Αν το ΠαΣοΚ άνοιξε μία πόρτα με την τηλεοπτική συζήτηση των υποψηφίων προέδρων του, η μίμηση του παραδείγματος από το ΣΥΡΙΖΑ είναι αναμφίβολα μία ευχάριστη εξέλιξη. Και οι δύο διαδικασίες ήταν πολλαπλώς χρήσιμες και έδειξαν πολλά, διαφορετικά όμως στοιχεία για κάθε κόμμα.
Οι διαδικασίες του ΠαΣοΚ ολοκληρώθηκαν και η ηγεσία του έχει πλέον την τύχη της στα χέρια της. Θα φανεί πώς θα την διαχειριστεί και σε πόσους θα απευθυνθεί.
Η τηλεοπτική συζήτηση των υποψηφίων αρχηγών του ΣΥΡΙΖΑ παρουσίαζε ένα ενδιαφέρον, χωρίς να προσφέρει αναγκαστικά πολλούς λόγους ικανοποίησης στους συμμετέχοντες και σε όσους σκοπεύουν να συμμετάσχουν στην εσωκομματική εκλογική διαδικασία της προσεχούς Κυριακής.
Αποκαλύφθηκε από αυτή τη συνάντηση ότι πίσω από όλη αυτή την αναστάτωση, τις ύβρεις, τον πολιτικό αυτοεξευτελισμό και την παρακμή των τελευταίων μηνών, βρίσκεται το απόλυτο κενό. Πολιτικές προτάσεις τετριμμένες, παρωχημένες και εκ προοιμίου μη εφαρμόσιμες, ρητορική απολιθωμένη και βλέμματα που προέδιδαν ότι και οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές δεν έχουν την αναγκαία πίστη σε όσα διακηρύττουν.
Τα θαύματα στην πολιτική είναι σπάνια. Όποτε όμως συμβαίνουν, ευνοούνται και από τις συνθήκες. Αυτό συνέβη με το ΣΥΡΙΖΑ το 2015, με ευθύνες πολλών που συνειδητά ή όχι του έδωσαν ώθηση και πεδίο για να αναπτυχθεί.
Οι σημερινοί διεκδικητές της ηγεσίας του εξακολουθούν να υπερηφανεύονται για τη δραματική εκείνη περίοδο και την αχρείαστη περιπέτεια της χώρας. Αυτό είναι ίσως και το βασικότερο στοιχείο που δικαιολογεί μία βεβαιότητα.
Το γεγονός ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ουδέποτε αποτόλμησε μία περισσότερο ή λιγότερο γενναία αυτοκριτική, εκμηδενίζει κάθε ελπίδα του να ανακάμψει, όσο και αν ανακυκλώνονται πρόσωπα στην ηγεσία του.