Ο Πρωθυπουργός έχει δηλώσει επανειλημμένα πως η Ελλάδα έχει λύσει το «μεταναστευτικό» πρόβλημα της χώρας.

Στη θητεία μου ως Τομεάρχης ΚΤΕ για θέματα μετανάστευσης και ασύλου ασχολήθηκα με διάφορες πτυχές των αρμοδιοτήτων μου όπου η μετανάστευση δεν ήταν πρόβλημα.

Αυτό που διαπίστωσα επίσης ήταν πως οι επικοινωνιακές στρατηγικές έκρυβαν την πραγματικότητα που δεν ήταν τόσο ρόδινη όσο παρουσιαζόταν.

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ανέλαβε μετά την προβληματική περίοδο των ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ και επένδυσε σε σημειακές αλλαγές των πολιτικών της προηγούμενης περιόδου. Ότι ήταν διαφορετικό, ήταν αυτομάτως καλύτερο από αυτά που έγιναν την προηγούμενη περίοδο. Χωρίς ιδιαίτερη τεκμηρίωση.

Μια σοβαρή διακυβέρνηση οφείλει να συνυπολογίζει το κόστος των αποφάσεων της. Αν οι αποφάσεις είναι επιβεβλημένες, να αναλαμβάνει το οικονομικό κόστος και να ενημερώνει τους πολίτες γι’ αυτό. Η Ελλάδα χρηματοδοτείται από την Ευρωπαϊκή Ένωση για μια σειρά δράσεων. Συνεισφέρει όμως το 25% των προϋπολογισμών τους.

Ο συνολικός προϋπολογισμός των σχετικών προγραμμάτων του ΤΑΜΕΥ 2021 -2027 είναι: Ταμείο Μετανάστευσης και Ένταξης (549,299,906.56 ευρώ), Μέσο Διαχείρισης Συνόρων & Θεωρήσεων (1,405,354,478.67 ευρώ) και Ταμείο Εσωτερικής Ασφάλειας (59,328,205.62 ευρώ). Το συνολικό ποσό της εθνικής συνεισφοράς είναι περίπου 476 εκ ευρώ για όλη την περίοδο.

Η μεταναστευτική πολιτική απαιτεί σχεδιασμό και οικονομικούς πόρους. Μια επιτυχημένη μεταναστευτική πολιτική είναι και επένδυση σε ανθρώπινο δυναμικό. Έτσι, οι πόροι που δαπανώνται για κάθε ένα δικαιούχο (πρόσφυγα, αιτών άσυλο και μετανάστη) αργά ή γρήγορα επιστρέφουν ως έσοδα φορολογίας στο κράτος.

Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν έχει κερδίσει τίποτα για τη χώρα από τη μεταναστευτική της πολιτική, που είναι συναφής αλλά δεν ταυτίζεται με την πολιτική συνόρων. Δεν έχει καταφέρει καν να ικανοποιήσει τα αιτήματα φορέων και επιχειρήσεων που ζητούν απεγνωσμένα να καλύψουν τις ανάγκες τους σε εργατικό δυναμικό. Καθυστερεί δραματικά να απαντήσει στα αιτήματα για χορήγηση ή ανανέωση αδειών. Ακόμα και για την golden visa και τους ψηφιακούς νομάδες που θεωρητικά προτεραιοποιεί.

Έχει πολλές αποτυχίες και κάποιες αποσπασματικές επιτυχίες.

Η Ευρωπαϊκή Ένωση είχε χρηματοδοτήσει αδρά τη χώρα μας την περίοδο 2016- 2021.

Μια χρηματοδότηση στο όνομα της κρίσης ή μιας επαπειλούμενης προσφυγικής και μεταναστευτικής κρίσης. Τα χρήματα κάλυψαν ανάγκες, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο αλλά δαπανήθηκαν και δεν επενδύθηκαν. Η λήξη κάθε προγράμματος χρηματοδότησης άφηνε πίσω απλώς ένα κενό.

Σήμερα τα προβλήματα ξεπερνούν κάθε προηγούμενο. Σε λίγο, οι φορείς που «χρηματοδοτούνται» από το Υπουργείο για να ασκηθεί η κυβερνητική πολιτική θα κληθούν να καταβάλουν το δώρο Χριστουγέννων. Είναι άγνωστο το αν θα τα καταφέρουν αφού δεν έχουν λάβει ελάχιστα από όσα χρωστάει το Υπουργείο σύμφωνα με τις συμβάσεις που έχουν υπογράψει και υλοποιούν.

Ο κατάλογος είναι μακρύς.

Διερμηνείς, ψυχολόγοι, κοινωνικοί λειτουργοί, ιατροί, νοσηλευτές, δικηγόροι, άνθρωποι κάθε ειδικότητας αντιμετωπίζουν πλέον προβλήματα επιβίωσης λόγω των πολύμηνων καθυστερήσεων πληρωμής.

Οι αιτούντες άσυλο δεν λαμβάνουν πλέον οικονομικό βοήθημα ενώ και οι μεγάλες εταιρείες που έχουν συμβληθεί με το κράτος για τη σίτιση των αιτούντων άσυλο και την καθαριότητα, φύλαξη και συντήρηση των δομών αντιμετωπίζουν τις συνέπειες αντίστοιχων καθυστερήσεων.

Από την άλλη πλευρά, το σύστημα ασύλου και υποδοχής βασίζεται σε συμβασιούχους που ενώ έχουν συμπληρώσει μέχρι και 8 έτη υπηρεσίας συνεχίζουν να βρίσκονται σε καθεστώς εργασιακής επισφάλειας. Η κυβέρνηση, ορθώς, δεν διανοείται να τους αντικαταστήσει αλλά δεν κάνει και τίποτα για να τους μονιμοποιήσει.

Η κυβέρνηση όχι μόνο έκρυψε τα προβλήματα που υπάρχουν αλλά αυτοπαρουσιάζεται ως επιτυχημένη.

Το καλοκαίρι, ακούγοντας από παντού μηνύματα εργαζομένων και φορέων, ζήτησα μέσω του κοινοβουλευτικού ελέγχου στοιχεία για την οικονομική διαχείριση του Υπουργείου.

Η απάντηση ήρθε, στα μέσα Οκτωβρίου, να επιβεβαιώσει τους χειρότερους φόβους μας. Οι διαθέσιμοι οικονομικοί πόροι δεν επαρκούν και η κατάσταση που έχει δημιουργηθεί απαιτεί αποφάσεις που έπρεπε να έχουν ήδη ληφθεί.

Η κυβέρνηση οφείλει να καταβάλει τα δεδουλευμένα αλλά οφείλει να μας πει και την άποψη της για τους λόγους που οδηγηθήκαμε σε αυτή την κατάσταση. Χωρίς αυτοκριτική, κρύβοντας τα προβλήματα κάτω από το χαλί, θα βρούμε σε λίγους μήνες πάλι τα ίδια προβλήματα μπροστά μας.

Η δική μου άποψη είναι πως υπάρχει πρόβλημα που ξεκινά από το σπάταλο και ιδεοληπτικό σχεδιασμό και καταλήγει στην πολιτική δειλία να αποδεχθεί τα λάθη, να τα διορθώσει και να ζητήσει έκτακτη ενίσχυση από την ΕΕ.

Είναι πολλά τα παραδείγματα της σπατάλης θα αναφέρω το πιο κραυγαλέο.

Επί κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑΝΕΛ, οι οικίσκοι που διέμεναν αιτούντες άσυλο στην ενδοχώρα ενισχύθηκαν με εξοπλισμό ώστε να μαγειρεύουν μόνοι τους και να καταργηθούν οι αχρείαστες, αδιαφανείς και πολυδάπανες συμβάσεις με εταιρείες catering. Αντί γι’ αυτές, το οικονομικό βοήθημα των αιτούντων αρκούσε για την προμήθεια τροφίμων από τις τοπικές αγορές. 400 ευρώ το μήνα για μια τετραμελή οικογένεια. Σήμερα, το επίδομα περικόπηκε κατά 200 ευρώ αλλά η σίτιση γίνεται μέσα από catering που στοιχίζει περίπου 800 ευρώ το μήνα για την ίδια οικογένεια. Ο παραλογισμός είναι προφανής.

Τα χρήματα που λάβαμε από την ΕΕ μαζί με αυτά που συνεισφέρουμε σαν χώρα δεν επαρκούν πλέον.

Απαιτούνται αλλαγές με σχέδιο, ρεαλισμό και σεβασμό σε όσους επηρεάζονται από τη σημερινή κατάσταση.

Σε κάθε περίπτωση απαιτείται άμεση ανάληψη ευθύνης και ειλικρίνεια.

Δυστυχώς, η πολιτική του Υπουργείου Μετανάστευσης και Ασύλου πτώχευσε.

Ο κύριος Παύλος Χρηστίδης είναι βουλευτής του ΠαΣοΚ.