Όχι. Δεν ξαπέστειλε ο Στράτος Διονυσίου στο σταθμό του Μονάχου τους Υπουργούς Εξωτερικών της Ευρώπης σαν μετανάστες στο ίδιο τους το σπίτι, αλλά ο Τζ. Ντι Βανς από το Κεντάκι με τα fried chicken του.

Τη Δημοκρατία του μέλλοντός τους, ανακοίνωσε ο Αμερικανός.

Τη Δημοκρατία όπως τη θέλει ο Τραμπ στο μηδενιστικό καπιταλισμό του μυαλού του, με κανόνες που ευνοούν έτι περαιτέρω τους μεγαλοεπιχειρηματίες του είδους του με τα βιονικά τους κοτόπουλα, σε συνδυασμό με «ουσίες», τραπεζικό σέρβις για το αόρατο χρήμα, γκόμενες σε μπούγκα μπούγκα πάρτι, εκδρομές στον Άρη και όπλα υπό την υπόδειξη αλάνθαστων ChatGPT.

Ένα σύστημα, δηλαδή, που παρακάμπτει την καντιανή προστακτική προς όφελος της ωμής παρακαταθήκης – κατεψυγμένης από τον 19ο αιώνα- του πρωθυπουργού Γκιζό: «Κύριοι, πλουτίστε!».

Διότι, «όλα για τα λεφτά γίνονται» -όπως είχε υπενθυμίσει ο Σόιμπλε στον Βαρουφάκη μετά το «Ουάου»- στη Δυτική Δημοκρατία, όπου τα όριά της δεν είναι μόνο τα σύνορά της και δεν συγκρούεται απλώς με άλλους πολιτισμούς (Σάμιουελ Χάντινγκτον) αλλά συγκρούεται πλέον με τον ίδιο τον εαυτό της. Με ό,τι η ίδια είχε συμπεριληπτικά διαμορφώσει ως τρόπο ύπαρξής της, αποιεροποιώντας τον εαυτό της, ώστε τελικά, να τον προσφέρει στη Morgan Stanley και στη Standard & Poor’s ως ένα είδος branch των γκόλντεν της με γκουακαμόλε σε ψωμί σύκαλης τις Κυριακές.

Από τη στιγμή που η Ευρώπη ανέδειξε τον Καβαλιέρε της πρωθυπουργό γιατί να μείνει πίσω η Αμερική; Κι από την ώρα (προσφάτως) που και ο Μητσοτάκης επιφυλάχθηκε ως προς την woke ατζέντα, πώς ο Φειδίας στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο να μην χαριεντίζεται με τον εκλεκτό του Φρέντυ Μπελέρη;

Ο κυνισμός του Τραμπ σε τι διαφέρει από τα νάζια της Μελόνι και των πονηρών σχεδίων της με τον Ράμα για τη «μεταφορά» τράνζιτο των προσφύγων στην Αλβανία;

Κάνουν ή δεν κάνουν οι συνάδελφοί της, στο κόκκινο χαλί, τα στραβά μάτια;

Δεν θα ήθελαν να εφεύρουν μια Αλβανία-αποθήκη προς ιδίαν χρήσιν (Στην Ελλάδα π.χ. τα Γιούρα παραμένουν ανεκμετάλλευτα τη στιγμή που το Σαρακήνικο ανταγωνίζεται τη Ριβιέρα της Γάζας όταν την αναλάβει ο Τραμπ); Άλλωστε, η ευφράδεια του Βανς και το αυθάδες μάθημά του περί «ελευθερίας της έκφρασης» δεν παραπέμπουν στον εξ ίσου επηρμένο, λαλίστατο τότε, Σαρκοζί, στο βραχιολάκι του τώρα, και την αγέραστη Κάρλα Μπρούνι ερωμένη το πάλαι και του Τραμπ (Netflix);

Ή πάλι η φινέτσα του συνήθως ροζ σακακιού της Ούρσουλα, σαν ενδυματολογική πινελιά, δεν κουπλάρει ιδεολογικά με το μαύρο τραγιασκάκι του Μασκ;

Πρέπει να το καταλάβει η ελίτ της Louis Vuitton: ο Τραμπ είναι το απόρριμμα της κουλτούρας του ρήματος «σνομπάρω» . Είναι δικό της παιδί ο σημερινός Πρόεδρος, όπως η παρέα του: ο Μπίμπι στο Μανχάταν το ’70.

Η τσάντα-μαϊμού που πουλάει ο παράνομος στην Ομόνοια δεν έχει πλέον σημασία. Σημασία έχει ότι την κρατά η Γκάγκα για να γελάσει, όπως ο Νιάρχος στοιχημάτιζε, για να γελάσει με τον Σπύρο Κουμάνταρο στην «Κρεολή», αν ο Ρενουάρ του ήταν ή όχι πλαστός.

Έχουμε σκεφτεί πόσο τα Κράτη μας διαφέρουν από τη «Σωφρονιστική αποικία» του Κάφκα;

Χρειάζεται η ποινή στα σώματα των τιμωρημένων να «γραφτεί» ματώνοντας τη σάρκα με την ακίδα ενός βολοκόπου;

Ο τιμωρημένος σήμερα δεν τρελαίνεται στις ψηφιακές πλατφόρμες διακυβέρνησης;

Εκεί, αναίμακτα, δεν υποβάλλει τον εαυτό του στο μαρτύριο της υποτιθέμενης «διευκόλυνσής» του, η οποία πλουτίζει τις τράπεζες σπρώχνοντας τους υπαλλήλους στην εθελουσία και τους πελάτες στα τηλεπαιχνίδια γνώσεων, με την τρύπα που πέφτουν ταπεινωμένοι άμα χάσουν, για κανένα χιλιάρικο;

Η Ευρώπη θα πληρώσει ακριβά την οικονομιστική στοχοθεσία των λογιστών της, α λά Σόιμπλε και Λαγκάρντ και ας της προτείνει τώρα ο Ντράγκι ένα νέο σύστημα δασμών.

Δεν έχω καμία αυταπάτη. Τα «αγωνιστικά» αντανακλαστικά των γηραιών Ευρωπαίων δεν αντιδρούν παρά μόνο στα πολυτελή γηροκομεία της, στις Βρυξέλλες και τα Merano Pallas για ανανέωση των κυττάρων.

Οι «μανιακοί» κατά του λαϊκισμού θα πρέπει τώρα – όσοι δεν έγιναν ήδη φανατικοί του Τραμπ- να αναρωτηθούν πόσο μερίδιο ευθύνης έχουν με τις ιρεμιάδες τους για την άνοδό του.

Και οι οργισμένες «πλατείες» θα πρέπει να «αναλυθούν» όχι μόνον υπό το κανονιστικό πρίσμα της φρόνιμης πλατείας του Συντάγματος, άνω, αλλά και της πλατείας Βάθης, κάτω -με τον Άκη

Πάνου φάντασμα στα καφενεία της.

Η καρδιά της Ελλάδας χτυπάει κι εκεί. Η άλλη μισή στην Κίνα βρίσκεται για μπίζνες.

Στα «Ψιμύθιά» του την Κυριακή στο «Βήμα» ο Περικλής Δημητρολόπουλος έγραφε για συνθήκες δημιουργίας «θεσμικού τραύματος».

Νέκρωσης του μυοκαρδίου, θα ήταν ακριβέστερο.

Οταν ο Γεωργιάδης δηλώνει (προχθές) πως ο Βανς «για πολλά πράγματα είπε αλήθεια», είμαστε κλινικά νεκροί.

Ας ακούσουμε λοιπν τον Στιβ Μπάνον που μας λέει να προσευχόμαστε για τον Τράμπ μή και φτάσει ο πόλεμος της Ουκρανίας στη Ριτσώνα.Τα υπόλοιπα θα τα αναλάβει το κρεματόριο.

ΥΓ.1

Παραθέτω για να δείξω την περιγραφική ανεπάρκειά μου ένα ποίημα του Φίλιπ Λάρκιν, ως μεταγραφή προς το ακριβέστερο αλλά και ειλικρινέστερο όσων εξέθεσα απογοητευμένος.

Αντιγράφω ένα σπουδαίο ποίημα που το έχουμε συνυπογράψει όλοι μας (και ας κάνουμε πως δεν το έχουμε διαβάσει).

Όταν ρίχνω πίσω το κεφάλι και ουρλιάζω,

οι άνθρωποι (κυρίως γυναίκες) λένε

Μα πάντα έκανες αυτό που ήθελες,

πάντα κάνεις το δικό σου

-μια εντελώς χυδαία και πρόστυχη

αντιστροφή όσων έχουν συμβεί.

Αυτό που εννοούν οι άθλιοι

είναι ότι ποτέ δεν έχω κάνει ό,τι δεν κάνω.

Οπότε, ο μαλάκας στο κατεστραμμένο κάστρο

που γράφει τις πεντακόσιες λέξεις του

και μετά περνά το υπόλοιπο της μέρας

ανάμεσα σε πισίνες και ποτά και γκόμενες

καμιά σχέση δεν έχει μαζί μου, αλλά

το ίδιο ισχύει και για τον κακομοίρη διοπτροφόρο δάσκαλο

(έξι παιδιά, η σύζυγος γκαστρωμένη,

και οι γονείς της που έρχονται επίσκεψη)…

Η ζωή είναι τριμερής αγώνας,

ακίνητος και κλειδωμένος, ανάμεσα

στο τι θέλεις εσύ, τι θέλει ο κόσμος για σένα και

(το χειρότερο)

στην ανίκητη αργή μηχανή

που φέρνει εκείνο που θα πάρεις τελικά. Μπλοκαρισμένα,

αγωνίζονται με κόπο γύρω από μια κενή στασιμότητα,

φτιαγμένη από υποχρεώσεις, φόβο, πρόσωπα.

Οι μέρες κυλούν προς τα εκεί, συνέχεια. Τα χρόνια.