Εν πολλοίς προδιαγεγραμμένη ήταν η αποπομπή του πρώην Πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά από τη ΝΔ, την οποία και ο ίδιος πιθανότατα ανέμενε. Ωστόσο η επαλήθευση εκείνων που την είχαν διαβλέψει διαμορφώνει ένα εντελώς διαφορετικό πολιτικό περιβάλλον.
Η σχέση Μητσοτάκη – Σαμαρά είχε διαρραγεί εδώ και καιρό, με κομβικό σημείο την ομιλία του πρώην Πρωθυπουργού στο Πολεμικό Μουσείο το προηγούμενο καλοκαίρι.
Έκτοτε, ο ίδιος είχε δείξει ότι δεν σκόπευε ούτε κάνει πίσω, ούτε να μετριάσει τις επιθέσεις του κατά της κυβέρνησης και του Κυριάκου Μητσοτάκη, ενώ προσφάτως ο Πρωθυπουργός εξέπεμψε από το Βουλή ένα σαφές μήνυμα ότι δεν θα ανεχόταν νέες βολές εις βάρος του.
Με την διαγραφή Σαμαρά διαμορφώνονται συνθήκες, ακόμη και μίας δυνάμει κυβερνητικής κρίσης και με πολλά ενδεχόμενα να μένουν ανοιχτά.
Το ενδιαφέρον εστιάζεται στη στάση που θα τηρήσουν στο εξής οι βουλευτές που πρόσκειται στον πρώην Πρωθυπουργό. Εκτιμάται ότι είναι λιγότεροι από δέκα και μένει να φανεί αν θα συνεχίσουν να εκφράζουν τη σκληρή γραμμή κριτικής προς την κυβέρνηση, αν ο Πρωθυπουργός θα ανεχτεί κάτι τέτοιο ή αν θα ανεξαρτητοποιηθούν οικειοθελώς, με κίνδυνο ακόμη και ανατροπής της κυβέρνησης ή πάντως, σημαντικής εξασθένησης της κυβερνητικής πλειοψηφίας.
Τα βλέμματα στρέφονται προφανώς στην ψήφιση του προϋπολογισμού στα μέσα Δεκεμβρίου και στο αν θα διατηρηθεί η συνοχή της ΚΟ της ΝΔ, ενώ μπορεί να θεωρείται βέβαιο ότι οι επιθέσεις του Αντώνη Σαμαρά κατά του Κυριάκου Μητσοτάκη θα είναι πλέον σφοδρές.
Υπό αυτές τις συνθήκες, το ενδιαφέρον εστιάζεται και στον Κώστα Αλ. Καραμανλή και τη στάση που θα τηρήσει, δεδομένου ότι εδώ και καιρό είχε συμπαραταχθεί με τον Αντώνη Σαμαρά και εγκαταλείποντας την τακτική της σιωπής των προηγουμένων ετών.