Τρεις σεισμοί στο Χαλάνδρι -μεταξύ 1,8 και 2,7 Ρίχτερ- και ένας στην Αγία Παρασκευή 2 Ρίχτερ σημειώθηκαν τα ξημερώματα της Κυριακής 29/12.
Καθησυχαστικός εμφανίστηκε στο ΕΡΤΝews o Διευθυντής Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου, Αθανάσιος Γκανάς, σχετικά με τη μικροσεισμική δραστηριότητα στην Αττική, λέγοντας ότι η ακολουθία σεισμών δεν υποδηλώνει την πιθανότητα εκδήλωσης μεγαλύτερου σεισμού.
«Από τις 11 Δεκεμβρίου έχει ξεκινήσει μια μικρή σεισμική ακολουθία στην περιοχή του Κάτω Χαλανδρίου και του Νέου Ψυχικού, με κατεύθυνση προς Παπάγου. Οι σεισμοί αυτοί καταγράφονται σε βάθη 6 με 8 χιλιόμετρα», εξήγησε ο κ. Γκανάς προσθέτοντας ότι η συγκεκριμένη περιοχή δεν διαθέτει μεγάλα ρήγματα που να προκαλούν ανησυχία, ενώ τα φαινόμενα αυτά είναι απολύτως φυσιολογικά.
«Μπορεί να υπάρχει μια μικρή εξέλιξη και τις επόμενες ώρες και ημέρες με μικρά πάντα μεγέθη, αλλά φόβος για μεγάλο σεισμό δεν πρέπει να υπάρχει» σημείωσε.
Θέλοντας να στείλει ένα μήνυμα στους κατοίκους της Αγίας Παρασκευής, του Χαλανδρίου και της Παλλήνης που ταρακουνήθηκαν τις προηγούμενες μέρες ο διευθυντής Ερευνών του Γεωδυναμικού Ινστιτούτου διαβεβαίωσε ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις για μεγάλο σεισμό στην περιοχή. «Οι κάτοικοι της Αττικής δεν πρέπει να ανησυχούν. Μιλάμε για μικροσεισμική δραστηριότητα, η οποία δεν εγκυμονεί κινδύνους», επανέλαβε.
«Τα περισσότερα κτήρια έχουν δοκιμαστεί»
Μιλώντας στην εκπομπή «Συνδέσεις» και στον δημοσιογράφο Κώστα Παπαχλιμίντζο τόνισε ότι η συγκεκριμένη δραστηριότητα οφείλεται σε κυκλοφορία ρευστών στο ανώτερο φλοιό της γης. «Η άνοδος ρευστών μειώνει την πίεση στους πόρους ανάμεσα στα ρήγματα, γεγονός που οδηγεί στη μείωση της τάσης και στην εκδήλωση μικρών σεισμών» ανέφερε, τονίζοντας ότι αυτός ο μηχανισμός είναι απόλυτα φυσιολογικός.
Σε ερώτηση σχετικά με την ασφάλεια των κτιρίων στην Αττική ο κ. Γκανάς υπογράμμισε ότι οι νεότεροι αντισεισμικοί κανονισμοί της Ελλάδας είναι εξαιρετικά αποτελεσματικοί. «Τα περισσότερα κτήρια έχουν δοκιμαστεί σε μεγάλους σεισμούς και έχουν ανταπεξέλθει με επιτυχία» ανέφερε χαρακτηριστικά.
Παρόλα αυτά, παραδέχθηκε ότι υπάρχουν παλαιότερες κατασκευές, κυρίως από τη δεκαετία του ’50 και ’60, που χρειάζονται προσοχή.