Η ενσωμάτωση της Οδηγίας 2022/2041 για τον κατώτατο μισθό, όπως αποτυπώνεται στο σχέδιο νόμου που βρίσκεται προς διαβούλευση, ακολουθείται και από διθυράμβους της κυβέρνησης.

Ορισμένες παρατηρήσεις προς προβληματισμό:

α. Για την ενσωμάτωση της Οδηγίας στην εσωτερική έννομη τάξη συγκροτήθηκε Επιστημονική Επιτροπή, χωρίς τη συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων. Τι να κάνουν εξάλλου, αφού ο κυβερνήτης έχει προδιαγράψει την εξέλιξη του κατώτατου μισθού έως και το έτος 2027 και από το 2028 θα τον καθορίζει μια μαθηματική φόρμουλα. Στο μεταξύ η κυβέρνηση θα ευαγγελίζεται αυξήσεις, έως τον Ιούνιο του 2027 που θα γίνουν εκλογές με τη συμπλήρωση τετραετίας από το 2023 και στο μέλλον θα εισέλθουμε στην εποχή της προβλέψιμης διαφάνειας της μαθηματικής φόρμουλας σε άδηλο πολιτικό και οικονομικό περιβάλλον.

β. Κεντρικοί στόχοι της Οδηγίας η “επάρκεια” του κατώτατου μισθού και η προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων ώστε να καλύπτουν το 80% του εργαζόμενου πληθυσμού. Η αξιοπρεπής διαβίωση, υποβαθμίζεται στην “επάρκεια” του κατώτατου μισθού, δηλ στη στασιμότητα και την επιμελή αποσιώπηση του «αξιοπρεπούς μισθού» Οι συλλογικές διαπραγματεύσεις, εγκλωβίζονται σε θεσμικές επιτροπές Μελέτης και Διαβούλευσης με ανταλλαγή εγγράφων, χωρίς ίχνος διαλόγου έστω μεταξύ των κοινωνικών εταίρων, προφανώς για την αποφυγή ενδεχόμενης σύγκλισης απόψεων, που θα δημιουργούσε πολιτικές δεσμεύσεις στην Κυβέρνηση.

γ. Ο τρόπος καθορισμού του νομοθετικού κατώτατου μισθού λαμβάνει υπόψη δύο παράγοντες, τη φτώχεια του 20%του εργαζόμενου λαού (παρεπιπτόντος σήμερα είναι 30%) και τον ετήσιο πληθωρισμό και την παραγωγικότητα της οικονομίας. Ουσιαστικά διασφαλίζει τη στασιμότητα της αγοραστικής δύναμης και πανηγυρίζει η κυβέρνηση, ότι δεν πρόκειται να υπάρξει μείωση του κατώτατου μισθού. Δηλαδή σας διασφαλίζουν να μείνετε σταθερά – αυτόματα νομοθετικά – σε στασιμότητα. Σύγκληση προς τα πάνω, το σύστημα αυτό λέει όχι “Κοκορεύεται” όμως  η  κυβέρνηση. Είναι ρητός κανόνας Οδηγίας, υποχρεωτικός για τα κράτη μέλη και βεβαίως η διασφάλιση αξιοπρεπούς ή έστω επαρκείς αμοιβής απαλείφεται

Βασικός στόχος όμως των Ελλήνων εργαζομένων πολιτών με την ένταξη στην Ε.Ε ήταν η σύγκλιση με το μέσο ευρωπαϊκό κεκτημένο και ο κατώτατος μισθός να συγκλίνει προς τα πάνω και όχι μονάχα να καλύπτει τις πληθωριστικές ετήσιες καταστάσεις. Ο Έλληνας πολίτης αυτό λέει η EUROSTAT, βρίσκεται στο τέλος των κρατών -μελών της ζώνης ευρώ και προτελευταίος λίγο παραπάνω από τη Βουλγαρία σε αγοραστική δύναμη.

Συνεπώς δεν βλέπουμε σύγκλιση του κατώτατου μισθού, έστω προς το μέσο εθνικό, διότι με τη ρύθμιση αυτή ούτε με το μικροσκόπιο δεν θα βλέπει κανείς σύγκλιση με το μέσο ευρωπαϊκό μισθό. Η πραγματικότητα είναι αμείλικτη στους πίνακες της Eurostat βρισκόμαστε στον πάτο, για την αγοραστική δύναμη, στο πάτο με το ύψος των μισθών.

δ. Η κυβέρνηση σύμφωνα με την Οδηγία πρέπει να εφαρμόσει Σχέδιο Δράσης για την ενθάρρυνση των συλλογικών διαπραγματεύσεων. Όλοι γνωρίζουν ότι από το 2012 έως σήμερα με νομοθετικά μέτρα αποθαρρύνθηκαν οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και η κατάργηση τους είναι αναγκαία. Ιδού η Ρόδος ιδού και το πήδημα. Απαιτείται:

  • Άμεση κατάργηση του άρθρου 83 και 96 ν. 4808 για την υποχρεωτική εγγραφή στο ΓΕΜΗΣ ΟΕ και ΓΕΜΗ ΟΕ με κύρωση την ανάκληση της αναστολής της ικανότητας προς συλλογική διαπραγμάτευση. Κρατικός έλεγχος (κοινώς φακέλωμα) κάθε έκφρασης των κοινωνικο- επαγγελματικών συλλoγικών   υποκειμένων.
  • Άμεση αποκατάσταση της διαπραγματευτικής ισορροπίας μεταξύ εργοδοτών και εργαζομένων την οποία ανέτρεψε το άρθρο 57 του ν. 4808/2021 με τους περιορισμούς της μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία και πάντως κατάργηση του δευτέρου βαθμού διαιτησίας που με τον Ν. 4303/2014 αντικατέστησε την επίλυση συλλογικής διαφοράς συμφερόντων με ψευδονομικές τυπικότητες που «δικαστηριοποίησαν» την διαιτησία.
  • Άμεση αποκατάσταση και εφαρμογή του ν. 1876/1990 για τον καθορισμό του κατώτατου μισθού και του κατώτατου ημερομισθίου με την γενική εφαρμογή της ΕΓΣΣΕ στο δημόσιο και ιδιωτικό τομέα της οικονομίας.
  • Επαναφορά της μετενέργεια των (6) μηνών των όρων της ΣΣΕ που έληξε αντί των (3) μηνών, που επιβλήθηκε τον καιρό των Μνημονίων
  • Διατήρηση όλων των όρων ΣΣΕ της οποίας έληξε η μετενέργεια ως όρων της ατομικής σύμβασης εργασίας των εργαζομένων που δεσμεύονται από αυτή, ως θεμελιώδη κανόνα ασφαλείας δικαίου και εξάλειψης του μονομερούς δικαιώματος του εργοδότη να επιβάλει μείωση μισθών.

ε. Η παρ 2 του άρθρου 4 θεσπίζει νομική υποχρέωση για τα κράτη μέλη να καταρτίσουν Σχέδιο Δράσης μετά από διαβούλευση ή συμφωνία με τους κοινωνικούς εταίρους ή κοινό αίτημα, ως συμφωνία των κοινωνικών εταίρων.

Στην ελληνική κοινωνία δεν υπάρχει παράδοση διμερών συμφωνιών των κοινωνικών εταιρών για κρίσιμα ζητήματα πολικής εργασιακών σχέσεων  και χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η μη αξιοποίηση της παραγράφου 2 του άρθρου 14 του Ν.1876/1990, με την δημιουργία συμφωνημένου συστήματος επίλυσης εργατικών διαφορών με μεσολάβηση και διαιτησία, καθώς οι συμφωνίες τους περιορίζονται σε πολύ γενικά ζητήματα, όπως αυτά που περιλαμβάνονται κατά καιρούς στην ΕΓΣΣΕ και έχουν διακηρυκτικό χαρακτήρα. Επίσης δεν υπάρχει παράδοση τριμερών συμφωνιών μεταξύ κυβέρνησης  και κοινωνικών εταίρων.

στ. Προτείνεται να καθοριστούν νομοθετικά οι τομείς  δράσεων που ενθαρρύνουν τις συλλογικές διαπραγματεύσεις  και θα περιέχονται στο Σχέδιο Δράσης  ως εξής :

  •  την δημιουργία βάσεων δεδομένων με στοιχεία, ιδίως για τους μισθούς, το κόστος παραγωγής, την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας και την απασχόληση, τους μισθούς  που καθαρίζουν οι συλλογικές συμβάσεις
  •  την πραγματοποίηση μελετών, που θα εξετάζουν τις συνθήκες που αποθαρρύνουν και τις συνθήκες που ενθαρρύνουν την αποτελεσματικότητα των συλλογικών διαπραγματεύσεων, την ικανότητα  των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργαζομένων και των οργανώσεων των εργοδοτών να διεξάγουν συλλογικές διαπραγματεύσεις.
  • την πραγματοποίηση ενημερωτικών και εκπαιδευτικών δράσεων για θέματα συλλογικών διαπραγματεύσεων και δημιουργία κωδίκων διαδικασίας για απείθειας διαπραγματεύσεων, συμφιλίωση, μεσολάβηση και διαιτησία

Χωρίς τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις σε εθνικό επίπεδο των εκπροσώπων των επαγγελματικών οργανώσεων (ΓΣΕΕ – ΑΔΕΔΥ – ΣΕΒ – ΓΕΣΕΒΕ κ.α) η κοινωνική Δημοκρατία μας καθίσταται ατροφική και η συλλογική διαπραγματευτική δύναμη των συλλογικών, κοινωνικών και επαγγελματικών υποκειμένων συνεχώς υποβαθμίζεται.

Το παρόν νομοσχέδιο αντί να βελτιώνει τον κατώτατο μισθό, να συγκλίνει έστω προς το εθνικό μέσο μισθό, το καταδικάζει μετά βεβαιότητας από το 2028 σε μόνιμη στασιμότητα  που θα καλύπτει οριακά την ακρίβεια και τον πληθωρισμό. Για τον σκοπό αυτό το νομοσχέδιο που τέθηκε σε διαβούλευση έως την 21/11/2024 διαμορφώνει ένα νομικό πλαίσιο φαινομενικής διαβούλευσης, κατά παραβίαση κανόνων της Οδηγίας, με κυρίαρχο παίχτη το κράτος, που θα οχυρώνεται με την γνώμη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων και θα παριστάνει ότι διαβουλεύεται με τους κοινωνικούς εταίρους με «γραμματοκομιστή» των απόψεων τους τον Πρόεδρο του ΟΜΕΔ, χωρίς καμία μεταξύ τους ανταλλαγή απόψεων και επιδίωξη σύγκλισης απόψεων, την οποία προέβλεπα και το όρθρο 103 του Ν4172/2013. Αυτή η κρατική θεσμική χειραγώγηση των επαγγελματικών υποκειμένων είναι προφανής και είναι ευθεία παραβίαση της θεμελιώδους αρχής της Οδηγίας για την αποτελεσματική συμμετοχή των κοινωνικών εταίρων στον καθορισμό κριτηρίων επάρκειας του μισθού, των μισθών και όλων των λοιπών ζητημάτων, που επιδρούν σε αυτόν και την προώθηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων (άρθρο 4 παρ.2, άρθρα 5, 7 και 17 παρ.3 της Οδηγίας).

Ουσιαστικά ο ζωντανός κοινωνικός διάλογος, αντικαθίσταται από γνωμοδοτήσεις διαφόρων κρατικών υπηρεσιών και οικονομικών κέντρων. Μάλιστα σε μια περίοδο που το μέλλον της εργασίας, ιδιαίτερα στο ανειδίκευτο προσωπικό φαντάζει μελαγχολικά μουντό. Όπως και στην αυτοδιοίκηση και τις συλλογικές εκφράσεις και εκπροσωπήσεις ένα είναι το κεντρικό διακύβευμα της εποχής για καλύτερες μέρες: ΝΑΙ ΣΤΗ ΧΕΙΡΑΦΕΤΗΣΗ, ΟΧΙ ΣΤΗΝ ΧΕΙΡΑΓΩΓΗΣΗ.

Ο κύριος Λουκάς Αποστολίδης είναι δικηγόρος και πρώην Αντιπρόεδρος της Βουλής.