Παρακολουθώ τον χώρο της επιστημονικής έρευνας στην Ελλάδα στενά και με ενδιαφέρον από την Ευρώπη – faraway, so close – σε εύρος τεσσάρων δεκαετιών.
Με βάση αυτή την εμπειρία, πιστεύω πως κύριο πρόβλημα της έρευνας στην Ελλάδα είναι η έλλειψη κατανόησης της απλής διαπίστωσης που συνόδευσε την δήλωση παραίτησης του προέδρου του ΕΣΕΤΕΚ κ. Αρταβάνη-Τσάκωνα: «Όλοι μιλούν για startups και καινοτομία αλλά δεν καταλαβαίνουν ότι μητέρα των startups είναι η βασική έρευνα στις τεχνολογίες αιχμής».
Από τότε που θυμάμαι τον εαυτό μου ως φοιτητή στις αρχές της δεκαετίας του ’90, ακούω για δράσεις σύνδεσης της έρευνας με τις εταιρείες, την παραγωγή, την οικονομία, την κοινωνία, και διαβάζω για αντίστοιχες δράσεις.
Δεν θυμάμαι όμως ποτέ κανένα υπουργό να θέτει ως προτεραιότητα την ανάπτυξη της βασικής έρευνας ως μακροχρόνια επενδυτική στρατηγική με σταθερή χρηματοδότηση και ευελιξία.
Η βασική έρευνα υψηλής ποιότητας και απήχησης είναι αυτή που θα εκθέσει τους φοιτητές στον επιστημονικό τρόπο σκέψης, θα καλλιεργήσει την ικανότητα για διατύπωση σημαντικών και πρωτότυπων ερωτημάτων, θα στηρίξει την ικανότητα και τις δεξιότητες για την εξεύρεση λύσεων σε πολύπλοκα προβλήματα, θα δημιουργήσει τις υποδομές σε ανθρώπινο και υλικοτεχνικό δυναμικό, και τελικά θα οδηγήσει στην κοινωνική και οικονομική ανάπτυξη.
Η καινοτομία, ούτε δημιουργείται ούτε με παρθενογένεση ούτε υφίσταται εν κενώ.
Κάποτε επίσης πρέπει να σταματήσει η ιδεοληψία των «άριστων του εξωτερικού» και των κάθε λογής δράσεων και οργανώσεων που θα ανατρέψουν το «brain drain» ως λύση για την έρευνα στην Ελλάδα.
Η Ελλάδα χρειάζεται πάνω από όλα ένα απλό σχέδιο σταθερής ανταγωνιστικής χρηματοδότησης βασικής έρευνας, με διαφάνεια αλλά και με πλήρη απαλλαγή από την γραφειοκρατία, ανταγωνιστικούς μισθούς στους νέους πανεπιστημιακούς και ερευνητές, και έμπρακτη στήριξη νέων κύριων ερευνητών. Χρειάζονται άμεσα μέτρα κυρίως για αυτούς που βρίσκονται ήδη στην Ελλάδα –οι άξιοι στην Ελλάδα είναι ήδη αρκετοί, αλλά χρειάζονται έμπρακτη στήριξη.
Χαρακτηριστικό της πλήρους αδυναμίας της πολιτικής ηγεσίας να κατανοήσεις αυτές τις βασικές αρχές, είναι η πλήρης αδιαφορία να βοηθήσει έμπρακτα και ενεργά τους 12 κατόχους των προγραμμάτων ERA chair της ΕΕ (προϋπολογισμού 2.5 εκατομμυρίων το καθένα), όπου μόνο εμπόδια έχει παρουσιάσει στην ένταξη αυτών και των ομάδων τους στον ακαδημαϊκό χώρο.
Σχεδόν όλοι οι ERA chairs έχουν βρει πλήρη στήριξη από την ακαδημαϊκή διοίκηση των ερευνητικών κέντρων και πανεπιστημίων που εντάσσονται, και τροχοπέδη για την ένταξη και την λειτουργία των ομάδων τους αποτελεί το αναχρονιστικό και αρτηριοσκληρωτικό νομικό πλαίσιο και η πλήρης αδιαφορία του υπουργείου και της πολιτικής εξουσίας.