Η προεδρική εκλογή, ορθά, έχει αποσυνδεθεί από την πιθανότητα διάλυσης της Βουλής. Όμως δεν κατέστη δυνατό να αποσυνδεθεί από την έντονη προεδρολογία. Αν και ως έναν βαθμό είναι λογικό, δεν μπορεί να παραβλεφθεί το γεγονός ότι αυτή τροφοδοτήθηκε και από κυβερνητικές διαρροές.

Θα πρέπει να επισημανθεί επίσης ότι η παρέλαση των ονομάτων όλη αυτή την περίοδο δεν αφορούσε τη δυνατότητα των προσώπων που ακούγονταν να συμβολίσουν την ενότητα του έθνους και την ικανότητα τους, σε αυτή την ταραγμένη γεωπολιτική περίοδο, να αναδείξουν, να προωθήσουν αλλά και να υπερασπιστούν τα εθνικά μας συμφέροντα.

Συνδέθηκε με το εσωτερικό πολιτικό παιχνίδι. Τη συνοχή ή μη της κοινοβουλευτικής ομάδας της ΝΔ, τις ισορροπίες στην καλούμενη δεξιά πολυκατοικία, τη μάχη για την επικράτηση στο Κέντρο, τους συσχετισμούς δυνάμεων ανάμεσα στα κόμματα που βρίσκονται στα αριστερά του κυβερνώντος κόμματος.

Σε κάθε περίπτωση, το σίριαλ της προεδρολογίας έφτασε στο τέλος της. Αλλά σε έναν διαφορετικό πήχη από αυτόν που έθεσαν οι πολίτες οι οποίοι ζήτησαν στην συντριπτική τους πλειονότητα, όπως καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις, ανεξαρτήτως κομματικής προτίμησης, ο επόμενος Πρόεδρος της Δημοκρατίας να μην οδεύσει προς το Μέγαρο της Ηρώδου Αττικού έχοντας στις αποσκευές του τις ψήφους των βουλευτών ενός και μόνο κόμματος.

Ο Κωνσταντίνος Τασούλας συγκεντρώνει πολλά από τα χαρακτηριστικά που περιέγραψε ο Πρωθυπουργός στο διάγγελμά του. Και κύρος διαθέτει και εμπειρία, ενώ είναι αποδεδειγμένος ο σεβασμός του στους θεσμούς. Δεν παύει ωστόσο να έχει τον χαρακτήρα μιας μονοκομματικής υποψηφιότητας.

Η «ευρύτερη αποδοχή», στην οποία αναφέρθηκε ο Πρωθυπουργός, θα δοκιμαστεί συνεπώς κατά τη διαδικασία της εκλογής του νέου Προέδρου. Φαίνεται επίσης πως με την αποσύνδεση της εκλογής από την διάλυση της Βουλής, εγκαινιάζεται μια νέα παράδοση εκλογής Προέδρου από την εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία και όχι από τον άλλο πόλο του συστήματος, όπως ίσχυε τις τελευταίες τρεις δεκαετίες.

Μένει να φανεί πώς θα υποδεχθούν οι υπόλοιπες δυνάμεις του κοινοβουλίου την πρότασή του, στο πλαίσιο της αναθεώρησης του Συντάγματος, για μία και μόνη εξαετή θητεία του προέδρου της Δημοκρατίας.

Το βέβαιο είναι πως η προεδρία δεν θα πρέπει να γίνει αντικείμενο ενός κομματικού παίγνιου ασύμβατου με τον θεσμό.