«Ο,τι είναι να πάει χειρότερα, θα πάει χειρότερα».
Και δεν πρόκειται ακριβώς για το νόμο του Μέρφυ, αλλά για το νόμο της ζωής.
Με 1.453,53 ευρώ το μήνα σύνταξη, φερειπείν, η ζωή του ομότιμου καθηγητή – δεν μπορεί; – θα πάει χειρότερα.
Κι αν αφήσει τα πράγματα στην τύχη τους ο καθηγητής, αν δεν βρει άλλη «λύση», πάλι θα δημιουργηθεί ένα καινούργιο πρόβλημα. Κι αν, επιπλέον, πιστέψει στην αυταρέσκεια του Μητσοτάκη που, χειρονομώντας μεγαλοπρεπώς σαν τον πατέρα του, τον διαβεβαιώνει πως τα πράγματα δείχνουν ότι πηγαίνουν καλύτερα, θα κάνει λάθος, διότι αυτό που του συνιστά είναι απλώς να τροποποιήσει το πρόβλημα κι όχι τη λύση του.
Να αποφεύγει, ας πούμε, το πολύ σούπερ μάρκετ «τροποποιώντας» τις επιλογές των «προσφορών» στα καλάθια του Σκλαβενίτη.
Αν μάλιστα είναι χαμηλοσυνταξιούχος, να πάει στη λαϊκή μετά τις τρεις για τα αζήτητα.
Και επειδή ο Πρωθυπουργός δείχνει αρκούντως κεϊνσιανός ώστε να πρεσβεύει πως «δεν υπάρχει πιο λεπτό και πιο σίγουρο μέσο για την ανατροπή της υπάρχουσας βάσης της κοινωνίας από το να πληγεί το νόμισμα» (αυτά τσαμπουνάει στον Ανδρουλάκη), κρατάει καλού-κακού στα ύψη τον ΦΠΑ, αδιαφορώντας αν ο πληθωρισμός τον Νοέμβριο έχει διαμορφωθεί στα 3%, ενώ στην ευρωζώνη είναι στα 2,3% και ο καθηγητής αγοράζει το «Μινέρβα» πανάκριβα. Κατάλαβαν στη Κυβέρνηση ότι έχει αρχίσει να απασχολεί τον κόσμο το δίλημμα ανάμεσα σε αξιοπιστία και κυβερνησιμότητα;
Πως ο κόσμος δεν πιστεύει στο «το είπαμε, το κάναμε».
Πως, παρά την απαγορευτική ντιρεκτίβα περί αλαζονείας από το Μαξίμου προς τους υπουργούς, ο Γεωργιάδης μας έχει ταράξει στην αυταρέσκεια.
Πως δεν βλέπουν δια γυμνού οφθαλμού (ναι) την κατάθλιψη εκείνου του 67% των Ελλήνων έναντι ενός 33,2% τεθλιμμένων συγγενών μας Βουλγάρων.(βλ. τα περί «υποκειμενικής» φτώχειας στο ενδιαφέρον άρθρο του Α. Καρακούση, «Το Βήμα», 1.12.2024).
Πως δεν ακούν μουσική: τον Άντον Μπρούκνερ και όχι τον Αλεξάντρ Μπρυκνέρ.
Δεν αμφιβάλλω επίσης, πως και ο Κωστής Χατζηδάκης αντιλαμβάνεται ποιους ευνοούν οι περίοδοι υψηλού πληθωρισμού: τους πολύ πλούσιους!
Ο Κέινς και αυτό το έχει επισημάνει: «όλες οι μόνιμες σχέσεις μεταξύ οφειλετών και πιστωτών σε περιόδους υψηλού πληθωρισμού που αποτελούν το απόλυτο θεμέλιο του καπιταλισμού, γίνονται τόσο διαταραγμένες που πλέον δεν έχουν νόημα».
Νόημα έχουν τα υπερκέρδη των ολιγοπωλίων, η λοταρία και το «στοίχημα» στον ΟΠΑΠ.
Νόημα έχουν τα διαπλεκόμενα -όχι μόνο τα συμφέροντα αλλά και τα ενδιαφέροντα οικόπεδα στα νησιά.
Το: «περισσότερα χρήματα αλλά στοχευμένα» -σλόγκαν που λανσάρει τώρα το Μαξίμου- δεν διευκρινίζει επακριβώς την «στόχευση»: Πού; Ποιός; Γιατί;
Μπορεί λοιπόν η Κυβέρνηση να τάζει τα πάντα όσο δεν είναι ακόμα εξαρτημένη από τις ψήφους της Ακροδεξιάς αλλά από τον ξεθυμασμένο -λόγω μακρόχρονης υπηρεσίας- Μάκη Βορίδη.
Κυρίως τώρα που η Λατινοπούλου «δεν θα διαλύσει τη Φωνή της Λογικής για τον Σαμαρά» (sic).
Κατά τα άλλα πώς η εργασία να μην απελευθερώνει;
Είναι «μισή αλήθεια που σκουριάζει, την ίδια ώρα που οι ολόκληρες γίνονται λίπασμα».
Γι’ αυτό και άφησα στον ποιητή Γιάννη Στίγκα τον τελευταίο λόγο. Όμως, αυτός δεν μιλά για την Ελλάδα της ΝΔ, αλλά για το Άουσβιτς. (*)
Το ξέρω. Ένας λαός αρχίζει να πεθαίνει από τη στιγμή που ο υπερβολικός πλούτος αποβαίνει η μοναδική του έγνοια.
Στην περίπτωσή μας δηλαδή, το ένα τρίτο του λαού. Και μάλλον λιγότερο.
Διότι τα δύο τρίτα και βάλε, δεν πεθαίνουν.
Επιβιώνουν απλώς και πένονται.
Αρκεί το μετρό της Θεσσαλονίκης με κρύσταλλα και αυτόματες πόρτες στην αποβάθρα που θα ελαχιστοποιήσουν τις αυτοκτονίες;
Ε λοιπόν, το μετρό δεν αρκεί. Εκτός κι αν σε καιρό πολέμου χρησιμεύσει ως καταφύγιο ζωής, όπως τώρα στο Κίεβο. Το γνωρίζει άραγε ο Πούτιν πως η «τρύπα του Κούβελα» είναι συγχρόνως και απαστράπτων, υπόγειος αρχαιολογικός χώρος;
Λυπάμαι που δεν μπορώ να μοιραστώ ούτε τη χαρά του μετρό, ούτε του αναμένου δέντρου στο Σύνταγμα.
Άρχισα να νιώθω κι εγώ κάτι σαν Sonderkommando.
Ανέλαβα μάλιστα τη μνήμη των προκατόχων μου ποιητών στην μακάβρια υπηρεσία της λογοτεχνίας, παρότι το μυστικό της «Τελικής Λύσης» το ξέρουν πλέον όλοι, μια που γράφουν όλοι – «μετά το Άουσβιτς».
Η απαισιοδοξία μου όμως και η «μιζέρια» που μου επισήμανε κακίζοντάς με ο Πρωθυπουργός, είναι συχνά εποικοδομητική.
Γιατί λοιπόν να μην την εκθέσω και γιατί να μην εκτεθώ ;
Συχνά αναγκάζομαι να συμμετάσχω και σε συμβιβασμούς της στιγμής – προς τον εαυτό μου. Παραχωρήσεις, εκθέσεις και αυταπάτες. Αλλά είμαι της αρχής πως γράφει κανείς ελεύθερα μόνον όταν εκτίθεται σοβαρά ο ίδιος -ως άλλος και ως ίδιος συγχρόνως.
Το έχουν καταλάβει οι αναγνώστες πως «για να δύει ο ήλιος κάτι θα ξέρει».
Και πως όταν μπροστά στον τάφο, ο Άμλετ ρωτάει:
– «Ποιανού είναι αυτό το κρανίο;» -και κάτι ακόμα:
– «Κι ετούτο το μικρότερο, τίνος να είναι;», ο ποιητής του απαντά:
– «Πάλι του Γιόρικ, αλλά όταν ήταν μικρός». (**)
Υ. Γ.
Τους Sonderkommando, οι Ναζί, αφού έκαναν τη «βρώμικη» δουλειά στα στρατόπεδα (εξαγωγή πτωμάτων από τους φούρνους, κλπ) τους εκτελούσαν γιατί γνώριζαν το «μυστικό» της Τελικής Λύσης.
(*) Γιάννης Στίγκας, «Sonderkommando», εκδόσεις Άγρα, 2023.
(**) ό.π.