Από τη μία ο καταιγιστικός μονόλογος του αναγνωρισμένου καταλανού συγγραφέα Ζουζέπ Μαρία Μιρό, «Το πιο όμορφο σώμα που έχει βρεθεί ποτέ σε αυτό το μέρος», που σε ακολουθεί με την ένταση και τη δραματικότητα των επτά προσώπων του, ώρες αφού έχεις αφήσει το θέατρο, από την άλλη η «Καρένινα», το νέο έργο της ομάδας ΠΥΡ, που ξεκινά τη διαδρομή του προτείνοντας μια πρωτότυπη μεταγραφή του κλασικού μυθιστορήματος.
Ο Αργύρης Ξάφης θα βρίσκεται για το επόμενο διάστημα και στις δύο παραστάσεις, καλλιτεχνικά επίμονος όπως συνηθίζει, δοκιμάζοντας αντοχές και όρια. Στην «Καρένινα» υπογράφει μια νέα δραματουργική προσέγγιση μακριά από τις γνώριμες, πληθωρικές παραγωγές του κλασικού έργου του Λέοντος Τολστόι. Το ρίσκο είναι μπροστά του, ενώ το έτερο στοίχημα, του σαρωτικού μονολόγου που επανέρχεται στη σκηνή του Θεάτρου Θησείον σε σκηνοθεσία της Ζωής Ξανθοπούλου, κερδήθηκε και με το παραπάνω καθώς αποτελεί μία από τις καλλιτεχνικές επιτυχίες του 2024.
Με αφορμή τα δύο έργα που καταπιάνονται με διαχρονικά κοινωνικά ζητήματα της εποχής μας, είτε πρόκειται για την κακοποίηση και τη βία είτε για τις έμφυλες ανισότητες και τη γυναικεία χειραφέτηση, ο ηθοποιός και σκηνοθέτης μοιράζεται μαζί μας τις σκέψεις του για το μέλλον:
«Ανήκω πλέον σε μια γενιά που μεγάλωσε, είμαι 48 χρονών. Σε εμάς παραδόθηκε ένας λιγότερο χαλασμένος κόσμος, ενώ τώρα παραδίδουμε στους επόμενους μια πολύ δύσκολη κατάσταση σε όλα τα επίπεδα, από τον εργασιακό τομέα μέχρι την ατμόσφαιρα των πάντων. Για όλα πρέπει να παλέψουν πολύ περισσότερο τα νέα παιδιά».
Στο «Πιο όμορφο σώμα που έχει βρεθεί ποτέ σε αυτό το μέρος» καταθέτεις μια δυνατή ερμηνεία με οδηγό ένα θαυμάσιο στην αρχιτεκτονική της γραφής του, κείμενο από τον Ζουζέπ Μαρία Μιρό.
Εκπληκτικό κείμενο. Ήταν ο λόγος που μπήκα σε αυτή τη διαδικασία. Όταν μου το έστειλε η Ζωή Ξανθοπούλου μέσα στην καραντίνα το 2021 – μονόλογο δεν είχα κάνει ποτέ – είπα ότι αυτό το κείμενο έμοιαζε να ήταν δικό μου. Το ερωτεύτηκα και είπα «Τώρα Αργύρη, πρέπει να κάνεις μονόλογο, να το κάνεις οπωσδήποτε». Και ξεκινήσαμε. Στην αρχή που δεν είχαμε την καλλιτεχνική του διεύθυνση του Θεάτρου Θησείον με την Ιώ, προτείναμε το έργο σε παραγωγούς και δεν το ήθελαν.
Πέρα από την πολιτική του διάσταση, ο μονόλογος αυτός φέρνει στο προσκήνιο επτά διαφορετικούς χαρακτήρες και όλοι τους κουβαλούν ζωηρές, παραστατικές, κινηματογραφικές εικόνες.
Συμφωνώ απολύτως. Η σχέση του συγγραφέα με αυτό το κείμενο είναι προσωπική. Οι θεματικές του Μιρό πάντα αγγίζουν δύσκολα θέματα αλλά εδώ υπάρχει μια ειδική σχέση με την ιστορία που εντοπίζεται στο ότι μέσα στην καραντίνα της πανδημίας ο ίδιος επέστρεψε στο χωριό του. Ήταν ο πρώτος της οικογένειας που σπούδασε και έφυγε από το χωριό του. Στην επιστροφή του επανήλθαν στη μνήμη του συμβάντα από τα παιδικά του χρόνια. Ιστορίες οι οποίες και να μην σου έχουν συμβεί, αν έχεις ζήσει στην επαρχία, τις ξέρεις. Είναι ιστορίες ταμπού που υπάρχουν σε όλες τις επαρχίες όπως και στην ελληνική. Εδώ στην Αθήνα η διαφορά είναι ότι χάνονται μέσα στην ανωνυμία και στον χρόνο, αντίθετα στα χωριά δεν χάνονται. Αυτές οι ιστορίες γίνονται λίπασμα που καλλιεργεί τις επόμενες γενιές και αυτό φαίνεται και από την ιστορία που προκύπτει.
Το έργο ξεκινάει με την ιστορία του εφήβου αλλά στην πορεία ανακαλύπτεις ότι πρόκειται για την ιστορία του πατέρα, την αρχή της κακοποίησης που καλλιεργείται μετέπειτα. Αυτή είναι η διαφορά της πόλης σε σχέση με το χωριό, όχι ότι στο ένα μέρος συμβαίνουν επονείδιστα γεγονότα ενώ στο άλλο όχι. Στο χωριό ένα εγκληματικό γεγονός θα χρησιμεύσει σαν λίπασμα και θα συνεχίσει να καλλιεργείται μέσα στα χρόνια, θα αποκτήσει μεγαλύτερη σαπίλα. Μελετώντας και προετοιμάζοντας το έργο, ο Μιρό μου έστελνε φωτογραφίες. Έχω πολύ συγκεκριμένη εικόνα από το χωράφι που είναι ο Άλμπερτ στην αρχή – προς τα που απλώνονται οι λόφοι του, οι καμπύλες του. Έχω συγκεκριμένη εικόνα από το πρεσβυτέριο. Δεν αναπαράγω απλώς τις εικόνες, είμαι τόσο βέβαιος για το πώς είναι η γεωγραφία του τόπου που αυτό μπορεί να εκπέμπεται ασυνείδητα από μένα.
Η κλειστοφοβική αίσθηση του τόπου εγκλωβίζει τον θεατή.
Η δραματουργία φτιάχνει ένα φοβερό μωσαϊκό όλης αυτής της μικρής κοινωνίας με ανθρώπους που είναι οι θεμέλιοι λίθοι της χωρίς ποτέ να κουνάει το χέρι στον θεατή, δεν καταγγέλλει. Ίσα ίσα τον εμπλέκει στην ιστορία, στο πρώτο της επίπεδο – ποιος μπορεί να έκανε το έγκλημα; Και τελικά βρίσκεσαι στη μέση αυτού του χωριού και είσαι μέρος αυτού που συμβαίνει.
Τι σε μαγνήτισε, λοιπόν, στο κείμενο;
Αν μπορούσα να το πω σε μια συνέντευξη, δεν θα έπαιζα το έργο, θα είχα ξεμείνει από καύσιμα. Δημιουργήθηκε μια σχέση μεταξύ εμού και του κειμένου, η οποία έχει τα ίδια ποιοτικά χαρακτηριστικά με μια σχέση μεταξύ δύο ανθρώπων, που είναι φορτισμένη με ένταση και πάθος. Όπως δεν μπορώ να εξηγήσω τη σχέση μου με τη Δέσποινα, τη γυναίκα μου, που είμαστε καιρό μαζί και έχουμε αγάπη, δέσιμο και ζωντάνια στη σχέση μας, υπάρχει το ίδιο στοιχείο σύνδεσης και σε αυτό. Σχετικά με την ποιότητα του κειμένου, το βρίσκω δραματουργικά ευφυές, αφορά τον τόπο που ζούμε με τον ίδιο τρόπο που αφορά και την Καταλονία όπως και τις σκέψεις μου σε σχέση με τον κόσμο που παραδίδουμε στις επόμενες γενιές: έναν στρεβλό, κακοποιημένο, άσχημο κόσμο. Δεν έχουμε κάνει και την καλύτερή μας προσπάθεια.
Το λέω αυτό καθώς μεγαλώνω και εγώ. Ανήκω πλέον σε μια γενιά που μεγάλωσε, είμαι 48 χρονών. Σε εμάς παραδόθηκε ένας λιγότερο χαλασμένος κόσμος, ενώ τώρα παραδίδουμε στους επόμενους μια πολύ δύσκολη κατάσταση σε όλα τα επίπεδα, από τον εργασιακό τομέα μέχρι την ατμόσφαιρα των πάντων. Για όλα πρέπει να παλέψουν πολύ περισσότερο τα νέα παιδιά. Και αυτό το σάπισμα που προκύπτει μέσα στα χρόνια διατρέχει το έργο, έτσι όπως εξελίσσεται η δραματουργία του. Μου άρεσε επίσης πολύ ο τρόπος που ο Μιρό εμπλέκει το κοινό, ο οποίος είναι έμμεσος και τρυφερός προς όλους τους χαρακτήρες, χωρίς εξαιρέσεις.
Η μετάφραση του έργου είναι αφιερωμένη στον Ζακ Κωστόπουλο. Το θέμα της κακοποίησης με το οποίο ασχολείται το έργο αφορά την ελληνική κοινωνία λόγω των πολλών περιπτώσεων κακοποίησης και βίας που αναδύονται στην επικαιρότητα τα τελευταία χρόνια.
Η κακοποίηση δεν πιστεύω ότι είναι σύγχρονο φαινόμενο. Στο τρέιλερ της παράστασης έχουμε έναν καρνάβαλο που συνιστά ισπανικό έθιμο, τον οποίο τον πετροβολούν. Τον έχουν ίσα ίσα για να μπορεί να τον πετροβολεί όλο το χωριό και να διασκεδάζει. Ο πετροπόλεμος εναντίον σε οτιδήποτε διαφορετικό παρέχει άλλοθι στην ανοχή της βίας. Το έργο αποκαλύπτει αυτή την ψευδαίσθηση που στην πραγματικότητα αποτελεί ανάγκη επιβολής εξουσίας στους αδύναμους.
Είμαστε έτοιμοι ως κοινωνία να δούμε κατάματα εγκλήματα όπως αυτό εις βάρος του Ζακ Κωστόπουλου;
Υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας που είναι πιο έτοιμο από ότι παλαιότερα. Δεν θεωρώ ότι συνολικά είμαστε έτοιμοι, αλλά υπάρχουν περισσότεροι άνθρωποι που μπορούν να μιλήσουν και να προσεγγίσουν την κακοποίηση με διαφορετικό τρόπο σε σχέση με ό,τι συνέβαινε πριν από 30 χρόνια. Η κοινωνία συνολικά καθόλου έτοιμη δεν είναι. Στην προώθηση της παράστασης οποιαδήποτε φωτογραφία έμπαινε στα social media, στην οποία μπορεί να είχα στη φωτογραφία glitter, από κάτω ξεχυνόταν βόθρος επιθέσεων. Με εξέπληξε, δεν το πίστευα ότι υπάρχουν τόσοι πολλοί οι οποίοι περίμεναν μια φωτογραφία για να βγάλουν ό,τι πιο χολερικό είχαν μέσα τους με τη δύναμη βέβαια της ανωνυμίας. Όμως η βία ασκείται.
Τη βία την αισθάνεσαι στο σώμα σου και χωρίς να σε αγγίξει ο άλλος. Άμα ήταν να πόναγε μόνο όταν έτρωγες πραγματικά ξύλο, θα ήμασταν μια χαρά. Αλλά εδώ πονάς όταν μαθαίνεις ότι κάποιος είπε κάτι άσχημο για σένα, όχι μόνο όταν το λέει στη μούρη σου. Αυτή η έλλειψη ενσυναίσθησης είναι ο βασικός λόγος που έχει αυξηθεί και η βία συνολικότερα. Η βία δεν έχει αυξηθεί επειδή διδάσκεται, αλλά επειδή δεν διδάσκεται η ενσυναίσθηση. Ο κόσμος έχει χάσει την αίσθηση αυτού που πονάει και όχι επειδή έμαθε να βαράει περισσότερο από παλιότερα. Αυτή είναι η γνώμη μου για αυτό το θέμα και για τη σχολική βία και για τη βία συνολικότερα, η οποία είναι πια αυταξία.
Παρατηρείται μια γενικευμένη αποσύνδεση από τα πράγματα. Οι κοινωνίες δεν επικοινωνούμε μεταξύ μας.
Έχουμε παραμελήσει πολύ βασικές αρχές. Τα κράτη συμπεριφέρονται σαν μεγάλοι μπαμπάδες που αισθανόμενοι την ενοχή ότι έχουν παραμελήσει τα παιδιά τους, επιστρατεύουν την αυστηρότητα, γιατί θεωρούν ότι έτσι δείχνουν ότι νοιάζονται. Αλλά στην πραγματικότητα, αυτό που ένα παιδί χρειάζεται είναι περισσότερο χρόνο με τον μπαμπά του, όχι να του πει κάποιος «Απαγορεύεται να κάνεις αυτό ή το άλλο» και ο πατέρας τελικά να λείπει. Χρειάζεται νοιάξιμο, αυτό είναι που λείπει, το να σκύψεις πάνω στα πράγματα με τρυφερότητα και καθαρότητα. Η άλλη δίοδος οδηγεί σε αδιέξοδο γιατί σφίγγεις ακόμα περισσότερο τη βίδα. Θεατρικά έργα, όπως οι «Βάκχες» αποδεικνύουν ότι αυτές οι πρακτικές έχουν κακά αποτελέσματα. Κι αν αυτά που λέμε τώρα ακούγονται ρομαντικές μπούρδες, εγώ συνεχίζω να πιστεύω στην πρακτική αντιμετώπιση των κοινωνικών προβλημάτων που αφορά και την τέχνη και την εμπλοκή της κοινωνίας.
Και συνεχίζεις ακάθεκτος θεατρικά, με το επόμενο έργο σου, την Καρένινα.
Η «Καρένινα» είναι για μένα ένα όνειρο, μια ιδέα που ξεκίνησε πολλά χρόνια πριν, το 2011. Τότε είχα μια πρώτη σκέψη να κάνω αυτή την παράσταση με δύο άτομα, η οποία δεν έγινε ποτέ. Το είχα αφήσει στην άκρη και όταν πριν από δύο χρόνια περίπου συζητάγαμε με την ομάδα – με την Ιώ, την Δέσποινα, τον Δημήτρη – τι θα κάνουμε, το έφερα ξανά στο τραπέζι, χωρίς βέβαια να έχω την συναίσθηση ότι σήμαινε, πέρα από το να παίξω σαν ηθοποιός, να ξαναφτιαχτεί ένα έργο στην πραγματικότητα από την αρχή. Γιατί η «Άννα Καρένινα» είναι μυθιστόρημα, δεν είναι θεατρικό έργο. Μια τυπική διασκευή αυτού του μυθιστορήματος θα απαιτούσε μια υπερπαραγωγή, κάτι το οποίο εμένα ούτως ή άλλως δεν με αφορά, δεν συμμετέχω σε τέτοιου είδους παραστάσεις.
Αντίθετα με τις κινηματογραφικές παροχές όπου ο πλούτος παραγωγής μιας ταινίας μπορεί να βοηθήσει στο να αναδειχθεί η ουσία του μυθιστορήματος, στο θέατρο νομίζω ότι αυτή η συνθήκη αποπροσανατολίζει σε σχέση με την ανάδειξη της σπουδαιότητας του μυθιστορήματος.
Κάτι το οποίο με απασχολούσε ιδιαίτερα ήταν ο χαρακτήρας του Λέβιν που είναι τρομακτικά αδικημένος από όλες τις κινηματογραφικές διασκευές που έχουν γίνει, αλλά και από όλες τις θεατρικές μεταφορές που έχω δει σε σχέση με το μέγεθός του και την προσφορά του. Η «Άννα Καρένινα» δεν είναι μια απλή ερωτική ιστορία, ένα ρομάντζο σαν αυτά που έχουμε δει εκατοντάδες φορές στα σίριαλ, αλλά πρόκειται για τη μάχη μιας γυναίκας στην οποία δεν επιτρέπεται να είναι χειραφετημένη, ολόκληρη γυναίκα. Αυτή η παράμετρος της ιστορίας της Καρενίνα, και του γαιοκτήμονα Λέβιν με τον δικό του παράλληλο αγώνα, για το νόημα της ζωής και της ύπαρξης, δεν έχει αποκαλυφθεί.
Σε αυτή τη διασκευή, λοιπόν, έχοντας χρησιμοποιήσει αυτούς τους δύο βασικούς πυλώνες και αφαιρέσει τη χρονολογία του 1900 που διαδραματίζονται τα γεγονότα, έχει σχεδιαστεί μια δραματουργία εκ νέου η οποία είναι τολμηρή και πρωτότυπη. Έχω χρησιμοποιήσει σημαντικές ιδέες, που έχει το κείμενο, όπως τα επαναλαμβανόμενα όνειρα της Καρένινα καθώς και αυτό που πρωτοφανώς συνέβη στην ιστορία της λογοτεχνίας και στο τελευταίο κεφάλαιο του μυθιστορήματος, η αίσθηση του stream of consciousness όπου καταλύεται η γραμμικότητα της αφήγησης και μνήμες, σκέψεις αναπτύσσονται παράλληλα. Η νέα δραματουργία μένει να δοκιμαστεί βέβαια και με τον κόσμο. Το περιμένω με λαχτάρα, γιατί θεωρώ ότι θα προσφέρει κάποιες ποιότητες σε αυτό το έργο, οι οποίες ήταν πάντα εκεί.
Το έργο είναι άχρονο δηλαδή.
Σημερινό. Μερικές φορές προσδιορίζουμε με κεκτημένη ταχύτητα τα κλασικά έργα ωστόσο πρέπει να ανακαλύψουμε ξανά γιατί ένα έργο είναι κλασικό. Αν το πλασάρεις μονοδιάστατα ως κλασικό έργο δεν λέει τίποτα ως θέση. Πρέπει εσύ που είσαι καλλιτέχνης να το αναδείξεις κιόλας. Και αυτό θα συμβεί όχι λέγοντας ξανά την ίδια ιστορία που αφηγείται το μυθιστόρημα, αλλά αναδεικνύοντας τα χαρακτηριστικά του μυθιστορήματος αυτά καθαυτά. Χωρίς να χάσεις την ποιητικότητά σου, πηγαίνοντας κάθετα στο μεδούλι της ιστορίας…
Και κρατώντας το μεδούλι της ιστορίας, προσεγγίζετε ως ομάδα με σύγχρονη ματιά τις έμφυλες σχέσεις, τη γυναικεία ταυτότητα.
Απολύτως. Ακόμα και η παραλληλία τον δύο ιστοριών, του Λέβιν και της Καρένινα, για την ίδια αναζήτηση, είναι τελείως διαφορετική. Η κοινωνία φωνάζει σε μία γυναίκα ότι πρέπει να υιοθετήσει μία ταυτότητα, αυτή που την προσδιορίζει ως σύζυγο και μητέρα και να μην διεκδικήσει κάτι άλλο από την πλευρά των ανδρών που φοβούνται μην χάσουν τα κεκτημένα τους. Αλλά τι να κάνουμε τώρα, δεν ζούμε στο 1950.
Στην «Καρένινα» υπάρχουν σκέψεις που είναι πολύ προοδευτικές, γιατί οι άνθρωποι στα βασικά συστατικά μας δεν αλλάζουμε, δηλαδή στον τρόπο που φτιάχνουμε την οικογένειά μας, στο πώς εξαναγκάζουμε τον εαυτό μας να συμβιβαστεί με καταστάσεις. Πολλές φορές αυτό είτε οδηγεί σε βίαιους χωρισμούς είτε σε πίεση χωρίς διέξοδο.
Γι’ αυτό και ήμασταν βέβαιοι ότι πρέπει να έχουμε ένα έργο το οποίο να μη χρειάζεται κάποια ειδική σύμβαση για να το καταλάβουν οι θεατές, οπότε αφαιρέθηκαν τα κομμάτια που έχουν τις συμβάσεις της χρονολογίας που διαδραματίζονται τα γεγονότα του μυθιστορήματος. Η συνάντηση με τους συμπαίκτες μου ηθοποιούς είναι εκπληκτική γιατί βρισκόμαστε αντιμέτωποι με ζητήματα που έχουν πολύ σπίθα μέσα τους.
Στα ζητήματα της καθημερινότητας που μας απασχολούν, πώς τοποθετείσαι; Παίρνεις συχνά θέση δημοσίως αλλά σήμερα πώς αντιλαμβάνεσαι τις εξελίξεις με τη χρονική απόσταση που έχει μεσολαβήσει από τα γεγονότα που μας συγκλόνισαν το 2023; Αναφέρομαι στις καταλήψεις των κρατικών δραματικών σχολών και την διεκδίκηση της ίδρυσης Ανώτατης Σχολής Παραστατικών Τεχνών, την μοιραία σιδηροδρομική σύγκρουση στα Τέμπη, τις απανωτές εκλογικές αναμετρήσεις, τον πληθωρισμό.
Ο τρόπος διαχείρισης του εγκλήματος των Τεμπών είναι ενδεικτικός της συνολικής αντίληψης διαχείρισης των καταστάσεων, που γίνεται κυρίως, κατά τη γνώμη μου, με όρους επικοινωνιακούς. Ακριβώς το αντίθετο με αυτό που το «Πιο όμορφο σώμα που πέρασε από αυτό το μέρος» πρεσβεύει: o τρόπος να αντιμετωπίσεις τα πράγματα είναι να τα δεις κατάματα είναι να παραδεχτείς ενδεχομένως τα δικά σου λάθη και αν μπορέσεις, τρυφερά και δημιουργικά να θρέψεις μία ή δυο επόμενες γενιές που θα είναι καλύτερες από τη δική σου. Με τον τρόπο που παρουσιάζεται το δυστύχημα των Τεμπών – υπό την επίφαση μιας άλλης πραγματικότητας – παρουσιάστηκε και το θέμα των πτυχίων των καλλιτεχνών, καθώς και άλλα θέματα.
Για την Ακαδημία Παραστατικών Τεχνών και τη σύσταση της δεν κλήθηκαν οι καλλιτέχνες να πουν τη γνώμη τους. Μετρημένοι στα δάχτυλα του ενός χεριού ήταν αυτοί που συμμετείχαν σε αρχικές συζητήσεις. Με τον ίδιο τρόπο που δεν άκουσαν ως όφειλαν τους άμεσα ενδιαφερόμενους για τη θέσπιση του νόμου για τον γάμο των ομόφυλων ζευγαριών για να διορθώσουν λεπτομέρειες μέσα στον νόμο, έτσι θα γίνει και τώρα με τον νόμο για την Ανώτατη Σχολή Παραστατικών Τεχνών. Θα πουν «Αυτός είναι, αυτόν θέλατε, πάρτε τον». Αυτό όμως είναι βία.
Σε αυτή τη φάση η κυβέρνηση θυμίζει τα τελευταία του Μάκβεθ, που θεωρεί ότι όλοι συνωμοτούν εναντίον του για να τον εκθρονίσουν και να του πάρουν την εξουσία. Ένα άλλο τεράστιο πρόβλημα αυτή τη στιγμή είναι ότι δεν υπάρχει άλλος να πάρει την εξουσία. Μπορεί να συμφωνείς ή όχι με αυτή την κυβέρνηση, αλλά δεν υπάρχει και αντιπρόταση εξουσίας.
Προσωπικά δεν ασχολούμαι πια. Θα κάνω αυτό που πρέπει να κάνω, να παίξω στην παράσταση, να μιλήσω τώρα στη συνέντευξη και ας κρίνουν τη δουλειά μου μετά. Δεν θέλω να χτυπάω σε μια πόρτα όπου ξέρω ότι δεν ακούει κανείς και δεν θα ακούσω ούτε τις απειλές κάποιου δεξιού χεριού της κυβέρνησης ότι «μη μιλάς γιατί τα παίρνεις από την κυβέρνηση όταν σκηνοθετείς την Επίδαυρο». Για αυτό το λόγο θα μιλάω. Είμαι εναντίον της βίας, είμαι δημοκράτης και θα λέω αυτά που έχω να πω.
INFO «Καρένινα», Θέατρο Θησείον (Τουρναβίτου 7, Θησείο). Από τις 15 Νοεμβρίου. Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Πέμπτη, Παρασκευή & Σάββατο στις 21:00 Κυριακή στις 18:00
«Το πιο όμορφο σώμα που έχει βρεθεί ποτέ σε αυτό το μέρος», Θέατρο Θησείον (Τουρναβίτου 7, Θησείο). Από τις 24 Νοεμβρίου. Ημέρες & ώρες παραστάσεων: Κυριακή στις 21:00 Δευτέρα στις 21:00 Τρίτη στις 21:00
*Αγοράστε εισιτήρια για όλες τις κορυφαίες εκδηλώσεις στο inTickets.gr.