Το τελευταίο υπουργικό συμβούλιο του 2024 (23/12) θα μπορούσε να έχει απλώς πανηγυρικό και εορταστικό χαρακτήρα, όμως, τουλάχιστον σε επίπεδο σχεδιασμού φαίνεται ότι είναι κάτι παραπάνω από αυτό.
Δύο από τα σχέδια νόμου στην κυβερνητική ατζέντα δείχνουν ότι υπάρχει πρόθεση για την αντιμετώπιση κρίσιμων ζητημάτων και εκκρεμοτήτων, με τρόπο συμβατό προς τις ανάγκες και τις απαιτήσεις της συγκυρία.
Το πρώτο είναι η συνεργασία ανάμεσα στο υπουργείο Παιδείας και ένα από τα μεγαλύτερα κοινωφελή ιδρύματα της χώρας, για τη δημιουργία 22 δημόσιων σχολείων, τα οποία θα λειτουργούν με τις προδιαγραφές των προτύπων, όπου αθόρυβα και μεθοδικά τα τελευταία χρόνια παρατηρείται μία ουσιαστική αναβάθμιση της μέσης εκπαίδευσης. Είναι προφανές ότι ανάμεσα στις όποιες μεταρρυθμιστικές προσπάθειες της κυβέρνησης, η μεγαλύτερη ευκαιρία παρουσιάζεται στην Παιδεία και αν όντως υπάρξει ένα οργανωμένα σχέδιο και – κυρίως – αν αυτό εφαρμοστεί, τα μακροχρόνια αποτελέσματα μπορεί να είναι πολλαπλώς ευεργετικά.
Το δεύτερο είναι η αξιοποίηση της ακίνητης περιουσίας των Ενόπλων Δυνάμεων για την διασφάλιση στέγης των στελεχών τους, αλλά και γιατρών και εκπαιδευτικών του δημόσιου τομέα, που μετατίθενται ανά τη χώρα.
Αναλόγως της ταχύτητας και του τρόπου υλοποίησης των σχεδιασμών, παρέχεται η δυνατότητα να λυθούν προβλήματα δεκαετιών και να διαμορφωθούν προϋποθέσεις αναβάθμισης των συνθηκών διαβίωσης για μία σειρά επαγγελματικών κλάδων κρίσιμων για την κοινωνική συνοχή και καθοριστικών για το ρόλο του δημόσιου τομέα.
Κυρίως όμως, οι σχεδιασμοί αυτοί δείχνουν ότι η πολιτική πράξη δεν συναρτάται αναγκαστικά από βαριές ιδεολογικές διακηρύξεις, αλλά πρωτίστως από τον ρεαλισμό και την επίγνωση ότι οι λύσεις σε ορισμένα πεδία είναι απλούστερες από ό,τι μπορεί να φαντάζεται κάποιος.