Γιάννης Σκουρλέτης στο ΒΗΜΑ: «Γιατί κάνω θέατρο; Για να μην είμαι μόνος»

Ο Γιάννης Σκουρλέτης εξηγεί στο ΒΗΜΑ γιατί ένα τραύμα μπορεί τελικά να είναι ένα ανεκτίμητο δώρο με αφορμή τη sold out παράσταση «Μάθε με να φεύγω» της καλλιτεχνικής ομάδας του bijoux de kant.

Ήταν πριν από 15 χρόνια που μια αδήριτη ανάγκη – και ακαταμάχητη επιθυμία μαζί- καθοδήγησε τον Γιάννη Σκουρλέτη για να δημιουργήσει την ομάδα bijoux de kant. Και μέσω αυτής να προτείνει ένα σίγουρα όχι συμβατικό τρόπο έκφρασης, δημιουργώντας και καθιερώνοντας τελικά ένα υβριδικό είδος θεατρικής πράξης που μέσα της ενσωματώνει, όπως εξηγεί ο αεικίνητος δημιουργός, στοιχεία τόσο από το θέατρο όσο και από τις καλές τέχνες, τη μουσική, το χορό, τη θεωρία και την επιστήμη. Για κάποιους θα μπορούσε να θεωρηθεί ένα πείραμα ή άλλοι να το εκλάβουν ως ρίσκο.

Όπως κι αν το δει κανείς, η πραγματικότητα δεν αλλάζει. Η bijoux de kant κατάφερε να βρει χώρο, φωνή και κυρίως κοινό, να δημιουργεί θεατρικά γεγονότα που αφορούν και ενδιαφέρουν και, αν μιλάμε για την τρέχουσα θεατρική περίοδο, να φτιάχνει παραστάσεις που δεν ισχυρίζονται απλώς εν είδει μάρκετινγκ, αλλά είναι στ’ αλήθεια sold out. Το «Μάθε με να φεύγω», ένα έργο του Άκη Δήμου που περίμενε για χρόνια μάλλον με στωικότητα τη στιγμή του για να παρουσιαστεί, γίνεται το όχημα για μια συζήτηση με την ψυχή και την κινητήριο δύναμη της bijoux de kant.

Φωτογραφίες: Αλέξανδρος Σκουρλέτης

Πώς έφτασε στα χέρια σας το «Μάθε με να φεύγω» του Άκη Δήμου – αν διάβασα σωστά ήταν ένα έργο που υπήρχε χρόνια στα συρτάρια του συγγραφέα. Και γιατί επιλέξατε να το ανεβάσετε τώρα;

Έχετε δίκιο. Όντως υπήρχε στα συρτάρια του Άκη. Με τον Άκη έχουμε συνεργαστεί πολλές φορές τα τελευταία χρόνια, και η αλήθεια είναι ότι αυτή η φορά είχε κάτι το πιο ιδιαίτερο. Τις προηγούμενες φορές τα έργα προέκυπταν μέσα από μία ιδέα, είτε δική μου είτε του Άκη—μία ιδέα την οποία την συζητούσαμε, την επεξεργαζόμασταν, την χτίζαμε και σιγά-σιγά γεννιόταν ένα κείμενο το οποίο διαμορφωνόταν φυσικά και αργότερα, κατά τη διάρκεια των προβών. Αυτή την φορά δεν συνέβη αυτό.

Ο Άκης έχει γράψει αυτό το κείμενο πολύ παλιότερα και είχε μείνει στο συρτάρι του. Όταν τον ρώτησα, αν είχε κάτι που δεν είχε παρουσιαστεί, μου έστειλε το «Μάθε με να φεύγω». Όσον αφορά το δεύτερο μέρος της ερώτησής σας, έχω την αίσθηση ότι δεν είναι ποτέ μία απόφαση απολύτως καθαρή. Κάπως τα έργα έρχονται σε εμάς ή εμείς τα συναντάμε χωρίς να προκύπτουν πάντα μέσα από μια καθαρή λογική απόφαση.

«Ο στόχος μου είναι να αντιλαμβάνομαι στο τέλος της ημέρας ότι έχω καταφέρει μία νίκη. Θέλω να σκέφτομαι πάντα ότι ακόμα και οι ήττες μας μονοπάτι προς τις νίκες μας είναι».

Διαβάζω ότι η παράστασή σας είναι με έναν τρόπο μια ανάγνωση του μύθου του Οδυσσέα και της Πηνελόπης, ιδωμένη μέσα από τη δική σας, «λοξή», όπως την έχετε χαρακτηρίσει, ματιά. Τι είναι λοιπόν το «Μάθε με να φεύγω»;

Το έργο όντως ξεκινάει από τον μύθο της επιστροφής του Οδυσσέα στην Πηνελόπη του και στην Ιθάκη, μόνο που ο δικός μας Οδυσσέας δεν είναι ο Ομηρικός ήρωας, αλλά ο αντιήρωας. Είναι ένας ηττημένος και ρημαγμένος άνθρωπος ο οποίος επιστρέφει μετά το μακρινό του ταξίδι, για να συναντήσει μία αναπάντεχη πραγματικότητα την οποία καν δεν γνωρίζει.

Το «Μάθε με να Φεύγω» είναι ένα ακατάτακτο έργο που άλλοτε φλερτάρει με το, ξεχασμένο σήμερα, είδος του μπουλβάρ, άλλοτε με το ψυχολογικό θέατρο δωματίου, άλλοτε με τις ιστορίες μυστηρίου κι άλλοτε με τα παλιά, αισθηματικά ρομάντζα των περιπτέρων. Και που ενώ ονειρεύεται πως είναι δράμα, κρατάει σφιχτά το χέρι της κωμωδίας. Είναι ένα τραγούδι για τους έρωτες που χάθηκαν και τους έρωτες που έρχονται, μία Οδύσσεια με προορισμό μία αυταπάτη.

«Μέσα από τις παραστάσεις μας λέμε πάντα μία ιστορία. Και αυτή η ιστορία είναι η ιστορία της μοναξιάς».

Αλήθεια, πώς μαθαίνει κανείς να φεύγει – ειδικά σε μια εποχή που οι περισσότεροι έχουν δώσει στο (όποιο) βόλεμα διαστάσεις ιερού δισκοπότηρου;

Αναμφισβήτητα, η εποχή που ζούμε είναι μία αντιηρωική εποχή. Οι άνθρωποι βολεύονται στην συνήθεια και στην ασφάλεια που τους παρέχει ένα σύστημα το οποίο επιφανειακά τους καλύπτει αλλά ουσιαστικά όχι. Ζούμε σε μία εποχή υπερκαταναλωτική, το σύστημα ανατροφοδοτείται και φτιάχνει τους μηχανισμούς μόνο του, οπότε η προσπάθεια να αποδράσει κανείς από αυτό είναι εξαιρετικά δύσκολη, έως αδύνατη. Το θέατρο, είτε συμμετέχοντας σε αυτό είτε παρακολουθώντας το, είναι πάντα ένας τρόπος να αντισταθεί κανείς στο σύστημα και στο κατεστημένο.

Οι περισσότεροι κριτικοί θεάτρου έχουν εκφραστεί πολύ θετικά για την παράστασή σας. Σας ενδιαφέρει η γνώμη των ειδικών; Μπορεί να σας καθοδηγήσει ή να σας αποτρέψει;

Θέλω να πιστεύω ότι κάνω ένα θέατρο που απευθύνεται σε όλους τους ανθρώπους – και στους ειδικούς και στους μη ειδικούς. Για το ζήτημα του κριτικού λόγου μετά την επέλαση των social media είναι πολύ μεγάλη κουβέντα. Έχει δημιουργήσει έναν πληθωρισμό απόψεων ο οποίος μπορεί, πολλές φορές, να δημιουργήσει μία σύγχυση. Τελικά όμως, πιστεύω ότι ο δημιουργός πρέπει να επιστρέφει και να απαντά στο δικό του προσωπικό κέντρο συνείδησης και να είναι αυτός ο καθοριστικός παράγοντας του καλλιτεχνικού παραγόμενου έργου του.

Γράφετε στο σημείωμα της παράστασης ότι το «Μάθε με να φεύγω» είναι ένα τραγούδι για τις ήττες και τις νίκες μας μέσα στο χρόνο. Ποια θεωρείτε μια προσωπική μεγάλη ήττα σας και ποια τη μεγαλύτερή σας νίκη;

Ζούμε την ζωή μας με τον τρόπο που αντέχουμε. Πολλές φορές φυσικά οι επιλογές μάς μας καθορίζουν και οδηγούμαστε μέσα από αυτές είτε σε προσωπικές νίκες είτε σε προσωπικές ήττες. Ο στόχος μου είναι να αντιλαμβάνομαι στο τέλος της ημέρας ότι έχω καταφέρει μία νίκη. Θέλω να σκέφτομαι πάντα ότι ακόμα και οι ήττες μας μονοπάτι προς τις νίκες μας είναι.

Δεν μπορώ να μη σας ρωτήσω για το queer στοιχείο το οποίο είναι συνυφασμένο με τις παραστάσεις σας. Σας προβληματίζει, σας τρομάζει ή σας αποθαρρύνει το γεγονός ότι ενώ ένα μεγάλο μέρος της κοινωνίας μας δείχνει πια ανοιχτό σε οποιαδήποτε ετερότητα, υπάρχει ένα επίσης διόλου αμελητέο τμήμα που συντηρητικοποιείται;

Πάντα συμβαίνει αυτό στις μεγάλες ανατροπές και στις μεγάλες αλλαγές μέσα στην κοινωνία. Μία από αυτές που συντελείται τώρα είναι, ως γνωστόν, και η έννοια της συμπερίληψης, της αποδοχής του άλλου – έννοιες απολύτως απαραίτητες που οδηγούν ταυτόχρονα και σε μία αντίδραση. Αυτή η αντίδραση είναι που φέρνει και την συντηρητικότητα στην επιφάνεια, καθώς είναι ο τρόπος του συστήματος να αντισταθεί σε κάτι καινούργιο.

Αυτό που με ενδιαφέρει εμένα, είναι να μην συνθηματολογήσω, αλλά να μπω στην ουσία αυτού που ονομάζουμε queer, το οποίο αντιλαμβάνομαι ως την συνειδητοποίηση του τραύματος. Ένα τραύμα που είναι πληγή και δώρο μαζί. Δώρο, γιατί μας επιτρέπει ακριβώς να ανακαλύψουμε βαθύτερες προσωπικές άρα και συλλογικές θέσεις.

Νομίζω πως αν ένας θεατής νιώθει μια προσωπική σύνδεση με αυτό που βλέπει επί σκηνής και αυτό, χωρίς να το ξέρει, το νιώθει και ο διπλανός του, το νιώθει ο κάθε θεατής μέσα στην αίθουσα, ε, αυτό είναι μια συλλογική σύνδεση και πιστεύω πως ο καλλιτέχνης που το πετυχαίνει αυτό, νιώθει εκείνη τη στιγμή μια καλλιτεχνική πληρότητα όσο προσωπική κι αν ήταν η αφετηρία του δημιουργήματός του. Ή μάλλον ακριβώς γιατί ήταν προσωπική.

Πιστεύετε ότι το queer είναι τάση ή μόδα στο θέατρο; Φέρνει κόσμο; Πουλάει εισιτήρια; Εργαλειοποιείται από τους δημιουργούς;

Ναι. Σε πολλές περιπτώσεις συμβαίνει και αυτό. Το θέμα είναι ο κάθε δημιουργός να συναντά την αυθεντική του αισθητική, τον εσωτερικό του προβληματισμό και πάνω από όλα, να είναι ειλικρινής με τα υλικά.

«Αυτό που με ενδιαφέρει είναι να μην συνθηματολογήσω, αλλά να μπω στην ουσία αυτού που ονομάζουμε queer, το οποίο αντιλαμβάνομαι ως την συνειδητοποίηση του τραύματος. Ένα τραύμα που είναι πληγή και δώρο μαζί».

Το ρεύμα της πολιτικής ορθότητας που απ’ όσο αντιλαμβάνομαι δεν έχει αφήσει ανεπηρέαστο και το θέατρο σας απασχολεί; Σκέφτεστε δυο φορές τι θα πείτε και πώς θα το πείτε; Ή έχετε μείνει ανέγγιχτος από την (αυτο)λογοκρισία;

Ποτέ δεν μπορεί κανείς να μιλήσει απόλυτα και με απόλυτα συμπεράσματα. Πάντα επηρεαζόμαστε από αυτό που συμβαίνει γύρω μας και πάντα προσπαθούμε να αντιληφθούμε τι συμβαίνει μέσα μας. Ο ρόλος της τέχνης δεν είναι να δίνει κατά ανάγκην απαντήσεις, αλλά να θέτει τα ερωτήματα, γιατί μέσα από αυτά μπορούμε να φτάσουμε σε αυτό που λέτε «πολιτική ορθότητα» ή και σε οποιαδήποτε ορθότητα.

Αλήθεια, ποια ανάγκη σας καθοδήγησε για να δημιουργήσετε τη δική σας ομάδα πριν από δεκαπέντε χρόνια. Θυμάστε τη φαεινή στιγμή σας;

Τη θυμάμαι πολύ καλά. Η bijoux de kant δημιουργήθηκε γιατί είχαμε την ανάγκη για την ύπαρξη ενός πεδίου που δίνει χώρο σε έναν γόνιμο διάλογο ανάμεσα στο θέατρο, τις καλές τέχνες, τη μουσική, το χορό, τη θεωρία και την επιστήμη. Και αυτό ακριβώς είναι και η ομάδα: η συνύπαρξη πολλών ιδεών, πολλών αισθητικών, πολλών εκφράσεων. Ένα καλλιτεχνικό ιδίωμα που διακρίνεται για την υψηλή αισθητική, τις καινοτόμες πρακτικές, την κριτική στάση απέναντι στην επικαιρότητα καθώς και τη θεματολογία που σχετίζεται με τις έννοιες της ταυτότητας και της διαφορετικότητας.

Συνηθίζετε να λέτε ότι οι παραστάσεις σας θέλετε να θέτουν ερωτήματα για το τώρα. Μπορώ να σας ρωτήσω τι είναι εκείνο που σας απασχολεί στο τώρα μας;

Μέσα από τις παραστάσεις μας λέμε πάντα μία ιστορία. Και αυτή η ιστορία είναι η ιστορία της μοναξιάς. Όσο μεγαλώνει κανείς και αντιμετωπίζει την έννοια του επέκεινα ως μοιραία κατάληξη, τόσο ο θάνατος ενεργοποιεί τους μηχανισμούς για να αντισταθεί κανείς και να συνειδητοποιήσει τι γίνεται. Άλλωστε, και το επόμενο έργο που ετοιμάζουμε, που είναι το πρώτο έργο που έγραψε ο Μιχάλης Βιρβιδάκης, με τον οποίο έχουμε ξανά συνεργαστεί και στο παρελθόν, ονομάζεται «Η Γυναίκα και ο Ακροβάτης» και διαπραγματεύεται αυτό ακριβώς το ζήτημα. Το τέλος.

Τι θα απαντούσατε σε κάποιον που θα σας ρωτούσε γιατί κάνετε θέατρο;

Για να μην είμαι μόνος.

Και σε κάποιον που θα αναρωτιόταν γιατί να έρθει στο «Μάθε με να φεύγω»;

Για να συνειδητοποιήσει ότι ο άνθρωπος που φεύγει από κάτι ή από κάπου είναι αυτός που πάντα μένει πιο πολύ.

Info: «Μάθε με να φεύγω» του Άκη Δήμου σε σκηνοθεσία Γιάννη Σκουρλέτη στο bijoux de kant HOOD art space

Αγοράστε εισιτήρια για όλες τις κορυφαίες εκδηλώσεις στο inTickets.gr 

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.