Αύγουστος Κορτώ: «Με αγαπούν με μιαν αγάπη δυσανάλογη ως προς την προσφορά μου»

Ο Αύγουστος Κορτώ μιλά στο ΒΗΜΑ με τον απροσποίητο και χαρισματικό τρόπο του με αφορμή την έκδοση του νέου του βιβλίου με τίτλο «Η καρδιά του πατέρα μου».

Ο Αύγουστος Κορτώ είναι μια sui generis περίπτωση συγγραφέα (και μεταφραστή). Ένας ακούραστος και ανεξάντλητος δημιουργός που καταφέρνει να «μιλά» σε πολλούς, διαφορετικούς, κυρίως ετερόκλητους μεταξύ τους ανθρώπους.

Αλλά την αξία του έργου του την έχουν περιγράψει και αναλύσει καλύτερα απ’ τον καθένα οι ειδικοί, όπως και την επιτυχία του την καταμαρτυρά το αδιαμφισβήτητο γεγονός πως κάθε καινούργιο συγγραφικό πόνημά του μοιάζει καταδικασμένο ήδη από τη σύλληψή του να βρίσκεται στη λίστα των best sellers.

Το πραγματικά ή μάλλον το ακόμα πιο ενδιαφέρον –και εδώ που τα λέμε αρκετά σπάνιο- στοιχείο αναφορικά με την περίπτωση του πολύπειρου και παραγωγικότατου συγγραφέα είναι ο τρόπος που καταφέρνει να μεταχειρίζεται και να αξιοποιεί το δημόσιο λόγο του.

Μπορεί, όπως λέει σε αυτήν εδώ τη συνέντευξη, στα κοινωνικά δίκτυά του να μοιράζεται και να καταγράφει απλώς ό,τι κατεβαίνει στο κεφάλι του, στην πραγματικότητα όμως πετυχαίνει να αφήνει ένα θετικό αποτύπωμα σε εκείνους που τον παρακολουθούν.

Και μάλιστα είτε μιλώντας για τα πιο βαθιά προσωπικά σκοτάδια του είτε για τις φωτεινές στιγμές και αναλαμπές του.

Πιάνοντας το νήμα από την αφορμή της έκδοσης του νέου βιβλίου του με τίτλο «Η καρδιά του πατέρα μου», ο Κορτώ μιλά για τα μικρά και τα μεγάλα της ζωής και της συγγραφής. Κυρίως το κάνει με τον άμεσο, εύστροφο, αβρό, μα αναπολογητικά πνευματώδη τρόπο του.


Μόλις κυκλοφορήσατε το δεύτερο βιβλίο σας για το 2024, μετά το «Σεξ και πώς να το αποφύγετε». Αναρωτιέμαι εάν έχετε νιώσει ποτέ ως μια ακούραστη μηχανή που παράγει κείμενα.

Απολαμβάνω το γράψιμο αφάνταστα – είναι η χαρά μου, το παιχνίδι μου. Κι έπειτα από τόσα χρόνια εξάσκησης, οι ιστορίες βγαίνουν σαν ανάσες. Γράφω εφτά με οχτώ βιβλία τον χρόνο – άλλο το ποια και πόσα εκδίδω. Κάποιος, ίσως, το έβρισκε παθολογικό, αλλά για μένα δεν υπάρχει άλλος τρόπος ύπαρξης. Γράφω γιατί είναι αδύνατον να μη γράφω.

Πώς γεννήθηκε η ανάγκη για τη συγγραφή του «Η καρδιά του πατέρα μου»; Θυμάστε τη στιγμή που το αποφασίσατε και τη στιγμή που ξεκινήσατε να γράφετε;

Ήθελα χρόνια να γράψω ένα βιβλίο για τον πατέρα μου, αλλά διαφορετικό απ’ της Κατερίνας – μια συνομιλία μ’ έναν άνθρωπο που άργησα πολύ να αναγνωρίσω ως στήριγμα και πηγή αστέρευτης αγάπης. Μάλλον έπρεπε να φτάσω στη μέση ηλικία για να ανατρέξω στις αναμνήσεις, και να προβώ στην ανατομία της περίπλοκης σχέσης μας.

«Μικρός πίστευα ότι θα πέθαινα νέος, ώστε ακόμα κι αν δεν κατάφερνα τίποτα στη ζωή μου, ο θάνατός μου να έχει μια χρονολογική τραγικότητα».

Έχετε κάποια συγκεκριμένη ρουτίνα όταν γράφετε; Γράφετε χειρόγραφα; Σε υπολογιστή; Θέλετε κάποια συγκεκριμένη συνθήκη για να αναμετρηθείτε με το λευκό χαρτί;

Γράφω στον υπολογιστή, με τεράστια ανάλυση διότι ακόμα προσποιούμαι ότι δεν έχω πρεσβυωπία, κι ακούω συνεχώς μουσική. Αυτά μου φτάνουν.

Θυμάστε την πρώτη φορά στην ζωή σας που αποφασίσατε να αποτυπώσετε τις σκέψεις σας στο χαρτί; Έχετε κρατήσει εκείνες τις σημειώσεις;

Τα διηγήματα που έγιναν το πρώτο μου βιβλίο ξεκίνησαν ως αφηγήσεις σε πολυαγαπημένη φίλη: άρχισα να της λέω διάφορες γκροτέσκες, άγριες ιστορίες, επηρεασμένες απ’ τον Σαντ, που ήταν κοινό μας ίνδαλμα, και κάποια στιγμή με προέτρεψε να τις γράψω. Θυμάμαι περισσότερο πόσο ξένος μου φαινόταν στην αρχή ο υπολογιστής – ένας αρχαίος 386 – και πόσο γρήγορα τον συνήθισα. Δεν έχω φυλάξει σημειώσεις, γιατί δεν κρατώ ποτέ χειρόγραφες σημειώσεις.

Μικρός πώς φανταζόσασταν τον εαυτό σας μεγάλο;

Δεν είχα τόση φαντασία – πίστευα απλώς ότι θα πέθαινα νέος, ώστε ακόμα κι αν δεν κατάφερνα τίποτα στη ζωή μου, ο θάνατός μου να έχει μια χρονολογική τραγικότητα.

Αλήθεια, γιατί γράφετε; Ποια ανάγκη σας ωθεί και τι ανατροφοδοτεί διαρκώς αυτή την ανάγκη;

Πρέπει να ρωτήσετε το ασυνείδητό μου, αλλά δεν θα σας απαντήσει – εδώ μετά βίας μιλάει σε μένα.

Έχετε μετανιώσει ή έχετε νιώσει ποτέ ότι σας έχει στοιχίσει το γεγονός πως μέσα από τα βιβλία σας καταθέτετε κομμάτια της ζωής και του εαυτού σας που κάποιοι θα διστάζαμε – το λέω καθ’ υπερβολήν- να συζητήσουμε ακόμα και με τον ψυχοθεραπευτή μας;

Όχι, καθόλου. Αν το γράψιμο δεν είναι συνθήκη απόλυτης ελευθερίας, πλήρους απουσίας φόβου, δεν έχει νόημα.

«Ποιο βιβλίο μου θα έσωζα αν αύριο καταστρεφόταν ο κόσμος; Ας είμαστε σοβαροί: θα κοιτούσα να σώσω κανένα βιβλίο καλύτερο απ’ τα δικά μου»

Μιλώντας για την έκθεση και τις προσωπικές καταθέσεις, δεν μπορώ να μη σας ρωτήσω για την έντονη παρουσία σας στα κοινωνικά δίκτυα. Είναι απότοκο της ανάγκης σας για επικοινωνία; Συμβατική υποχρέωση που έχουν πια όλοι οι δημιουργοί; Απλά μάρκετινγκ;

Χρησιμοποίησα εξαρχής το Facebook ως δημόσιο ημερολόγιο, κι ακόμα και τώρα μοιράζομαι σκέψεις, αισθήματα, φόβους. Η προώθηση των βιβλίων μου είναι μόνο ένα μικρό κομμάτι. Ως επί το πλείστον, ποστάρω ό,τι μου κατέβει.

Μπαίνετε στον πειρασμό να σας Googl-άρετε, να δείτε τι λένε και τι γράφουν οι άλλοι για σας; Σας νοιάζει;

Ξέρω πολύ καλά τι λένε οι άλλοι για μένα. Οι φίλοι μου, και το αναγνωστικό κοινό μου, με αγαπούν με μιαν αγάπη δυσανάλογη ως προς την προσφορά μου. Οι υπόλοιποι θεωρούν ότι είμαι μια αδιάκοπη ενόχληση – και το λέω ευγενικά. Αλλά αν έμπαινα στα σχόλια κάτω από κάθε ανάρτηση σάιτ που ξεσηκώνει ένα ποστ μου, θα έπρεπε να καταναλώνω τα τριπλάσια ηρεμιστικά.

Ας υποθέσουμε ότι αυτή σας τη συνέντευξη διαβάζει ένας άνθρωπος που δεν έχει ιδέα ούτε για σας, ούτε για το έργο σας. Μπορείτε να συστήσετε και να περιγράψετε τον εαυτό σας;

Διαβάζουμε συχνά συνεντεύξεις ανθρώπων που δεν γνωρίζουμε καθόλου; Ειλικρινά το ρωτάω. Πάντως, αν δεν είχε ιδέα ποιος είμαι, θα του έλεγα να διαβάσει κάποιο απ’ τα βιβλία μου – θα μάθει πολύ περισσότερα για μένα απ’ ό,τι μπορεί να περιέχει μια συνέντευξη.

Αλήθεια, τι πιστεύετε ότι βρίσκουν και εκτιμούν οι αναγνώστες στα βιβλία σας; Ποιο είναι το πιο ωραίο και το πιο φριχτό σχόλιο που σας έχουν κάνουν κάνει;

Νομίζω ότι τους αρέσει ο φαινομενικά ακατέργαστος προφορικός λόγος, το ότι διαβάζουν κι είναι σαν να ακούνε μια φωνή. Όσο για τα αρνητικά σχόλια, το πιο διασκεδαστικό που έχω διαβάσει είναι ότι, ένεκα παραγωγικότητας, αποκλείεται να γράφω όλα τα βιβλία μου εγώ – ότι έχω ένα μπουντρούμι με απλήρωτους συγγραφείς/σκλάβους που παράγουν γενόσημο Κορτώ.

«Κάποιος, ίσως, το έβρισκε παθολογικό, αλλά για μένα δεν υπάρχει άλλος τρόπος ύπαρξης. Γράφω γιατί είναι αδύνατον να μη γράφω»

Ως ένας από τους πλέον εμπορικούς και αναγνωρίσιμους συγγραφείς στην Ελλάδα, θα λέγατε ότι ένα best seller είναι απελευθερωτικό ή θέτει περιορισμούς σε ένα δημιουργό;

Κανένας περιορισμός, κανένα άγχος – τουλάχιστον για μένα. Μόνο χαρά, τρελή χαρά, κι ευγνωμοσύνη στους ανθρώπους που μου επιτρέπουν να ζω απ’ τα βιβλία μου.

Ποιο είναι το κρυφό σας ταλέντο; Είστε πολύ καλός σε κάτι άλλο, εκτός της συγγραφής και των μεταφράσεων;

Δεν είναι πολύ κρυφό – παρότι την έχω ρημάξει με το τσιγάρο, έχω υπέροχη φωνή. Εκπαιδεύτηκα σε σχολική χορωδία, και ξέρω πώς να την τοποθετώ, πώς να φτάνω τις δύσκολες νότες, πώς να μεταμφιέζω το γρέζι σε βιμπράτο.

«Το πιο διασκεδαστικό αρνητικό σχόλιο που έχω διαβάσει είναι ότι, ένεκα παραγωγικότητας, αποκλείεται να γράφω όλα τα βιβλία μου εγώ – ότι έχω ένα μπουντρούμι με απλήρωτους συγγραφείς/σκλάβους που παράγουν γενόσημο Κορτώ»

Ποια είναι η μικρή καθημερινή ιεροτελεστία σας; Έχετε κάποια ρουτίνα που απολαμβάνετε με τον εαυτό σας;

Κάθε πρωί, με τον πρώτο καφέ, πριν βγάλω βόλτα τον Τζέρι, ακούω μία ώρα μουσική – Χατζιδάκι, Σούμπερτ, Μούτση, Φίλιπ Γκλας, ό,τι μου ’ρθει.

Έστω ότι αύριο ο κόσμος καταστρέφεται κι εσείς έχετε τη δυνατότητα να σώσετε μόνο ένα από τα βιβλία σας. Ποιο διαλέγετε;

Ας είμαστε σοβαροί. Θα κοιτούσα να σώσω κανένα βιβλίο καλύτερο απ’ τα δικά μου.

Info: Το βιβλίο «Η καρδιά του πατέρα μου» όπως και το σύνολο του έργου του Αύγουστου Κορτώ κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.