«Η ΕΕ πρέπει να αποκτήσει εργαλεία αποτροπής, να αλλάξει το βέτο σε θέματα κυρώσεων και να προχωρήσει η δημιουργία ευρωστρατού» ανέφερε, μεταξύ άλλων, ο πρόεδρος του ΠαΣοΚ, Νίκος Ανδρουλάκης στην ομιλία του στο πλαίσιο του συνεδρίου «Μεταπολίτευση 1974-2024: 50 Χρόνια Ελληνική Εξωτερική Πολιτική» που συνδιοργάνωσε το Βήμα.
Είχε προηγηθεί η τοποθέτηση του υπουργού Εθνικής Άμυνας, Νίκου Δένδια, σε συνάντηση με τους πρέσβεις των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης, στην οποία είχε χαρακτηρίσει «σχιζοφρενική» τη μέχρι τώρα προσέγγιση της ΕΕ στα ζητήματα Άμυνας.
«Από τη μία καλούμαστε να δημιουργήσουμε μία αξιόπιστη αμυντική ικανότητα και από την άλλη, αν υπερβούμε τα δημοσιονομικά όρια, τα οποία δεν έχουμε τροποποιήσει καθόλου παρεμπιπτόντως, έχουμε πρόβλημα. Και την ίδια στιγμή προσποιούμαστε ότι είμαστε γεωπολιτικός δρων, ακόμα και γεωπολιτική δύναμη. Δεν νομίζω ότι αυτό θα μας πάει πολύ μακριά», είχε χαρακτηριστικά αναφέρει ο κ. Δένδιας.
Λίγες μέρες αργότερα, στις 19 Δεκεμβρίου στις Βρυξέλλες, μετά από πρόταση του έλληνα πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητστοτάκη, κατά τη διάρκεια της Συνόδου του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, αποφασίστηκε να πραγματοποιηθεί έκτακτη σύσκεψη κορυφής στις 3 Φεβρουαρίου με βασικό θέμα την ευρωπαϊκή άμυνα.
Η ανάγκη ευρωπαϊκών πρωτοβουλιών στα ζητήματα Άμυνας
Η συζήτηση λοιπόν για την ευρωπαϊκή άμυνα έχει ανάψει για τα καλά, με πολλούς να υποστηρίζουν την ανάγκη ανάληψης ριζικών πρωτοβουλιών. Με τον Ντόναλντ Τραμπ μάλιστα να επιστρέφει στον Λευκό Οίκο, εγκαινιάζοντας μια νέα εποχή αβεβαιότητας στις διεθνείς σχέσεις, την ώρα που εμπόλεμες συγκρούσεις, ακόμα και σε ευρωπαϊκό έδαφος, μαίνονται κλιμακούμενες, όπως στην Ουκρανία, η συζήτηση για την ανάγκη δημιουργίας ενός ευρωπαϊκού στρατού έχει επίσης αναζωπυρωθεί.
Η απροθυμία του εκλεγμένου προέδρου των ΗΠΑ άλλωστε να στείλει στρατεύματα στην Ουκρανία, ακόμα και αν επιτευχθεί εκεχειρία με τη Ρωσία, έχει οδηγήσει ήδη σε συζητήσεις μεταξύ των Ευρωπαίων ηγετών, όπως του Γάλλου προέδρου Εμμανουέλ Μακρόν και του Πολωνού πρωθυπουργού, Ντόναλντ Τουσκ, για την αποστολή κοινής ευρωπαϊκής στρατιωτικής δύναμης που θα είναι υπεύθυνη για τη διατήρηση της ειρήνης, μετά τη λήξη του πολέμου.
Τι εννοούμε όμως όταν μιλάμε για ευρωστρατό και πως θα μπορούσε να δομηθεί ένα τέτοιο εγχείρημα; Ο ευρωστρατός, εάν δημιουργηθεί, θα αποτελέσει τις Ένοπλες Δυνάμεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, με τα κράτη-μέλη να συμμετέχουν σε αυτές τόσο με έμψυχο και άψυχο υλικό, όσο και με οικονομικούς πόρους. Αναμφίβολα, η πραγματοποίηση ενός τέτοιου εγχειρήματος θα αποτελούσε ένα τεράστιο βήμα στην κατεύθυνση της ευρωπαϊκής ενοποίησης, με τους υπέρμαχους της να τονίζουν πως η δημιουργία του αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της και ταυτόχρονα ένα μεγάλο βήμα προς την επίτευξή της.
Η ιστορική διαδρομή
Η συζήτηση για τη δημιουργία ενός ενιαίου ευρωπαϊκού στρατού άλλωστε δεν είναι καινούρια. Η αρχή έγινε τη δεκαετία του 1950, όταν ο γάλλος, τότε πρόεδρος της Εθνοσυνέλευσης, Ρενέ Πλεβέν, πρότεινε τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Κοινότητας (ΕΑΚ), η σύσταση της οποίας και υπεγράφη στις 27 Μαΐου 1952, από έξι ιδρυτικά μέλη (Δυτική Γερμανία, τη Γαλλία, την Ιταλία, το Βέλγιο, την Ολλανδία και το Λουξεμβούργο), στην πράξη όμως το φιλόδοξο εγχείρημα δεν υλοποιήθηκε ποτέ.
Η κατάρρευση του σχεδίου, συγκεκριμένα, ήρθε όταν απέτυχε να επικυρωθεί από το Κοινοβούλιο της Γαλλίας, της ίδιας της χώρας που το εμπνεύστηκε. Το σχέδιο της ΕΑΚ τέθηκε προς ψήφιση στη γαλλική Εθνοσυνέλευση στις 30 Αυγούστου του 1954 με το τελικό αποτέλεσμα να είναι 264 ψήφοι υπέρ και 319 κατά.
Ο ψυχρός πόλεμος που ακολούθησε, με τη δημιουργία των δύο παγκόσμιων μπλοκ, των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης, έβαλε στο «ψυγείο» οποιοδήποτε σχέδιο για τη δημιουργία ευρωπαϊκής δομής άμυνας, καθώς τα κράτη-μέλη της ΕΕ, στην πλειοψηφία τους, εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ. Μετά την πτώση της Σοβιετικής Ένωσης μάλιστα, το ΝΑΤΟ επεκτάθηκε και σε κάποια από τα κράτη τα οποία αποτελούσαν μέλη του πρώην κομμουνιστικού μπλοκ, αποτελώντας πλέον την «ομπρέλα προστασίας» της ευρωπαϊκής ηπείρου.
Η πρόσφατη αναζωπύρωση της συζήτησης
Μετά από μια μακρά περίοδο, λοιπόν, κατά την οποία το εγχείρημα έμοιαζε να έχει εγκαταλειφθεί πλήρως, η λέξη «ευρωστρατός» επανήλθε στα χείλη των ευρωπαίων ηγετών και μάλιστα με τον πιο επίσημο τρόπο: Ήδη από το 2018 ο Γάλλος πρόεδρος Μακρόν δήλωσε ανοιχτά την υποστήριξη του στο σχέδιο δημιουργίας του, ενώ η τότε καγκελάριος της Γερμανίας, Άνγκελα Μέρκελ, είχε συμφωνήσει προς αυτήν την κατεύθυνση.
Είχε προηγηθεί η πρώτη εκλογική νίκη του Ντόναλντ Τραμπ και ο κλονισμός της ευρωπαϊκής πίστης στη συμμαχία του ΝΑΤΟ μετά και τις απειλές του αμερικανού προέδρου, στη σύνοδο του Ιουλίου του 2018, για αποχώρηση των ΗΠΑ από την συμμαχία. Επίσης, η τότε πρόσφατη αποχώρηση του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ευρωπαϊκή Ένωση, που παραδοσιακά κρατούσε αμφίσημη στάση ως προς την ευρωπαϊκή ενοποίηση, είχε διαμορφώσει κατάλληλες συνθήκες για την επάνοδο του θέματος στην ατζέντα των ευρωπαϊκών συνόδων.
Τι ισχύει σήμερα
Πλέον, βρισκόμαστε σε μία ακόμη πιο έντονη γεωπολιτικά περίοδο, με την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία να βρίσκεται σε εξέλιξη από το 2022, ενώ και στη Μέση Ανατολή η εμπόλεμη σύρραξη έχει κλιμακωθεί και δεν φαίνεται να βαίνει σύντομα προς εκτόνωση. Πόσο εφικτή είναι η δημιουργία ευρωστρατού υπό αυτές τις συνθήκες και τι θα μπορούσε να προσφέρει;
Όπως αναφέρει στο Βήμα ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και Επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Προγράμματος Αριάν Κοντέλλη του ΕΛΙΑΜΕΠ, Σπύρος Μπλαβούκος, «ο ευρωστρατός θα μπορούσε να είναι μια πολύ θετική προοπτική τόσο για την ΕΕ γενικότερα όσο και για την Ελλάδα ειδικότερα. Για αυτό άλλωστε και παραδοσιακά η Ελλάδα πρωτοστατεί σε διάφορες προτάσεις που έχουν γίνει κατά καιρούς για τη δημιουργία του. Όμως σε αυτή τη συζήτηση φαίνεται πως βάζουμε το κάρο μπροστά από βόδια και το λέω αυτό γιατί η δημιουργία του ευρωστρατού θα ήταν μία τρύπα στο νερό χωρίς να έχει προηγηθεί η πολιτική ενοποίηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης».
Όσον αφορά τις σημερινές συνθήκες, ο κ. Μπλαβούκος είναι επίσης ξεκάθαρος: «Αυτή τη στιγμή μπορεί η κρίση ασφαλείας να αποτελεί ένα παράθυρο ευκαιρίας, ωστόσο δεν βλέπω την ευρύτερη πολιτική βούληση η οποία θα ήταν απαραίτητη για κάτι τέτοιο. Ναι ο κίνδυνος της Ρωσίας μας ενώνει, αλλά θα πρέπει να γίνει μια τεράστια και μακροπρόθεση επένδυση πόρων, αλλιώς αυτό που θα δημιουργηθεί θα είναι κάτι πολύ επιφανειακό».
«Αυτό που βλέπω πιο εφικτό υπό της παρούσες συνθήκες, είναι η επίτευξη στενότερης συνεργασίας μεταξύ των κρατών-μελών, έτσι ώστε να υπάρχει μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα στην παροχή ασφαλείας. Δεν μπορώ όμως να δω την απαραίτητη ομοθυμία, σε τέτοια τεράστια τάξη μεγέθους μάλιστα, η οποία είναι απαραίτητη, καθώς η δημιουργία ευρωστρατού θα ήταν το μεγαλύτερο βήμα που έχει γίνει ποτέ προς την ουσιαστική ευρωπαϊκή ενοποίηση» προσθέτει ο κύριος Μπλαβούκος.
Το μέλλον της ευρωπαϊκής άμυνας και η μεταρρύθμιση των συνθηκών
Ποιο είναι το μέλλον όμως της ευρωπαϊκής άμυνας; Ήδη τα τελευταία χρόνια έχουν παρθεί σημαντικές πρωτοβουλίες για την ενίσχυσή της, όπως είναι η δημιουργία του Ευρωπαϊκού Ταμείου Άμυνας (European Defence Fund). «Το ταμείο αυτό είναι ένα πολύ ενδιαφέρον σχήμα, το οποίο μπορεί να χρησιμοποιείται από διάφορα κράτη-μέλη ανάλογα με τις ανάγκες του, ενώ είναι και άμεσα υλοποιήσιμο.
Από την άλλη πλευρά, η δημιουργία ενιαίου ευρωπαϊκού στρατού, ακόμα και αν λαμβανόταν μία τέτοια απόφαση, δεν θα ήταν ρεαλιστική η άμεση εφαρμογή της καθώς θα ανέκυπταν τεράστια οργανωτικά προβλήματα. Για να είμαστε ρεαλιστές, μια τέτοια προοπτική θα ήταν περισσότερο εφικτή σε έναν ορίζοντα μπορεί και δεκαπέντε ετών» προσθέτει ο καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών.
Τέλος, όσον αφορά τη μεταρρύθμιση των ευρωπαϊκών συνθηκών, η οποία έχει επανέλθει και πάλι στο προσκήνιο, μετά και τη σχετική αναφορά της προέδρου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν, ο κ. Μπλαβούκος δεν την κρίνει απαραίτητη, όσον αφορά τουλάχιστον τη δημιουργία ευρωπαϊκού στρατού.
«Δεν είναι το πρόβλημα η αναθεώρηση των συνθηκών. Ειδικά και με τους πολιτικούς συσχετισμούς που υπάρχουν αυτή τη στιγμή στην Ευρώπη θα ήταν ίσως καλύτερα να αποφύγουμε να ανοίξουμε τώρα αυτή τη συζήτηση. Η συνθήκη της Λισαβώνας άλλωστε διαθέτει σχετικές διατάξεις οι οποίες διευκολύνουν τέτοιες πρωτοβουλίες. Εάν βέβαια διάβουμε τον Ρουβικώνα της αμυντικής ολοκλήρωσης θα πρέπει να γίνει μια ουσιαστική αναβάθμιση των συνθηκών, με μικρές αλλαγές, χωρίς μεγάλες ρηξικέλευθες πρωτοβουλίες» καταλήγει ο κύριος Μπλαβούκος.