«Ερωτεύτηκα ειλικρινά την Ελλάδα. Πρώτα την Ελλάδα και μετά τον σύντροφό μου. Θυμάμαι ότι τηλεφωνούσα στους γονείς μου και τους έλεγα πόσο όμορφη χώρα είναι η Ελλάδα και πόση διάθεση έχουν να βοηθήσουν οι Έλληνες».

Ο Ανδρέας βρέθηκε για πρώτη φορά στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004 ως εθελοντής με τη ρωσική αποστολή. Στο Ολυμπιακό Χωριό γνώρισε τον Ανδρέα, τον άνθρωπο της ζωής του όπως αυτή απέδειξε.

Μετά το πέρας των Αγώνων επέστρεψε στη Ρωσία. Στους μήνες που ακολούθησαν ο Ανδρέας κατάλαβε ότι η επιστροφή στην Ελλάδα ήταν μονόδρομος.

Μια προσωπική ιστορία

«Έφυγα και κατάλαβα ότι δεν ανήκω πλέον στη Ρωσία. Σχεδόν έπεσα σε κατάθλιψη. Στον τρίτο μήνα ανακοίνωσα στους γονείς του ότι θα επιστρέψω στην Ελλάδα για ζήσω εκεί». Από το 2005 μένει και εργάζεται στην Ελλάδα, έχοντας επιστρέψει μονάχα τρεις φορές στη Ρωσία για λόγους γραφειοκρατικούς. Τα πρώτα χρόνια ήταν για εκείνον ιδιαίτερα δύσκολα με την αδήλωτη εργασία να αποτελεί λύση επιβίωσης.

«Υπήρχε και υπάρχει η μαύρη εργασία. Τα χρόνια του covid κι έπειτα η κατάσταση επιδεινώθηκε. Χωρίς ένσημα, χωρίς περίθαλψη. Δύσκολα πράγματα», αναφέρει ο Ανδρέας στο ΒΗΜΑ.

Και συμπληρώνει «με τα πρώτα χρήματα που μάζεψα πήγα στην Ελληνοαμερικανική Ένωση για να μάθω ελληνικά. Ήταν ακριβά αλλά έπρεπε να το κάνω. Πάντα θεωρούσα ότι ο άνθρωπος που πηγαίνει κάπου σίγουρα πρέπει να γνωρίζει τη γλώσσα της χώρας».

Ο Ανδρέας ακόμα δεν έχει καταφέρει να πολιτογραφηθεί Έλληνας. Δεν έχει καταθέσει τα χαρτιά του γιατί δεν πληροί τα εισοδηματικά κριτήρια. Τον Νοέμβριο του 2023, ο Ανδρέας και ο σύντροφός του (ήδη στην Ελλάδα από το 1995, με καταγωγή από την Αλβανία) έδωσαν εξετάσεις για το Πιστοποιητικό Επάρκειας Γνώσεων. «Διαβάσαμε περίπου έναν χρόνο. Πήγαμε διακοπές με τα βιβλία μας.

Περάσαμε, ήμασταν στους αριστούχους με 96%. Ο Ανδρέας έβγαλε ταυτότητα, έγινε πολίτης της Ελλάδας. Εγώ, θα κάνω λίγη ακόμα υπομονή για να συγκεντρώσω το απαραίτητο ποσό ώστε να καταθέσω τον φάκελό μου.

Νομίζω θα μου πάρει δύο χρόνια, αν δεν αλλάξει κάτι». Καθημερινά επισκέπτεται τον ιστότοπο της Γενικής Γραμματείας Ιθαγένειας, μήπως και αλλάξει κάτι. Επόμενη «στάση» οι πολυπληθείς ομαδικές συνομιλίες στα social media στις οποίες ανταλλάσουν πληροφορίες για τις δαιδαλώδεις διαδικασίες που απαιτούνται προκειμένου να αποκτήσουν την ελληνική ιθαγένεια.

«Η Ελλάδα δεν είναι η δεύτερη πατρίδα μου. Είναι η πατρίδα μου»

«Το παλιό σύστημα με την προσωπική συνέντευξη ήταν ακόμα πιο δύσκολο. Εκείνη η διαδικασία μπορούσε να κρατήσει και μια δεκαετία. Έχω ένα πρόσφατο παράδειγμα να σας αναφέρω. Η Ιουλία από την Ουκρανία μόλις έγινε Ελληνίδα. Ορκίστηκε πριν από λίγες ημέρες. Είχε καταθέσει τα χαρτιά της το 2016 και ορκίστηκε τον Σεπτέμβριο του 2024.

Θυμώνω. Κλάψαμε τόσες φορές με τον Ανδρέα στο σπίτι. Δεν πειράζει όμως. Τουλάχιστον ο ένας από εμάς τα κατάφερε και έγινε Έλληνας πολίτης. Όταν πήγαμε να βγάλει ταυτότητα δεν το πιστεύαμε. Ειλικρινά σας μιλάω δεν μπορώ να περιγράψω με λόγια εκείνες τις στιγμές».

Πριν 20 χρόνια, έχοντας απέναντί του τους γονείς του ανακοίνωνε τα σχέδιά του για μια Ελλάδα που ερωτεύτηκε. Σήμερα, θα χρησιμοποιούσε ακριβώς τις ίδιες λέξεις ή αντικειμενικές συνθήκες τις έχουν κατασπαράξει; «Μέχρι την τελευταία μου πνοή θα λέω ότι η Ελλάδα είναι το μέρος που ανήκω. Δεν είναι η δεύτερη πατρίδα μου, όπως συνηθίζεται να λέγεται. Είναι η πατρίδα μου».

Η ιστορία του Ανδρέα είναι μία από τις χιλιάδες. Μία ιστορία που έρχεται να επικυρώσει ότι η κτήση της ελληνικής ιθαγένειας αποδεικνύεται στην πράξη μια διαδικασία με ιδιαίτερα αυστηρές προϋποθέσεις, η οποία απαιτεί πολύ χρόνο, χρήμα, τρέξιμο και τεράστιες ψυχικές αντοχές.

Άνθρωποι πουν ζουν στη χώρα 30 ή 40 χρόνια, αλλά και παιδιά που έχουν γεννηθεί εδώ από γονείς μετανάστες είναι εγκλωβισμένοι σε έναν λαβύρινθο γραφειοκρατίας.

Άλλο ιθαγένεια κι άλλο υπηκοότητα;

Ας ξεκινήσουμε να ξετυλίγουμε αυτό το ιδιαίτερα περιπλεγμένο κουβάρι με μια διευκρίνιση. Οι όροι «ιθαγένεια» και «υπηκοότητα» είναι ταυτόσημοι και δηλώνουν τον νομικό δεσμό που συνδέει το άτομο με την πολιτεία. Στην ελληνική νομοθεσία και τα λοιπά νομικά κείμενα, ο επίσημος όρος που χρησιμοποιείται είναι η «ιθαγένεια».

Παρότι η λέξη «υπηκοότητα» συνεχίζει να χρησιμοποιείται, ακόμη και σε επίσημα έγγραφα, θεωρείται σήμερα παρωχημένη.

«Η βάση, η πρώτη μοντέρνα κωδικοποίηση της πολιτογράφησης είναι ο Κώδικας Ελληνικής Ιθαγένειας Ν. 3284/2004. Έχει αναθεωρηθεί ή έχει τεθεί σε μετατροπή αρκετές φορές, όπως γίνεται συνήθως στην ελληνική νομοθετική πραγματικότητα (Ν. 3838/2010, Ν. 4332/2015, Ν. 4604/2019, Ν. 4735/2020, Ν. 4873/2021)» αναφέρει στο ΒΗΜΑ η Βέρα Καρανίκα, Υπεύθυνη Συνηγορίας του μη κερδοσκοπικού οργανισμού Generation 2.0 RED.

Ιθαγένεια στην πράξη

Το έργο «Η Ιθαγένεια στην πράξη» υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος Active citizens fund, με φορέα υλοποίησης το Generation 2.0 RED και εταίρο την Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου και απαντά για πρώτη φορά στην αναγκαιότητα να γίνει ένας απολογισμός της διοικητικής διαδικασίας απόδοσης της ιθαγένειας στην Ελλάδα.

«Ο βασικός στόχος ήταν να δούμε κατά πόσο το νομοθετικό πλαίσιο που υπάρχει εφαρμόζεται και πώς, μέσω ενός διαρκούς monitoring στις διοικητικές διαδικασίες. Οι προτάσεις μας έγιναν με γνώμονα τη διόρθωση αδικιών και στρεβλώσεων που υφίστανται στο υπάρχον νομοθετικό πλαίσιο.

Η αποτελεσματική και δίκαιη πρόσβαση των μεταναστριών και μεταναστών στην ιθαγένεια δεν εξαρτάται μόνο από την ύπαρξη του σχετικού νομοθετικού πλαισίου. Σημαντικό ρόλο παίζει και ο τρόπος εφαρμογής του από τη δημόσια διοίκηση.

Η πρόσβαση στην ιθαγένεια, που είναι θεσμοθετημένη νομοθετικά, δεν διασφαλίζεται επαρκώς κατά τη διοικητική εφαρμογή», αναφέρει στο ΒΗΜΑ η Αθηνά Χριστοπούλου, Υπεύθυνη Επικοινωνίας του Generation 2.0.

Η ανάγκη για ενημέρωση ήταν και παραμένει κυρίαρχη με τον όγκο των πληροφοριών να μην είναι, σε πολλές περιπτώσεις, δυνατό να επεξεργαστούν σωστά από τους ενδιαφερόμενους με αποτέλεσμα να δυσχεραίνεται ακόμα περισσότερο η κατάσταση.

Η Αθηνά Χριστοπούλου θέτει βασικά ερωτήματα: «ο άνθρωπος που θέλει να αποκτήσει την ελληνική ιθαγένεια είχε πρόσβαση στην εκπαίδευση στη χώρα καταγωγής του; Είχε επαφή με πλαίσια γραφειοκρατίας; Τι σημαίνει δικαιολογητικά για κάποιον που έρχεται από την άλλη πλευρά του πλανήτη;»

Ποιος ήταν ο Μαρδοχαίος Φριζής;

Το 2020 η διαδικασία πολιτογράφησης αλλογενών αλλοδαπών υπέστη εκτεταμένες νομοθετικές αλλαγές. Ο Ν. 4735/2020, ο οποίος σύμφωνα με τον νομοθέτη αποσκοπούσε στην αντικειμενική, διαφανή αλλά και γρηγορότερη απόδοση της ελληνικής ιθαγένειας, εισήγαγε κρίσιμες τροποποιήσεις, ιδίως ως προς τον τρόπο διακρίβωσης των ουσιαστικών προϋποθέσεων. Η νέα διαδικασία είχε ημερομηνία έναρξης ισχύος την 1η Απριλίου 2021.

Για πρώτη φορά, υιοθετήθηκε το μοντέλο της γραπτής δοκιμασίας για το Πιστοποιητικό Επάρκειας Γνώσεων για την Πολιτογράφηση (ΠΕΓΠ) βάσει του μοντέλου των πανελλαδικών εξετάσεων και ουσιαστικά συστηματοποιεί τον τρόπο εξακρίβωσης της ένταξης των ανθρώπων από την άποψη γνώσεων.

Σκοπός των εξετάσεων αυτών είναι η διακρίβωση της γνώσης της Ελληνικής Γλώσσας, καθώς και της Ελληνικής Ιστορίας, Γεωγραφίας, Πολιτικών Θεσμών και Πολιτισμού.

Τα θέματα που επιλέγονται στις εξετάσεις και οι απαντήσεις τους προκύπτουν από Τράπεζα Θεμάτων με 500 συνολικά ερωτήσεις, ανάμεσα στις οποίες μπορεί να βρει κανείς ερωτήσεις όπως: ποιος ήταν ο Μαρδοχαίος Φριζής, ποια ήταν η Ασπασία Μάνου; πόσοι είναι οι κοσμήτορες και οι γραμματείς του Προεδρείου της Βουλής; οι Καλικάντζαροι είναι τα καλά πνεύματα των Χριστουγέννων που φέρνουν καλοτυχία; όταν κάποιος αρρωσταίνει φτιάχνουμε φανουρόπιτα για να γίνει καλά;

«Υπάρχει πρόβλημα με τη δομή των ερωτήσεων. Μιλάμε για μία τράπεζα θεμάτων η οποία είναι στριφνή, δηλαδή δεν λαμβάνει υπόψη τις δεξιότητες των υποψηφίων, τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους, τα άμεσα βιώματα και τους ιδιαίτερους δεσμούς που έχουν διαμορφώσει με τη νέα τους πατρίδα.

Δεν λαμβάνει υπόψη ούτε την ηλικία ας πούμε ενός ανθρώπου που μπορεί να είναι 55 ετών, να ζει στην Ελλάδα τα τελευταία 30 χρόνια και να δουλεύει μόνο στην οικοδομή. Αυτός ο άνθρωπος δεν γνωρίζει καν αυτόν τον τρόπο εξέτασης: κάθομαι, διαβάζω, τα μαθαίνω, και με ρωτάνε σε έναν τρόπο γραπτής εξέτασης.

Η γραπτή εξέταση είναι σαφώς πιο αδιάβλητη από την προφορική εξέταση, αλλά συνάμα στερεί στο πρόσωπο να αναδείξει την ουσιαστική σύνδεσή του με τη χώρα», επισημαίνει η Βέρα Καρανίκα.

«Η Τράπεζα Θεμάτων θυμίζει περισσότερο τηλεπαιχνίδι γνώσεων»

«Υπάρχει ένα θετικό με την εισαγωγή της γραπτής εξέτασης που αντικαθιστά την προφορική συνέντευξη. Δεν έχει ένας υποψήφιος απέναντι του μια ομάδα εξεταστών που μπορεί να έχουν αστήρικτες προκαταλήψεις.

Η γραπτή διαδικασία έχει όμως τις δικές της στρεβλώσεις. Η προφορική διαδικασία παραμένει για εξαιρετικές περιπτώσεις, όπως μπορεί να είναι ένας υψηλός βαθμός αναπηρίας, που και εκεί όμως οι εξεταστές που καλούνται να τις εξυπηρετήσουν δεν είναι εκπαιδευμένοι κατάλληλα.

Και το αναφέρω αυτό γιατί ως οργανισμός έχουμε αντιμετωπίσει τέτοια περιστατικά. Υπήρξε υποψήφια με τετραπληγία η οποία βρέθηκε σε προφορική εξέταση και την αντιμετώπισαν με τρόπο απαράδεκτο», προσθέτει η Αθηνά Χριστοπούλου.

ιθαγένεια

Πηγή: Γενική Γραμματεία Ιθαγένειας

Πολλές από τις ερωτήσεις, λοιπόν, αποτελούν δύστροπες λεπτομέρειες γνωστικών αντικειμένων παρά σημαντικές γνώσεις για τον μέσο πολίτη της Ελλάδας. «Η Τράπεζα Θεμάτων θυμίζει περισσότερο τηλεπαιχνίδι γνώσεων. Λες και παίζεις trivial και πρόκειται να χάσεις, δεν υπάρχει περίπτωση να κερδίσεις ποτέ», συμπληρώνει.

Ο Δημήτριος Κάρναβος, Γενικός Γραμματέας Ιθαγένειας, δηλώνει στο ΒΗΜΑ αναφορικά με την κριτική που ασκείται για τον βαθμό δυσκολίας και τον τύπο των ερωτήσεων της Τράπεζας Θεμάτων: «η Επιστημονική Επιτροπή που έχει την ευθύνη λειτουργίας της τράπεζας επιχειρεί τη διαρκή απλοποίηση του περιεχομένου της γεγονός που αποδεικνύεται από την αύξηση των ποσοστών επιτυχίας των υποψηφίων στις δύο τελευταίες εξεταστικές διαδικασίες.

ιθαγένεια

Πηγή: Γενική Γραμματεία Ιθαγένειας

Η Επιστημονική Επιτροπή λαμβάνει υπόψη της τα επιστημονικά συμπεράσματα και τα πορίσματα κάθε εξεταστικής περιόδου, σε συνδυασμό με τυχόν απόψεις και προτάσεις που υποβάλλονται από ενδιαφερόμενους φορείς και οργανώσεις, με γνώμονα αυτή η ανατροφοδότηση να συμβάλλει στη διαρκή βελτίωση της διαδικασίας προετοιμασίας των υποψηφίων.

Η Γενική Γραμματεία Ιθαγένειας προγραμματίζει στο αμέσως προσεχές διάστημα να προσφέρει στους ενδιαφερόμενους υποψηφίους νέες δυνατότητες υποστήριξης της προετοιμασίας τους, ενισχύοντας κατά αυτόν τον τρόπο τις πιθανότητες επιτυχούς συμμετοχής στις εξετάσεις».

Νόμιμη διαμονή στη χώρα, μια διαφοροποίηση με βάση τον τύπο άδειας

Ένα σύστημα τυπικών και ουσιαστικών προϋποθέσεων συνοδεύει τη δυνατότητα υποβολής αίτησης πολιτογράφησης. Στις πρώτες συγκαταλέγεται το άτομο να έχει συμπληρώσει τα 18 του χρόνια, να μην έχει ποινικά-διοικητικά κωλύματα και να έχει μια συγκεκριμένη νόμιμη διαμονή, η οποία αυξάνεται ή μειώνεται ανάλογα με την άδεια διαμονής την οποία κατέχει.

Πρέπει να αποδείξει κανείς 7 έτη με άδεια διαμονής μακράς διάρκειας (επί μακρόν, δεκαετίας, ως μέλος οικογένειας Έλληνα/ίδας πολίτη ή πολίτη ΕΕ, δικαιούχου διεθνούς προστασίας, άδεια δεύτερης γενιάς), 3 έτη για πολίτες Ε.Ε., σύζυγοι Έλληνα/ίδας με τέκνο, ανιθαγενείς και 12 έτη για όλες τις υπόλοιπες άδειες διαμονής.

Εισοδηματικά κριτήρια, το μεγάλο «αγκάθι»

Στο προηγούμενο νομοθετικό πλαίσιο τα τεκμήρια ένταξης συμπεριλάμβαναν ενδεικτικά, αλλά όχι περιοριστικά, την επαγγελματική και οικονομική δραστηριότητα. Δεν θεωρούνταν, δηλαδή, προαπαιτούμενο ούτε ζητούνταν συγκεκριμένες αποδείξεις και, σε κάθε περίπτωση, εντάσσονταν στη γενικότερη αξιολόγηση του φακέλου.

Τα εισοδηματικά κριτήρια μπήκαν ως απαραίτητη προϋπόθεση με τον Ν. 4735/2020 και ισχύουν αναδρομικά.

Το επαρκές εισόδημα είναι πλέον ένα από τα κριτήρια οικονομικής ένταξης που πρέπει να αποδεικνύεται για συγκεκριμένα χρόνια πριν την υποβολή της αίτησης, ανάλογα με το είδος της άδειας διαμονής τους.

Ειδικά, για το επαρκές εισόδημα ισχύουν τα εξής:

  1. Όσοι πρέπει να έχουν 7 χρόνια συνεχή νόμιμη διαμονή στη χώρα πριν την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης, (αναγνωρισμένοι πρόσφυγες, όσοι έχουν καθεστώς επικουρικής προστασίας, άδεια διαμονής δεύτερης γενιάς, δεκαετούς διαμονής, επί μακρόν διαμένοντος, ανθρωπιστικών λόγων ή είναι μέλη οικογένειας Έλληνα πολίτη) χρειάζεται να αποδείξουν επαρκές εισόδημα για 5 τουλάχιστον από αυτά τα 7 χρόνια.
  2. Όσοι πρέπει να έχουν 3 χρόνια συνεχή νόμιμη διαμονή στη χώρα πριν την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης (πολίτες χωρών της ΕΕ, σύζυγοι Ελλήνων πολιτών με παιδιά) χρειάζεται να αποδείξουν επαρκές εισόδημα για τα 3 αυτά χρόνια.
  3. Όσοι έχουν τους υπόλοιπους τύπους αδειών διαμονής, που απαιτούν 12 χρόνια συνεχή νόμιμη διαμονή στη χώρα πριν την υποβολή της αίτησης πολιτογράφησης, χρειάζεται να αποδείξουν επαρκές εισόδημα για 7 χρόνια μέσα στη διάρκεια των 12 αυτών χρόνων.

Ένα παράδειγμα για την αναδρομικότητα των οικονομικών κριτηρίων

«Υπάρχουν πάρα πολλές αιτήσεις που κόβονται λόγω των εισοδηματικών κριτηρίων και πάρα πολλοί που έρχονται σε εμάς και τους ενημερώνουμε ότι δεν μπορούν να καταθέσουν αίτηση», αναφέρει η Βέρα Καρανίκα και προσθέτει ότι ο τρόπος προσέγγισης της ιθαγένειας «γίνεται αρκετά τεχνοκρατικός».

Εξηγώντας την αναδρομική ισχύ των εισοδηματικών κριτηρίων η Βέρα Καρανίκα μάς δίνει το εξής παράδειγμα: Πρέπει κάποιος να αποδείξει ένα ποσό 7.500 ευρώ ετησίως ανάλογα με τα χρόνια διαμονής που του ζητάνε (π.χ. 5 έτη). Θα έλεγε κανείς ότι επειδή ο νόμος τίθεται σε ισχύ την 1η Απριλίου του 21, όσες αιτήσεις έχουν κατατεθεί πριν θα έπρεπε να κριθούν με το προηγούμενο πλαίσιο.

Κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει όμως. Κάποιος έχει καταθέσει αίτηση πολιτογράφησης το 2018, όμως λόγω των τρομερών καθυστερήσεων δεν είχε βγει η απόφασή του μέχρι το 2021. Τον καλούν να δώσει εξετάσεις το 2022 (εφόσον δεν έχει προλάβει την προφορική εξέταση) και πάει.

Τι λέει ο νόμος; Τα οικονομικά κριτήρια δεν μετράνε από τότε που έκανες την αίτηση πολιτογράφησης (άρα το 2018 στη συγκεκριμένη περίπτωση), μετράνε από τη στιγμή που έδωσες το ΠΕΓΠ και όχι αθροιστικά,αλλά για κάθε ξεχωριστή χρονιά.

Αν είναι τυχερός και από το 2022 που έδωσε το ΠΕΓΠ για τα 5 χρόνια πίσω συμπλήρωνε εισόδημα 7.500 ευρώ ετησίως, έχει καλώς. Μιλάμε όμως για τα χρόνια του Covid και πριν από αυτό για συνεχώς διογκωμένες οικονομικές κρίσεις. Μιλάμε για αυξημένη αδήλωτη εργασία ανάμεσα στις μεταναστευτικές κοινότητες και ελεύθερα επαγγέλματα χωρίς σταθερό εισόδημα.

Για όσους έχουν πιστοποιηθεί με αναπηρία άνω του 67% προβλέπεται κατά παρέκκλιση να προσμετρώνται για τον υπολογισμό του επαρκούς εισοδήματος τα πάσης φύσεως επιδόματα που τυχόν λαμβάνει από το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας, ενώ το απαιτούμενο επαρκές εισόδημα για όλα τα φορολογικά έτη προσδιορίζεται στο ποσό των 5.500 ευρώ.

Βέβαια λόγω περιοριστικών προϋποθέσεων στον νόμο τα ΑΜΕΑ δεν είχαν μέχρι πρότινος πρόσβαση στην αγορά εργασίας καθώς ο τύπος άδειας διαμονής που τους έδινε πρόσβαση στο επίδομα δεν επέτρεπε την εργασία. Επομένως στα πλαίσια της πολιτογράφησης για τη συμπλήρωση των εισοδηματικών κριτηρίων στηρίζονταν αποκλειστικά στα επιδόματα που δεν έφταναν σε πολλές περιπτώσεις τα 5.500 ευρώ ετησίως.

Ιθαγένεια για τα παιδιά δεύτερης γενιάς

Στην Ελλάδα δεν ισχύει, ούτε ίσχυε ποτέ, το αυτόματο «δίκαιο του εδάφους» (Jus soli), δηλαδή η απευθείας απόκτηση ιθαγένειας με τη γέννηση στην ελληνική επικράτεια. Στην Ελλάδα, όπως και σε όλη την Ευρώπη, ισχύει το «δίκαιο του αίματος» (Jus sanguinis), δηλαδή η απευθείας απόκτηση της ιθαγένειας του γονέα/των γονέων.

Τα παιδιά που γεννιούνται στην Ελλάδα από γονείς με ιθαγένεια άλλου κράτους δεν παίρνουν την ελληνική ιθαγένεια αυτόματα, αλλά μόνο αφού εγγραφούν στην Α’ Δημοτικού και μόνο εφόσον πληρούνται τα αυστηρά κριτήρια πολυετούς νόμιμης διαμονής των γονέων τους στην Ελλάδα.

«Το καθεστώς διαμονής των γονέων αποτελεί εμπόδιο και περιπλέκει εξαιρετικά πολύ τα πράγματα», αναφέρει η Βέρα Καρανίκα. Και εξηγεί: «Θέλει την ημέρα της γέννησης του παιδιού, ένας τουλάχιστον από τους γονείς να μένει νόμιμα στην Ελλάδα ήδη για πέντε χρόνια.

Εάν δεν συμβαίνει αυτό, θα πρέπει να γίνει αίτηση όταν ένας από τους γονείς συμπληρώσει 10 χρόνια νόμιμης και συνεχούς διαμονής στην Ελλάδα, τα οποία όμως ξεκινούν έστω και μία ημέρα πριν από τη γέννηση του παιδιού».

Ένας άλλος τρόπος για ν’ αποκτήσει την ιθαγένεια ένα παιδί που έχει γεννηθεί στην Ελλάδα –ή ένα νεαρό άτομο που ήρθε σε μικρή ηλικία– είναι να ολοκληρώσει επιτυχώς 9 χρόνια σε δημοτικό και γυμνάσιο ή 6 χρόνια σε γυμνάσιο και λύκειο ή να έχει απολυτήριο ελληνικού λυκείου και πτυχίο ελληνικού ΤΕΙ ή ΑΕΙ.

ιθαγένεια

Πηγή: Γενική Γραμματεία Ιθαγένειας

Και σε αυτή την περίπτωση όμως υπάρχει «τρικλοποδιά» χρονικής φύσεως. Το παιδί που ολοκλήρωσε τη φοίτηση ως ανήλικος δικαιούται να υποβάλει αίτηση μέχρι τη συμπλήρωση του 21ου έτους της ηλικίας του. Αν χάσει την προθεσμία θα ακολουθήσει τη διαδικασία της πολιτογράφησης και ναι μεν θα εξαιρεθεί από το ΠΕΓΠ αλλά θα πρέπει να πληροί τα εισοδηματικά κριτήρια.

«Πώς ένα παιδί 23 ετών να έχει εισόδημα 7.500 ευρώ για 5 χρόνια;», επισημαίνει ορθά η Αθηνά Χριστοπούλου.

Ο αλλοδαπός που ολοκληρώνει τη φοίτηση ως ενήλικος (και το αργότερο μέχρι τη συμπλήρωση του 23ου έτους ηλικίας του) δικαιούται να υποβάλει αίτηση εντός αποκλειστικής προθεσμίας 3 ετών από την ημερομηνία συμπλήρωσης της απαιτούμενης φοίτησης.

Πηγή: Γενική Γραμματεία Ιθαγένειας

Ο χρόνος απόδοσης της ιθαγένειας

Ο Δημήτριος Κάρναβος παραδέχεται ότι «η υπηρεσία μας όπως και το σύνολο του δημοσίου τομέα αντιμετώπισε προβλήματα στελέχωσης μετά τα μνημόνια. Η Γ.Γ.Ι. έχει δρομολογήσει την απόκτηση ενός νέου ολοκληρωμένου πληροφοριακού συστήματος ιθαγένειας που θα εγγυάται την ακόμα ταχύτερη και απλούστερη εφαρμογή των διατάξεων του Κώδικα Ελληνικής Ιθαγένειας».

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία ο χρόνος έκδοσης απόφασης (θετικής/αρνητικής) από την ημερομηνία υποβολής της αίτησης για τη Διεύθυνση Ιθαγένειας Αττικής και τη Β΄ Διεύθυνση Ιθαγένειας Κεντρικής Μακεδονίας υπολογίζεται στα 3 περίπου έτη και για τις υπόλοιπες υπηρεσίες της χώρας ο χρόνος περιορίζεται σε περίπου 200-230 ημέρες κατά μέσο όρο.

Σημειώνεται ότι ο απαιτούμενος χρόνος εξέτασης μιας αίτησης αυτής της κατηγορίας με βάση την ημερομηνία έναρξης της εξέτασης της προσεγγίζει τους 4 μήνες.

«Για την επιτάχυνση δε του ρυθμού εξέτασης των εκκρεμών αιτήσεων η Γενική Γραμματεία Ιθαγένειας έχει συγκροτήσει ειδική ομάδα Εργασίας επιδιώκοντας εντός του 2025 να ολοκληρωθεί η εξέταση παλαιών αιτήσεων», σημειώνει ο Δημήτριος Κάρναβος.

*Το έργο «Η Ιθαγένεια στην πράξη» υλοποιήθηκε στο πλαίσιο του προγράμματος Active citizens fund, με φορέα υλοποίησης το Generation 2.0 for Rights, Equality & Diversity και εταίρο την Ελληνική Ένωση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου.

Το πρόγραμμα Active citizens fund, ύψους € 15 εκ., χρηματοδοτείται από την Ισλανδία, το Λιχτενστάιν και τη Νορβηγία και είναι μέρος του χρηματοδοτικού μηχανισμού του Ευρωπαϊκού Οικονομικού Χώρου (ΕΟΧ) περιόδου 2014 – 2021, γνωστού ως EEA Grants. Το πρόγραμμα στοχεύει στην ενδυνάμωση και την ενίσχυση της βιωσιμότητας της κοινωνίας των πολιτών και στην ανάδειξη του ρόλου της στην προαγωγή των δημοκρατικών διαδικασιών, στην ενίσχυση της συμμετοχής των πολιτών στα κοινά και στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Τη διαχείριση της επιχορήγησης του προγράμματος Active citizens fund για την Ελλάδα έχουν αναλάβει από κοινού το Ίδρυμα Μποδοσάκη και το SolidarityNow.