«Ένα πολύ ταλαντούχο παιδί. Έφυγε μια πολύ μεγάλη κυρία, μία από τις λίγες τόσο κυρίες που υπάρχουν. Στην τελευταία μας συνεργασία γελούσαμε πάρα πολύ, όπως συνήθως. Ήταν ένας άνθρωπος που του άρεσε να γελάει, να διασκεδάζει, της άρεσε η κωμωδία». Ο Μιχάλης Ρέππας αποχαιρετά τη δική του Καίτη Κωνσταντίνου.

Η Καίτη Κωνσταντίνου ήταν εδώ και δεκαετίες ένας δικός μας άνθρωπος. Μία ηθοποιός που μπήκε στα σπίτια μας μέσα από τους τηλεοπτικούς της ρόλους, με αυτόν της Σωσώς Παπαδήμα στα «Εγκλήματα» να αποτελούσε και να αποτελεί εις το διηνεκές σημείο αναφοράς για την κωμωδία στην Ελλάδα.

Δυστυχώς, ήρθε η δική μας σειρά να γράψουμε δύο λόγια. Μία ατάκα που μας χάριζε άφθονο γέλιο είναι η ώρα να γίνει αντίο μας σε μία σπουδαία ηθοποιό, σε έναν σεμνό άνθρωπο που ήθελε μόνο να παίζει.

Τα πρώτα χρόνια και η απώλεια του πατέρα της

Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Ροδοδάφνη Αχαΐας. Η οικογένειά της αποτελούταν από τέσσερα μέλη, την ίδια τους γονείς και την αδελφή της.

Στην τρυφερή ηλικία των 8 ετών η ζωή της οικογένειας άλλαξε άρδην εξαιτίας του θανάτου του πατέρα της. Τα πράγματα δυσκόλεψαν για τη μάνα και τα δύο κορίτσια που έμειναν πίσω.

Η Καίτη Κωνσταντίνου μιλούσε στις συνεντεύξεις για εκείνα τα πρώτα χρόνια. Για τα παιχνίδια, για τα γέλια, για τις μελαγχολίες και τις δυσκολίες. Κάθε της αφήγηση συνοδευόταν από ένα δωρικό «χωρίς να θέλω να γίνω μελό».

«Τον πατέρα μου τον χάσαμε όταν ήμουν 8 ετών. Η μητέρα μου ήταν μια υπερπροσταυτευτική γυναίκα, που αφιέρωσε την ζωή της στα παιδιά της, σε εμένα και την αδελφή μου.

Έσπειρε φοβερή αγάπη μεταξύ μας και ήταν αρκετά δυναμική ώστε να μπορέσει να τα βγάλει πέρα», είχε δηλώσει η Καίτη Κωνσταντίνου μιλώντας στην εκπομπή «Στούντιο 4», της ΕΡΤ1.

«Μία κανονική οικογένεια ήμασταν. Άτυχη και αδικημένη δεν αισθάνθηκα. Αισθάνθηκα σαν να μου λείπει κάτι μεγαλώνοντας. Ότι μου έλειπε ο πατέρας μου.

Η δυσκολία ήταν στο σχολείο που ήταν όλα τα παιδιά με δύο γονείς. Εκεί νιώθεις παράταιρος. Αλλά εντάξει, πορευτήκαμε. Ένιωθα λίγο διαφορετική. Άλλες φορές μου άρεσε, άλλες φορές ένιωθα λίγο μειονεκτικά», εξηγούσε για την απώλεια του πατέρα της.

«Αφιέρωσε τη ζωή της για τα παιδιά της, εμένα και την αδερφή μου. Μας έσπειρε μία φοβερή αγάπη μεταξύ μας με την αδερφή μου και ήταν αρκετά δυναμική γυναίκα ώστε να μπορέσει να τα βγάλει πέρα», είχε περιγράψει για τη μητέρα της η Καίτη Κωνσταντίνου.

Από τη Φιλοσοφική στο σανίδι

Οι σπουδές ήταν μια πρώτης τάξης ευκαιρία για να φύγει από την επαρχία και να ζήσει στην πρωτεύουσα. Να σπουδάσει στην Ιατρική ήθελε όμως το σύστημα των Πανελλαδικών άλλαξε κι έτσι οδηγήθηκε στη Φιλοσοφική.

Από το πρώτο έτος στο Πανεπιστήμιο μπήκε στην θεατρική ομάδα. Ο χώρος της υποκριτικής την τραβούσε. Χρόνια μετά η μητέρα της θα της θυμίσει ότι όταν ερχόταν ένας θίασος στο χωριό την παρακαλούσε να την πάει για να παρακολουθήσει.

Τελείωσε τη Φιλοσοφική και για δύο χρόνια δίδαξε σε Γυμνάσιο. «Για ‘μένα ήταν ο πιο δύσκολος ρόλος. Όταν έχεις 30 παιδιά μπροστά σου και πρέπει να τα διδάξεις.

Είναι πολύ μεγάλη ευθύνη. Νομίζω ότι δεν ήμουν πολύ καλή δασκάλα», είχε πει με ειλικρίνεια σε συνέντευξή της στον Τηλεθεατή.

Το 1986 η Καίτη Κωνσταντίνου αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή του Θεάτρου Τέχνης Κάρολου Κουν και άρχισε να δουλεύει στο θέατρο. Ο πρώτος της ρόλος ήταν στη παράσταση «Εσωτερικές Φωνές» στο Θέατρο Τέχνης.

Στην αρχαία κωμωδία «Λυσιστράτη» το 2014.

Η χρονιά – σταθμός για την επαγγελματική ζωή της ήταν το 1995 όταν βρέθηκε στο ολοκαίνουργιο τότε Θέατρο Αποθήκη, μαζί με μια παρέα με την οποία επρόκειτο να συμπορευτεί με μεγάλη επιτυχία στο μέλλον.

Μαζί με τις φίλες της Μαρία Καβογιάννη και Υρώ Μανέ αλλά και τους Κώστα Κόκλα και Χρήστο Χατζηπαναγιώτη πρωταγωνίστησε στη μεγάλη, όπως αποδείχτηκε, θεατρική επιτυχία «Ο Αι – Βασίλης είναι σκέτη λέρα» (1995 -1997), σε σκηνοθεσία Κώστα Αρζόγλου και μετάφραση, διασκευή των Μιχάλη Ρέππα και Θανάση Παπαθανασίου.

Για δυο ολόκληρα χρόνια έξω από την είσοδο του θεάτρου γινόταν το αδιαχώρητο. Ήταν εκεί που σμιλεύτηκαν σχέσεις επαγγελματικές και σχέσεις ζωής. Οι συνάδελφοι αυτοί έμελλε να γίνουν φίλοι ζωής.

Κεφάλαιο τηλεόραση

Την τηλεόραση δεν τη σνόμπαρε ποτέ. Μιλώντας στην Έρη Βαρδάκη και το BHMAgazino είχε εξομολογηθεί: «Την αγαπάω όσο και το θέατρο. Δεν τη θεωρώ ένα δευτερεύον μέσο. Δεν την υποβιβάζω.

Ίσα Ίσα, δεν είναι εύκολο να παίζεις σε μία σειρά. Δεν έχεις καν την πολυτέλεια των προβών. Πρέπει να είσαι σε εγρήγορση κάθε στιγμή. Επιλέγω απλά, όσο μπορώ, να κάνω πράγματα που μου αρέσουν, γιατί διαφορετικά μαυρίζει η ψυχή μου. Δεν το αντέχω».

Όσο για την αναγνωρισιμότητα; Έλεγε: «δεν θα με ενοχλήσει αν κάποιος μου μιλήσει στον δρόμο, μου ζητήσει να βγάλουμε μια φωτογραφία.

Με τη Μαρία Καβογιάννη. Μετά τα Εγκλήματα, έπαιξαν μαζί στη σειρά του MEGA «Κάπου σε ξέρω»

Η αγένεια είναι το μόνο που με ενοχλεί. Δεν είμαι άνθρωπος που κυνήγησα πάντως την αναγνωρισιμότητα. Δεν φανταζόμουν ποτέ διασημότητες.

Για αλλού άλλωστε ξεκίνησα. Μια αόρατη κλωστή με τράβηξε σε αυτό το επάγγελμα. Δεν είναι μία εύκολη δουλειά. Θέλει στομάχι. Αλλά για να είμαι ειλικρινής υπήρξα τυχερή.

Με την Ελισάβετ Κωνσταντινίδου στα γυρίσματα της σειράς «Επτά Θανάσιμες Πεθερές».

Δεν δυσκολεύτηκα πάρα πολύ. Εάν δεν μου άρεσε κάτι, δεν το έκανα. Έλεγα «εντάξει δεν χάλασε και ο κόσμος». Ήμουν και φρικτά ντροπαλή στις οντισιόν. Δεν το είχα αυτό το κομμάτι, ακόμη δεν το έχω».

Η Σωσώ Παπαδήμα στα «Εγκλήματα»

Της παράστασης «Ο Αι – Βασίλης είναι σκέτη λέρα» ακολούθησε το «Αναμείνατε στο ακουστικό σας» σε διασκευή του Θοδωρή Πετρόπουλου, με τους ίδιους πρωταγωνιστές.

Ο Πετρόπουλος αποφάσισε να κάνει ένα σίριαλ με την Καίτη Κωνσταντίνου, τη Μαρία Καβογιάννη, την Υρώ Μανέ, τον Κώστα Κόκλα και τον Χρήστο Χατζηπαναγιώτη.

Και εγένετο «Εγκλήματα». Σε συνέντευξη στη Lifo και στον Αντώνη Μποσκοΐτη, η Καίτη Κωνσταντίνου είχε πει: «την ιδέα ακούσαμε αρχικά και είπαμε «α, ωραία», αλλά όταν ήρθαν τα πρώτα σενάρια, είπαμε «αμάν, τι καταπληκτικό πράγμα είν’ αυτό». Εξαιρετικό σενάριο, πρωτοποριακό, τολμηρό, με χιούμορ και με βάθος στους χαρακτήρες.

Βλέπω τα επεισόδια σήμερα και καταλαβαίνω ότι «αντέχουν». Ήταν ευλογημένη σειρά. Με κέντριζε (που θα υποδυόμουν μια διαβολογυναίκα).

Αν και στην αρχή δεν φαινόταν πόσο διαβολικός χαρακτήρας θα γινόταν η Σωσώ. Ιδίως στα επεισόδια του δεύτερου κύκλου ξέφυγε ο σεναριογράφος και, νομίζω, ξεφύγαμε όλοι μας.

Το όνομα της Καίτης Κωνσταντίνου απαρέγκλιτα έχει συνδεθεί με τη Σωσώ Παπαδήμα. Η ερμηνεία της είναι αξεπέραστη σε μία από τις σειρές που επηρέασαν την ελληνική τηλεοπτική ιστορία.

Πριν την ενσαρκώσει μοναδικά, αθώωσε την κακία της κι έπειτα την αγάπησε βαθιά. Δεν φοβήθηκε την επιτυχία, δεν φοβήθηκε στο ενδεχόμενο να εγκλωβιστεί σε τέτοιους ρόλους.

Πώς θα γινόταν άλλωστε αυτή η ηθοποιός με το πολυσχιδές ταλέντο να εγκλωβιστεί σε έναν συγκεκριμένο τύπο ρόλου. Απόδειξη; Όταν ερμήνευσε στο θέατρο έναν ρόλο που παραδοσιακά αποδίδεται σε άνδρες τον Ριχάρδο Γ΄ του Σαίξπηρ, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες του Τάκη Τζαμαργιά.

Στην παράσταση Ριχάρδος Γ’.

Στην ίδια συνέντευξη είχε αναφέρει: «βασικός σκοπός του σκηνοθέτη, δεν ήταν να σταθεί μόνο στο ότι μια γυναίκα ηθοποιός κάνει έναν ανδρικό ρόλο, αλλά να τονίσει – και εκεί βασίστηκε όλη του η ιδέα να το παίξει με γυναίκα- ότι ο Ριχάρδος στην ουσία είναι ένα άφυλο πλάσμα.

Ένα πλάσμα που στήνει όλο το παιχνίδι της εξουσίας, οπότε θα ήταν ενδιαφέρον κατά την άποψη του, να μην έχει φύλο».

Με τον Κώστα Κόκλα στη θεατρική παράσταση «Σαρδέλες με σαρδάμ».

«Φαίνεται ότι τα έχετε βρει πολύ με τον εαυτό σας», της έλεγε η Έρη Βαρδάκη στα τέλη του 2023.

«Μην το λέτε. Υπάρχουν πολλά κενά, σημεία που με ταλαιπωρούν. Ίσως είμαι λίγο πιο ισορροπημένη πλέον. Μεγάλωσα κιόλας. Άλλωστε τι είναι ευτυχία; Νομίζω ότι είναι μόνο στιγμές».

Έχε γεια Καίτη Κωνσταντίνου.