Ενα από τα πλέον ισχυρά χαρακτηριστικά της ελληνικής κοινωνίας κατά την Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία είναι το διαρκές αίσθημα αντιπάθειας έναντι των Ηνωμένων Πολιτείων της Αμερικής. Για λόγους ιστορικούς, πολιτικούς και πολιτισμικούς, η ελληνική κοινή γνώμη υπήρξε η πλέον αντιαμερικανική στην ΕΕ. Σήμερα όμως υπάρχει μια ευρεία συναίνεση ότι οι σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ βρίσκονται σε ‘νέα φάση’, αναβαθμισμένες και πολυδιάστατες, τόσο σε γεωπολιτικό επίπεδο όσο και στο οικονομικό πεδίο των επενδύσεων.
Η τροποποίηση της Συμφωνίας Αμοιβαίας Αμυντικής Συνεργασίας προσέδωσε χρονικό βάθος στη διμερή συνεργασία, ενισχύοντας τις εντυπώσεις στο δημόσιο διάλογο ότι οι σχέσεις μεταξύ των δύο χωρών είναι στο βέλτιστο σημείο της ιστορίας τους. Ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης σε πρόσφατη δήλωση του ανέφερε ότι «το πρόσημο των ελληνοαμερικανικών σχέσεων είναι εθνικό και όχι παραταξιακό».
Ισχύει όμως αυτή η αξιολόγηση για όλη την περίοδο από το 1974 μέχρι το 2024; Υπάρχει διακύμανση στο φαινόμενο; Πότε συντελείται η μεταβολή και πώς ερμηνεύεται; Πώς έχει διαμορφωθεί διαχρονικά ο λόγος των κομματικών ελίτ για τις ΗΠΑ στο πολιτικό τοπίο και πώς έχει κινηθεί αντιστοίχως η κοινή γνώμη, είναι μερικά από τα ερωτήματα με τα οποία καταπιάνεται η παρουσίασή μας. Για να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα χρησιμοποιούμε την καινοτόμο μεθοδολογικά διαδικασία επεξεργασίας «μεγάλων δεδομένων» για να εξετάσουμε 102 κομματικά μανιφέστα για 24 πολιτικά κόμματα που έχουν εκπροσωπηθεί στο ελληνικό κοινοβούλιο τα τελευταία 50 χρόνια και να αναλύουμε 1.365.310 κοινοβουλευτικούς λόγους για την περίοδο 1989-2024. Τέλος εξετάζουμε την κοινή γνώμη, μέσα από έρευνες του Ευρωβαρομέτρου, της MRB και της διαΝΕΟσις από το 1980 έως το 2024.
Μια πρώτη παρατήρηση αφορά στη «μεγάλη εικόνα»: το φαινόμενο δεν εξελίσσεται γραμμικά, έχει διακυμάνσεις. Τα κομματικά προγράμματα αναδεικνύουν μια αναλογική σχέση μεταξύ της σημασίας που δίνουν τα κόμματα στον αντιαμερικανισμό και του αρνητικού συναισθήματος έναντι των ΗΠΑ: όσο λιγότερη σημασία δίνουν τα κόμματα στις ΗΠΑ, τόσο μειώνεται το αντιαμερικανικό συναίσθημα στο λόγο τους. Όταν εξετάζουμε τη διακύμανση του φαινομένου με βάση την ιδεολογία των κομματικών προγραμμάτων, βρίσκουμε ότι μέχρι το 1989-1990 υπήρχε διαφοροποίηση μεταξύ τους, με τα αριστερά κόμματα (κομμουνιστικά και σοσιαλιστικά) να τοποθετούνται κατά των ΗΠΑ και τα κεντροδεξιά υπέρ.
Ωστόσο, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, οποιαδήποτε διαφοροποίηση προκύπτει κυρίως από τις αλλαγές στα προγράμματα της άκρας αριστεράς. Τα κεντροδεξιά και κεντροαριστερά κόμματα παραμένουν φιλοαμερικανικά στη μεταψυχροπολεμική περίοδο στα επίσημα κείμενά τους, αν και συγκρατημένα. Η άνοδος της ακροδεξιάς από τα τέλη της δεκαετίας του 2000, συμβάλλει επίσης στο αντι-αμερικανικό ρεύμα. Συγκεντρωτικά, η ανάλυση σε μεγάλη διάρκεια δείχνει ότι είναι ο αντι-αμερικανισμός, και όχι ο φιλοαμερικανισμός, που αποτελεί την κυρίαρχη τάση στον λόγο των προγραμμάτων των κομμάτων.
Η εμπειρική αποτίμηση της ιδεολογίας των κομμάτων στη βαρύτητα του φαινομένου αναδεικνύει περίπου την ίδια τάση με την ανάλυση των προγραμμάτων: κεντροδεξιά και κεντροαριστερά κόμματα από το τέλος του Ψυχρού πολέμου ακολουθούν σαφώς φιλοαμερικανικό μονοπάτι, ενώ τα άκρα αριστερά και άκρα δεξιά κόμματα αντι-αμερικανικό. Τα κεντροαριστερά και κεντροδεξιά κόμματα έχουν επίσης το μεγαλύτερο μερίδιο των αναφορών στις ΗΠΑ μέχρι το 2008, οπότε ο συσχετισμός αυτός αλλάζει. Ενώ δηλαδή το θέμα των ΗΠΑ έγινε λιγότερο σημαντικό για τα συμβατικά κόμματα κατά τη διάρκεια της οικονομικής κρίσης, τα ακραία κόμματα το προτεραιοποίησαν. Αυτή η αλλαγή εξηγεί γιατί η συνολική προς τις ΗΠΑ την εν λόγω περίοδο αποτιμάται εμπειρικά ως αρνητική στον κοινοβουλευτικό λόγο.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν ωστόσο τα πρώιμα ευρήματα από την ανάλυση της κοινής γνώμης. Η μεγάλη εικόνα δείχνει ότι το φιλοαμερικανικό συναίσθημα έφτασε στο αποκορύφωμά του κατά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου και στη συνέχεια άρχισε να μειώνεται μέχρι να αρχίσει να αυξάνεται σταθερά μετά το 2010. Ωστόσο, παρά τις ανοδικές τάσεις, το συνολικό συναίσθημα παραμένει αρνητικό σχεδόν σε όλη τη διάρκεια της υπό μελέτης περιόδου.
Η κυρία Λαμπρινή Ρόρη είναι Επίκουρη Καθηγήτρια Πολιτικής Ανάλυσης ΕΚΠΑ.
Η κυρία Ειρήνη Καραμούζη είναι Καθηγήτρια Σύγχρονης Ιστορίας, Πανεπιστήμιο του Sheffield & Αμερικανικό Κολλέγιο Ελλάδος.