Η κυβερνητική παρέμβαση για την αντιμετώπιση του ψηφιακού εθισμού των ανηλίκων είναι μία από τις πρωτοβουλίες που κατ’ εξοχήν εμπίπτουν στην περιβόητη καθημερινότητα. Μπορεί να πει κανείς ότι εμπίπτει και στο «κάλλιο αργά παρά ποτέ». Όμως στην συγκεκριμένη περίπτωση δεν χωρούν γκρίνιες και παράπονα. Πρόκειται για μία εύστοχη, καίρια παρέμβαση, η οποία σχεδιάζεται ώστε να αντιμετωπίσει μία από τις μάστιγες της εποχής. Το πρόβλημα διαπιστώνεται από όλους, γονείς ή μη και συναντάται διαρκώς και παντού.

Έχει προηγηθεί μία αντίστοιχη ρύθμιση για την κατοχή και χρήση των κινητών τηλεφώνων στα σχολεία και θα ακολουθήσει η ένταξη στο ωρολόγιο πρόγραμμα ενός μαθήματος για τους κινδύνους της ψηφιακής τεχνολογίας και την ορθολογική της χρήση.

Αντίστοιχες πρωτοβουλίες έχουν ήδη δρομολογηθεί στο εξωτερικό, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την Αυστραλία, όπου απαγορεύεται πλέον η πρόσβαση των ανηλίκων κάτω των 15 ετών στα κοινωνικά δίκτυα.

Προφανώς, έχει εμπεδωθεί ότι η ψηφιακή ζούγκλα πρέπει κάπως να ρυθμιστεί.

Όσο θετική και αν είναι η αποδοχή της νέας κυβερνητικής πρωτοβουλίας, τόσο δύσκολη αναμένεται να είναι η υλοποίησή της. Όχι απλώς επειδή η τεχνολογία σε πολλές περιπτώσεις υπερβαίνει τις όποιες επιθυμίες ελέγχου της, αλλά κυρίως επειδή προϋποθέτει την ενεργοποίηση των γονέων και κηδεμόνων των ανηλίκων και, συχνά, την υπέρβαση των δικών τους ψηφιακών καταχρήσεων.

Σε κάθε περίπτωση, η κυβερνητική απόφαση κατά των τεχνολογικών εξαρτήσεων είναι μία από εκείνες τις λίγες, που φαίνεται ότι δεν συναντά κανενός είδους αντιδράσεις, με εξαίρεση πιθανώς των ίδιων των εθισμένων. Εφόσον υλοποιηθεί και αποδειχθεί αποτελεσματική, ενδέχεται να είναι και μία από εκείνες με την μεγαλύτερη, θετική κοινωνική επίδραση