Με εκτενή άρθρα και ανταποκρίσεις τα διεθνή μέσα ενημέρωσης καταγράφουν καθημερινά τις εξελίξεις σε δυο μεγάλα πολεμικά μέτωπα, στην ανατολική Ευρώπη (Ουκρανία) και στη Μέση Ανατολή (Λίβανος, Γάζα). Όμως υπάρχει ακόμα ένας πόλεμος, στην Αφρική, που διαφεύγει της προσοχής πολλών, αν και μαίνεται επί σχεδόν δύο χρόνια, προκαλεί κύματα προσφυγιάς και υπονομεύει τη σταθερότητα γειτονικών χωρών.
Πρόκειται για τον εμφύλιο του Σουδάν, τη μεγαλύτερη ανθρωπιστική καταστροφή στον πλανήτη, που αναμένεται πως θα χειροτερέψει μέσα στο επόμενο έτος, καθώς οι αντίπαλοι επιδίδονται σε έναν ανηλεή πόλεμο χρησιμοποιώντας την πείνα ως όπλο, ενώ ενισχύονται με οπλισμό από το εξωτερικό. Η διεθνής κοινότητα παραμένει σε ρόλο παρατηρητή, ενώ τα Ηνωμένα Έθνη απευθύνουν διαρκώς εκκλήσεις για την παροχή βοήθειας σε εκατομμύρια ανθρώπους, που κινδυνεύουν να πεθάνουν από την πείνα.
Ο εμφύλιος ξέσπασε την άνοιξη του 2023, όταν συγκρούστηκαν οι αρχηγοί της χούντας, που είχε καταλάβει την εξουσία δυο χρόνια νωρίτερα (2021), διαλύοντας τις ελπίδες δημοκρατικής μετάβασης, μετά από την ειρηνική επανάσταση που ανέτρεψε τον δικτάτορα Ομάρ αλ Μπασίρ, το 2019. Η συμμαχία μεταξύ των δυο ισχυρότερων στρατηγών αποδείχθηκε ευκαιριακή. Στις 15 Απριλίου του 2023, οι παραστρατιωτικές Δυνάμεις Ταχείας Επέμβασης (RSF), υπό τον στρατηγό Μοχάμαντ Χαμντάμ Νταγκαλό, περισσότερο γνωστό ως Χεμεντί, κινήθηκαν εναντίον του ντε φάκτο ηγέτη της χώρας, πρώην επικεφαλής του Μεταβατικού Στρατιωτικού Συμβουλίου, στρατηγού Αμπντέλ Φατάχ αλ Μπουρχάν. Από την πρωτεύουσα Χαρτούμ, οι μάχες επεκτάθηκαν σχεδόν σε ολόκληρη τη χώρα. Ο στρατός του Σουδάν (SAF), υπό τον στρατηγό Μπουρχάν, αν και υπέστη διαδοχικές ήττες, πέρασε στην αντεπίθεση τους τελευταίους μήνες, ανακτώντας κάποιες περιοχές, όμως οι μάχες συνεχίζονται στο Χαρτούμ, εκεί όπου ενώνονται τα νερά του Γαλάζιου με τον Λευκό Νείλο. Το μεγαλύτερο μέρος της πρωτεύουσας παραμένει στον έλεγχο των δυνάμεων του Χεμεντί, ενώ ο αλ Μπουρχάν έχει μεταφέρει την έδρα της κυβέρνησής του στο Πορτ Σουδάν, στις ακτές της Ερυθράς Θάλασσας.
Οι νεκροί ανέρχονται σε δεκάδες χιλιάδες. Δεδομένου ότι οι περισσότεροι θάνατοι δεν καταγράφονται, μόνο εκτιμήσεις υπάρχουν για το μέγεθος των απωλειών. Μια από τις εκτιμήσεις, τον περασμένο Νοέμβριο, υπολόγισε σε περισσότερους από 60.000 τους νεκρούς, μόνο στην επαρχία του Χαρτούμ. Από αυτούς, περίπου 26.000 πέθαναν από τις μάχες και τους βομβαρδισμούς, ενώ οι υπόλοιποι υπέκυψαν στην πείνα και τις ασθένειες. Σχεδόν ο μισός πληθυσμός του Σουδάν, δηλαδή 25 εκατομμύρια άνθρωποι, υποφέρουν από πείνα και έχουν άμεση ανάγκη από επισιτιστική βοήθεια. Οι εκτοπισμένοι ξεπέρασαν τα 14 εκατομμύρια, ενώ 3,1 εκατομμύρια έχουν καταφύγει ήδη σε γειτονικές χώρες (Τσαντ, Νότιο Σουδάν, Ουγκάντα, Αίγυπτος) και τροφοδοτούν προσφυγικές ροές προς την Ευρώπη.
Την ώρα που ο πληθυσμός αιμορραγεί, κλιμακώνονται οι γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί, με επίκεντρο το πλούσιο υπέδαφος του Σουδάν (πετρέλαιο, ουράνιο, χρυσός και άλλα πολύτιμα μέταλλα). Μεταξύ άλλων, εμπλέκονται άμεσα ή έμμεσα χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Τουρκία, η Αίγυπτος, το Τσαντ, η Κένυα ακόμα και η… Ουκρανία. Σύμφωνα με ουκρανικά δημοσιεύματα, το Κίεβο έστειλε κομάντος στο Σουδάν για ξεκαθάρισμα λογαριασμών με δυνάμεις της ρωσικής Βάγκνερ, η οποία έχει αναλάβει «συμβόλαια» στο Σουδάν και χρησιμοποιεί ως «γέφυρα» των επιχειρήσεών της την ανατολική Λιβύη. Οι ΗΠΑ επιχειρούν ανάσχεση της κινεζικής και της ρωσικής επιρροής, ενώ είχαν δώσει προτεραιότητα στη σύναψη σχέσεων μεταξύ του Σουδάν και του Ισραήλ, ακόμα και αν συνδιαλέγονταν με τη χούντα των στρατηγών. Δυο μήνες πριν ξεσπάσει ο εμφύλιος, ο Ισραηλινός Υπουργός Εξωτερικών Έλι Κοέν επισκέφθηκε το Χαρτούμ, τον Φεβρουάριο του 2023, προκειμένου να εξεταστούν οι τελευταίες λεπτομέρειες για να υπογραφεί στην Ουάσιγκτον η συμφωνία σύναψης διπλωματικών σχέσεων με το καθεστώς του Σουδάν, σχεδιασμός που ανετράπη από τις εξελίξεις.
Σύμφωνα με έκθεση της Διεθνούς Αμνηστίας, τον περασμένο Ιούλιο, μεγάλες ποσότητες όπλων και πυρομαχικών μεταφέρθηκαν στους εμπολέμους του Σουδάν από την Κίνα, τη Ρωσία, την Τουρκία, την Υεμένη, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα και τη Σερβία.
Στο δυτικό τμήμα της χώρας, θέατρο πολεμικών επιχειρήσεων έγινε πάλι η πολύπαθη περιοχή του Νταρφούρ, με χιλιάδες θύματα. Περισσότεροι από 300.000 άνθρωποι εξοντώθηκαν στο Νταρφούρ από το 2003 έως το 2019, στη μεγαλύτερη γενοκτονία του 21ου αιώνα, με θύματα τον μη μουσουλμανικό πληθυσμό και δράστες τις μουσουλμανικές πολιτοφυλακές που έδρασαν με την ενθάρρυνση του καθεστώτος Μπασίρ για να καταπνίξουν το αυτονομιστικό κίνημα στην περιοχή (που είναι πλούσια σε ουράνιο). Εν τω μεταξύ, αποσχίσθηκε και έγινε ανεξάρτητο κράτος από το 2011 το Νότιο Σουδάν, που έχει κατά κύριο λόγο χριστιανικό πληθυσμό και ισχυρή μουσουλμανική μειονότητα, ταλανίζεται όμως και αυτό από εθνοτικές και θρησκευτικές συγκρούσεις.
Στην αυγή του 2025, οι στρατηγοί του σουδανικού εμφυλίου εμφανίζονται αποφασισμένοι να συνεχίσουν τον πόλεμο μέχρι εξοντώσεως του αντιπάλου. Με ό,τι σημαίνει αυτό για τις τύχες εκατομμυρίων αθώων.