Η «woke κουλτούρα», μια έννοια μέχρι πρόσφατα άγνωστη, βρίσκεται στο επίκεντρο έντονων αντιπαραθέσεων.
Φανατικοί εχθροί και ένθερμοι υποστηρικτές αναφέρονται στη woke κουλτούρα για τόσο ετερόκλητα θέματα όπως είναι ο νόμος για την ισότητα στον πολιτικό γάμο και η Τελετή Έναρξης των Ολυμπιακών Αγώνων στο Παρίσι, ενώ στις πρόσφατες αμερικάνικες εκλογές φάνηκε ότι η στάση απέναντι στη woke κουλτούρα συνεπάγεται σημαντικά πολιτικά οφέλη ή απώλειες.
Πώς, όμως, έφτασε αυτός ο νεολογισμός να γίνει σημείο αναφοράς; Η ιστορία δείχνει ότι έπρεπε να γίνουν αρκετές ανατροπές και απροσδόκητες μεταστροφές στο πεδίο των δικαιωμάτων για να βρεθούμε στο σημερινό σημείο.
Μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, η φιλελεύθερη δημοκρατία των ατομικών δικαιωμάτων εμπλουτίστηκε με την καθιέρωση των κοινωνικών και πολιτισμικών δικαιωμάτων του κράτους πρόνοιας, τα οποία είχαν καθολικό χαρακτήρα καθώς απευθύνονταν τυπικά στο σύνολο του πληθυσμού. Ακολούθησαν οι δεκαετίες 1960-70, οι οποίες είδαν τα «νέα» κοινωνικά κινήματα της εποχής, μαζί με σημαντικά επιστημονικά ρεύματα (Σπουδές Φύλου, Πολιτισμικές Σπουδές, Μετααποικιακές Σπουδές), να φέρνουν στο προσκήνιο τα δικαιώματα που σχετίζονται με τη φυλή, το φύλο και τις μειονότητες.
Σημείο καμπής ήταν η δεκαετία του 90, όταν οι φιλελεύθερες ελίτ, αρχικά στις ΗΠΑ και στη συνέχεια στην Ευρώπη, μαζί με ένα μεγάλο μέρος της Αριστεράς, υιοθέτησαν την ατζέντα των έμφυλων, φυλετικών και μειονοτικών δικαιωμάτων. Φιλελευθερισμός και Aριστερά ερχόντουσαν την εποχή εκείνη αντιμέτωποι με το αξιακό κενό που προκάλεσε η κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού. Ο φιλελευθερισμός στερήθηκε τον αντίπαλό του, τον κομμουνισμό ως εχθρό της ελευθερίας, και η Αριστερά μπορούσε με μεγαλύτερη δυσκολία πλέον να αναφέρεται στο ιδανικό της ισότητας. Οι δύο πολιτικοί χώροι συνέκλιναν στην υπεράσπιση των έμφυλων και μειονοτικών δικαιωμάτων, στην οποία είδαν έναν τρόπο ανανέωσης της ηθικής και ιδεολογικής τους ταυτότητας.
Ειδικότερα, οι φιλελεύθερες ελίτ ενσωμάτωσαν την ατζέντα των δικαιωμάτων στην ευρύτερη, βορειοαμερικάνικης προέλευσης, ιδεολογία της πολυπολιτισμικότητας και της ποικιλομορφίας. Η ιδεολογία αυτή ήταν συμβατή με την παγκοσμιοποίηση της οικονομίας, η οποία αποτέλεσε τη βασική φιλελεύθερη οικονομική στρατηγική από τη δεκαετία του 80 και μετά. Με αφετηρία το αμερικάνικο πανεπιστήμιο, η φιλελεύθερη υπεράσπιση των δικαιωμάτων πήρε έναν ριζοσπαστικό χαρακτήρα – αυτή ήταν η κίνηση που κωδικοποιήθηκε στον όρο «woke κουλτούρα». Σε ευρωπαϊκό επίπεδο, η ατζέντα των δικαιωμάτων που σχετίζονται με τη φυλή, το φύλο και τις μειονότητες ενσωματώθηκε στην ιδεολογία του «United in diversity», η οποία αποσκοπούσε στην κατασκευή μιας κοινής πολιτισμικής ταυτότητας για έναν πολυεθνικό οργανισμό.
Τελικά, το ζήτημα των δικαιωμάτων που σχετίζονται με το φύλο (και σε μικρότερο βαθμό με τους μετανάστες) εν μέρει έχασε τον κινηματικό του χαρακτήρα και έγινε mainstream. Σε κάθε περίπτωση, πάντως, οι φιλελεύθερες ελίτ έκαναν και πραγματιστικές επιλογές που ερχόντουσαν σε αντίθεση με τις αρχές τους στο πεδίο των δικαιωμάτων, όπως στην περίπτωση του προσφυγικού ζητήματος από το 2015 και μετά.
Μετά από τρεις δεκαετίες παγκοσμιοποίησης και εμβάθυνσης της ευρωπαϊκής ενοποίησης, οι λιγότερο κερδισμένοι και οι χαμένοι των διαδικασιών αυτών – κυρίως από τα λιγότερο προνομιούχα στρώματα – δημιούργησαν κοινωνικο-πολιτικές συμμαχίες που εκφράστηκαν μέσα από διάφορα υπερσυντηρητικά μορφώματα και τα κόμματα της ακροδεξιάς. Η υποχώρηση της ισχύος της Δύσης και η μερική από-παγκοσμιοποίηση των τελευταίων ετών έδωσε περισσότερο χώρο στην κριτική ενάντια στην παγκοσμιοποίηση και την Ευρώπη. Ο ακροδεξιός λόγος στράφηκε εναντίον των δικαιωμάτων που σχετίζονται με τη φυλή, το φύλο και τις μειονότητες διότι συμβολίζουν την αποδόμηση των πολιτικών και πολιτισμικών σταθερών όσων αισθάνονται ότι ανήκουν σε μια απειλούμενη πλειοψηφία.
Ταυτόχρονα, οι υπερσυντηρητικοί και η άκρα δεξιά υπόσχονται την επιστροφή στο κράτος-έθνος και, μέσα από μια ειρωνεία της ιστορίας, εμφανίζονται ως υπέρμαχοι μιας μείζονος προοδευτικής μεταπολεμικής κατάκτησης, του κράτους πρόνοιας. Μπόρεσαν να κινηθούν σε αυτή την κατεύθυνση επειδή το κράτος πρόνοιας απευθύνεται στο εθνικό σώμα, αλλά και εκμεταλλευόμενοι το κενό που άφησαν οι σοσιαλδημοκράτες με τη φιλελεύθερη στροφή τους από την εποχή του Τρίτου Δρόμου και μετά.
Σήμερα, η άκρα δεξιά, γιγαντωμένη σε πολλές χώρες, ασκεί μέσα από τον πολιτικό ανταγωνισμό ισχυρές πιέσεις στη διαχείριση των δικαιωμάτων. Οι φιλελεύθερες ελίτ μπαίνουν στον πειρασμό να αποκηρύξουν τη woke κουλτούρα, όπως είδαμε πρόσφατα και στη χώρα μας. Κυρίως, όμως, κάνουν παραχωρήσεις στο πεδίο της μετανάστευσης, δημιουργώντας, με αυτό τον τρόπο, ένα καθεστώς πολλαπλών ταχυτήτων στην προστασία των δικαιωμάτων.
Ο Νίκος Σουλιώτης είναι Κοινωνιολόγος, ερευνητής στο ΕΚΚΕ