Γιώργος Νταλάρας· ό,τι και να προσθέσει κανείς δίπλα στ’ όνομά του μοιάζει περιττό. Μουσική, τραγούδια, συναυλίες, εδώ και 55 χρόνια, ακούραστος. Και συνεχίζει. Φέτος επιστρέφει σε μια συνεργασία απ’ τα παλιά και μοιράζεται την σκηνή του Vox με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου.  Χορτασμένος αλλά και διαρκώς ανήσυχος, απολαμβάνει τον ρόλο του παππού και εξακολουθεί να πιστεύει πάντα στο καλό τραγούδι. Μιλά για όλα αυτά στο ΒΗΜΑ Talks.

Τι κρατάτε απ’ την συνεργασία με τον Βασίλη Παπακωνσταντίνου, πριν από 34 χρόνια;

Κρατάω τη συγκίνηση, την αγάπη του κόσμου, τη σχέση με τον Βασίλη… Ήταν μια μουσική πρόταση που ξέφευγε από τα στενά όρια μιας ακόμη συνεργασίας. Θυμάμαι ακόμη  στα πολιτιστικά των εφημερίδων και στα περιοδικά τίτλους. «Οι αταίριαστοι», «H εκρηκτική συνεργασία» και βέβαια μετά, το «Στο ίδιο έργο θεατές» ο στίχος του Αντώνη Ανδρικάκη που έγινε πολλές φορές πρωτοσέλιδος τίτλος. Εμείς όμως οι «αταίριαστοι» ισορροπήσαμε  ρισκάροντας ίσως κι ανατρέποντας όσα πίστευαν κάποιοι για τις συνεργασίες. Ενώσαμε διαφορετικά ρεπερτόρια κι αυτό αποδεικνύεται ακόμα από εκείνον τον διπλό κοινό μας δίσκο που μπήκε σε χιλιάδες σπίτια και τον άκουσαν και τον ακούνε τρεις γενιές….

Τι σας οδήγησε τώρα στην επανένωση; Τι περιλαμβάνει το πρόγραμμα;

Θέλαμε πολύ να το κάνουμε, έπρεπε να το κάνουμε κι αργήσαμε. Με τον Βασίλη δεν δουλέψαμε μαζί από τότε αλλά βρεθήκαμε αρκετές φορές σε συναυλίες-αφιερώματα σε συνθέτες, σε συναυλίες διαμαρτυρίας και σε συναυλίες για κάποιο σκοπό. Το καλό τραγούδι είναι το στήριγμα και το δικό μας και των ακροατών. Η συνάντησή μας στην ίδια σκηνή δεν είναι νοσταλγία αλλά συνέχεια του τραγουδιού μας.

«…Με ποια τραγούδια να σωθείς

Με ποιους δικούς σου να βρεθείς

Και ποια αλήθεια τώρα πια να μαρτυρήσεις;»

Ένα μέρος της έναρξης τότε. Αυτοί οι στίχοι συνεχίζουν όμως να κουβαλούν τις αγωνίες και τις ανάγκες του τώρα. Η συνεργασία μας είναι κάτι καινούργιο και τον πρώτο λόγο έχουν τα τραγούδια, η μουσική αλλά κι ο λόγος. Γιατί στη σκηνή μαζί μας θα είναι ο ευφυής Οδυσσέας Ιωάννου, ένας άνθρωπος που «παλεύει» και «λυτρώνεται« με τις λέξεις. Ο Οδυσσέας έχει γράψει πολύ ωραία τραγούδια και για εμάς έχει γράψει πολύ ωραία κείμενα που αφηγούνται  ιστορίες  τραγουδιών συνδέοντάς τα με τις ζωές των ανθρώπων. «Αν σωθούν τα τραγούδια» είναι ο τίτλος του προγράμματος κι εκτός από εμάς τους τρεις, δούλεψαν κι άλλοι πολλοί για το αποτέλεσμα.  Ο Άγγελος Τριανταφύλλου στη σκηνοθεσία, ο Μανώλης Παντελιδάκης στη σκηνογραφία, ο Σπύρος Δερβενιώτης με τα εικαστικά του στην οθόνη. Και  άφησα τελευταίους αλλά όχι έσχατους τους εξαιρετικούς σολίστες της ορχήστρας μας. Είμαστε αισιόδοξοι και πανέτοιμοι!

«Ακόμη την μουσική κυνηγάω».

Πόσο έχετε αλλάξει εσείς μέσα σ’ αυτά τα χρόνια; Πόσα πράγματα έχουν αλλάξει γύρω μας;

Με τα χρόνια οι άνθρωποι ωριμάζουμε. Άλλοι μαλακώνουμε, άλλοι σκληραίνουμε, άλλοι παραξενεύουμε, άλλοι γινόμαστε πιο εξωστρεφείς κι άλλοι κλεινόμαστε στον εαυτό μας. Έχουμε μάθει απ’ τα λάθη μας ή τουλάχιστον έτσι  θα ’πρεπε. Είναι γεγονός ότι πέρα από τα μεγάλα πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα η εποχή αυτή, με την  απόλυτη επικράτηση του διαδικτύου, έχει φέρει κι απομόνωση αλλά και πολλές φορές αλλοίωση του τοπίου όσον αφορά στα πραγματικά προβλήματα και στις προτεραιότητες. Παρόλα αυτά πρέπει να συνεκτιμούμε τα αρνητικά και τα θετικά αυτής της εξέλιξης, αρκεί να μη μας παίρνει από κάτω. Σ’ αυτό το επίπεδο της σωστής χρήσης της τεχνολογίας δεν είναι αρνητικές οι αλλαγές. Ο Τολστόι έλεγε κάτι πολύ σωστό που ισχύει και στις μέρες μας: θέλουμε ν’ αλλάξουμε τον κόσμο αλλά όχι τον εαυτό μας. Είναι ωριμότητα η αυτογνωσία και η αυτοβελτίωση. Ψυχραιμία, ενάργεια και δουλειά χρειάζεται. Δεν βιώσαμε λίγα τα τελευταία χρόνια. Οικονομική κρίση, πανδημία κι εγκλεισμός, πόλεμοι που είναι πολύ κοντά μας όπως και οι συνέπειές τους. Αυτό που προσπαθώ να μεταφέρω μέσα απ’ τη μουσική είναι η προτροπή για αλληλεγγύη και  συμπαράσταση. Είναι τα μόνα αντίδοτα στα δηλητηριώδη κι ακραία συμπτώματα του φθόνου, της απάθειας, του διχασμού.

Ξεκινώντας, είχατε σκεφτεί στην πορεία σας, ποια θα ήταν η εξέλιξη;

Αγαπούσα το τραγούδι από παιδί αλλά για μένα δεν υπάρχει τραγούδι χωρίς τα ανεξερεύνητα τοπία της μουσικής. Στην ουσία νομίζω πως μουσικός ήθελα να γίνω. Απ’ την αρχή αυτό ήταν το όνειρό μου. Ακόμη αυτό προσπαθώ, την μουσική κυνηγάω. Και όποια κι αν είναι η εξέλιξή μου, πάντα θα αναζητώ κρυμμένα μουσικά μονοπάτια, πάντα θα ψάχνω για λόγια και μουσικές, για νέους μουσικούς και τραγουδιστές, για νέες ενορχηστρώσεις. Ξεκίνησα πολύ νωρίς με την αίσθηση πως η μουσική είναι απέραντη. Όλα αυτά τα χρόνια, την αντιμετωπίζω με σεβασμό, πάθος, μεράκι, αφοσίωση κι ευθύνη.

Πότε συνειδητοποιήσατε ότι είστε ο Νταλάρας; Το απολαμβάνετε;

Ειλικρινά ακόμη δεν το έχω συνειδητοποιήσει. Κι όταν εκφράζομαι, εκφράζομαι πάντα σαν Γιώργος  και λέω αυτό που αισθάνομαι, αυτό που μου δίνει χαρά. Σαν να μιλάω σε μια παρέα με τους φίλους μου. Κι αυτό, όπως ξέρετε, δεν είναι πάντα καλό. Απέναντι στον Νταλάρα εγώ πάντα τοποθετούσα τον Γιώργο σε πιο ψηλό σκαλοπάτι. Και προσπαθούσα με τον δικό μου απλοϊκό τρόπο πολλές φορές, να τον προστατεύσω απ’ τις συνέπειες της επωνυμίας. Το λέω συχνά, η φήμη είναι αρρώστια. Κι όταν δεν την κατανοείς ή δεν σ’ ενδιαφέρει, γιατί η έννοια σου, το μαράζι σου είναι η μουσική και η μελέτη της, τότε αρχίζουν τα  προβληματάκια. Δεν είμαι αχάριστος άνθρωπος όμως και νιώθω τιμημένος, και ως Νταλάρας, για την αγάπη και την εμπιστοσύνη που μου έδειξαν οι ομότεχνοί μου και ο κόσμος. Γιατί αυτό μου άνοιξε πόρτες για να κάνω πραγματικότητα όχι μόνο τα δικά μου όνειρα στη δισκογραφία, αλλά αυτή η επωνυμία μου ’δωσε τη δυνατότητα να βοηθώ νέους και ταλαντούχους μουσικούς που αναζητούσαν διέξοδο στη δισκογραφία ή στην επαφή με το κοινό.

Ο κόσμος, το κοινό, ξέρει ποιος πραγματικά είστε; Σας νοιάζει τι σκέφτονται για εσάς;

Πού να ξέρω εγώ τι σκέφτονται; Με νοιάζει όμως. Όχι βεβαίως τι σκέφτονται για την προσωπική μου ζωή αλλά με νοιάζει τι σκέφτονται για τη δουλειά μου. Όχι, μάλλον τελικά λάθος το είπα. Ξέρω αρκετά. Ξέρω πάνω απ’ όλα ότι όταν είσαι 55 χρόνια ενεργός και με επιτυχία, όταν συζητιούνται για σένα τα πάντα, απ’ το καινούργιο τραγούδι, τις μουσικές σου επιλογές μέχρι την αποστροφή μιας φράσης σου ή την πολιτική και κοινωνική θέση που παίρνεις ως ενεργός πολίτης, δεν μπορεί όλες οι αντιδράσεις να είναι ίδιες. Αυτό φέρνει η ωριμότητα που αναφερθήκαμε πριν. Έχω εισπράξει μεγάλη αγάπη κι εμπιστοσύνη. Έχω εισπράξει κι αμφισβήτηση. Ως εδώ καλά. Αυτό με το οποίο δεν έχω συμφιλιωθεί -κι όχι μόνο για μένα αλλά το βλέπω στη ζωή μας καθημερινά- είναι το ψέμα, η διαστρέβλωση και η κακοήθεια. Στη σούμα όμως αν τα ζυγίσω, η ζυγαριά γέρνει βαριά προς το καλό.

Τι θα συμβουλεύατε έναν νέο μουσικό-ερμηνευτή;

Όχι πολλά. Έχω μεγάλη εμπιστοσύνη κι ελπίδα στους νέους μουσικούς. Είναι  μορφωμένοι μουσικά αλλά και καταρτισμένοι όσον αφορά στην τεχνολογία κι αυτό τους βοηθά πολύ στα πρακτικά ζητήματα της δουλειάς. Δεν θέλω να κάνω τον δάσκαλο, έχω καλή σχέση με τους νέους μουσικούς κι αυτό που έχουν να πάρουν το βλέπουν απ’ τη δουλειά μου. Θέλω να μην χάσουν το θάρρος τους γιατί η εποχή μας είναι σκληρή και το τοπίο άνυδρο. Ας επιμείνουν όμως μέχρι το τέλος και ας κρατήσουν ζωντανά την ορμή και το όνειρο. Το εφήμερο και οι μόδες μπορεί ν’ ασκούν γοητεία και να ζαλίζουν οι πρόσκαιρες απολαβές αλλά για να μπορέσουν να εξελιχθούν πρέπει να δουλέψουν πάρα πολύ σκληρά. Είναι ο δύσκολος δρόμος αυτός  αλλά και ο μόνος που θα οδηγήσει στην ουσία της μουσικής. Η τέχνη είναι έκφραση κι ανάγκη, είναι το πιο δυνατό »όπλο» που μπορεί να κάνει το όνειρο πραγματικότητα. Η τέχνη του τραγουδιού είναι άμεση, είναι παρηγορητική και μπορεί να μας ενώσει σ’ έναν κοινό μύθο. Έτσι έκαναν οι πιο παλιοί από εμάς, έτσι  κάναμε εμείς κι έτσι πρέπει να κάνουν οι νέοι, ανεξάρτητα απ’ το τι είδος μουσικής παίζουν κι ακούν. Αν τα διαφορετικά μέταλλα είναι ευγενή, η αλυσίδα θα συνεχίσει να είναι στέρεη.

«Θέλω να προλάβω να μάθω κι ο χρόνος στενεύει».

Το ταλέντο ή ο χαρακτήρας καθορίζουν τελικά την πορεία και την διάρκεια;

Το ταλέντο, ο χαρακτήρας, οι επιλογές μας και βέβαια η τύχη. Παίζει πολύ σημαντικό ρόλο ο παράγοντας συγκυρία. Επιπλέον, χρειάζεται  διαρκής μελέτη και στοχοπροσήλωση και μυαλό και κρίση για τις σωστές αποφάσεις, για τα ναι και τα όχι, που αψηφούν τα κόστη και τα ρίσκα.

Αμφισβητήσατε ποτέ τον εαυτό σας;

Αστειεύεστε; Καθημερινά κι ακαταπαύστως. Και οι δικοί μου άνθρωποι, μετά το τελείωμα μιας συναυλίας, ενός δίσκου, μιας μελέτης, μου λένε «μα με τίποτα δεν είσαι ευχαριστημένος»;  Όχι, φίλε μου, μπορούσα και καλύτερα! Οπότε η αμφισβήτηση και η κριτική είναι συνεχής. Από πολύ μικρός ένιωθα και ήμουν ελεύθερος. Αυτή η ελευθερία όξυνε πολύ την κρίση μου. Μεγάλωσα μόνο με τη μάνα μου, δεν είχα κανέναν να μου λέει ναι και όχι, έβαλα τα όρια μόνος μου κι έβαλα αυστηρά όρια. Προασπίστηκα αξίες που θεωρούσα αυτονόητες για όλους, και ως μουσικός και ως πολίτης.

Δουλεύετε πολύ, πολλά χρόνια: Νιώσατε ποτέ την ανάγκη ξεκούρασης, παύσης; 

Μιλήσαμε για αυτογνωσία πριν. Εγώ κρίνω πολύ αυστηρά τον εαυτό μου. Ξέρω ακριβώς πότε θα σταματήσω την επαφή μου με το κοινό στις συναυλίες, και μάλιστα πολύ πριν το αντιληφθεί κάποιος άλλος. Αυτή είναι η μία αλήθεια. Η άλλη αλήθεια είναι πως δεν θα πάψω ποτέ ν’ ασχολούμαι με τη μουσική, στο στούντιο να κάνω παραγωγές άλλων ανθρώπων. Κι αυτό είναι λίγο πρόβλημα, το συνειδητοποιώ. Όσο περνά ο καιρός, αντί να κλέβω ώρες απ’ τη δουλειά για ξεκούραση γίνεται το αντίθετο. Ελάχιστα πράγματα γνωρίζω για τη μουσική. Θέλω να προλάβω να μάθω κι ο χρόνος στενεύει. Έχω ανάσες όμως, έχω ασφαλιστικές δικλείδες. Τη θάλασσα, το φουσκωτό, τη μηχανή, τον αέρα, την ταχύτητα».

Ποιοι άνθρωποι σας επηρέασαν; Ποιες συναντήσεις;

Πάρα πολλοί. Από παιδί, επειδή είχα την τύχη να έχω καλές παρέες, γνώρισα ποιητές, πεζογράφους, πνευματικούς ανθρώπους γενικότερα. Θα μπορούσα να αναφέρω πολλά ονόματα που έχτισαν τον χαρακτήρα μου. Επειδή δεν χωρά αυτή η συνέντευξη, θα προσπαθήσω να σταθώ στους ανθρώπους που διαμόρφωσαν το στίγμα μου στη μουσική. Είναι οι άνθρωποι που μ’ εμπιστεύτηκαν, μου έδωσαν φωνή σε δύσκολες περιόδους. Εκείνοι που έγιναν ζωντανό παράδειγμα για μένα με το αφήγημα της τέχνης τους, γιατί  η τέχνη τους υπαγόρευε τον κοινό λόγο, εκείνον που ένωνε τους ανθρώπους τραγουδώντας. Είμαι ευτυχής, λοιπόν, για τις συναντήσεις μου με ανθρώπους τέτοιας διάστασης, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Οδυσσέας Ελύτης, ο Γιάννης Ρίτσος, ο Νίκος Γκάτσος, ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Μάνος Λοίζος, ο Σταύρος Κουγιουμτζής, ο Λευτέρης Παπαδόπουλος, ο Μάνος Ελευθερίου, ο Θάνος Μικρούτσικος. Και στο λαϊκό τραγούδι ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Απόστολος Καλδάρας ο Άκης Πάνου ο Χρήστος Νικολόπουλος, η Ελένη Καραίνδρου. Αλλά και άλλοι νεότεροι άνθρωποι της γενιάς μου, όπως ο Χάρης και ο Πάνος Κατσιμίχας, ο Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, συνοδοιπόροι που περπατήσαμε μαζί πολύ καιρό.

Μιλάτε για τον πατέρα σας -όπως και για την γυναίκα σας. Σας καθόρισαν, ο καθένας με τον δικό του τρόπο;

Κυρίως μιλάω για τη μάνα μου και την Άννα. Ο πατέρας μου με καθόρισε απόλυτα με την απουσία του. Η απουσία ξέρετε καμιά φορά είναι μεγάλο  μάθημα. Δεν ήμουν στην Αθήνα και όταν μου τηλεφώνησε ο αδερφός μου και μου είπε «Ο Λουκάς πέθανε» γκρεμίστηκε ο κόσμος μέσα μου. Τότε κατάλαβα πως όσα ένιωθα για το θάνατο δεν είχαν πια το ίδιο νόημα. Ήταν η πρώτη φορά που ένιωσα τόσο δυνατά την απώλεια. Και βέβαια δεν ξεχνάω ότι η παρουσία του μουσικού πατέρα μου μ’ επηρέασε μ’ έναν μοιραίο τρόπο.

Την ιστορία της ζωής μου όμως την οφείλω στη μάνα μου και στον αδερφό μου και μετά ήρθε η  Άννα. Η Άννα είναι ο άνθρωπός μου. Στήριξε και στηρίζει ακόμη, κι εμένα και τα όνειρά μου, βάζοντας πολλές φορές στην άκρη δικά της όνειρα. Οφείλω τα πιο πολλά και τα πιο σπουδαία στην Άννα αλλά το σημαντικότερο που της οφείλω και για το οποίο της ευγνωμονώ, είναι η κόρη μας. Είμαστε περήφανοι για την Γεωργιάννα μας. Γι’ αυτό το καταπληκτικό και πολυτάλαντο κορίτσι που μπόρεσε και χάραξε έναν δικό της ολόφωτο δρόμο.

Ισορροπεί ποτέ η σχέση με τους γονείς μας; Την μεταφέρουμε στα παιδιά μας;

Δεν είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος να σας πω. Εγώ είχα την μάνα μου για γονείς. Και αυτή ήταν η πυξίδα μου. Ο τρόπος της ήταν ξεχωριστός και τα μαθήματα ζωής που πήρα από εκείνη ήταν ορόσημα. Ένιωθα σεβασμό κι ευγνωμοσύνη στο ιερό πρόσωπο εκείνης της μάνας. Αλλά δεν νομίζω πως χρειάζεται πάντα η ισορροπία στις σχέσεις. Χρειάζεται ελευθερία και μεγάλη αγάπη. Ξέρετε η τέχνη του να είσαι γονιός δεν διδάσκεται πουθενά, όπως και η τέχνη να είσαι παιδί. Ανάλογα με τον τρόπο της ζωής μας, τα σχολεία, τις κοινωνίες και τις συγκυρίες, διαμορφώνονται οι ισορροπίες κι αυτές οι σχέσεις. Με το πέρασμα όμως του χρόνου, με την  αγάπη, με το παράδειγμα της ζωής μας, με την συγκατάβαση που φέρνει η ωριμότητα, αυτή η σχέση μάνας πατέρα και παιδιού είναι και θα παραμείνει ανεξάντλητη και μοναδική.

«Απέναντι στον Νταλάρα εγώ πάντα τοποθετούσα τον Γιώργο σε πιο ψηλό σκαλοπάτι».

Παππούς: Πώς το βιώνετε;

Παππούς! Τι χρωστάω σ’ αυτό το κορίτσι, την κόρη μου, πέρα απ’ τις άλλες χαρές που μου ’χει δώσει. Η τέχνη του παππού, ναι αυτή διδάσκεται. Είναι μια ευλογημένη σχέση ειδικά όταν έχεις την τύχη να είσαι υγιής, να στέκεσαι γερά στα πόδια σου και να συμμετέχεις σ’ όλα μαζί τους. Ειδικά στις διακοπές έχουμε στο τέλος της μέρας την ίδια ενέργεια. Μεγάλο παράσημο. Δεν αλλάζω με τίποτα τον χρόνο που περνώ μαζί τους κι επιπλέον μαθαίνω συνεχώς δίπλα τους. Μαθαίνω και καινούργιους τρόπους σκέψης αλλά και πολλές καινούργιες λέξεις -φλεξάρω κι άλλα πολλά που δεν θέλω να τα βγάλω τώρα όλα στη φόρα γιατί έχουμε δικό μας κώδικα.

Σας λείπουν κάποιοι άνθρωποι;

Αρκετοί και πάνω από όλα ο αδερφός μου ο Χρήστος. Ήθελα πάντα να περνάω χρόνο μαζί του και τη στιγμή που θα είχαμε περισσότερο χρόνο μαζί, τότε ήρθε η αρρώστια που τον λύγισε. Ήταν οδυνηρή η απώλειά του κι έφυγε τόσο νέος. Πάντα θα ’χω την αίσθηση πως δεν τον έζησα όσο θα ’θελα.

Μου λείπουν όμως και κάποιοι σπουδαίοι Έλληνες που για μένα ήταν και σπουδαίοι φίλοι, αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας της δικής μου και της οικογένειάς μου. Μου λείπει ο Μάνος Ελευθερίου που τον θεωρούσα μέλος της οικογένειάς μου. Ήταν ένας τέτοιος πολύτιμος  φίλος και μαζί με την αδερφή του Λίλη ήταν δίπλα μας στις γιορτές, στις χαρές και στις λύπες. Ήταν  προστάτης για μένα κι ένας δάσκαλος που δεν με μάλωνε ποτέ. Σήμερα μετά από έξι χρόνια νιώθω πως δεν έχω ξεπεράσει ακόμη την απουσία του. Μεγάλο σοκ για μένα ήταν και ο θάνατος του Σταύρου Κουγιουμτζή που ήταν στήριγμά μου για πολλά χρόνια. Και βέβαια πολλά χρόνια πριν η απώλεια του Μάνου Λοΐζου που έφυγε κι αυτός τόσο νέος.

Πώς βλέπετε την πορεία του ελληνικού τραγουδιού; Συμφωνείτε ότι δεν γράφονται σήμερα (πολλά) σπουδαία τραγούδια -τραγούδια που θα μείνουν;

Εξαρτάται τι εννοούμε σπουδαία. Αν το λέτε με την έννοια ότι δεν συνεγείρουν συλλογικά και μαζικά όπως τα τραγούδια της Μεταπολίτευσης ή ακόμα και της δεκαετίας του ‘80 δεν υπάρχουν πολλά. Όμως υπάρχουν πολλά εξίσου δυνατά τραγούδια με δυνατό στίχο που εκφράζουν την ίδια αγωνία, το ίδιο αδιέξοδο και προβληματισμό, μόνο που εκφράζονται πιο πολύ μοναχικά, με μεγαλύτερη εσωστρέφεια. Κι αυτό έχει ξεκινήσει πολλά χρόνια, δεκαετίες πρέπει να πω. Με τα τραγούδια των τραγουδοποιών.

Κι επίσης υπάρχει και η καλή ραπ με τραγούδια του ΛΕΞ και του Bloody Hawk. Όσο υπάρχουν οι αιτίες να γράφονται καλά τραγούδια, θα γράφονται. Το ταλέντο δεν στερεύει. Όσο για τα τραγούδια του συρμού πάντα υπήρχαν. Είναι καθαρά θέμα αισθητικής κι επιλογών. Υπάρχει πάντα το μεγάλο κοινό που στηρίζει το καλό τραγούδι. Μπορεί να ’χει θολώσει λίγο το τοπίο αλλά δεν προκλήθηκε ανεπανόρθωτο ρήγμα γιατί πιστεύω ακράδαντα πως το καλό τραγούδι θα συνεχίσει να υπάρχει.  Μπορεί να χρειάζεται διπλή προσπάθεια ανάδειξής του αλλά θα συνεχίσει να υπάρχει. Γιατί οι άνθρωποι δεν μπορούν να ζήσουν χωρίς αυτό.

Ξέρω ακριβώς πότε θα σταματήσω την επαφή μου με το κοινό στις συναυλίες, και μάλιστα πολύ πριν το αντιληφθεί κάποιος άλλος.

Τα τραγούδια καταγράφουν την ιστορία του καιρού τους; Ποιο είναι το στίγμα του καιρού μας; 

Η πολυφωνία, κι όχι με την καλή έννοια. Δεν θέλω να πιστέψω ότι αυτός ο μαζικός ήχος που επικρατεί σήμερα είναι το πραγματικό εργαλείο έκφρασης, ευαισθησίας, διεκδίκησης κοινών οραμάτων. Η γενιά μου ψήλωσε κυριολεκτικά και πήρε δύναμη απ’ τα τραγούδια του Θεοδωράκη. Εισέπραξε αυτά τα υψηλά νοήματα των στίχων και στηρίχτηκε στο  συλλογικό τραγούδι που αφορούσε τον κόσμο όλο. Σήμερα -αν κι έχουν αλλάξει οι εποχές, πολλοί άνθρωποι και ειδικά νέοι αισθάνονται ματαιωμένοι, η ανάγκη συμμετοχής δεν παύει να ισχύει. Η απογοήτευση και η αίσθηση πως ό,τι και να κάνουμε τίποτα δεν διορθώνεται, είναι ένα σημείο του καιρού. Θ’ αλλάξει αυτό, θα δείτε.

Η οικονομική κρίση, η πανδημία άφησαν το αποτύπωμά τους στην τέχνη;

Προφανώς! Και στην τέχνη και στην κοινωνία και στη υγεία και στη ζωή γενικά. Μεγάλη μερίδα του κόσμου αλλά και πολλές επαγγελματικές ομάδες χτυπήθηκαν αλύπητα, καταστραφήκανε. Οι μουσικοί, οι ομότεχνοί μας εξουθενώθηκαν. Οι νέοι καλλιτέχνες αντιμετώπισαν τη νέα πραγματικότητα με απόγνωση. Χρειάζονται βοήθεια και στήριξη από όλους εμάς που περάσαμε καλύτερες μέρες και βέβαια απ’ την Πολιτεία.

Τελικά είναι μοναχική η δουλειά σας;

Πολύ! Σωστά το καταλάβατε. Κι από την άλλη μεριά, είναι φωτεινή η δουλειά. Και δεν εννοώ ούτε τις συναυλίες ούτε τις επιτυχίες ούτε τα φώτα. Εμείς οι μουσικοί θα ’χουμε πάντα ο ένας τον άλλο και πάνω απ’ όλα θα ’χουμε τη μουσική να μας ενώνει.

Κεντρική Φωτό: Θωμάς Χρυσοχοΐδης