Το 2024 ήταν μια χρονιά που έδωσε στο σινεμά απλόχερα πολλά και μοναδικά γυναικεία πρότυπα, σε σημαντικό βαθμό με τον φεμινισμό ως σημαία και σε σημαντικό βαθμό ατίθασα (κι ας μην καθόταν πάντα στην καρέκλα της σκηνοθεσίας μια γυναίκα). Για αυτή την κινηματογραφική ανασκόπηση συγκεντρώσαμε αυτά που μας ιντρίγκαραν είτε ως επιτυχίες είτε ως πρωτοφανείς αποτυχίες.

Φεμινισμός και Λάνθιμος

Την Πρωτοχρονιά του 2024 το «Poor Things» του Γιώργου Λάνθιμου, με την ορμή που του είχε δώσει ο περίοπτος Χρυσός Λέοντας της Βενετίας και με τη φόρα του καλλιτεχνικού θριάμβου που το ακολουθούσε, προσδιορισμένου σε μεγάλο βαθμό από την ερμηνεία και το ανάστημα της Έμα Στόουν στον ρόλο της Μπέλα Μπάξτερ, άρχισε το ταξίδι του στις ελληνικές αίθουσες, όπως και διεθνώς. Δεν άργησε να γίνει εμπορική επιτυχία παντού, με τους θεατές στην Ελλάδα να κάνουν ουρές, για να δουν το αλλόκοτο, «μαγικό» και ταυτόχρονα φεμινιστικό ταξίδι μιας γυναίκας της βικτωριανής εποχής, προς την προσωπική αφύπνιση και την κατάκτηση της ταυτότητας της.

«Η Μπέλα Μπάξτερ ήταν η πιο σκληρή φεμινίστρια της σεζόν ξεπληρώνοντας τον δυνάστη σύζυγό της με το πιο σκληρό νόμισμα.»

Ένας Χρυσός Λέοντας και τέσσερα Οσκαρ (Α΄ Γυναικείος Ρόλος, Σχεδιασμός Παραγωγής, Μακιγιάζ και Κομμώσεις, Καλύτερα Κοστούμια) σφράγισαν το καλλιτεχνικό σουξέ που μας συνεπήρε το πρώτο τρίμηνο του ’24 και όρισε εν πολλοίς το τέμπο ενός ασυμβίβαστου στις ψυχολογικές συνθέσεις του, κινηματογραφικού προτύπου (σε μία διασκευή των Γιώργου Λάνθιμου και Τόνι ΜακΝαμάρα πάνω στη νουβέλα του Άλιστερ Γκρέι «Χαμένα κορμιά» (2001).

Η Μπέλα Μπάξτερ χόρεψε με το πιο ακανόνιστο πάθος, τον πιο ακανόνιστο χορό της χρονιάς (μην είναι και της δεκαετίας όλης) στο σινεμά και ήταν σαρωτική και αχόρταγη να μάθει, να εμπνευστεί. Ήταν η πιο σκληρή φεμινίστρια της σεζόν ξεπληρώνοντας τον δυνάστη σύζυγό της με το πιο σκληρό νόμισμα.

Το δυναμικό της πρότυπο ταίριαξε στους ροζ στροβιλισμούς της «Barbie» (το εμπορικό μεγαθήριο του 2023) στην τελετή απονομής των Όσκαρ τον Μάρτιο και στη συνέχεια απέμεινε ως το κορυφαίο αρχέτυπο επαναστατημένης διάθεσης καθ’ όλη τη χρονιά.

«Furiosa» και «Madame Web»

Αν και το κοινό δεν ήταν πάντα πρόθυμο να γνωρίσει όλες τις θηλυκές προσωπικότητες που πέρασαν από την οθόνη το 12μηνο του 2024 παρά το θορυβώδες μάρκετινγκ γύρω τους ή την καλλιτεχνική αναγνώριση τους, κάτι μένει στην άκρη του τούνελ, θέλουμε να πιστεύουμε. Εξάλλου οι ταινίες έχουν πολλές ακόμα ευκαιρίες ζωής στις πλατφόρμες streaming και τη συνδρομητική τηλεόραση.

Μία τρανταχτή περίπτωση αποτυχίας, ήταν η επιτυχημένη στις κριτικές μετα-αποκαλυπτική περιπέτεια δράσης «Furiosa: A Mad Max Saga» του Τζορτζ Μίλερ, με την Άνια Τέιλορ-Τζόι να παίρνει τη σκυτάλη από την Σαρλίζ Θέρον στο πρίκουελ του «Mad Max: Ο δρόμος της οργής» (2015).

Η ταινία κόστισε 172,8 εκατομμύρια δολάρια αλλά εισέπραξε 168 εκατομμύρια δολάρια. Το πρόσωπο της δυνατής ηρωίδας στο σινεμά τσαλακώθηκε σε αυτή την περίπτωση, ενώ είχε ήδη μπλοκάρει εξαιτίας της παταγώδους αποτυχίας της «Madame Web» της Σ. Τζ. Κλάρκσον από το σύμπαν της Marvel με τη Ντακότα Τζόνσον στον ομώνυμο ρόλο.

Ποιος αμφισβητεί ότι τα στούντιο πρέπει επειγόντως να αναθεωρήσουν την ατζέντα τους σχετικά με τα μπλοκμπάστερ που προωθούν και τα γυναικεία πρότυπα που σερβίρουν σε «χάρτινες» συσκευασίες;

Από τις Κάννες με αγάπη

Μακριά από την υπερφίαλη συνθήκη των υπερπαραγωγών, ταινίες με περίοπτες βραβεύσεις, όπως το «Anora» του Σον Μπέικερ, που βραβεύτηκε με τον Χρυσό Φοίνικα και το The Substance: Το ελιξίριο της νιότης της Κοραλί Φαρζά που πήρε το Βραβείο Σεναρίου στο Φεστιβάλ Καννών, κατέφθασαν για να ζεστάνουν και τις πιο κυνικές ψυχές (στην πρώτη περίπτωση) ή να εντυπωσιάσουν θετικά και αρνητικά και φυσικά να διχάσουν (κυρίως στην δεύτερη περίπτωση) με τις ιστορίες τους.

Στο «Anora» έχουμε μια ξέφρενη, σύγχρονη εκδοχή της Σταχτοπούτας που περιγράφει όμως πειστικά μια κοινωνική κατάσταση στην Αμερική, καθώς η σεξεργάτρια  Ανόρα παντρεύεται από το πουθενά τον νεαρό γιο ενός Ρώσου ολιγάρχη και αφού ζει το απρόσμενο όνειρο, βρίσκεται κυνηγημένη από μπράβους.

Στη δεύτερη περίπτωση αποθέωσης στις Κάννες, που είναι το θρίλερ φρίκης της Φαρζά, το οποίο επανέφερε τη Ντέμι Μουρ στο κινηματογραφικό προσκήνιο και σε σωματική αναμέτρηση με την νεότερη και ωραιότερη «εκδοχή της» στην ταινία, την όμορφη Ράιλι Κιου, το πρότυπο της καριερίστας τηλεοπτικής σταρ Ελίζαμπεθ Σπαρκλ που σπάει ρεκόρ τηλεθέασης ως επικεφαλής προγράμματος αεροβικής γυμναστικής αλλά κατακρημνίζεται όταν πατάει τα 50, μετατρέπεται σε freak show που στηλιτεύει τον σεξισμό και σηκώνει συζητήσεις.

Παρά τα βραβεία τους και το εκτεταμένο word of mouth, οι δύο ταινίες δεν πολυσυγκίνησαν τους θεατές στην Ελλάδα, παρ’ ότι η οσκαρική σεζόν είναι προ των πυλών και το «Anora» ειδικά, φαίνεται έχει μεγάλη ζήτηση «τρέχοντας» για τα μεγάλα βραβεία.

«Το «Emilia Perez» είναι βασισμένο στο ομώνυμο λιμπρέτο για όπερα του Οντιάρ με βάση το μυθιστόρημα «Ecoute» του Μπορίς Ρεζόν και επίκεντρο την ιστορία μιας δικηγόρου και του αρχηγού ενός καρτέλ ναρκωτικών που της ζητάει βοήθεια να υλοποιήσει το όνειρό του να  γίνει γυναίκα.»

Περίπτωση ειδική και το «Emilia Perez» του Ζακ Οντιάρ: πήρε στις Κάννες το Ειδικό Βραβείο της Επιτροπής και το Βραβείο Γυναικείας Ερμηνείας για τις πρωταγωνίστριες του, βασισμένο στο ομώνυμο λιμπρέτο για όπερα του Οντιάρ με βάση το μυθιστόρημα «Ecoute» του Μπορίς Ρεζόν και επίκεντρο την ιστορία μιας δικηγόρου και του αρχηγού ενός καρτέλ ναρκωτικών που της ζητάει βοήθεια να «χαθεί» και να υλοποιήσει το όνειρό του να  γίνει γυναίκα.

Μιούζικαλ και δράμα παντρεύονται, με απλά λόγια, σε μια μεταμοντέρνα ταινία για την αναζήτηση ταυτότητας.

Το «Emilia Perez»  κάνει ήδη καριέρα στο Netflix εξωτερικού από τις 13 Νοεμβρίου ενώ στην Ελλάδα έκανε πρεμιέρα στις αρχές Νοεμβρίου (χωρίς καμία επιτυχία εισπρακτικά). Η οσκαρική της πορεία είναι δεδομένη καθώς αποτελεί την επίσημη πρόταση της Γαλλίας για τα Όσκαρ του 2025 και έχει επενδύσει εδώ και καιρό στην προ-οσκαρική της καμπάνια για κατοχύρωση υποψηφιότητας στην κατηγορία του καλύτερου διασκευασμένου σεναρίου.

Αναζητήσεις στην Ιταλία, αλήθειες που καίνε στη Γαλλία

Στις κινηματογραφικές προτάσεις της χρονιάς με τη γυναίκα στο κέντρο, ο Ιταλός δημιουργός της «Τέλειας ομορφιάς», Πάολο Σορεντίνο κατέθεσε την αλληγορική ταινία του που υμνεί τη γενέτειρά του Νάπολη, την «Παρθενόπη» (όνομα που της έδωσαν οι αρχαίοι Έλληνες), ρίχνοντας τους προβολείς στο ταξίδι αναζήτησης ταυτότητας του ομώνυμου γυναικείου χαρακτήρα στη Νάπολη του 1968. Η όμορφη πρωταγωνίστρια Σελέστε Ντάλα Πόρτα έχει εδώ τον πρώτο και τελευταίο λόγο, παρ’ όλα αυτά η ταινία απέτυχε να ενθουσιάσει.

Το «Μικρό θλιμμένο κορίτσι» με τη Μαριόν Κοτιγιάρ στον πρώτο ρόλο, από τη σκηνοθέτρια  Μόνα Ασάς για τη μητέρα της Καρόλ Ασάς, τη διάσημη συγγραφέα και φωτογράφο που αυτοκτόνησε, αποτελεί ένα σημαντικό κινηματογραφικό υπόμνημα. Ένα ψευδοντοκιμαντέρ πάνω στις ζωές τριών διαφορετικών γυναικών (διανοούμενη και συγγραφέας και η γιαγιά της σκηνοθέτριας Μονίκ Λανζ), που τραυματίστηκαν πολλαπλώς φέροντας βαριά κληρονομιά.

Μια ιδιαίτερη ταινία, μέσα σε έναν φετινό κύκλο κινηματογραφικών ηρωίδων οι οποίες διηγούνται βιώματα, περιπέτειες, ονειρικές επιθυμίες και (μετά)-αλήθειες στην υπαρξιακή τους αναζήτηση.