Οι εορταστικές μέρες συνδυάζουν με διαβολική ευστροφία δύο πράγματα, που μάλλον δεν έχουν και μεγάλη σχέση μεταξύ τους: την έφεση στην κατανάλωση σαν να μην υπάρχει αύριο και τον πληθωρισμό μηνυμάτων αγάπης και καλοσύνης. Αν ήθελε κανείς να γίνει κακός, θα μπορούσε να πει ότι η μεγαλοστομία της επίκλησης της αγάπης δρα σαν άλλοθι για τη μανιακή σχεδόν επίθεση στα εμπορεύματα κάθε φύσης. Κάτι δηλαδή σαν το νόημα της παροιμίας «Να σε κάψω, Γιάννη, να σ’ αλείψω λάδι».
Ξέρουμε, προφανώς, ότι όταν εμείς απολαμβάνουμε, κάποιοι δίπλα μας – πένητες, άστεγοι, πρόσφυγες – διάγουν ακόμα έναν εορταστικό κύκλο «απανδόκευτοι». Ξένοι, αφανείς και δυστυχισμένοι δεν μπορούν να έχουν το εορταστικό διάλειμμα ανεμελιάς. Η κόλαση εξάλλου – σε ασυμφωνία με τις αφηγήσεις γι’ αυτήν – δεν έχει επίπεδα: είναι για όσους και όσες βρίσκονται εκεί ενιαία και διαρκής.
Ίσως γι’ αυτό έχουμε ανάγκη από ιστορίες καλοσύνης σε σχέση με το περιβόητο «πνεύμα των Χριστουγέννων». Η «Χριστουγεννιάτικη Ιστορία» του Κάρολου Ντίκενς, με τη μεταμόρφωση του διαβόητου τσιγκούνη και μισάνθρωπου Εμπενέζερ Σκρουτζ, είναι ίσως η διασημότερη διαχρονικά – ίσως γιατί είναι υπερβολικά αισιόδοξη.
Προσωπικά, κάθε χρόνο τέτοια εποχή, επιλέγω να εντάξω στο χριστουγεννιάτικο πρόγραμμα μια προβολή του ειδικού χριστουγεννιάτικου επεισοδίου της γνωστής βρετανικής τηλεοπτικής σειράς Μαύρη Οχιά. Στον εμβληματικό ρόλο του Έντμουντ Μπλακάντερ, τον οποίο υποδύεται υποδειγματικά ο Ρόουαν Άτκινσον, βλέπουμε τη μορφή του «θέλω να γίνω χαλίφης στη θέση του χαλίφη» στη διαχρονική της εξέλιξη ανά περιόδους της αγγλικής ιστορίας. Στο ειδικό όμως χριστουγεννιάτικο επεισόδιο τα πράγματα ξεκινούν διαφορετικά.
Αντιστρέφοντας την ιστορία του Ντίκενς, οι δημιουργοί της σειράς παρουσιάζουν τον Εμπενέζερ Μπλακάντερ ως την επιτομή του καλού και ηθικού πολίτη. Πρόθυμος να βοηθήσει τους πάντες, ο Μπλακάντερ καταλήγει να είναι ο αιώνια ριγμένος που όλοι τον εκμεταλλεύονται. Η επιχείρησή του δεν του αφήνει κανένα κέρδος, αφού ό,τι βγάζει καταλήγει σε φιλανθρωπίες και, ακόμα συχνότερα, βορά απατεώνων που εκμεταλλεύονται την καλή του προαίρεση.
Μέχρι που τον επισκέπτεται το Πνεύμα των Χριστουγέννων. Το Πνεύμα δείχνει στον Εμπενέζερ διάσημους – και κακούς – προγόνους του. Του δείχνει επίσης πώς θα είναι το μέλλον αν συνεχίσει να είναι καλός (γεμάτο στέρηση και πόνο) και πώς αν γίνει κακός (γεμάτο απολαύσεις και πλούτη). Κάτι κλονίζει την ηθική του έως τότε ταγμένου στην καλοσύνη Μπλακάντερ.
Την επόμενη μέρα όλα έχουν αλλάξει. Μετά από ταραγμένο ύπνο, ο Εμπενέζερ Μπλακάντερ έχει μεταμορφωθεί σε ένα ηθικό τέρας. Πικρόχολος, είρων προς τους πάντες, σκληρόκαρδος και άπληστος, θα βρει τον πραγματικό του εαυτό. Κι εκεί θα συναντήσει τη σκληρή τιμωρία: διώχνοντας δύο φτωχικά ντυμένους ζητιάνους, θα διώξει στην πραγματικότητα τη βασίλισσα και τον βασιλιά της Αγγλίας, που ήρθαν να τον ανταμείψουν για την καλοσύνη του.
Πέρα από το γέλιο, που προκαλείται τόσο από την αντιστροφή του βασικού στόρι όσο και από το άτυχο τέλος του Μπλακάντερ, το επεισόδιο προσφέρει και ένα ηθικά χρήσιμο επιμύθιο – όσο κι αν η στήλη δεν πολυσυμπαθεί τα ηθικά διδάγματα. Η υλική ανταμοιβή που προσφέρει η ηθική συνέπεια δεν είναι ποτέ εύκολα προσδιορίσιμη. Δεν ξέρεις αν και πότε θα έρθει, ούτε σε ποια μορφή. Το να παραμείνεις πιστός σε μια τέτοια στάση ζωής γίνεται έτσι βασική προϋπόθεση – είναι πάντα μια υπόσχεση επερχόμενης ανταμοιβής, ένας ορίζοντας τον οποίο φτάνεις μόνο όταν πια δεν τον βλέπεις.