Την προηγούμενη εβδομάδα, η ανθρωπότητα βίωσε ένα ηρωικό άλμα – και όχι δεν πατήσαμε σε κάποιον απρόσιτο πλανήτη, αναζητώντας μια ένδειξη για την προέλευσή μας. Ο Μαρκ Ζούκερμπεργκ της Meta (δηλαδή του Facebook, του Instagram κ.λπ.) ανακοίνωσε ότι οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης της εταιρείας θα καταργήσουν τη συνεργασία με οργανισμούς ελέγχου γεγονότων, κάνοντας λιγότερους τους περιορισμούς στις αναρτήσεις των χρηστών.
Μη χαίρεστε: αυτό δε σημαίνει ότι θα βλέπουμε περισσότερους πίνακες ζωγραφικής με γυμνό ή περισσότερα ποστ υπέρ της Παλαιστίνης, απλά όσοι και όσες είστε οπαδοί του Τραμπ, θα μπορείτε περισσότερο ελεύθεροι και ελεύθερες να διαδίδετε fake news.
Όπως για παράδειγμα αυτό με τους αϊτινούς μετανάστες. Αν δεν το έχετε ήδη δει, θυμίζω ότι κατά τη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας των Ρεπουμπλικάνων, ένα από τα «περίεργα» θέματα που τέθηκαν στο επίκεντρο ήταν η «είδηση» ότι μετανάστες από την Αϊτή επιδίδονταν στη βρώση κατοικίδιων. «…Κατοικίδια απήχθησαν και φαγώθηκαν από άτομα, τα οποία δε θα έπρεπε να βρίσκονται σε αυτήν τη χώρα […] Παράνομοι μετανάστες από την Αϊτή προκαλούν χάος στο Σπρίνγκφιλντ του Οχάιο», ανέφερε ο Ρεπουμπλικάνος υποψήφιος αντιπρόεδρος των ΗΠΑ Τζέι Ντι Βανς – ναι αυτός που έχει γράψει το επιτυχημένο βιβλίο «Το τραγούδι του χιλμπίλη», το οποίο έτυχε παγκόσμιας αναγνώρισης τα προηγούμενα χρόνια.
Πώς γίνεται ένας μορφωμένος άνθρωπος, ένας διανοούμενος, να (ανα)παράγει τέτοια καταφανή ψεύδη; Η ιδεολογία πολλές φορές είναι πιο σημαντική από τη μόρφωση. Και φαίνεται διαχρονικά, οι προκαταλήψεις απέναντι στους Αϊτινούς να έχουν μεγάλη απήχηση στην αμερικανική κοινωνία.
Μια υποψία τού γιατί συμβαίνει αυτό, έχει να κάνει με την αϊτινή ιστορία. Ως γνωστόν, η πρώην γαλλική κτήση ήταν η δεύτερη χώρα στο δυτικό ημισφαίριο, μετά τις ΗΠΑ, που διακήρυξε την ανεξαρτησία της, το 1804. Μια επανάσταση δούλων που πέτυχε, λογικό είναι να τρομάζει κάθε υπερδύναμη – πόσο μάλλον όταν η επανάσταση είχε ως στόχο την ίδια την κοιτίδα της επανάστασης ως ιδέας: τη Γαλλία. Και πόσο μάλλον (δις) όταν αυτή η περίπτωση ήταν η εξαίρεση στον κανόνα που θέλει τις επαναστάσεις των δούλων να πνίγονται στο αίμα – καημένε Σπάρτακε!
Με το όνομά της να σημαίνει «γη των ψηλών βουνών», η Αϊτή έβαλε όντως υψηλά τον πήχη, ως πρότυπο πειράματος αυτονομίας, παρότι στη συνέχεια τα πραξικοπήματα έπεφταν στη χώρα σαν τις τροπικές βροχές και οι πολιτικές δολοφονίες κατατάσσονταν στη λίστα «θάνατοι από φυσικά αίτια». Πώς λοιπόν να μην προκαλεί την οργή των απανταχού συντηρητικών (ειδικά στις ΗΠΑ, οι οποίες και κατείχαν τη χώρα για σχεδόν 20 χρόνια, στις αρχές του 20ού αιώνα, ενώ εισέβαλαν ξανά στην Αϊτή και το 1994) που φαντασιώνονται την επανάσταση ως ξέσπασμα ασυνείδητων επιθυμιών για κανιβαλισμό; Στο παρελθόν, ας μην ξεχνάμε, οι Αϊτινοί έχουν συνδεθεί στο συντηρητικό φαντασιακό, με τελετές βουντού, ενώ έχουν κατηγορηθεί και για την εξάπλωση του AIDS.
Εμείς ως χώρα ωστόσο, έχουμε μια άλλη σχέση με την Αϊτή. Στις 15 Ιανουαρίου του 1822, ο μιγάς πρόεδρος της νήσου, Ζαν Πιερ Μπουαγιέ, με επιστολή του απαντούσε στους αγωνιζόμενους Έλληνες επαναστάτες: «Πολίτες, μεταφέρετε στους συμπατριώτες σας τις θερμότερες ευχές για απελευθέρωση, που σας στέλνει ο λαός της Αϊτής», για να γίνει ο πρώτος ηγέτης παγκοσμίως που την αναγνώρισε. Δεν περιορίστηκε μάλιστα εκεί, αλλά έστειλε και 100 στρατιώτες να συνδράμουν την επανάσταση – οι οποίοι, ατυχώς, πέθαναν κατά το μακρύ και επίπονο για την εποχή ταξίδι.
Περισσότερα από 200 χρόνια μετά, ο επαναστατικός ρομαντισμός έχει δώσει τη θέση του στον απροκάλυπτο κυνισμό: δημιουργώντας εσωτερικές απειλές, οι κοινωνίες κλείνονται όλο και περισσότερο στον εαυτό τους, γίνονται όλο και πιο μισαλλόδοξες. Αλλά ποιος να βγει τώρα από το καβούκι του; Εξάλλου, όταν έχεις τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, βρίσκεσαι σε ένα παντού – αρκεί φυσικά να σου αρέσουν οι απόλυτα ομογενοποιημένοι χώροι.