Με τρόπο κάθετο τοποθετήθηκε κι απάντησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης στο Συνέδριο – 50 χρόνια Ελληνική Εξωτερική Πολιτική στις υπόνοιες τόσο του Αντώνη Σαμαρά όσο και της αντιπολίτευσης πως η κυβέρνηση διαπραγματεύεται εν κρυπτώ με την Τουρκία, διευκρινίζοντας πως τα μοναδικά θέματα που βρίσκονται στο τραπέζι είναι η οριοθέτηση των ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας των νησιών.

«Δεν έχουμε ψευδαισθήσεις» στον διάλογο με την Τουρκία

«Η συζήτηση συνεχίζεται και συμφωνούμε ότι μπορούμε να διαφωνούμε πολιτισμένα» σχολίασε ο πρωθυπουργός στην κουβέντα του με τον εκδότη του Βήματος, Γιάννη Πρετεντέρη. «Κάποτε οι ένοπλες δυνάμεις ήταν σε κατάσταση συναγερμού. Δεν χρειάζεται η διαφωνία μας να οδηγήσει σε εντάσεις. Επιθυμούμε να μην ξαναπεράσουμε από οξύνσεις όπως του 2020» ανέφερε ακόμη.

«Άμα είσαι σύμμαχος πρέπει να είσαι αξιόπιστος χωρίς να σκέφτεσαι μόνο το δικό σου συμφέρον» εξήγησε ο κ. Μητσοτάκης, σημειώνοντας πως πλέον «οι εθνικές προτεραιότητες και τα εθνικά συμφέροντα συντάσσονται με ευρύτερες προτεραιότητες».

Θέλησε επίσης να θυμίσει ότι «ο τουρκικός αναθεωρητισμός δεν διαμορφώθηκε τα τελευταία πέντε χρόνια. Οι γκρίζες ζώνες προέκυψαν το 1996 από τα Ίμια, παραβιάσεις είχαμε συνολικά τα τελευταία 40 χρόνια, οι αξιώσεις αποστρατικοποιήσεων εγείρονται διαρκώς, η τραγωδία της Κύπρου συνέβη το 1974».

Σχολίασε παράλληλα πως ναι μεν το τουρκολιβυκό μνημόνιο ανέτρεψε τις ισορροπίες αλλά η Ελλάδα σε μια περίοδο παρατεταμένης έντασης  έμενε σταθερή στις θέσεις της. «Μετά τους σεισμούς στην Τουρκία υπήρξε προσπάθεια επαναπροσέγγισης που έδωσε απτά αποτελέσματα» αποκρίθηκε. «Έχουμε συνεργασία στο προσφυγικό, κάναμε μια εξαιρετικά θετική συμφωνία για τη βίζα στα ελληνικά νησιά, αλλά ταυτόχρονα έχουμε τη θωράκιση και έχουμε διερευνήσει αν υπάρχει η δυνατότητα να μπούμε πιο βασικά στον πυρήνα της οριοθέτησης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας».

Πάντως, «εγώ δεν διαβλέπω διάθεση. Δεν έχουμε ψευδαισθήσεις» συμπλήρωσε.

«Κάποιοι επιμένουν να μας παρουσιάζουν λιγότερο πατριώτες»

Ο κ. Μητσοτάκης αναρωτήθηκε «οι υπουργοί δεν μιλούσαν ποτέ για τα θέματα αυτά;» και υπήρξε σαφής λέγοντας πως «η Ελλάδα δεν είναι διατεθειμένη να συζητήσει οποιοδήποτε άλλο θέμα. Είναι παράξενο πως κάποιοι επιμένουν να μας παρουσιάζουν πιο ενδοτικούς και λιγότερο πατριώτες. Αφορά μικρό κομμάτι της ελληνικής κοινής γνώμης».

Είναι «πολύ σχετική έννοια πώς ενισχύεται η Τουρκία» ανέφερε ακόμη ο πρωθυπουργός, λέγοντας ότι είναι «πολύ νωρίς για συμπεράσματα». Αναγνώρισε όντως ότι «είναι μια ισχυρή περιφερειακή δύναμη. Αλλά θα το δούμε αν ενισχύεται».

«Η Τουρκία έχει κάνει μεγάλα λάθη στην πολιτική της» διαμήνυσε.

«Νομίζουμε ότι για την Τουρκία η Ελλάδα είναι το μόνο πρόβλημα, έχει πολλά άλλα μέτωπα, σύνθετα και ανοικτά. Αυτό που γίνεται στη Συρία είναι τεράστια αλλαγή στη Μέση Ανατολή. Τίθεται εν αμφιβόλω ό,τι συνέβη το 1917. Εμείς έχουμε λόγο για το τι γίνεται στη Συρία» τόνισε συμπληρωματικά.

«Η Ελλάδα δεν έχει διπλή η κρυφή ατζέντα» ξεκαθάρισε ο Κυριάκος Μητσοτάκης.

«Το τέλος ενός μεγάλου ιστορικού κύκλου ή η αρχή ενός καινούργιου»

Αρχικά ο πρωθυπουργός είχε κάνει αναδρομή στη μεταπολιτευτική πορεία της χώρας σε διεθνές επίπεδο, υποστηρίζοντας αφενός πως «τη δεκαετία του ’80 η χώρα πειραματίστηκε με τριτοκοσμικές αναζητήσεις χωρίς να έχει αναγνωρίσει το κράτος του Ισραήλ», ότι «το ΠαΣοΚ καλλιέργησε έναν έντονο αντι-αμερικανισμό», ενώ «πριν από 10 χρόνια φλέρταρε με το να πέσει στα βράχια και να βρεθεί εκτός ευρώ κι ενδεχομένως εκτός ΕΕ».

Αντιθέτως επί της Νέας Δημοκρατίας η Ελλάδα «δεν μετέβαλε τον πυρήνα των θέσεών της ως προς την προσήλωση στον ευρωπαϊκό προσανατολισμό» και πλέον «ο πυρήνας των κομμάτων αναγνωρίζει αυτές τις αξίες».

«Στα 50 χρόνια είναι ένα κεκτημένο επιτυχίας» παρατήρησε.

«Είχα γράψει την πτυχιακή εργασία μου για ακριβώς αυτό το θέμα: κατά πόσο οι εσωτερικοί ανταγωνισμοί επηρεάζουν την εξωτερική πολιτική» ενημέρωσε ο πρωθυπουργός, σχολιάζοντας ότι «κάποια κόμματα έχουν υπηρετήσει αυτήν την προσήλωση με διαχρονικότητα και προσαρμογή σε σχέση με άλλα κόμματα».

Έφερε μάλιστα ως παράδειγμα το γεγονός ότι «όταν εμείς ταχθήκαμε απερίφραστα υπέρ της Ουκρανίας, γνωρίζαμε ότι αυτή η θέση δεν έβρισκε μεγάλη απήχηση σε μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινής γνώσης. Αλλά το κάναμε με θάρρος και το εξηγήσαμε. Άλλες πολιτικές είναι πιο δημοφιλείς».

Σε σχέση με την γεωπολιτική συνθήκη του 2024 στον πλανήτη και δη στην ευρύτερη περιοχή, ο Κυρ. Μητσοτάκης ανέφερε ότι «βρισκόμαστε στο τέλος ενός μεγάλου ιστορικού κύκλου ή στην αρχή ενός καινούργιου. Το συζητούσα με τα παιδιά μου, προσπαθώντας να ερμηνεύσω την απαισιοδοξία, για το πόσο διαφορετικά ήταν τα πράγματα όταν εγώ αποφοιτούσα κι έπεφτε το τείχος του Βερολίνου. Σήμερα τα πράγματα είναι τελείως διαφορετικά. Όμως ορισμένες σταθερές παραμένουν. Η Ελλάδα σε σχέση με το πού ήταν πριν από 5 χρόνια είναι πιο ισχυρή οικονομικά και γεωπολιτικά, μια χώρα της οποίας η γνώμη μετράει πιο πολύ στην Ευρώπη και μια χώρα που έχει εκμεταλλευτεί την ήπια ισχύ. Τα λέω αυτά γιατί είναι θεμέλια μιας εξωτερικής πολιτικής που παρέχει ασφάλεια».

«Πώς γίνεται να μην μετέχει η Ευρώπη στην Ουκρανία όταν ο πόλεμος είναι στην Ευρώπη;» απόρησε ο πρωθυπουργός ερωτηθείς για την κριτική που δέχεται. «Και πώς η Ευρώπη και η Ελλάδα να μείνουν αδιάφορες σε μια απροκάλυπτη εισβολή που επιβάλλει τον νόμο του ισχυρού;» συμπλήρωσε σε ανάλογο ύφος.

«Η Ευρώπη συνολικά ως ΕΕ και ως κράτη – μέλη του ΝΑΤΟ πρέπει να πάρει πιο σοβαρά την ασφάλειά της» υπογράμμισε, προσθέτοντας πως «κανείς δεν είναι σίγουρος για το πώς θα συμπεριφερθεί ο πρόεδρος Τραμπ» που όμως «έχει άλλη εμπειρία πλέον».

Ανέλυσε επίσης γιατί «έχει μεγάλη σημασία η συνεργασία με την Ινδία».

«Στην ώρα τους οι κυβερνητικές αποφάσεις για τον Πρόεδρο»

Ο Κυρ. Μητσοτάκης κλήθηκε να τοποθετηθεί στην κουβέντα που έχει ανοίξει για τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας.  «Προσπάθησα, όχι επιτυχώς, από τον Σεπτέμβριο να κλείσω τη συζήτηση. Η χώρα έχει Πρόεδρο της Δημοκρατίας και θεσμικά δεν είναι ευπρεπές να γίνεται αυτή η συζήτηση. Θα ανακοινώσω τις κυβερνητικές αποφάσεις στην ώρα τους. Όταν το ορίζουν οι συνταγματικές προθεσμίες – τέλη Ιανουαρίου» ξεκαθάρισε.

Απαντώντας σε ερώτηση για την εκδοχή μετάλλαξης του κόμματος, δεν διαφώνησε ότι «προφανώς και η Νέα Δημοκρατία έχει πάει αλλού».

Είπε με σαφήνεια πάντως πως «τα κόμματα εξελίσσονται γι’ αυτό και πήραμε 40%. Δεν είπα ποτέ ότι θα κρατήσω την ίδια ΝΔ. Είχα πει ότι θα την εξελίξω. Στο τέλος το σκορ μετράει. Αυτή η πολιτική δικαιώθηκε σε τρεις εκλογικές αναμετρήσεις. Σήμερα δεν αμφισβητεί κανείς, παρά τη φθορά, ότι η ΝΔ είναι η κυρίαρχη δύναμη και η μόνη με κυβερνητική πρόταση για τη χώρα. Έχουμε ένα σχέδιο, αρέσει-δεν αρέσει, και θα κριθούμε το 2027 αν υλοποιήσαμε τις δεσμεύσεις του 2023».

«Δεν αλλάζει ο εκλογικός νόμος»

«Μήπως να κοιτάξουμε τι συμβαίνει γύρω μας; Σε άλλες κυβερνήσεις άλλων χωρών;» προέτρεψε και συνέχισε: «Το 2024 ήταν μια άχαρη χρονιά για τις κυβερνήσεις εξαιτίας της συσσωρευμένης ακρίβειας. Αλλά η ΝΔ παρά τη φθορά έχει μια ισχυρή και σταθερή κοινοβουλευτική πλειοψηφία, προηγείται μακρά δημοσκοπικά και τα καλύτερα είναι μπροστά μας έστω κι αν υπάρχει συγκρατημένη απαισιοδοξία. Οι τιμές έχουν σταματήσει να ανεβαίνουν όπως ανέβαιναν και οι μισθοί θα συνεχίσουν να αυξάνονται. Το 2025 θα είναι καλύτερο από το 2024 και το 2025 καλύτερο του 2026».

Για το ενδεχόμενο κυβερνητικών συνασπισμών, παραδέχθηκε ότι «ακολουθώ μια στρατηγική θεσμικής σταθερότητας. Δεν θα αλλάξουμε τον εκλογικό νόμο. Οι όροι του παιχνιδιού δεν αλλάζουν επειδή συμφέρουν την κυβέρνηση. Μόνο μια παρέμβαση θα γίνει για την ψήφο των Ελλήνων του εξωτερικού. Το το τι θα γίνει το 2027 είναι πολύ μακρινό. Ούτε κανείς μπορεί να προβλέψει την κατανομή των δυνάμεων σε 2,5 χρόνια από τώρα. Οι αυτοδύναμες κυβερνήσεις είναι καλύτερες από αυτές της συνεργασίας. Είδαμε τι έγινε στη Γερμανία με την multiculti κυβέρνηση. Βλέπουμε τι γίνεται και στη Γαλλία».

«Στην Ευρώπη αλλάζουν οι κυβερνήσεις, εδώ αλλάζουν οι αντιπολιτεύσεις» σχολίασε με νόημα.

«Για τη συνταγματική αναθεώρηση χρειάζονται συναινέσεις, θα βρούμε τους 181»

«Ο γαλλογερμανικός άξονας είναι κρίσιμος. Στη Γερμανία θα έχουμε κυβέρνηση, κεντροδεξιά με συμμαχίες. Η Γαλλία είναι πιο σύνθετη κατάσταση. Έχουμε όμως μια ισχυρή Ευρωπαϊκή Επιτροπή με συνέχεια και την ίδια πρόεδρο κι αυτό δημιουργεί ευκαιρίες για την Ελλάδα, διαμορφώνοντας πολιτικές εκμεταλλευόμενη τα πολιτικά κενά άλλων χωρών» ανέφερε.

Κατέληξε δε λέγοντας ότι «για πολλά έχω μετανιώσει. Έχει πάντα μια αξία να μπορούμε με ειλικρίνεια να αξιολογούμε τις πολιτικές μας και πώς μπορούμε να γίνουμε καλύτερη. Είναι προσέγγιση αυτοβελτίωσης που καλό είναι να υπάρχει. Δεν έχω μπει στον κίνδυνο της αλαζονείας και της απομόνωσης στο πρωθυπουργικό γραφείο. Δεν είναι τυχαίο ότι επιλέγω να είμαι συνεχώς εκτός Μαξίμου και να διαπιστώνω ότι τα πράγματα δεν είναι ακριβώς όπως πιστεύουμε. Χρειάζεται αυτή η αντίληψη και προσπαθώ να την εμφυσήσω στα υπόλοιπα μέλη της κυβέρνησης. Η συνταγματική αναθεώρηση θα μας απασχολήσει στα τέλη του 2025 και στις αρχές του 2026. Έχει πολλές επιμέρους ιδέες. Χρειάζονται συναινέσεις. Δεν είμαι σίγουρος ότι η συγκεκριμένη πολυδιασπασμένη Βουλή της οξύτητας και των λαϊκισμών μπορεί να εξυπηρετήσει την αναθεώρηση. Τους 181 πάντως μπορούμε να βρούμε».