Η διαρκώς ανατροφοδοτούμενη εκδοχή μιας κοινοβουλευτικής σύμπραξης του ΣΥΡΙΖΑ με τη Νέα Αριστερά αφήνει κάμποσα αναπάντητα ερωτήματα. Πόσο κοντά ή πόσο μακριά είναι, σε αυτή τη φάση, τα δύο κόμματα; Υπό ποιους όρους και ποιες προϋποθέσεις θα καταστεί εφικτή μια τέτοια «συμμαχία»; Ποιοι συμφωνούν, ποιοι είναι κάθετα αντίθετοι και ποιοι εν τέλει θα συναινέσουν; Πότε εκτιμάται ότι μπορεί να προχωρήσει και να υλοποιηθεί;

Ο παράλληλος βηματισμός και η δράση που συμπίπτει σε αρκετές περιπτώσεις, λόγω της πυκνής επικαιρότητας, διοχετεύουν καθημερινά φρέσκο νερό στον μύλο κι αναπαράγουν μια σειρά από σενάρια.

Πράγματι η νέα ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ, από την πρώτη στιγμή της εκλογής της στα τέλη Νοεμβρίου, άφησε ορθάνοιχτη τη βαριά ξύλινη πόρτα της Κουμουνδούρου. Φυσικά, το προσκλητήριο ανασύνταξης και ανασυγκρότησης δεν έχει απευθυνθεί μόνο στα ανθρώπους που, δυσαρεστημένοι, αποχώρησαν διαδοχικά ενόσω ο Στέφανος Κασσελάκης βρισκόταν στην ηγεσία. Τόσο ο Σωκράτης Φάμελλος όσο και άλλα μεγαλοστελέχη του κόμματος δεν παύουν επί δίμηνο να αποστέλλουν μηνύματα προς διάφορους προοδευτικούς προορισμούς, επιδιώκοντας μια διεύρυνση του κύκλου αυτού, μέσα κι από τη σύσταση μιας «πλατιάς Επιτροπής ανασυγκρότησης».

Επειδή όμως στόχος του ΣΥΡΙΖΑ, όπως επικαιροποιήθηκε με σαφήνεια από τον πρόεδρο του προς τα μέλη της Κεντρικής Επιτροπής το πρωί της περασμένης Κυριακής, είναι η «ανάκτηση αξιωματικής αντιπολίτευσης κινηματικά, θεσμικά και πολιτικά», η επίτευξη περνά -κακά τα ψέματα- μέσα από την όποιας μορφής επανασύνδεση Κουμουνδούρου – Πατησίων. Ο πρόεδρος του κόμματος επανέλαβε το σκεπτικό, αργά το βράδυ της Πέμπτης στην ΕΡΤ, λέγοντας ότι «αυτή η διαδικασία θα συνεχιστεί», υπενθυμίζοντας ότι «με τον κ. Χαρίτση ήμασταν στο παρελθόν στο ίδιο υπουργικό συμβούλιο».

Πού τέμνονται και πού όχι ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Αριστερά

Η Νέα Αριστερά διαθέτει τη δυναμική να ανατρέψει εκ νέου τα αριθμητικά δεδομένα, που διαταράχθηκαν εξαιτίας της σταδιακής απόσχισης εννέα βουλευτών μετά το έκτακτο συνέδριο στο Γκάζι, και να αποτελέσει το 20% μιας νέας αξιωματικής αντιπολίτευσης. Από τους αθροιστικά 37 βουλευτές σε αυτήν τη δυνητική ενιαία σύσταση, θα έχει προσφέρει τους 11 δικούς της. Άρα θα έχει και λόγο και ρόλο σε κοινοβουλευτικές πρωτοβουλίες. Αν το επιζητά και το διεκδικεί ή όχι είναι -σε κάθε περίπτωση- το ζητούμενο.

Ο σχηματισμός ενός Λαϊκού Μετώπου, από την κοινωνία ως τη Βουλή, δεν έχει εξαιρεθεί από τις επιδιώξεις της ηγεσίας της. Αντιθέτως, ως μια πάγια θέση, αναπαράγεται ήδη από το περασμένο καλοκαίρι και μεταφέρεται από τη μια κουβέντα στην άλλη. Η Έφη Αχτσιόγλου μίλησε εκ νέου γι’ αυτό προ εβδομάδας σε πάνελ με την Όλγα Γεροβασίλη.

Οι παρουσιάσεις βιβλίων έχουν με αυτόν τον τρόπο μετατραπεί σε φόρουμ ενός πολιτικού διαλόγου που βρίσκεται σε αδιάκοπη κίνηση κι εξέλιξη. Το πράττουν κι άλλοι της Νέας Αριστεράς με κάθε αφορμή.

Την ίδια ώρα ο ΣΥΡΙΖΑ μιλά για κάτι διαφορετικό. Έναν ΣΥΡΙΖΑ που θα μεγαλώσει και θα δυναμώσει τόσο με πρώην όσο και με νέους. Η απόσταση μεταξύ των δύο θέσεων δεν είναι ακριβώς αμελητέα. Όχι όμως μη διαχειρίσιμη,

«Μπορούν να ζήσουν και χωρίς την έδρα τους»

Καλά πληροφορημένες πηγές από το περιβάλλον της Νέας Αριστεράς έλεγαν στο Βήμα πως ουδείς εκ των πρωτοκλασάτων στελεχών της βιάζεται ακόμη για το επόμενο βήμα. Μήτε πιέζει καταστάσεις γιατί δεν θέλει να εκτεθεί. Ή να εκθέσει τη συνολική προσπάθεια που συντελείται. Δεν είναι στις προθέσεις τους να εγκαταλείψουν ελαφρά τη καρδία το νεογενές αυτό εγχείρημα.

Άλλο, θεωρούνται, οι συχνές επαφές συνεννόησης πάνω σε ζητήματα που απασχολούν την κοινωνία (Τέμπη, υποκλοπές, τράπεζες, δικαιοσύνη, παιδεία, υγεία) ή η σύμπλευση στο θεσμικό ζήτημα της Προεδρία της Δημοκρατίας, πριν και από τη δεύτερη ψηφοφορία που είναι σήμερα Παρασκευή, κι εντελώς διαφορετικό μια διμερής συμφωνία κοινοβουλευτικής συμπόρευσης – κατ’ επέκταση δε μελλοντικής επανασύνδεσης. Υφίσταται απόσταση.

Πρωτοκλασάτα στελέχη της Πατησιών φροντίζουν να διαμηνύουν ότι δεν αντιμετωπίζουν την πολιτική ως είδος βιοπορισμού. «Μπορούν να ζήσουν και χωρίς την έδρα τους» σημείωνε παρατηρητής με γνώση των πραγμάτων για να καταδείξει πως δεν ετεροκαθορίζονται. Ούτε επηρεάζονται τα ίδια πρόσωπα από το ισχνό δημοσκοπικό αποτύπωμα που διαρκώς σβήνει. Προβληματίζονται ξεκάθαρα, αλλά διαχειρίζονται σχετικά ψύχραιμα την αποτύπωση της στιγμής.

Για να γεννηθεί φυσικά κάτι νέο, τους ενδιαφέρει πάνω απ’ όλα το πολιτικό σχέδιο, η υπόσταση και η μορφή που θα λάβει. Αναγνωρίζουν ότι η αποχώρηση Κασσελάκη βοηθά προς αυτήν την κατεύθυνση. Σε κάθε άλλη συνθήκη, θα ήταν απαγορευτικό. Τώρα δεύτερες σκέψεις πλανώνται στο μυαλό αρκετών. Σε συζητήσεις που γίνονται μεταξύ ανθρώπων που γνωρίζονται χρόνια αξιολογείται ως «μονόδρομος» ένα συμμαχικό «υβριδικό» σχήμα που σταδιακά θα δρομολογήσει εξελίξεις στην Κεντροαριστερά.

Απλώς «παρουσιάζουν μια δυσκολία στη Νέα Αριστερά» σχολίαζε σχετικά στο Βήμα πηγή που διατηρεί ανοικτές κεραίες κι επαφές με τις δύο πλευρές. «Εμφανίζουν αντικρουόμενες απόψεις ακόμη και στο αυτονόητο όπως η ΠτΔ» συμπλήρωνε η ίδια πηγή, σχολιάζοντας τις δύο τάσεις εντός οργάνων για το αν θα έπρεπε να στηριχθεί η πρόταση για Κατσέλη, όταν από την Κουμουνδούρου είχε απορριφθεί ως πρόωρη η υποψηφιότητα Ράμμου.

Είναι ο Πολάκης το εμπόδιο;

Εκτιμάται ότι όντως οι διαφορετικές τάσεις είναι ένα υπολογίσιμο εμπόδιο που φρενάρει τις εξελίξεις. Πως ιδίως στελέχη της παλαιότερης «φρουράς» ζορίζονται ν’ αποδεχθούν ότι θα ήταν πολιτικά ορθή επιλογή η εκ νέου συνεργασία με πρώην συντρόφους τους.

Κατά βάση διότι θα χρειαστεί να συνομιλήσουν ξανά με όσους βρίσκονται απέναντι από καιρό – πριν καν φύγουν. Θα ήθελαν πολύ να το αποφύγουν, ακόμη κι αν αυτό σημάνει την οριστική απόσυρσή τους από την κεντρική πολιτική σκηνή. Εκ των εκφραστών της τάσης κι ο Ευκλείδης Τσακαλώτος που όχι τυχαία δήλωσε ότι «δεν είναι ώριμες οι συνθήκες για κοινοβουλευτική σύγκλιση με τον ΣΥΡΙΖΑ».

Σε αυτό το κομμάτι δεν είναι κρυφό ότι ο Παύλος Πολάκης παραμείνει για αρκετούς «persona non grata». Οι αιχμές του για τις επιλογές του οικονομικού επιτελείου της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ «στοιχειώνουν» ακόμη σχέσεις. Κατά καιρούς «φίλια πυρά» έχουν εκτοξευτεί εκατέρωθεν κι έχουν αφήσει ανοικτές πληγές, ιδίως μετά την επεισοδιακή ΚΕ του Νοεμβρίου του 2023.

Ο βουλευτής Χανίων επιμένει ότι ήταν εντελώς λανθασμένη η «αποταμίευση» των 37 δισ. ευρώ και νερό στο κρασί του δεν θα ρίξει. Πάντως και ο ίδιος, ταυτισμένος με την κεντρική γραμμή του ΣΥΡΙΖΑ για έναν ευρύ συνασπισμό αριστερών δυνάμεων, φροντίζει να δουλεύει μεθοδικά προς αυτήν την κατεύθυνση. «Δεν είναι όλοι το ίδιο για όλους» μετέφερε με νόημα άνθρωπος που καταλαβαίνει την ιδιοσυγκρασία του Π. Πολάκη, χωρίς ν’ αποκλείει την πιθανότητα και ο ίδιος ο Κρητικός πολιτικός να μιλά με συγκεκριμένα πρόσωπα από τη Νέα Αριστερά, λειαίνοντας τις κοφτερές γωνίες.

Το χρονικό πλαίσιο

Πολύ θα ήθελε ο όλος ΣΥΡΙΖΑ, από την κορυφή ως τη βάση, οι προθέσεις να διαλευκανθούν το συντομότερο – ει δυνατόν πριν από το ερχόμενο καλοκαίρι. Έτσι ώστε να καταστρωθεί εγκαίρως ένα σχέδιο και να μην συμπέσει με άλλες πολιτικές εξελίξεις. Όπως ενδεχομένως οι πρόωρες εκλογές.

Ήδη το καταστατικό συνέδριο του κόμματος, το συνέδριο που έχει οριοθετεί ως το «zero point» της πλήρους αναδιοργάνωσης με τελικό στόχο την ανασύνθεση του εγχώριου προοδευτικού χώρου με συγκεκριμένες ψηφισμένες κι εγκεκριμένες τομές, μετατέθηκε για το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Μαΐου. Όχι δηλαδή υπό καθεστώς πίεσης πριν από το Πάσχα.

Θα έχει ως εκ τούτου και η Νέα Αριστερά αρκετό χρόνο και το περιθώριο να στοχαστεί και να κρίνει τι είναι ποιο ωφέλιμο. Από τη μία για το πολιτικό μέλλον της και από την άλλη για να αποτραπεί μια τρίτη θητεία με ΝΔ στην εξουσία που αποτελεί στόχο και των δύο. Μέχρι τότε η διακίνηση σχετικών αναφορών θα συνεχιστεί αδιάκοπα και με ελάχιστα διαλείμματα, καθώς ΣΥΡΙΖΑ και Νέα Αριστερά θα βρίσκουν αφορμές να συμπλέουν. Διότι, κατά τον Σωκρ. Φάμελλο η προοδευτική αντιπολίτευση έχει σημασία «να είναι αντίστοιχη των απαιτήσεων της κοινωνίας και της νεολαίας της χώρας μας που θέλει οξυγόνο».

Μία εξ αυτών των αφορμών θα είναι η τρίτη ημερίδα του Ινστιτούτου του Αλέξη Τσίπρα με κεντρικό θέμα το Κράτος Δικαίου, την Πέμπτη 6/2 στο Ωδείο Αθηνών. Στη διάρκεια αυτής θα παρουσιαστεί και μια σφυγμομέτρηση της κοινής γνώμης για την εμπιστοσύνη της στο δικαστικό σύστημα.