Μεγάλωσα στο Τορόντο του Καναδά, «πάνω» στη λίμνη Οντάριο, σαν να λέμε πάνω στη θάλασσα. Στο μυαλό μου, οι δυο χώρες –Καναδάς και Ελλάδα– πάντα συνυπήρχαν αρμονικά, η μία να συμπληρώνει την άλλη σαν δύο καθρέφτες που αντανακλούν αυτό που είσαι και αυτό που θα μπορούσες να γίνεις. Ο Καναδάς, όμως, είναι κάτι παραπάνω από τον τόπο που πέρασα τα εφηβικά μου χρόνια: είναι ένα σύμβολο ελευθερίας, κοινωνικής δικαιοσύνης και άδολης φιλοξενίας, ένας τόπος όπου μαζεύτηκαν λαοί από κάθε γωνιά του πλανήτη για να στήσουν μια ζωή χωρίς φόβο και περισσή προκατάληψη.

Κι όμως, τις τελευταίες μέρες, ο τόπος αυτός βρίσκεται στο στόχαστρο μιας ασύλληπτης απειλής – τόσο εξωτερικής όσο και βαθιά συμβολικής. Ο κ. Τραμπ, φορώντας τη γνώριμη «στολή» του νεόκοπου αυτοκράτορα που πιστεύει ότι μπορεί να επιβάλει τα θέλω του σε κάθε γωνιά της Γης, φέρεται να δηλώνει ότι θα «καταπιεί» τον Καναδά, μετατρέποντάς τον στο 51ο αστέρι της αμερικανικής σημαίας.

Παράλληλα, η μονομανία του με τους δασμούς και η πρόθεσή του να εμπλακεί σε έναν ευρύτερο εμπορικό πόλεμο απειλεί να τινάξει στον αέρα την παγκόσμια οικονομία – και, κυρίως, να πλήξει ανεπανόρθωτα την καναδική αγορά και τους ανθρώπους της. Στον νομό του Οντάριο (ναι δεν είναι πόλη, σαν να λέμε Αττική), υπολογίζεται πως εκατοντάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας κινδυνεύουν, εργαζόμενοι που μέχρι χθες δούλευαν σε εργοστάσια, εμπορικά κέντρα ή ακόμη και μικρές οικογενειακές επιχειρήσεις, βρίσκονται ξαφνικά μπλεγμένοι στην παράλογη αριθμητική των δασμών.

Ο αγαπημένος Ζαν Κρετιέν –κάποτε πρωθυπουργός αυτής της τόσο ζεστής χώρας– παραθέτει στα 91 του μεστό λόγο για το πώς οι Καναδοί οφείλουν να αντιμετωπίσουν τις «τυχοδιωκτικές» εξαγγελίες του Τραμπ. Ο Κρετιέν, με μια ήρεμη αλλά αποφασιστική φωνή, μας θυμίζει ότι ο Καναδάς δεν είναι απλώς μια ακόμα πολιτεία που τυχαίνει να στέκεται βόρεια των Ηνωμένων Πολιτειών – είναι ένα κυρίαρχο κράτος, με βαθιά ριζωμένες πολιτισμικές αρχές, με ένα κοινωνικό μωσαϊκό που λειτουργεί χωρίς τις γνωστές παθογένειες μεγαλοϊδεατισμού και φυλετικών διαιρέσεων.

Όπως κι εκείνος, είμαι πεπεισμένος πως όποιος προσπαθήσει να διαλύσει αυτό τον κοινωνικό ιστό, θα βρει απέναντί του το αγέρωχο φρόνημα εκατομμυρίων Καναδών – μόνιμων κατοίκων αλλά και μεταναστών δεύτερης ή τρίτης γενιάς που θεωρούν τον Καναδά σπίτι τους.

Και να που τώρα βρισκόμαστε μπροστά σε δύο κρίσιμες προκλήσεις. Από τη μία, η ανοιχτή απειλή προσάρτησης του Καναδά –τόσο γραφική όσο και επικίνδυνη– και από την άλλη, η εμπορική «γροθιά» των δασμών που μπορεί να εξελιχθεί σε παρατεταμένη οικονομική ύφεση. Η ιστορία και η οικονομική θεωρία μάς έχουν αποδείξει ότι οι εμπορικοί πόλεμοι δεν οδηγούν πουθενά, μόνο προκαλούν αστάθεια, διάλυση θέσεων εργασίας, αύξηση τιμών και τελικά στερούν τη δυνατότητα σε εκατομμύρια ανθρώπους να ζήσουν τη ζωή τους με αξιοπρέπεια.

Ο Τραμπ, με τη βουλιμία της ισχύος που τον διακρίνει, πιστεύει ότι μπορεί να επιβάλει βραχυπρόθεσμα την ατζέντα του στους εταίρους, τους «φίλους» και τους εχθρούς του. Αυτό που δεν μπορεί να κατανοήσει, ωστόσο, είναι ότι όσο πιέζεις, τόσο ενισχύεις την αλληλεγγύη των άλλων, τόσο συσπειρώνεις τη διεθνή κοινότητα εναντίον σου.

Ο Καναδάς δεν είναι μια χώρα που τρομάζει εύκολα – δεν το έχει αποδείξει μόνο σήμερα, το έχει κάνει σε όλη την ιστορική του διαδρομή. Δεν λύγισε όταν έπρεπε να στηρίξει την πολυπολιτισμικότητα, δεν υποχώρησε όταν χρειάστηκε να δώσει το δικό του μήνυμα υπέρ της δημοκρατίας και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Αντιθέτως, βάζει πάντα μπροστά το φιλότιμο και την κατανόηση για τον άλλον. Εκεί, λοιπόν, που ο κ. Τραμπ βλέπει αδυναμία, οι Καναδοί βλέπουν ευκαιρία συσπείρωσης. Εκεί που ο κ. Τραμπ φαντάζεται αστραπές και βροντές δικών του κατασκευασμάτων, ο Καναδάς ακούει τις καθημερινές ιστορίες ανθρώπων που θέλουν να ζήσουν ειρηνικά, να προκόψουν και να προσφέρουν πίσω στην κοινωνία.

Θα ήταν αφελές να πούμε ότι η απειλή προσάρτησης ή οι αλυσιδωτές αντιδράσεις ενός παγκόσμιου εμπορικού πολέμου δε μας ανησυχούν. Σαφώς και μας ανησυχούν. Είδαμε και την ευρωπαϊκή κοινότητα ή άλλες περιοχές του κόσμου να κατανοούν πια στο πετσί τους τι σημαίνει αυταρχική οικονομική πολιτική. Μα η απάντηση, ακριβώς, είναι η σθεναρή ενότητα.

Ο ίδιος ο Καναδάς, σαν μαγικός καθρέφτης, αντανακλά μια πρόγευση του πώς θα μπορούσε να είναι ο κόσμος: όπου διαφορετικά έθνη, λαοί και πολιτισμοί συνυπάρχουν δημιουργικά. Κι όταν κάποιος προσπαθεί να το γκρεμίσει, αντιστέκονται όλοι μαζί. Αυτό είναι το μάθημα που φαίνεται να μην έχει εμπεδώσει ο Τραμπ. Γιατί όσο απειλεί, τόσο χτίζει άθελά του μια φαινομενικά «αθόρυβη» αλλά πολύ πιο ουσιαστική συμμαχία εναντίον των αυτοκρατορικών του ονειρώξεων.

Στο τέλος της ημέρας, ο Καναδάς θα μείνει Καναδάς: ισχυρός στις ιδέες του, ακέραιος στην πεποίθηση ότι το δίκαιο υπερέχει του ισχυρού, ανοιχτός σε κάθε πρόσφυγα, μετανάστη ή φοιτητή που ψάχνει μια καλύτερη ζωή. Κι αν ποτέ βρεθεί σε μια νέα θύελλα απειλών ή ξαφνικών δασμών, μπορεί να είμαστε σίγουροι πως θα σταθεί όρθιος, όχι με την τυπική «καναδική ευγένεια» που κάποιοι υποτιμούν, αλλά με την αλύγιστη συνείδηση ενός έθνους που έχει μάθει να πολεμά συνδυάζοντας ταπεινότητα και αποφασιστικότητα.

Τελικά, όσο κι αν ο Τραμπ προσπαθεί να γράψει τις δικές του σελίδες αυτοκρατορικού μεγαλείου, η ιστορία δεν χαρίζεται, διδάσκει –συνήθως με το δύσκολο τρόπο– ότι το πραγματικό μεγαλείο δεν μετριέται σε αστέρια πάνω σε σημαίες ή σε εκφοβιστικές πολιτικές, αλλά στη δύναμη της αλληλεγγύης. Και αυτή, την αλληλεγγύη δηλαδή, οι Καναδοί την έχουν στο DNA τους. Για αυτό είμαι σίγουρος πως, όποια «51η πολιτεία» κι αν ονειρεύεται ο Τραμπ, ο Καναδάς θα παραμείνει ακέραιος – και τελικά θα βγει νικητής, όχι μόνο στην οικονομική σκακιέρα, αλλά και στη μάχη των αξιών που ορίζουν τις ζωές μας.

Ο κύριος Κωστής Κατσανέβας είναι οικονομολόγος.