν να κρατήσουν αποστάσεις, το προηγούμενο χρονικό διάστημα, από τις πανηγυρικές δηλώσεις του τύπου «έρχονται τα μεγάλα πανεπιστήμια του εξωτερικού στην Ελλάδα», καθώς σε πολλούς φάνηκαν και κάπως …ρηχές.

Κι αυτό γιατί, η αμερικάνικη «βοήθεια» αποδείχτηκε τελικά φτωχή, καθώς, όπως φάνηκε από τις εξελίξεις, από τα μεγάλα ΑΕΙ των ΗΠΑ -τύπου Χάρβαρντ ή Γέιλ- κανένα ενδιαφέρον δεν υπάρχει για να φτιάξουν παραρτήματα στη χώρα μας, ούτε φυσικά να συνεργαστούν με ιδιωτικά ιδρύματα εδώ, αλλά προτιμούν τις συνεργασίες σε μεταπτυχιακό επίπεδο ή προγράμματα «θερινών σχολείων» με τα ελληνικά δημόσια ΑΕΙ.

Αντ’ αυτού, έχουμε 12 υποψήφια πανεπιστήμια που διεκδικούν ένα θεαματικό rebranding, καθώς, μέχρι χθες, ήταν απλά κολλέγια που λειτουργούσαν στην Ελλάδα από δεκαετίες, συνεργαζόμενα με συμφωνίες δικαιοχρησίας (franchising) με ευρωπαϊκά ή αγγλικά ανώτατα Ιδρύματα.

Μάλιστα, ένα εξ αυτών φαίνεται ότι διεκδικεί τρεις άδειες για τρία διαφορετικά πανεπιστήμια.

Στα παραπάνω να σημειώσουμε ότι στις αιτήσεις που κατατέθηκαν προς την Ανώτατη Αρχή Ανώτατης Εκπαίδευσης (ΕΘΑΑΕ) της χώρας είδαμε μόνο ένα …πραγματικό πανεπιστήμιο (προερχόμενο από την Κύπρο).

Η ίδια πηγή στο εσωτερικό της ΕΘΑΑΕ σχολίαζε ακόμη ότι «είναι εξωπραγματικό το να περιμένουμε να ολοκληρωθούν η αξιολόγηση και η πιστοποίηση των προγραμμάτων σπουδών των υποψήφιων αυτών για τη νέα μορφή πανεπιστημιακών ιδρυμάτων έγκαιρα, ώστε να λειτουργήσουν από το 2025».

Από την άλλη μεριά και η πλευρά της Κύπρου και της αντίστοιχης ΕΘΑΑΕ φαίνεται ότι αντιμετωπίζει αντίστοιχα προβλήματα χρονικών περιθωρίων, καθώς και τα μέλη της πρέπει να κάνουν μια σοβαρή αξιολόγηση, πριν εγκρίνουν τα παραρτήματα στην Ελλάδα. Μάλιστα, οι πληροφορίες αναφέρουν, ότι κλιμάκια τους θα έρθουν στη χώρα μας μέσα στον Μάιο για να κάνουν ελέγχους, παράλληλα με τη δική μας ΕΘΑΑΕ.

Έτσι, το νέο κεφάλαιο της ιστορίας της παιδείας στη χώρα μας -εκείνο της λειτουργίας μη κρατικών μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων- φτάνει τις επόμενες ημέρες στο τέλος του, με εξελίξεις σε δυο επίπεδα: τη μελέτη των 12 φακέλων υποψήφιων για μη κερδοσκοπικά, μη κρατικά ΑΕΙ από την ΕΘΑΑΕ και τη συζήτηση των προσφυγών πανεπιστημιακών των δημοσίων ΑΕΙ κατά του σχετικού νόμου στο Συμβούλιο της Επικρατείας, που έχει οριστεί για την Παρασκευή 11 Απριλίου.

Πάντως, θα μπορούσε να πει κανείς ότι όλη η συζήτηση που κάνουμε επί ένα χρόνο τώρα, για τη λειτουργία των περίφημων «μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών πανεπιστημίων» στη χώρα μας, αποτελεί ίσως την πιο έξυπνη διαφημιστική ιδέα των τελευταίων δεκαετιών.

Από τη μια πλευρά, έχεις τις πανελλαδικές εξετάσεις για τα δημόσια ΑΕΙ να παραμένουν ένα εξεταστικό σύστημα που συνθλίβει τους υποψηφίους σε αυτές και τελικά αφήνει και κενές το 1/3 των θέσεων στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματα της Ελλάδας. Από την άλλη, έχεις όλες τις μεταλυκειακές βαθμίδες ιδιωτικής προσφοράς εκπαιδευτικών πακέτων να αναζητούν πλέον τον νέο προσανατολισμό τους.

Στο τοπίο αυτό, η λέξη «πανεπιστήμιο» απέκτησε ένα νέο -θεαματικής απόδοσης- περιεχόμενο προς αξιοποίηση.

Τα παραπάνω βέβαια προκαλούν μόνο συναισθήματα θλίψης και δυσφορίας για όλες εκείνες τις οικογένειες που αγωνιούν για το μέλλον των παιδιών τους και αναζητούν μια στιβαρή λύση για την μόρφωση και την ευημερία τους.

Και που περιμένουν μία/έναν υπουργό Παιδείας, που θα μελετήσει ξανά το σύστημα των πανελλαδικών εξετάσεων, θα κρατήσει το πλεονέκτημα της αδιάβλητης αξιολόγησης του και θα διορθώσει τα προβλήματα αδικίας στη διεξαγωγή τους, θα επαναφέρει το Ακαδημαϊκό Απολυτήριο, θα δώσει ξανά στο σχολείο τη μορφωτική του αξία και φυσικά θα ανοίξει δρόμο σε ιδιωτικές επιχειρήσεις στο χώρο της ανώτατης εκπαίδευσης, αλλά με μεθόδους που δε θα φέρνουν ειρωνικά σχόλια και μικροσυζητήσεις, αλλά θα εγγυώνται τη σωστή ώσμωση ανάμεσα στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα της Ελλάδας.