Ογδόντα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τα Δεκεμβριανά του 1944, την εμφύλια σύγκρουση, μεταξύ των ελλήνων κομμουνιστών του ΕΑΜ/ΕΛΑΣ και των ελληνικών κυβερνητικών και βρετανικών δυνάμεων, που βύθισε στο αίμα την Αθήνα και που αποτέλεσε ένα ακόμα προοίμιο του ελληνικού εμφυλίου πολέμου, λίγους μήνες πριν την επίσημη έναρξη του, το 1946.
Με αφορμή τη μαύρη αυτή επέτειο, φιλοξενούμε στο BHMA Ηistory τον Στέφανο Δάνδολο, συγγραφέα του ιστορικού μυθιστορήματος «Τα αηδόνια της σιωπής» (Εκδόσεις Ψυχογιός).
«Τα αηδόνια της σιωπής» μιλούν για την ιστορία «του απελπισμένου ταξιδιού που έκανε ένας άνθρωπος μες στα Δεκεμβριανά, αναζητώντας τη δική του πατρίδα».
Εμείς, ζητάμε από τον Στέφανο Δάνδολο να μας μιλήσει για αυτά που, αν και γνώριζε καλά την ιστορία των Δεκεμβριανών, τα έμαθε καθώς έγραφε «Τα αηδόνια της σιωπής».
Ιστορία και μυθιστόρημα
Πόσο καλά γνωρίζατε την ιστορία των Δεκεμβριανών πριν ξεκινήσετε να γράφετε αυτό το βιβλίο;
Στέφανος Δάνδολος
Μπορείς, μεν, να ξεκινήσεις τη διαδικασία της προετοιμασίας και της έρευνας για ένα βιβλίο, χωρίς να γνωρίζεις απολύτως τα ιστορικά γεγονότα, αλλά για να γράψεις την πρώτη λέξη, πρέπει οπωσδήποτε να σου είναι, πλέον, γνωστά. Ποτέ δεν ξεκινάς ένα μυθιστόρημα για μία ιστορική περίοδο χωρίς να τη γνωρίζεις επαρκώς. Η έρευνα λοιπόν πρέπει να είναι απαιτητική. Στην πορεία, πάντως, μαθαίνεις και κάποιες πολύ σημαντικές λεπτομέρειες, που, για μένα τουλάχιστον, είναι πολύ κομβικές και έχουν να κάνουν με το ανθρώπινο στοιχείο.
Αν θες, δηλαδή, να περιγράψεις κάποιον που έχει πεινάσει την εποχή εκείνη, ενώ εσύ στη ζωή σου δεν έχεις πεινάσει ποτέ, στην προσπάθειά σου να το κάνεις πειστικά για τον αναγνώστη, ανακαλύπτεις πράγματα για την ανθρώπινη ιδιοσυγκρασία που σού είναι πολύτιμα, και για την εποχή εκείνη και για το τώρα. Γιατί αυτές οι δύο εποχές λίγο μοιάζουν. Υπάρχει ζόφος και σήμερα. Οπότε ναι, όταν ξεκινάς να γράφεις πρέπει να έχεις κάνει τέτοια έρευνα, που να είσαι απόλυτα σίγουρος και στέρεος ότι αυτό το κατέχεις, στην πορεία όμως μπορείς να μάθεις λεπτομέρειες που ούτε καν τις είχες φανταστεί.
Πάμε λοιπόν σε αυτά που σας έμαθαν «Τα αηδόνια της σιωπής».
Φως
Ξεκινώντας από τις 12 Οκτωβρίου που είναι η Απελευθέρωση, γιατί τότε ξεκινάει το βιβλίο, μια λεπτομέρεια που μου έκανε τρομερή εντύπωση είναι η εξής. Ηταν Πέμπτη 12 Οκτωβρίου του 1944, το πρωί φεύγουν οι Γερμανοί και το απόγευμα, γύρω στις 19:30 – 19:45, φωταγωγείται, για πρώτη φορά ύστερα από περίπου τέσσερα χρόνια το κέντρο της Αθήνας. Και όταν λέω «φωταγωγείται» δεν εννοώ με κάποιον ιδιαίτερο τρόπο. Απλώς ανάβουν oι λάμπες του πεζοδρομίου και ανάβουν και οι βιτρίνες των μαγαζιών και ο κόσμος για πρώτη φορά μετά από τόσο καιρό βλέπει νύχτα την πόλη του ξανά, καθώς, λόγω του πολέμου, από μία ώρα και μετά επικρατούσε η υποχρεωτική συσκότιση και δεν υπήρχε τρόπος να δεις, οπότε ήταν η πρώτη φορά που οι Αθηναίοι είδαν με φως την πρωτεύουσα.
Πόσο κράτησε η χαρά
Το δεύτερο που μου έμαθαν τα «Αηδόνια» είναι ότι φεύγουν οι Γερμανοί 12 Οκτωβρίου, όμως η χαρά δεν κρατάει παρά λίγα εικοσιτετράωρα. Εμείς εξάλλου, σε αντίθεση με άλλες χώρες, δυστυχώς δεν τη γιορτάζουμε την ημέρα της Απελευθέρωσης, γιορτάζουμε το «ΟΧΙ».
Πέμπτη 12 Οκτωβρίου, λοιπό, φεύγουν οι Γερμανοί και Κυριακή 15 Οκτωβρίου έχουμε τα πρώτα εμφύλια έκτροπα. Χαμηλά στην οδό Πανεπιστημίου, φασίστες ακροδεξιοί επιτίθενται σε ΕΑΜίτες. Το πεζοδρόμιο λίγο πιο κάτω από το Ρεξ γεμίζει από πτώματα. Ήταν η επίθεση που έκανε ένας τύπος, ονόματι Τάκης Μακεδόνας, μέλος φασιστικής οργάνωσης από τα βόρεια της Ελλάδας, που ήρθε στην Αθήνα και έκανε αυτήν την επίθεση.
Το γεγονός αυτό σηματοδοτεί τη μεγάλη μεταστροφή και το γεγονός ότι η χαρά δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση ερχόμενη από την Κατοχή. Υπάρχουν στοιβαγμένα πάρα πολλά μίση και πάθη και εκδηλώνονται με το τέλος της σκλαβιάς. Και το γεγονός ότι υπάρχουν αυτά, έχει να κάνει με το ότι δεν πολεμήσαμε ως έθνος σύσσωμο τους κατακτητές. Υπήρξαν πολλοί άνθρωποι που δεν πολέμησαν με τον ίδιο τρόπο που πολέμησαν άλλοι. Υπήρξαν άνθρωποι που δεν πολέμησαν καθόλου.
Πριν τα «Αηδόνια», πριν δηλαδή εντρυφήσω στο χρονολόγιο, να το πω έτσι, της Απελευθέρωσης, δεν μπορούσα να φανταστώ ότι τόσο γρήγορα έληξε το πάρτι και ξεκίνησε ο θρήνος.
Και εμένα, αρχική μου πρόθεση ήταν να δω την αντίφαση ανάμεσα στο φως και στο σκοτάδι. Αυτό είναι που με έλκει μυθιστορηματικά πάρα πολύ, εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Πώς περάσαμε λοιπόν, τόσο γρήγορα, από το φως στο σκοτάδι, από την Απελευθέρωση στα Δεκεμβριανά; Πώς βουτήξαμε από τη λύτρωση σε μια νέα απόγνωση;
Βία
Το τρίτο που δεν είχα υπόψιν μου πριν το βιβλίο αυτό, είναι ότι κάθε μέρα από τις αρχές Νοεμβρίου μέχρι και το τέλος του Νοέμβρη είχαμε συμπλοκές ανάμεσα σε ανθρώπους που ήταν γείτονες, ανάμεσα σε ανθρώπους που ήταν φίλοι. Έβλεπε η κοινωνία οικογένειες να χωρίζονται με βάση τα πολιτικά. Η αριστερή πτέρυγα ζητούσε την τιμωρία των δωσίλογων ενώ, από την άλλη, αυτή η τιμωρία δεν ήταν στα άμεσα σχέδια της κυβερνητικής πλευράς. Κι έτσι το πάθος ολοένα και μεγάλωνε. Και είχαμε πάρα πολλές ιστορίες βίας. Και φονικά είχαμε, και συμπλοκές, τα οποία στην ουσία προεικόνιζαν αυτό που θα συνέβαινε στις 3 του Δεκέμβρη.
Η στάση του Τσόρτσιλ
Κάτι άλλο που έμαθα είναι ότι όταν ξέσπασαν τα Δεκεμβριανά στις 3 Δεκεμβρίου, αμέσως ο Τσόρτσιλ φρόντισε να στείλει ενισχύσεις στην Αθήνα.
Με την φυγή των Γερμανών είχαν έρθει Βρετανοί στην Ελλάδα, οι οποίοι στην αρχή είχαν γίνει αποδεκτοί από όλες τις πλευρές. Στην πορεία όμως ήταν σαφές ότι εξυπηρετούσαν τα δικά τους συμφέροντα και συνέθεσαν μαζί με τους κυβερνητικούς τον αντίπαλο πόλο κόντρα στην αριστερή πτέρυγα.
Αυτό που δεν γνώριζα λοιπόν είναι ότι μετά τις 3 Δεκεμβρίου, ο Τσόρτσιλ εξόπλισε τις αθηναϊκές βρετανικές μονάδες παίρνοντας στρατιώτες από μέτωπα που συνέχιζαν να φλέγονται, γιατί φυσικά ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος στην Ευρώπη δεν είχε τελειώσει. Πήρε δηλαδή δυνάμεις που μάχονταν τις στρατιές του Χίτλερ, για να έρθουν να διεκπεραιώσουν το δικό μας ελληνικό πρόβλημα.
Και όλα αυτά 6 μήνες πριν το τέλος του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, όταν όλα ακόμα ήταν ανοιχτά.
Επίσης, κάτι άλλο που δεν ήξερα, σε σχέση με του Άγγλους, είναι ότι είχαν έρθει και Ινδοί στις βρετανικές μεραρχίες εδώ, στις οποίες «προήδρευε» ο Σκόμπι ο βρετανός στρατηγός και πως ο Μακμίλαν, ένα από τα πρωτοπαλίκαρα του Τσόρτσιλ, που τότε ήταν υπουργός Μεσογείου είχε μείνει στην Αθήνα πολλές ημέρες.
Αυτό, το τελευταίο, δείχνει πόσο σοβαρά έπαιρνε η βρετανική κυβέρνηση την ιστορία της Ελλάδας. Και μάλιστα σε μια εποχή που η βρετανική κοινή γνώμη και η Βουλή των Λόρδων, κατηγορούσαν τον Τσόρτσιλ για την εμπλοκή του στο ελληνικό ζήτημα.
Ο Τσόρτσιλ δέχτηκε φοβερή κριτική από μεγάλες εφημερίδες της Αγγλίας που έλεγαν ότι δεν χρειάζεται να ασχολείται με την Ελλάδα. Φυσικά, η μοιρασιά ανάμεσα στον Στάλιν και στον Τσόρτσιλ είχε γίνει. Ο Στάλιν είχε πάρει τις χώρες που ήθελε να ελέγξει, ο Τσόρτσιλ είχε πάρει εμάς, και αυτό που τον ενδιέφερε ήταν η μεταπολεμική τάξη πραγμάτων και αυτήν ήθελε να υπηρετήσει.
«Μεγάλη Βρετανία»
Η ιστορία του ξενοδοχείου «Μεγάλη Βρετανία» ήταν κάτι που επίσης μου έκανε μεγάλη εντύπωση στην έρευνά μου για «Τα αηδόνια της σιωπής». Το ΕΑΜ, λίγο πριν τα Χριστούγεννα του 1944, αποφασίζει να ανατινάξει το ξενοδοχείο για να στείλει ένα ηχηρό μήνυμα. Ίσως αυτό ήταν μια επιλογή που είχε να κάνει με το ότι το ΕΑΜ δεν είχε εισβάλει ακόμα στο κέντρο της Αθήνας, που το έλεγχαν οι κυβερνητικές δυνάμεις. Αν έμπαινε το ΕΑΜ, τα πράγματα μπορεί να ήταν πολύ διαφορετικά.
Παρόλα αυτά όμως, υπήρχαν ισχυρές δυνάμεις του ΕΑΜ στα βουνά και η μεγάλη απορία από τότε είναι γιατί δεν μεταφέρθηκαν από εκεί ενισχύσεις; Μπορεί το ΕΑΜ να μην ήθελε να αποδυναμώσει την παρουσία του στο βουνό. Όπως και να ‘χει, δεν το έκανε. Αποφασίζει όμως να ανατινάξει το ξενοδοχείο «Μεγάλη Βρετανία».
Όταν τοποθετούνται λοιπόν τα εκρηκτικά κάτω από το σημείο που βρίσκεται το ξενοδοχείο, μέσα από τις υπόγειες στοές, γίνεται γνωστό πώς ο Τσόρτσιλ έρχεται εσπευσμένα στην Αθήνα, ξημερώματα Χριστουγέννων του ’44. Το ΕΑΜ τότε, φοβούμενο, ότι ο Τσόρτσιλ θα έμενε στη «Μεγάλη Βρετανία», ανακαλεί την απόφασή του για ανατίναξη του ξενοδοχείου την τελευταία στιγμή. Ο Τσόρτσιλ έμεινε τελικά σε ένα θωρηκτό πλοίο στο Φάληρο.
Αναρωτιέμαι, όμως, τι θα συνέβαινε αν τελικά ο Τσόρτσιλ έμενε στη «Μεγάλη Βρετανία» και ανατιναζόταν το ξενοδοχείο. Αν γινόταν αυτή η ανατίναξη, η έκβαση του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου ενδεχομένως να ήταν πολύ διαφορετική.
Θύματα
Και σίγουρα δεν γνώριζα πως ο αριθμός των θυμάτων στα Δεκεμβριανά αποδείχθηκε μεγαλύτερος από τον αριθμό των νεκρών στο Αλβανικό Μέτωπο.
Τα «Αηδόνια της σιωπής», πάντως, είναι ένα βιβλίο που γράφτηκε μόνο και μόνο για να δείξω ότι πολλές φορές το συναίσθημα και η αγνότητα των ανθρώπων μπορούν να καταπολεμήσουν τον ίδιο τον ζόφο. Για να φωτίσω το γεγονός ότι η πατρίδα είναι μία έννοια, που μπορεί να αφορά και άλλους ανθρώπους. Για μένα, δηλαδή, η πατρίδα μου μπορεί να είναι και ένας άλλος άνθρωπος.
Γύρω από τον πρωταγωνιστή, χιλιάδες άνθρωποι πασχίζουν ή αποζητούν να διεκδικήσουν την πατρίδα που έχουν στο μυαλό τους και την καρδιά τους διαμέσου της βίας και μέσα από την πολιτική τους ιδεολογία, ενώ ο ίδιος ο πρωταγωνιστής αναζητά μία γυναίκα μέσα στην κόλαση των Δεκεμβριανών. Αναζητά, δηλαδή την πατρίδα στην οποία ο ίδιος θεωρεί ότι ανήκει. Αυτό είναι νομίζω το τέλειο contrast κόντρα στον ζόφο των Δεκεμβριανών.