Με το «Υπάρχω» του Γιώργου Τσεμπερόπουλου να εξακολουθεί να σαρώνει, οι λίγες (3) αλλά όλες θαυμάσιες βασικές ταινίες της εβδομάδας που προβάλλονται από σήμερα στις αίθουσες, περιλαμβάνουν δύο σύγχρονες ιρανικές ιστορίες αλλά και το βαθιά ανθρώπινο ντοκιμαντέρ του Στέλιου Χαραλαμπόπουλου «Ο κόκκινος δάσκαλος» θέμα του οποίου είναι ο προδομένος από τους αριστερούς «συντρόφους» του, Νίκος Πλουμπίδης.
Βαθμολογία
5: εξαιρετική
4: πολύ καλή
3: καλή
2: ενδιαφέρουσα
1: μέτρια
0: απαράδεκτη
Tatami
Αγωνίστρια με αντίπαλο την… πατρίδα της
Παραγωγή: Γεωργία/ ΗΠΑ/ Αγγλία/ Ισραήλ, 2023
Σκηνοθεσία: Ζαρ Αμίρ και Γκάι Νατιβ
Ηθοποιοί: Αριέν Μαντί , Ζαρ Αμίρ κ.α.
Αν και ο τίτλος αυτής της ταινίας παραπέμπει σε έναν όρο του τζούντο, το θέμα της που προέκυψε από την υγιή ως φαίνεται σκηνοθετική συνεργασία μιας ιρανής, της Ζαρ Αμίρ (η θαυμάσια και βραβευμένη ηθοποιός της «Ιερής αράχνης») και ενός ισραηλινού, του Γκάι Νατιβ, είναι το όνειρο ζωής. Απλώς το τζούντο δίνει το τέμπο της ιστορίας.
Ονειρο ζωής ναι μεν υλοποιήσιμο αλλά με την προϋπόθεση ενός τιμήματος, μιας θυσίας και μάλιστα τεράστιας. Γιατί το φυσικό ταλέντο στο τζούντο της Ιρανής Λέιλα (Αριέν Μαντί) που συμμετέχει σε ένα παγκόσμιο πρωτάθλημα που λαμβάνει χώρα στη Γεωργία (και όλα δείχνουν ότι έχει πιθανότητες να κερδίσει μετάλλιο), δεν έχει καμία σημασία για της αρχές της χώρας της.
Γιατί; Διότι όλα δείχνουν ότι βασικός αντίπαλος της Λέιλα για την κατάκτηση του μεταλλίου θα είναι μια αθλήτρια από το Ισραήλ – και αυτό είναι ανεπίτρεπτο. Εκεί βρίσκεται το πραγματικό πρόβλημα και όχι μέσα στο ρινγκ όπου η Λέιλα, με κόπο και με την σωστή καθοδήγηση της προπονητριας της (την υποδύεται η Μαντί) διαπρέπει. Η ιρανή αθλήτρια θα βρεθεί στην δυσάρεστη θέση να πρέπει να επιλέξει: ή θα πρέπει να αποσυρθεί με κάποιο πρόσχημα (π.χ. τραυματισμό) ή θα συνεχίσει και θα μπει στο στόχαστρο της ίδια της πατρίδας της.
Και αυτή η αφόρητη πίεση, από την μια οι αγώνες ,από την άλλη το δίλημμα του «τι κάνω τώρα;», αποκρυσταλλώνεται σε τρομερές εικόνες και αποτελεί το στοιχείο που κάνει τόσο ενδιαφέρουσα την ταινία. Με τεχνική υποδειγματική και απόλυτη εστίαση στο θέμα, οι δύο σκηνοθέτες καταφέρνουν να προβάλλουν με πληρότητα το ψυχολογικό αδιέξοδο της κεντρικής ηρωίδας: το πάθος της για το άθλημα, αυτό στο οποίο είναι τόσο καλή, αποτυπώνεται στις άψογα κινηματογραφημένες κινήσεις του σώματος στο ρινγκ προκειμένου να κερδίσει το μεγαλύτερο στοίχημα της ζωής της.
Και την ίδια στιγμή, γίνεται η ίδια ένας σάκος του μποξ με το να δέχεται χτυπήματα κατά από την μέση, ύπουλα και εντελώς αποκαρδιωτικά που κάνουν θρύψαλα την ψυχολογία της. Ολ’ αυτά δε, κινηματογραφημένα σε ένα σκληρό, σκοτεινό ασπρόμαυρο που μαζί με τις διαπεραστικές φωνές των σπορτσκάστερ (που είναι πραγματικοί) δημιουργούν ακόμα μεγαλύτερη ένταση κάνοντας την ατμόσφαιρα της ταινίας ακόμα πιο πνιγηρή, ακόμα πιο κλειστοφοβική, ακόμα πιο ζωντανή.
Βαθμολογία: 3 ½
ΑΘΗΝΑ: CINOBO ΟΠΕΡΑ – ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ – ΔΑΝΑΟΣ – CINOBO ΠΑΤΗΣΙΩΝ
Ο κόκκινος δάσκαλος
Ιδεολογία ή θάνατος
Παραγωγή: Ελλάδα, 2024
Σκηνοθεσία: Στέλιος Χαραλαμπόπουλος (ντοκιμαντέρ)
Ένα ντοκιμαντέρ για τον αγωνιστή της αριστεράς Νίκο Πλουμπίδη που εκτελέστηκε στις 14 Αυγούστου 1954 προδομένος από τους ίδιους τους «συντρόφους» του;
Ε, ναι. Καιρός ήταν. Μην πω ότι άργησε και να γίνει.
Για να μπαίνουν και κάποια πράγματα στη θέση τους.
Με «οδηγό» του τον γιό του Ν. Πλουμπίδη, ψυχίατρο Δημήτρη Πλουμπίδη, ο οποίος δεν γνώρισε τον πατέρα του «παρά μόνο για τρεισήμισι λεπτά» κατά την διάρκεια των ημερών της δίκης του πρώτου που κατέληξε σε καταδίκη του και εν συνεχεία στην εκτέλεσή του, ο Στέλιος Χαραλαμπόπουλος, συνέθεσε ένα πλούσιο σε πληροφορίες και πέρα για πέρα ανθρώπινο πορτρέτο: ενός αγωνιστή της αριστεράς που προτίμησε να ακολουθήσει τον δρόμο της ιδεολογίας. Οταν βρέθηκε μπροστά στο χείλος του γκρεμού αποφάσισε, γενναία, να πέσει.
Όταν το 1952 ο Νίκος Πλουμπίδης, στέλεχος του ΚΚΕ συνελήφθη από την κυβέρνηση Παπάγου έχοντας θεωρηθεί κατάσκοπος και προδότης της πατρίδας του, η μαχαιριά που δέχθηκε από τους «συντρόφους» του ήταν πολύ πιο βαθιά και επώδυνη. Ο Πλουμπίδης έπεσε θύμα του ιδίου του Κομμουνιστικού Κόμματος, το οποίο κάνοντας γαργάρα την υπόθεση τον άφησε μόνο να σαπίσει, μόνο μέσα στο στόμα του λύκου. Τον χαρακτήρισε προδότη. Παλιά μου τέχνη κόσκινο!
Οπότε το 1954 ο Πλουμπίδης εκτελέστηκε και όλοι ήταν χαρούμενοι.
Και χρόνια μετά την εκτέλεσή του, με συνοπτικές διαδικασίες – σαν να μην τρέχει και τίποτα δηλαδή – και με κάτι δημοσιεύματα – αραδούλες της πλάκας που πέρασαν απαρατήρητα, το ΚΚΕ θα παραδεχόταν το «λάθος» του.
Και πολύ σωστά η ταινία αναρωτιέται (δεν δηλώνει) κατά πόσο το «λάθος» αυτό ήταν σκόπιμο και αν με τον χαρακτηρισμό «προδότης του κόμματος», ο Πλουμπίδης ουσιαστικά εξυπηρετούσε συμφέροντα άλλων εκπροσώπων του ΚΚΕ.
Ο Χαραλαμπόπουλος που κατά την διάρκεια της τελευταίας 30ετίας έχει παρουσιάσει πολύ σημαντικό έργο στον χώρο της ελληνικής ταινίας τεκμηρίωσης (τα ντοκιμαντέρ του για τους Γιάννη Μόραλη, Γιώργο Σεφέρη και Κωνσταντίνο Καβάφη είναι – το λιγότερο – υποδειγματικά), κάνει διακριτικές, ως και ευγενικές νύξεις σε όλα αυτά τα ούτως ή άλλως γεμάτα ερωτηματικά ζητήματα.
Ομως το ενδιαφέρον του είναι στραμμένο στον άνθρωπο Νίκο Πλουμπίδη, αναζητεί το ποιος πραγματικά ήταν. Εξετάζει όλα τα στάδια της ζωής του προκειμένου να φωτίσει το επί τοις ουσίας έργο του, δηλαδή την προσφορά του στην ίδια την άσκηση της «σωστής διδασκαλίας», αυτό που ενοχλούσε τους «συντρόφους» του .
Με αφετηρία την γέννηση του Πλουμπίδη στις 31 Δεκεμβρίου 1902 στα Λαγκάδια Αρκαδίας (γόνος πάμφτωχης αγροτικής οικογένειας) ο «Κόκκινος δάσκαλος» κάνει αρκετές στάσεις μέχρι την στιγμή του μοιραίου. Αποφοίτησε ως δάσκαλος τον Ιούλιο του 1924, ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με τους κομμουνιστές της Ελασσόνας και από τότε δεν σταμάτησε ποτέ να κάνει αυτό που ήξερε καλύτερα: να προσπαθεί να μεταφέρει στον απλό λαό την ιδεολογία του η οποία όμως δεν στηριζόταν στις σκοπιμότητες του κόμματος που εκπροσωπούσε αλλά στην αλληλεγγύη και την συνεργασία ανεξαρτήτως κυβερνήσεων και πολιτικών πεποιθήσεων.
Ο Πλουμπίδης «δασκάλευε» τον απλό άνθρωπο ουσιαστικά, σαν να επιθυμούσε να οξύνει την συνείδησή του, προσφέροντάς του έτσι έναν τρόπο ελέγχου των μεταβολών των αισθήσεών του. Δεν επικοινωνούσε μέσω του δογματισμού αλλά με το χάρισμα την ενσυναίσθησης απέναντι στον άλλο και αυτή η ενσυναίσθηση μοιάζει να είναι η μέθοδος προσέγγισης του Χαραλαμπόπουλου σε ότι αφορά το ίδιο το αντικείμενο του δικού του έργου, τον ίδιο τον Νίκο Πλουμπίδη.
Παρακολουθώντας την ταινία, νιώθεις ότι μαζί με τον σκηνοθέτη κάνεις περιπάτους μέσα στην ψυχή και στον εγκέφαλο του Πλουμπίδη και σκέφτεσαι ότι αυτή η ηρωικη του στάση θα μπορούσε να είναι ακόμα και μια μορφή αυτοάμυνας, απαραίτητης για να μπορέσει ο ίδιος να βάλει φραγμούς ανάμεσα στις εσωτερικές αισθήσεις και στην εξωτερικευση τους.
Πολύ χαρμόσυνο που μετά από την πρώτη προβολή του, πέρσι στο Πανόραμα του 26ου Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, αυτό το ντοκιμαντέρ βρήκε, έστω περιορισμένη, διανομή σε (δύο) αίθουσες. Το αξίζει πέρα για πέρα. Επειδή κυρίως μπορεί να δώσει στους νεότερους θεατές που θα το δουν (και εύχομαι να το κάνουν) μια ιδέα του τι εστί γνήσιος ήρωας και όχι τενεκές ξεγάνωτος που παριστάνει τον ήρωα.
Βαθμολογία: 4
ΑΘΗΝΑ: ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ – ΔΙΑΝΑ
Το αγαπημένο μου γλυκό (Keyke mahboobe man)
Σαν ξερόκλαδα σπασμένα, σαν ξωκλήσια ερημωμένα, ξεχασμένα…
Παραγωγή: Ιράν/ Γαλλία /Σουηδία /Γερμανία, 2024
Σκηνοθεσία: Μάριαμ Μογκαντάμ και Μπεχτάς Σαανέχα
Ηθοποιοί: Λίλι Φαρχαντπούρ, Ισμαϊλ Μεχραμπί.
Μια «γεματούλα» συνταξιούχος νοσοκόμα, ένας πρώην στρατιωτικός, νυν ταξιτζής, σχεδόν ο μισός της σε μπόι. Από την στιγμή που τους βλέπεις, άγνωστους ακόμα μεταξύ τους, στον ίδιο χώρο, ένα εστιατόριο όπου πληρώνουν με κουπόνια για να φάνε, αντιλαμβάνεσαι την συνθήκη της ταινίας, που επίσης έχει ιρανική καταγωγή και σκηνοθετήθηκε και αυτή από ντουέτο.
Ανθρωποι που ζητούν ένα αποκούμπι, λίγη συντροφιά, ν’ ανταλλάξουν μια κουβέντα, να τσιμπήσουν κάτι παρέα – λίγο γλυκό για παράδειγμα που δηλώνει και ο τίτλος. Ανθρωποι που νομίζουν ότι η ζωή τους έχει τελειώσει και ότι απλώς περιμένουν τον θάνατο, αλλά όχι, τελικά ίσως και όχι.
Με ευαισθησία, τρυφερότητα και ειλικρινή αγάπη απέναντι στα δυο αυτά πρόσωπα, αλλά και χωρίς ποτέ να χάνουν την επαφή τους με την πραγματικότητα, οι Μάριαμ Μογκαντάμ και Μπεχτάς Σαανέχα θα αρχίσουν να τους παρακολουθούν, να σκαλίζουν το παρελθόν τους, να αναρωτιούνται, θαρρείς οι ίδιοι, για το πως θα μπορούσε αυτή η τυχαία να συνάντηση να εξελιχθεί.
Το «ταξίδι» δεν θα έχει μεγάλη διαδρομή, μία νύχτα μόνο, όμως οι Μογκαντάμ και Σαανέχα είναι προσεκτικοί στο μοίρασμα του χρόνου. Εκεί που φοβάσαι ότι η αχίλλειος πτέρνα της ταινίας θα είναι η στατικότητα, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο και σε αυτό βοηθούν οι φυσικές ερμηνείες των δύο εξαιρετικών ηθοποιών Λίλι Φαρχαντπούρ και Ισμαϊλ Μεχραμπί.
Βαθμολογία: 3
ΑΘΗΝΑ: ΑΣΤΟΡ – ΤΑΙΝΙΟΘΗΚΗ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ – ΓΑΛΑΞΙΑΣ – NEWMAN CINEMA – ΒΑΡΚΙΖΑ – ΖΕΑ κ.α.
«Return of the creeps» (Ελλάδα, 2024)
Οι Ελληνες εναλλακτικοί «ροκάδες» των ‘80s
Σκηνοθεσία: Νίκος Χαντζής (ντοκιμαντέρ).
Eιδικού ενδιαφέροντος, λίγο νοσταλγικό και πολύ πληροφοριακό ντοκιμαντέρ για την Creep Records που ιδρύθηκε στην Αθήνα το 1982 και στα τέσσερα χρόνια λειτουργίας της παρουσίασε πολλά συγκροτήματα του ελληνικού Νέου Κύματος, του Post Punk και του Dark Wave. Προσωπικές αφηγήσεις κυρίως, όχι μόνο από τον ιδρυτή της εταιρίας Μπάμπη Δαλίδη αλλά και από δημοσιογράφους της εποχής όπως και μέλη συγκροτημάτων που ηχογράφησαν με την εταιρεία.
Οσοι φαν ενδιαφέρονται για την ιστορία των Angelo & His Egos, Art Of Parties, Clown, Cpt Nefos, Headleaders, Metro Decay, Rehearsed Dreams, The Reporters, South Of No North, Villa 21 & The Vyllies που πέρασαν από την Creep (και προσωπικά πρώτη φορά τους ακούω), σίγουρα θα συγκινηθούν. Οι υπόλοιποι αμφιβάλλω αν και αυτό που ενδεχομένως μπορεί να προκαλέσει εδώ το ενδιαφέρον σε όλους είναι ότι η ταινία παρουσιάζει το πως η κακομοίρα η Αθήνα εκείνης της περιόδου, ξέφευγε σιγά – σιγά από την εποχή των δεινοσαύρων σε ότι αφορούσε το τι σήμαινε ροκ στον υπόλοιπο κόσμο και αποκτούσε – κάπως – έναν διεθνή αέρα.
Βαθμολογία: 2
ΑΘΗΝΑ: STUDIO
Κινούμενα σχέδια με «οδηγό» τον Χανς Κρίστιαν Αντερσεν
Η «Βασίλισσα του Χιονιού και το Παγωμένο Βασίλειο» (The Snowqueen and the Princess, Ρωσία/ Κύπρος, 2023) των Αλεξέι Τσιτσιλίν, Αντρέι Κορένκοφ αποτελεί συνέχεια της «Βασίλισσας του Χιονιού», που στηρίζεται στη διάσημη και πολυαγαπημένη ιστορία του σπουδαίου Δανού παραμυθά Χανς Κρίστιαν Άντερσεν, Η ταινία εξαργυρώνει την επιτυχία της πρώτης συστήνοντας έναν καινούργιο χαρακτήρα, τη μικρή μάγισσα Άιλα, την κόρη της Βασίλισσας του Χιονιού, η οποία άθελά της απελευθερώνει τα Πνεύματα του Πάγου βάζοντας σε κίνδυνο όλον τον κόσμο. Θυμίζουμε ότι η ιστορία, που δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στις 21 Δεκεμβρίου 1844 και έκτοτε επανεκδίδεται, μιλάει για την πάλη ανάμεσα στο καλό και στο κακό, με πρωταγωνιστές τη νεαρή Γκέρντα και τον αδελφικό της φίλο, Κάι.
Βαθμολογία: 2
ΑΘΗΝΑ: ΝΙΡΒΑΝΑ – ΑΕΛΛΩ (Σάβ-Κυρ) – ΤΡΙΑ ΑΣΤΕΡΙΑ (Σάβ-Κυρ) – ΣΠΟΡΤΙΝΓΚ (Σάβ-Κυρ) – WEST CITY (Σάβ-Κυρ) – ΑΝΟΙΞΙΣ – ΟΛΑ ΤΑ OPTIONS – ΟΛΑ ΤΑ VILLAGE κ.α. ΘΕΣ/ΚΗ: VILLAGE COSMOS – OPTIONS – ΑΘΗΝΑΙΟΝ κ.α.
—————————————————–
Προβάλλεται τέλος, η «Μεγάλη ληστεία» (Armor, ΗΠΑ, 2024) του Τζάστιν Ράουτ, μια περιπέτεια με τον Σιλβέστερ Σταλόνε και τον Τζέισον Πάτρικ την οποία η εταιρία διανομής της επέλεξε να μην παρουσιάσει στους δημοσιογράφους.