Άλλοι 12 υπάλληλοι των Harrods, άνδρες αυτή τη φορά, κατήγγειλαν τον άλλοτε πανίσχυρο Άραβα ιδιοκτήτη της πανάκριβης αλυσίδας για βιασμούς και σεξουαλική κακοποίηση, αυξάνοντας τον ήδη δυσθεώρητο αριθμό των φερόμενων θυμάτων του Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ. Μέχρι στιγμής, 420 γυναίκες έχουν κατηγορήσει για ανάλογες ειδεχθείς πράξεις τον πρώην επικεφαλής του διάσημου πολυκαταστήματος.
Σύμφωνα με τις νέες καταγγελίες, οι 12 υπάλληλοι υπέστησαν τόσο σωματική όσο και λεκτική βία από τον ίδιο τον μεγιστάνα και τους σωματοφύλακές του. Ορισμένοι εξ αυτών υποστηρίζουν μάλιστα ότι υπέστησαν τέτοιο εκφοβισμό, που υποφέρουν από διαταραχή μετατραυματικού στρες και ψυχικά τραύματα λόγω των βιωμάτων τους.
Όλες τις κατηγορίες έχει αναλάβει να προωθήσει η ομάδα «Δικαιοσύνη για τους Επιζώντες των Harrods» («Justice for Harrods Survivors).
Πολλοί από τους άνδρες «έχουν προχωρήσει σε παρόμοιες καταγγελίες για εκφοβισμό, εξευτελισμό, άδικη απόλυση ή υποβιβασμό λόγω του Αλ Φαγέντ», δήλωσε πηγή στη βρετανική The Sun. «Σε κάποιες περιπτώσεις αναγκάστηκαν να φύγουν από τη δουλειά τους, αφού μίλησαν ανοικτά για τις τραυματικές τους εμπειρίες», πρόσθεσε.
Το «φανερό» μυστικό των Harrods
Ντοκιμαντέρ του BBC, που προβλήθηκε τον Σεπτέμβριο, αποκάλυψε ότι ο Μοχάμεντ Αλ Φαγέντ, ο οποίος πέθανε πέρυσι σε ηλικία 94 ετών, κακοποίησε σεξουαλικά γυναίκες εργαζόμενες στο πολυκατάστημα Harrods του Λονδίνου. Τις εξανάγκασε να υποβληθούν σε ιατρικές εξετάσεις και τις απείλησε με συνέπειες αν τολμούσαν να τον καταγγείλουν.
Ο Αλ Φαγέντ είχε αρνηθεί από την πρώτη στιγμή τις κατηγορίες εναντίον του. Όταν ζητήθηκε σχόλιο, τα Harrods, που ανήκουν πλέον στο Κατάρ, παρέπεμψαν το πρακτορείο Reuters σε προηγούμενες δηλώσεις τους, όπου ζητούσαν συγγνώμη και ανακοίνωναν ότι είχε ξεκινήσει μια διαδικασία αποζημίωσης για τις νυν και πρώην υπαλλήλους του.
Ο Μπρους Ντράμοντ, εκ των δικηγόρων που χειρίζονται την υπόθεση, ανέφερε ότι περισσότερες από 400 καταγγελίες προήλθαν από γυναίκες από όλο τον κόσμο, με τις περισσότερες από αυτές να αφορούν τη Βρετανία, ενώ υπήρχαν επίσης καταγγελίες από χώρες όπως οι ΗΠΑ, η Αυστραλία, η Μαλαισία, η Ισπανία και η Νότια Αφρική. «Αυτή είναι, κατά την άποψή μου, κακοποίηση σε βιομηχανική κλίμακα», τόνισε, προσθέτοντας ότι οι επιθέσεις συνέβαιναν όχι μόνο στα Harrods, αλλά και σε άλλες τοποθεσίες που σχετίζονταν με τις επιχειρήσεις του Αλ Φαγέντ, όπως το γήπεδο της ομάδας Φούλαμ, το ξενοδοχείο Ritz στο Παρίσι και το κτήμα του στο Σάρεϊ.
Μεταξύ των θυμάτων ήταν η κόρη ενός πρώην πρεσβευτή των ΗΠΑ στο Λονδίνο και η κόρη ενός γνωστού ποδοσφαιριστή, αν και οι δικηγόροι δεν ανέφεραν τα ονόματά τους.
Το ντοκιμαντέρ του BBC ανέφερε, επίσης, ότι τα Harrods δεν παρενέβησαν για να αποτρέψουν την κακοποίηση και βοήθησαν στη συγκαλυψή των κατηγοριών κατά την περίοδο που το πολυκατάστημα ανήκε στον Αλ Φαγέντ. Οι δικηγόροι επέκριναν το πρόγραμμα αποζημιώσεων, υπογραμμίζοντας ότι κάποια θύματα δεν αισθάνονται άνετα να επικοινωνήσουν απευθείας με το κατάστημα, καθώς εκεί υπέστησαν την κακοποίηση. Ο Ντράμοντ πρόσθεσε ότι ορισμένα υψηλόβαθμα στελέχη που εργάζονταν στα Harrods επί Αλ Φαγέντ, συνεχίζουν να εργάζονται εκεί και σήμερα.
Οι κατηγορίες περί σεξουαλικής κακοποίησης από τον Αλ Φαγέντ είχαν αναφερθεί και σε άλλα μέσα πριν το ντοκιμαντέρ του BBC, όπως το Vanity Fair το 1995, το ITV το 1997 και το Channel 4 το 2017. Οι δικηγόροι ανέφεραν ότι πολλές γυναίκες βρήκαν το θάρρος να μιλήσουν μόνο μετά τον θάνατο του Αλ Φαγέντ.