Όσα φέρνει η ώρα δεν τα φέρνει ο χρόνος. Μέσα σε διάστημα 24 ωρών έφυγαν από τη ζωή δυο καθοριστικοί ηγέτες για την πολιτική ζωή της Ευρώπης. Ο τ. πρωθυπουργός Κώστας Σημίτης, ο οποίος αποτέλεσε πιο χαρακτηριστικό και επιτυχημένο παράδειγμα σοσιαλδημοκράτη επικεφαλής νότιας χώρας και ο Ζαν Μαρί Λεπέν, ο ακροδεξιός και φιλοναζιστής ηγέτης του Εθνικού Μετώπου της Γαλλίας, ο άνθρωπος που προσπάθησε να «κανονικοποιήσει» μια ιδεολογία η οποία μέχρι και τις αρχές του 21ου αιώνα ήταν στο περιθώριο της ιστορίας, αλλά μάλλον ποτέ δεν μπήκε στο χρονοντούλαπο.
Για τα έργα και τις ιδεολογικές του θέσεις δεν έχω να προσθέσω πολλά και μακάρι όταν αναπαυτεί η ψυχή του να φύγει όλο αυτό το μένος που είχε για τον όποιο διαφορετικό συνάνθρωπό του, είτε αυτός ήταν άλλου χρώματος, άλλης φυλής, άλλης θρησκείας. Όμως 23 χρόνια μετά το μεγάλο σοκ των εκλογών του 2002 και την είσοδό του στον 2ο γύρο των γαλλικών εκλογών τίποτε πλέον δεν σοκάρει τον δυτικό κόσμο, ο οποίος ποτισμένος στον μυθριδατισμό, βλέπει τον χώρο δεξιότερα της δεξιάς να ανεβαίνει, να διεκδικεί τον ζωτικό του χώρο και να μίλα με ένα λόγο κατά βάση λαϊκίστικό αλλά πολλές φορές πιο σύγχρονο από κόμματα του αυτοαποκαλούμενου δημοκρατικού χώρου.
Το 2002, λοιπόν, ο χαρισματικός και πανούργος πρόεδρος της Γαλλίας, Ζακ Σιράκ, είχε από νωρίς κατανοήσει πως στην κλασσική, έως τότε, αναμέτρηση δευτέρου γύρου μεταξύ ρεπουμπλικάνων – σοσιαλιστών, θα έχανε από τον πρωθυπουργό Λιονέλ Ζοσπέν. Είχαν προηγηθεί τα σκάνδαλα κακοδιαχείρισης στον δήμο Παρισίου (τ. δήμαρχος ο Σιράκ) και η νίκη των σοσιαλιστών στην πρωτεύουσα της χώρας. Πώς λοιπόν νικάς ένα χαμένο παιχνίδι; Μα παίζοντας σε ένα άλλο!
Ο Ζακ Σιράκ στράφηκε στο κέντρο, γνωρίζοντας πως η πολυδιάσπαση της Αριστεράς σε 9 κόμματα τα οποία θα στήριζαν τον σοσιαλιστή ηγέτη στον 2ο γύρο με την ταυτόχρονη ισχυρή γκολικη παράδοση α) του εξασφάλιζαν την είσοδο στον δεύτερο γύρο β) έπνιγαν το σοσιαλιστικό κόμμα – εγκλωβίζοντάς το ανάμεσα στα τόσα αριστερά κόμματα και στο γκολικό με, ad hoc, κεντρώο αφήγημα γ) άφησαν τον Λεπέν να κυριαρχήσει στον χώρο όχι μόνο της ακροδεξιάς αλλά και της ευρύτερης λαϊκής – παραδοσιακής δεξιάς. Ο τότε πρόεδρος γνώριζε πως με αυτόν τον αντίπαλο θα θριάμβευε, κάτι που τελικά έγινε, άσχετα αν τότε έγινε χύθηκε το πρώτο αίμα της κανονικοποίησης ενός τέτοιου χώρου. Ο Σιράκ φυσικά καμία σημασία δεν έδωσε στον ασκό του Αιόλου που βοήθησε να ανοίξει μιας και εκλέχτηκε με το μεγαλύτερο ποσοστό σε 2ο γύρο εκλογών – κοντά στο 80%.
Είκοσι και πλέον χρονιά μετά, όλα έχουν αλλάξει και πλέον αυτά τα κόμματα έχουν σαφή δυναμική και η αντιμετώπιση τους, από τα υπόλοιπα, ακόμη γίνεται με όρους της περασμένης χιλιετίας. Ο δυτικός κόσμος αναδεικνύει ηγέτες οι οποίοι δεν έχουν πρόβλημα να δηλώνουν ανοιχτά ιδέες μισαλλοδοξίας, ομοφοβικότητας ή ακόμη και ανωτερότητας φυλής μιας και ο μυθριδατισμός που αναφέραμε, μπήκε μια και καλή στην κάλπη. Προφανώς βέβαια και η άνοδος των κομμάτων αυτών – κάτι που αναδείξαμε στο «ΒΗΜΑ» σε παλαιότερες έρευνες- μόνο έκπληξη δεν αποτελεί μιας και οι επικεφαλής τους έχουν κατανοήσει πως η πλειοψηφία των υπολοίπων κομμάτων υιοθετεί μια ρητορική η οποία τείνει να μοιάζει ως nokia – ανθεκτικά αλλά πεπερασμένα- την εποχή των smartphones.
Αν κάτι λοιπόν χαρακτήριζε τον Κώστα Σημίτη ήταν πως μπορούσε να πιάσει τον παλμό της επόμενης εποχής. Λειτουργούσε ως ηγέτης προδραστικά (proactively) σε έναν κόσμο που ζητούσε εδώ και τώρα αλλαγές. Μπορούσε να συνδυάσει την προσαρμογή στον δυτικό κόσμο με έναν αληθινό πατριωτισμό. Αυτόν που θέλει την χώρα του κυρίαρχη, περήφανη και όχι επαίτη. Ας είναι αυτό το μήνυμα τούτες τις μέρες.
Υ.Γ. Υπάρχει μια υπέροχη γαλλική ταινία (Le Nom des Gens) η οποία διαδραματίζεται στην Γαλλία μεταξύ των δύο εκλογών 2002-2007 κατά την οποία η Μπαΐα, μια Γαλλοαλγερινή αριστερή ακτιβίστρια και ο Αρτούρ, ένας μεσήλικας φανατικός οπαδός του σοσιαλιστή Λιονέλ Ζοσπέν, οι οποίοι περνάν μαζί το βράδυ πριν τις πρώτες εκλογές αναγκάζονται να ψηφίσουν κι οι δυο τον πανούργο συντηρητικό Σιράκ. Πέρα από την έναρξη του ειδυλλίου τους, η κομεντί σχολιάζει με σκληρή πολιτική ματιά το πρώτο καμπανάκι κινδύνου για τη μέχρι τότε ισχυρή Ευρωπαϊκή Ένωση.