«Θα δώσω τη μάχη των εκλογών, επικεφαλής της ΝΔ το 2027, την υγειά μας να ‘χουμε. Αυτό είναι κάτι το οποίο το έχω ξεκαθαρίσει μέσα μου». Ο Κυριάκος Μητσοτάκης στην συνέντευξη του (ΑΝΤ1) ξεκαθάρισε τις προθέσεις του και θέλησε να βάλει τέλος στη φημολογία που τον έφερε να κάνει και άλλες σκέψεις. Στις επόμενες εθνικές εκλογές θα διεκδικήσει το ρεκόρ της τρίτης συνεχόμενης επανεκλογής του, δεν το έχει καταφέρει κανένας άλλος.

Εδώ που τα λέμε, δεν υπάρχει στην αναφορά του κ. Μητσοτάκη κάποια συνταρακτική είδηση. Θα μπορούσε ένας Πρωθυπουργός που δεν έχει καλά – καλά συμπληρώσει το μισό της θητείας του να στείλει χαιρετίσματα, να αφήσει να εννοηθεί ότι μπορεί και να μην είναι υποψήφιος; Όχι, γιατί, πολύ απλά, θα διαλυόταν το μαγαζί. Άπαντες θα ασχολούνταν με τους δελφίνους και τα σενάρια της επόμενης μέρας.

Δεν υπάρχει κάποια συνταρακτική είδηση στην αναφορά του Πρωθυπουργού και για ένα ακόμα ουσιαστικό λόγο. Στο μισό της δεύτερης θητείας του ο κ. Μητσοτάκης διατηρεί μια σημαντική υπεροχή έναντι των αντιπάλων του. Αυτή τη στιγμή είναι αμφίβολο αν υπάρχουν πολλοί πρόθυμοι να στοιχηματίσουν έστω και ένα ευρώ στο ενδεχόμενο να μην είναι η ΝΔ πρώτο κόμμα στις επόμενες εκλογές. Αυτό σημαίνει ότι ο κ. Μητσοτάκης, σε κάθε περίπτωση, θα έχει τον πρώτο λόγο στις όποιες μετεκλογικές εξελίξεις.

Υπάρχει μια ακόμα σημαντική παράμετρος που προκύπτει από την ίδια συνέντευξη. Ότι δεν αλλάζει ο εκλογικός νόμος. «Προσωπικά πιστεύω στις αυτοδύναμες κυβερνήσεις αλλά δεν πρόκειται να αλλάξω τους κανόνες του παιχνιδιού για να κάνω πιο εύκολη την αυτοδυναμία της ΝΔ» ανέφερε. Αυτό σημαίνει ότι ο πήχης της αυτοδυναμίας θα εξακολουθήσει να απαιτεί ποσοστά από τα οποία, αυτή τη στιγμή, απέχει η ΝΔ. Είναι, όπως δείχνουν οι δημοσκοπήσεις, κοντά στο 30%, χρειάζεται να πάει στη σφαίρα του 37%. Πόσο εύκολο είναι;

Η σειρά των δημοσκοπήσεων που είδαμε πρόσφατα επιβεβαίωσε την πολιτική υπεροχή της ΝΔ και του Κυριάκου Μητσοτάκη. Η φθορά της κυβέρνησης δείχνει να ανακόπτεται, ένα μέρος της εμπιστοσύνης προς το πρόσωπο του Πρωθυπουργού επανακτάται, αλλά η πολιτική ουσία παραμένει η ίδια. Η μεγάλη δύναμη της ΝΔ είναι, μάλλον, η αδυναμία των αντιπάλων της και όχι ο ενθουσιασμός που προκαλεί για το έργο της.

Ο κόσμος δεν αξιολογεί θετικά την κυβέρνηση Μητσοτάκη, η πλειοψηφία θεωρεί ότι η χώρα κινείται προς τη λάθος κατεύθυνση και τα μεγάλα προβλήματα της καθημερινότητας, όπως η ακρίβεια, παραμένουν άλυτα, μεγαλώνοντας τη δυσφορία που υπάρχει στην κοινωνία. Και αυτή η δυσφορία δεν είναι καθόλου αμελητέος παράγοντας.

Από την κυβέρνηση μεταδίδεται ότι όλα αυτά που ταλαιπωρούν τους πολίτες στην καθημερινότητα τους, θα αντισταθμιστούν από μια σειρά μεγάλων έργων (πχ Μετρό Θεσσαλονίκης) που θα παραδοθούν ή θα βρίσκονται στην τελική τους ευθεία. Θα υπάρχει, δηλαδή, ένα διαφορετικό τοπίο. Όμως, τα μεγάλα έργα δεν κερδίζουν εκλογές. Επ αυτού ο κ. Μητσοτάκης μπορεί να πάρει και τη γνώμη των στελεχών και των υπουργών που είναι στην κυβέρνηση και έχουν αναφορά στον Κώστα Σημίτη.

Με λίγα λόγια. Οι επόμενες εθνικές εκλογές έχουν ένα ξεκάθαρο φαβορί με βάση τους πολιτικούς συσχετισμούς αυτής της περιόδου. Κανείς, όμως, στην εποχή του πυκνού πολιτικού χρόνου, που τα πάντα μπορεί να ανατραπούν από τη μια στιγμή στην άλλη και από ένα μόνο γεγονός, δεν μπορεί να εκτιμήσει ότι θα είναι οι ίδιοι όταν θα στηθούν οι κάλπες. Ότι η ΝΔ θα εξακολουθήσει να είναι το ίδιο δυνατή και οι αντίπαλοι της (βασικά το ΠαΣοΚ) το ίδιο αδύνατοι.

Συνεπώς, είναι μάλλον νωρίς να μιλάμε για τρίτη τετραετία Μητσοτάκη. Ακόμα και για κυβέρνηση συνεργασίας με Πρωθυπουργό τον Μητσοτάκη.