Δεν θα πάψει να υποστηρίζει την ανάγκη προοδευτικών συνεργασιών ο Σωκράτης Φάμελλος «για να τελειώνουμε με τη δυστοπία που έχει φέρει η κυβέρνηση Μητσοτάκη», αλλά επειδή «εμείς κάναμε ό,τι έπρεπε κι εντός κι εκτός Βουλής» καταθέτοντας «προτάσεις για την επόμενη ημέρα» πρόκειται να αναδιαμορφώσει τις προτεραιότητες του ΣΥΡΙΖΑ.
«Τώρα είναι η ώρα των αποφάσεων» τόνισε με νόημα προς τα υπόλοιπα μέλη της Πολιτικής Γραμματείας, που συνήλθε το απόγευμα της Πέμπτης, ο πρόεδρος του κόμματος, περιμένοντας εφεξής την ανταπόκριση που δεν έχει συναντήσει στις διαρκείς οχλήσεις του προς τα υπόλοιπα κόμματα.
Αιχμές από Φάμελλο σε Ανδρουλάκη – Κωνσταντοπούλου
Κυρίως η δυσαρέσκειά του αφορά τον Νίκο Ανδρουλάκη που απέρριψε ασυζητητί κάθε προοπτική κοινής καθόδου στις εθνικές εκλογές. Σχολιάζοντας τις αριθμητικές πράξεις του προέδρου του ΠαΣοΚ, σε πείσμα του αιτήματος της κοινωνίας που «μας λέει ‘βρείτε τα’ για να τελειώνουμε με τη δυστοπία», ο Σωκρ. Φάμελλος είπε πως «όποιος υποτιμά τις συνεργασίες και τη δυναμική τους, υποτιμά και τους πολίτες και τις ανάγκες τους». Μια στάση που κατά τον ίδιο «το μόνο που δείχνει είναι κομματική εσωστρέφεια».
«Όσοι αρνούνται τον προγραμματικό διάλογο θα πρέπει να απολογηθούν στην κοινωνία» ισχυρίστηκε ακόμη επ’ αυτού, την ώρα που αντίθετα με τους μαθηματικούς υπολογισμούς της Χαρ. Τρικούπη «η πολιτική των συνεργασιών δίνει πολλαπλασιαστικό αποτύπωμα».
Ο Σωκράτης Φάμελλος δεν άφησε, φυσικά, εκτός κάδρου κριτικής τη Ζωή Κωνσταντοπούλου, η οποία «με χυδαίο τρόπο επιτέθηκε και στον ΣΥΡΙΖΑ και στην κυβέρνηση 2015-19 χρησιμοποιώντας ολόκληρη τη ρητορική του αντί-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου και τη σκοπιμότητά της». Με αυτόν τον τρόπο «αποκαλύφθηκε για ακόμα μια φορά πως δεν έχει πρόταση για τη διακυβέρνηση της χώρας και την επίλυση προβλημάτων των πολιτών» όπως επεσήμανε στη συνέχεια στην εισήγησή του.
Προοδευτική αντεπίθεση μέσα από το Συνέδριο
Υπό αυτές τις συνθήκες, ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ πιστεύει πως «εμείς θα δώσουμε τη λύση και θα την εγγυηθούμε» πηγαίνοντας απέναντι σ’ ένα «σύστημα εξουσίας», το οποίο κατά τον κ. Φάμελλο «φοβάται και τις προτάσεις μας για συνεργασίες και τη δική μας επανεκκίνηση».
«Πρέπει η απάντηση να είναι προοδευτική. Γιατί και το έγκλημα των Τεμπών οφείλεται σε πολιτικές επιλογές της κυβέρνησης Μητσοτάκη» επέμεινε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ καλώντας τα υπόλοιπα στελέχη να ενεργοποιηθούν προκειμένου να διαμορφωθεί καταλλήλως το προγραμματικό πλαίσιο ως το καταστατικό Συνέδριο.
«Το Συνέδριό μας πρέπει να τροφοδοτήσει μια συζήτηση προοδευτικής αντεπίθεσης και αναγέννησης. Η αναγέννηση του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί και πρέπει να τροφοδοτήσει την αναγέννηση της χώρας μας. Το Συνέδριό μας οφείλει να γίνει κοινωνική υπόθεση. Δεν αφορά το εσωτερικό του κόμματός μας» υπογράμμισε.
Ανακοίνωσε δε τη συγκρότηση Κεντρικής Επιτροπής Επανεκκίνησης, η οποία εκτός από τα σημερινά μέλη της ΚΕ, θα περιλαμβάνει πρώην βουλευτές, στελέχη της κυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, τη Νεολαία που άλλαξε προεδρείο, συνδικαλιστές, επιστήμονες, στελέχη της επιχειρηματικότητας και άτομα που, όπως τονίστηκε, «θα έχουν κοινωνική γείωση και διεισδυτικότητα». Μάλιστα τα μέλη αυτής της ΚΕΕ θα έχουν δυνατότητα συμμετοχής στις επιτροπές του Συνεδρίου και στη διαμόρφωση των εισηγήσεων για αυτό.
«Στόχος μας η ολόπλευρη διεύρυνση» διευκρίνισε ο Σωκράτης Φάμελλος που ανήγγειλε ότι μετά την Κεντρική Επιτροπή του Σαββάτου και μέχρι το Πάσχα «θα υλοποιήσουμε σε όλη την Ελλάδα μια πολιτική εξόρμηση» με ανοιχτές συνεδριάσεις των ΝΕ και αντικείμενο από τη μία τις πολιτικές εξελίξεις και από την άλλη πολιτικό σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ. Σε αυτές θα συμμετάσχουν κεντρικά στελέχη που θα δίνουν τον τόνο.
«Ο κ. Μητσοτάκης φοβάται τη Βουλή και την αλήθεια»
Προφανώς και ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κατανοεί πως η κομματική επανεκκίνηση που επιχειρείται «εξελίσσεται σε ένα νέο περιβάλλον με μία οξύτατη πολιτική κρίση στην Ελλάδα και ένα θεσμικό κατήφορο της κυβέρνησης».
Όπως είπε συνολικά «έχουμε μία νέα κρίσιμη εξέλιξη στο έγκλημα των Τεμπών. Στην Προανακριτική επιτροπή Τριαντόπουλου, η κυβέρνηση προχωρά σε μία νέα εκτροπή. Η διαδικασία είναι κατάφωρα παράνομη και αντισυνταγματική. Δεν μπορεί να γίνει έλεγχος χωρίς μάρτυρες, χωρίς ολόκληρη τη δικογραφία και χωρίς τις πραγματογνωμοσύνες. Φιμώνει και απαξιώνει τη Βουλή. Παραβιάζει το Σύνταγμα, την ποινική διαδικασία, αλλά και τον κανονισμό της Βουλής.
Το σύνολο των συνταγματολόγων αλλά και οι επιστήμονες του ποινικού δικαίου μιλάνε για κατάφωρη παραβίαση. Δεν θα νομιμοποιήσουμε αυτή τη διαδικασία και πρέπει να ζητήσουμε και από τα υπόλοιπα προοδευτικά κόμματα και από τον Πρόεδρο της Βουλής να κάνει το ίδιο. Η διαδικασία πρέπει να διακοπεί και να γίνει πραγματική και ολοκληρωμένη έρευνα για το μπάζωμα».
Όπως σημείωσε κατόπιν «είχαμε απόλυτα δίκιο. Ο κ. Μητσοτάκης φοβάται τη Βουλή, φοβάται την Προανακριτική, φοβάται να φανερωθεί η αλήθεια και να αποκαλυφθεί ποιος είναι ο εντολέας του μπαζώματος. Επιμένουμε ότι οι βουλευτές πρέπει να διαδραματίσουν τον ρόλο τους ως εκπρόσωποι του ελληνικού λαού. Και ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ πρέπει να είναι η φωνή της Δικαιοσύνης, αλλά και της κοινωνίας που ζητά Δικαιοσύνη, αλήθεια και διαφάνεια.
Το Σύνταγμα, η φτωχοποίηση και η εξωτερική πολιτική
«Με ευθύνη της ΝΔ δημιουργείται ακόμα ένας κίνδυνος» σχολίασε ακόμη ο Σωκρ. Φάμελλος, καθώς «δεν έχει έρθει ακόμα ο εφαρμοστικός νόμος για την αποσβεστική προθεσμία για την ευθύνη υπουργών. Με πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ η διάταξη μπήκε στη Συνταγματική αναθεώρηση το 2019, όμως η κυβέρνηση από τότε δεν έχει κάνει τίποτα, με αποτέλεσμα να είναι ορατός ο κίνδυνος παραγραφής αδικημάτων. Φέραμε δύο φορές σχετική πρωτοβουλία και η κυβέρνηση δεν τη δέχθηκε.
Συνεχίζοντας μίλησε για «ένα νέο επικίνδυνο κύμα φτωχοποίησης». Όπως ανέλυσε «τα στοιχεία της Eurostat επιβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα παραμένει ουραγός στην Ευρώπη, με κατά κεφαλήν ΑΕΠ 30% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ. Η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων πολιτών παραμένει καθηλωμένη, η φτωχοποίησή τους συνεχίζεται, την ώρα που τα κέρδη μοιράζονται σε λίγα καρτέλ. Και είναι ακραίο να βγάζουν 4,5 δισεκατομμύρια κέρδη οι τράπεζες και τα νοικοκυριά να μην τα βγάζουν πέρα».
Αναφερόμενος ακολούθως στη Συνταγματική Αναθεώρηση, επανήλθε στο θέμα των προοδευτικών και συντηρητικών εδράνων προϊδεάζοντας ότι «η δική μας πρωτοβουλία και οι προτάσεις θα πρέπει να ξεκινούν από τα μεγάλα ερωτήματα της Δημοκρατίας μας, καταγγέλοντας την ανταλλακτική πρόταση του κ. Μητσοτάκη». Οριοθέτησε μάλιστα ως προτεραιότητες τα δημόσια αγαθά και την πρόσβαση σε αυτά (παιδεία, υγεία, νερό, στέγη), τις συλλογικές συμβάσεις και το εισόδημα αξιοπρεπούς διαβίωσης, τις κοινωνικές ανισότητες και την πρόσβαση στα αγαθά της προόδου, τα ατομικά και κοινωνικά Δικαιώματα, την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης και την επιλογή της ηγεσίας της, την ενίσχυση των Ανεξάρτητων Αρχών, την επιλογή της ηγεσίας της ΕΡΤ και τη μη συγκέντρωση ΜΜΕ σε επιχειρηματικά κέντρα, η ευθύνη υπουργών και τη λειτουργία εξεταστικών επιτροπών, την αποκέντρωση και η ενδυνάμωση της Αυτοδιοίκησης.
«Η συζήτηση για πυρηνικούς εξοπλισμούς μάς γυρνάει πολλά χρόνια πίσω»
Τέλος σε ό,τι έχει να κάνει με την εξωτερική πολιτική, περιέγραψε ένα νέο πεδίο διεθνών σχέσεων, καθώς «η ηγεσία Τραμπ καταργεί αρχές και κανόνες, πρεσβεύει την εφαρμογή του νόμου του ισχυρού και απαξιώνει διεθνείς οργανισμούς και διεθνές δίκαιο».
Για τον ίδιο «η Ευρώπη βρίσκεται σε χρεωκοπία και πληρώνει τα λάθη της. Δεν διορθώνονται τα λάθη με νέα λάθη. Τώρα αντί για την πολιτική ενοποίηση με παράλληλα βήματα εξωτερικής πολιτικής και ασφάλειας, συζητά για νέους εξοπλισμούς με το RearmEU. Στο Ευρωκοινοβούλιο έχουμε εκφράσει ξεκάθαρες αμφιβολίες για το συγκεκριμένο πρόγραμμα, το οποίο επηρεάζει και μειώνει τους πόρους για την κοινωνική πολιτική και την περιφερειακή ανάπτυξη, δεν απαντά στο που θα βρεθούν οι πόροι και δεν τοποθετείται καθαρά για το ποια σύνορα υπερασπίζεται, δεν έχει πρόβλεψη για την ελληνική αμυντική βιομηχανία και βεβαίως δεν δίνει απαντήσεις με ποιους όρους κάθεται η Τουρκία στο τραπέζι των συζητήσεων για τους στρατιωτικούς εξοπλισμούς.
Και είναι διπλά επικίνδυνο το ότι η Ευρώπη ξεκινά νέα συζήτηση για τους πυρηνικούς εξοπλισμούς, μια συζήτηση που μας γυρνάει πολλά χρόνια πίσω και δεν έγιναν ποτέ στην παγκόσμια ιστορία με καλό αποτέλεσμα. Και είναι μειονέκτημα ότι σε αυτή τη χρονική στιγμή η χώρα μας χάνει διπλωματικό κεφάλαιο».