Η πρώτη αναδρομική έκθεση του Μιχάλη Παπαδόπουλου παρουσιάζεται στο Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα» του Δήμου Αθηναίων σε επιμέλεια Χριστόφορου Μαρίνου, δίνοντας στον επισκέπτη τη δυνατότητα μία συνολικής κατάδυσης στο έργο του.
Οι πρώιμοι πίνακες του μεταφέρουν ένα αίσθημα αποξένωσης, μια υπαρξιακή μοναξιά και αγωνία, τη σύγχρονη αλλοτρίωση που συναντάμε και στη «Γλυκιά ζωή» (1960) του Fellini. Η κατακερματισμένη πραγματικότητα και τα αδιέξοδα των ανθρώπων του θρυμματισμένου Δυτικού κόσμου συνθέτουν το σκηνικό –το κοινωνικό και αισθητικό πλαίσιο– μέσα στο οποίο δρουν οι ανώνυμοι ήρωες του Παπαδόπουλου, αλλά και ο ίδιος ο ζωγράφος.

Οι μορφές στα έργα της πρώτης του έκθεσης, στην γκαλερί «Νέες Μορφές» το 1974, μοιάζουν μαρμαρωμένες, σαν απολιθωμένα ίχνη ανθρώπινων υπάρξεων, σαν θραύσματα μιας τοιχογραφίας που σε καλεί να την ανασυνθέσεις. Είναι φασματικές και άφυλες, τα κεφάλια τους παραπέμπουν σε κυκλαδικά ειδώλια. Τα περιγράμματα των μορφών δεν είναι ολοκληρωμένα, η μία μορφή εισέρχεται μέσα στην άλλη. Παρουσιάζονται κατά ομάδες και είναι ενωμένες, όπως οι αλυσοδεμένοι της αλληγορίας του σπηλαίου στην Πολιτεία του Πλάτωνα. Ζωγραφισμένα με ακρυλικά χρώματα σε καμβά και σε χαρτί, τα έργα του είναι φτιαγμένα με το υλικό των ονείρων. Είναι εικόνες διαποτισμένες από μια γλυκιά μελαγχολία, μια σιωπηλή αντίσταση. Η ζωγραφική του Παπαδόπουλου εκφράζει την ανάγκη αναπνοής σε μια ασφυκτική κοινωνία.

Μετά το 1974, στη Μεταπολίτευση, ο Παπαδόπουλος δημιουργεί κλειστοφοβικές εικόνες. Το γαλάζιο του ουρανού έχει χαθεί ανεπιστρεπτί. Οι φιγούρες παρουσιάζονται και πάλι κατά ομάδες, αλλά τώρα είναι πιο καλοσχηματισμένες, έχουν αποκτήσει όγκο και υπόσταση. Μοιάζουν να είναι εγκλωβισμένες ή φυλακισμένες σε έναν καφκικό κόσμο. Σχεδόν πάντα συνδιαλέγονται και συνυπάρχουν με ψηλά, απρόσωπα κτίρια, σκαλωσιές ή παράξενες αρχιτεκτονικές κατασκευές, που φέρνουν στο νου τον Πύργο της Βαβέλ. Τα μπρουταλιστικά οικοδομήματα που ζωγραφίζει δεν έχουν παράθυρα και πόρτες, θυμίζουν ταφικά μνημεία, γιαπιά, πολεμικά οχυρά ή ειδικά σχεδιασμένες φυλακές όπως το Πανοπτικό. Ο Παπαδόπουλος μας μιλάει για τα σύγχρονα, νεκροζώντανα υποκείμενα που ζουν στις μεγαλουπόλεις: για τον φόβο της επαφής και το σύνδρομο της αγέλης, για το πλήθος και την άγρια μοναξιά και ερημιά.

Στις αρχές της δεκαετίας του ’80 ζωγραφίζει πολυεπίπεδες χάρτινες κατασκευές, ανοιχτά κουτιά, τα οποία, βαλμένα το ένα πάνω στο άλλο, σχηματίζουν πύργους. Πάνω και μέσα σε αυτά τα κουτιά τοποθετεί φιγουρίνια, στρατιωτάκια και ξύλινες διακοσμητικές κούκλες. Σε κάποια έργα οι ζωγραφισμένες κατασκευές ακουμπούν σε μια επιφάνεια καλυμμένη από ελληνικές εφημερίδες. Σε άλλα, ο καλλιτέχνης σφηνώνει μέσα στα χαρτόκουτα χοάνες από φύλλα εφημερίδων ή ζωγραφίζει χάρτινα καραβάκια από το ίδιο υλικό. Όπως και στα έργα της δεκαετίας του ’70, φτιάχνει πολλά προπαρασκευαστικά σχέδια σε χαρτί –«κοσμικά» ή «αεροδυναμικά» τα ονομάζει– καθώς και παραλλαγές.

Το επόμενο βήμα για τον Παπαδόπουλο ήταν να εγκαταλείψει τη ζωγραφική του τελάρου και να βγει στις τρεις διαστάσεις, δημιουργώντας επιτοίχιες κατασκευές με το ίδιο θέμα, αλλά και κάποια γλυπτά. Χρησιμοποιώντας ξύλο, αλουμίνιο, σύρμα, χαρτόνι και πολυεστέρα, σε συνδυασμό με ζωγραφική, φτιάχνει μια μεγάλη ενότητα έργων, πάνω στην οποία συνεχίζει να δουλεύει μέχρι σήμερα. Η χοάνη, η κυψέλη, το κουτί, η σκάλα-κλίμακα και οι ξύλινες διακοσμητικές φιγούρες αποτελούν τα κυρίαρχα μοτίβα, το λεξιλόγιο του καλλιτέχνη. Με τις κατασκευές αυτές, που παρουσιάζει στις δύο επόμενες ατομικές του εκθέσεις στην γκαλερί Titanium, το 1998 και το 2004, ο Παπαδόπουλος κατάφερε να αποδομήσει τον ζωγραφικό χώρο, να τον αναπαραγάγει και να τον πολλαπλασιάσει. Οι συνθέσεις με τις λευκές χοάνες, που θυμίζουν επίσης τους πειραματισμούς των Ρώσων κονστρουκτιβιστών, δημιουργούν αρνητικό χώρο, πολλά και διαφορετικά κενά. Για τον Παπαδόπουλο, το εικαστικό έργο τέχνης, σαν ένα μουσικό όργανο, παράγει «εξαίσιους ήχους», όχι όμως απαραίτητα αντιληπτούς. Μέσα από τις χοάνες του ακούγονται ψαλμοί, αλλά και ο ήχος της φύσης και του τοπίου.

Πολιτιστικό Κέντρο «Μελίνα» Δήμου Αθηναίων: Ηρακλειδών 66 & Θεσσαλονίκης, Θησείο (Μετρό: Κεραμεικός)
Ώρες λειτουργίας: Τρίτη-Παρασκευή 11:00-19:00, Σάββατο-Κυριακή 10:00-15:00, Δευτέρα κλειστά
Η είσοδος για το κοινό είναι ελεύθερη.