Αποφασισμένη να διασφαλίσει ότι η Ουκρανία θα μπορέσει να συνεχίσει να αντιστέκεται στην εισβολή της Ρωσίας και την επόμενη χρονιά, είναι η κυβέρνηση Μπάιντεν όπως έγινε γνωστό κατά την διάρκεια του ταξιδιού του υπουργού Εξωτερικών των ΗΠΑ Άντονι Μπλίνκεν στις Βρυξέλλες όπου συναντήθηκε με αξιωματούχους του ΝΑΤΟ και της ΕΕ.

Ειδικότερα, στόχος της είναι να της προσφέρει όσο το δυνατόν περισσότερη βοήθεια ώστε να κρατήσει τις ρωσικές δυνάμεις μακριά και να έχει ισχυρό διαπραγματευτικό πλεονέκτημα σε τυχόν ειρηνευτικές συνομιλίες.

Ο,τι μπορούν μέχρι τις 20 Ιανουαρίου

«Ο Πρόεδρος Μπάιντεν έχει δεσμευθεί να διασφαλίσει ότι κάθε δολάριο που έχουμε στη διάθεσή μας θα διοχετευθεί (σ.σ. στην Ουκρανία) μέχρι τις 20 Ιανουαρίου», ημέρα που πρόκειται να αναλάβει καθήκοντα ο εκλεγμένος πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, τόνισε ο Μπλίνκεν.

Η συνέχιση της υποστήριξης της Ουκρανίας από την Ουάσινγκτον είναι βέβαιο ότι θα κινδυνεύσει όταν στον Λευκό Οίκο θα εγκατασταθεί ο νεοεκλεγείς πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ των ΗΠΑ. Τις ανησυχίες τους για το θέμα έχουν εκφράσει τόσο το Κίεβο όσο και πολλές ευρωπαϊκές χώρες, ενώ ο ίδιος ο Τραμπ έχει ήδη συνομιλήσει με τον πρόεδρο της Ουκρανίας Βολοντίμιρ Ζελένσκι και τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν, ζητώντας του να μην προχωρήσει σε κλιμάκωση στην Ουκρανία, αν και αυτό έχει διαψευσθεί από το Κρεμλίνο.

Την ώρα που το Βερολίνο βρίσκεται βυθισμένο σε πολιτική κρίση, η υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας Αναλένα Μπέρμποκ προειδοποίησε για τον κίνδυνο ο Πούτιν να εκμεταλλευθεί την πολιτική μετάβαση στις ΗΠΑ για να κερδίσει πλεονεκτήματα στην Ουκρανία. «Ο, τι η Ευρώπη μπορεί να δώσει στην Ουκρανία πρέπει να το δώσει τώρα», είπε επιμένοντας στην ενίσχυση της αντιαεροπορικής άμυνας της χώρας.

«Η Ουκρανία να παραμείνει στη μάχη»

Παράλληλα, οι χώρες του ΝΑΤΟ πρέπει να εστιάσουν τις προσπάθειές τους στο «να διασφαλίσουν ότι η Ουκρανία θα διαθέτει τους πόρους, τα πυρομαχικά και τις δυνάμεις που χρειάζεται για να πολεμήσει αποτελεσματικά το 2025 ή για να διαπραγματευτεί την ειρήνη από θέση ισχύος», είπε ο ίδιος.

«Πρέπει να κάνουμε περισσότερα για να βεβαιωθούμε ότι η Ουκρανία μπορεί να παραμείνει στη μάχη» και να αποτραπεί η επιτυχία του Πούτιν, ανέφερε από την πλευρά του ο Μαρκ Ρούττε.

Ήχησαν ξανά σειρήνες στο Κίεβο

Ο σχεδόν τριετής πόλεμος δεν δείχνει σημάδια υποχώρησης. Την Τετάρτη, η Ρωσία επιτέθηκε για πρώτη φορά έπειτα από 73 ημέρες στην πρωτεύουσα της Ουκρανίας, Κίεβο, με έναν συνδυασμό πυραύλων και drones υψηλής τεχνολογίας. Αυτή η εξέλιξη ήρθε μια ημέρα μετά τη δήλωση του Πενταγώνου ότι οι περισσότεροι από τους Βορειοκορεάτες στρατιώτες που έχουν αποσταλεί για να υποστηρίξουν τις ρωσικές επιχειρήσεις πολεμούν στο μέτωπο για την εκδίωξη του ουκρανικού στρατού από τη ρωσική επικράτεια στην περιοχή του Κουρσκ.

Η Ουκρανία προσπαθεί επίσης να κρατήσει τις θέσεις της απέναντι σε μια πολυμηνιαία επίθεση της Ρωσίας στην ανατολική περιοχή του Ντονέτσκ.

Η πολιτική αβεβαιότητα σχετικά με το πώς μια διοίκηση υπό τον Τραμπ θα επηρεάσει την πολιτική των ΗΠΑ στον πόλεμο αποτελεί έναν νέο παράγοντα στην εξέλιξη της σύγκρουσης. Η στρατιωτική βοήθεια των ΗΠΑ είναι ζωτικής σημασίας για την Ουκρανία, αλλά ο Τραμπ έχει αφήσει να εννοηθεί ότι δεν προτίθεται να συνεχίσει να δίνει δισεκατομμύρια δολάρια στο Κίεβο.

Σύμφωνα με Ουκρανούς αξιωματούχους, η Ρωσία έχει αναπτύξει περίπου 50.000 στρατιώτες στην περιοχή του Κουρσκ με στόχο να εκδιώξει τους Ουκρανούς. Τους τελευταίους μήνες, η Ρωσία συγκεντρώνει δυνάμεις για μια αντεπίθεση στην περιοχή, σύμφωνα με το Ινστιτούτο Μελετών Πολέμου, αν και δεν είναι σαφές πότε θα πραγματοποιηθεί αυτή η επιχείρηση.