Ο ελεύθερος δημόσιος διάλογος είναι μία από τις μεγάλες κατακτήσεις της δημοκρατίας. Ενισχύει την ποιότητά της, υπό την προϋπόθεση βεβαίως πως οι συμμετέχοντες σε αυτόν κινούνται εντός εκείνων των ορίων που εμποδίζουν την εκτροπή της συζήτησης ή μετατρέπουν τον δημόσιο χώρο σε αρένα.

Στον δημόσιο διάλογο χωρούν ασφαλώς οι υψηλοί τόνοι. Δεν χωρούν όμως οι θεωρίες συνομωσίας, η δολοφονία χαρακτήρων, η δημιουργία ενός κλίματος καχυποψίας, η ακαταλόγιστη επιχειρηματολογία.

Ο κανόνας αυτός ισχύει ειδικά για εκείνους που υπηρετούν κάποιον θεσμικό ρόλο. Με άλλα λόγια, είναι διαφορετικό να καβγαδίζουν οι πολίτες στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και διαφορετικό να υποφέρει η δημόσια ζωή από μια κακοφωνία που προκαλείται από δηλώσεις, συγκρούσεις και αντεγκλήσεις ανάμεσα σε φορείς της όποιας εξουσίας ή, ακόμη περισσότερο, ανάμεσα σε φορείς διαφορετικών εξουσιών.

Η πολιτική, απ’ όποια θέση και αν υπηρετείται, καλείται να δώσει για ακόμη μία φορά το μέτρο. Κόμματα, βουλευτές, συνδικαλιστές και όποιος άλλος οφείλουν, όχι μόνο να σταθούν στο ύψος του θεσμικού τους ρόλου, αλλά και να προστατεύσουν άλλους θεσμούς που εκτίθενται στο τοξικό κλίμα των ημερών.

Διαπιστώνεται ήδη εξάλλου από τις μετρήσεις, πως ο κλονισμός της εμπιστοσύνης στους θεσμούς, είτε προκαλεί απώλειες είτε αποφέρει μόνο πρόσκαιρα και πενιχρά κέρδη.