Υπάρχει μια «πανδημία» μη μεταδοτική που πλήττει επί μακρόν τον πληθυσμό και αναμένεται να «εξαπλωθεί» ακόμη περισσότερο στα χρόνια που έρχονται, αυτή των νευροεκφυλιστικών νοσημάτων – εκτιμάται ότι ο αριθμός των πασχόντων από τέτοια νοσήματα θα υπερτριπλασιαστεί παγκοσμίως τις επόμενες δεκαετίες. Μια «πανδημία» που στερεί ποιότητα και διάρκεια ζωής από δεκάδες χιλιάδες ασθενείς στη χώρα μας με νόσους όπως η Αλτσχάιμερ και άλλες μορφές άνοιας, η Πάρκινσον, η πολλαπλή σκλήρυνση. Ετσι, με επίκεντρο πάντα τον ασθενή, μέσα στον «κυκεώνα» μιας άλλης πανδημίας, της τρέχουσας πανδημίας της COVID-19, ξεκίνησε τη λειτουργία του ένα ελληνικό δίκτυο αριστείας που έχει ως στόχο να «φωτίσει» άγνωστες, «σκοτεινές» ακόμη για την επιστημονική κοινότητα, πτυχές των «πανδημικών» νευροεκφυλιστικών νόσων. Ο λόγος για το Εθνικό Δίκτυο Ιατρικής Ακριβείας για τα Νευροεκφυλιστικά Νοσήματα (ΕΔΙΑΝ) που αποτελεί μία εμβληματική πρωτοβουλία του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων, υπό την εποπτεία της Γενικής Γραμματείας Ερευνας και Καινοτομίας και ενώνει σημαντικά ακαδημαϊκά και ερευνητικά κέντρα της χώρας αποσκοπώντας στο να φέρει πιο κοντά την ιατρική του μέλλοντος μέσα από την καλύτερη πρόγνωση, διάγνωση και θεραπεία αυτών των νοσημάτων προς όφελος της κοινωνίας και της δημόσιας υγείας.
Το ΒΗΜΑ-Science μίλησε με τον συντονιστή του ΕΔΙΑΝ, πρόεδρο του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Ερευνας (ΙΤΕ) στην Κρήτη, καθηγητή Μοριακής Βιολογίας Συστημάτων στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Κρήτης κ. Νεκτάριο Ταβερναράκη και τον συν-συντονιστή του Δικτύου, καθηγητή Νευρολογίας στην Ιατρική Σχολή του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών (ΕΚΠΑ), διευθυντή της Α’ Νευρολογικής Κλινικής στο Αιγινήτειο Νοσοκομείο κ. Λεωνίδα Στεφανή για τα όσα έχει επιτύχει μέχρι σήμερα αυτή η συντονισμένη προσπάθεια του εγχώριου ερευνητικού και ακαδημαϊκού οικοσυστήματος αλλά και για τους στόχους που μένουν να κατακτηθούν προκειμένου τελικώς χιλιάδες ασθενείς να κατακτήσουν μια καλύτερη ζωή.
Διευρυμένο δίκτυο
Οπως μας περιέγραψε ο κ. Ταβερναράκης, «το Δίκτυο ξεκίνησε τη λειτουργία του τον Μάιο του 2020 με ορίζοντα διετίας και με αρχική χρηματοδότηση 2,2 εκατομμυρίων ευρώ – η ίδρυσή του συνέπεσε δηλαδή εξαρχής με την πανδημία και πορεύεται μαζί της ως σήμερα, γεγονός που καθυστέρησε την υλοποίηση του προγράμματος. Για τον λόγο αυτόν και λάβαμε παράταση για ένα επιπλέον έτος. Πρέπει να επισημάνουμε ότι πρόκειται για ένα υβριδικό δίκτυο – η κλινική και η ερευνητική πτυχή του είναι άρρηκτα συνδεδεμένες -, κάτι το οποίο είναι απαραίτητο, αφού καταπιάνεται με νοσήματα ως έναν βαθμό «άγνωστα», των οποίων δεν γνωρίζουμε επακριβώς την παθογένεση και την παθοφυσιολογία».
Στο ΕΔΙΑΝ συμμετέχουν μέχρι στιγμής εννέα φορείς (ΙΤΕ, ΕΚΠΑ, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Ελληνικό Ινστιτούτο Παστέρ, Ιδρυμα Ιατροβιολογικών Ερευνών της Ακαδημίας Αθηνών, Ερευνητικό Κέντρο Βιοϊατρικών Επιστημών «Αλέξανδρος Φλέμιγκ», Πανεπιστήμιο Πατρών, Πανεπιστήμιο Κρήτης και Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας) ενώ αναμένεται σύντομα η επέκτασή του με την προσθήκη του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων και του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. «Είμαστε όμως ανοιχτοί για συνεργασίες με όλους τους φορείς της χώρας που ασχολούνται με αυτά τα νοσήματα» σημείωσε ο κ. Ταβερναράκης.
Ποικίλες δράσεις
Το Δίκτυο έχει λοιπόν «απλώσει επιστημονικό και ερευνητικό δίχτυ» σε ολόκληρη την Ελλάδα μέσα από ένα πλέγμα δράσεων που περιλαμβάνουν:
- Την ίδρυση Εθνικού Μητρώου Νευροεκφυλιστικών Νόσων.
- Τη δημιουργία Τράπεζας Βιολογικού Υλικού Νευροεκφυλιστικών Νόσων.
- Τη βιοχημική και μοριακή ανάλυση βιολογικού υλικού.
- Τη διεξαγωγή γενετικών ελέγχων.
- Την ανάπτυξη κυτταρικών και ζωικών μοντέλων, καθώς και καινούργιων βιολογικών δεικτών.
Ολο αυτό το πολυσχιδές έργο στοχεύει στο να αξιοποιήσει τα ερευνητικά αποτελέσματα που θα προκύψουν προς όφελος της δημόσιας υγείας, είπε ο κ. Ταβερναράκης και προσέθεσε ότι «η συμβολή του ΕΔΙΑΝ μέσω της αξιοποίησης της έρευνας και της δημιουργίας πολύτιμης τεχνογνωσίας και πρωτοποριακών υποδομών, κρίνεται καίρια και καταλυτική, με πολλαπλά οφέλη τόσο για τους πάσχοντες όσο και για το Εθνικό Σύστημα Υγείας. Για τον κάθε ασθενή η πρώιμη διάγνωση και η εξατομικευμένη θεραπεία συνεπάγονται αποτελεσματικότερη αντιμετώπιση της νόσου και βελτίωση της ποιότητας ζωής. Για το σύστημα υγείας οι νέες δυνατότητες για ορθολογικό σχεδιασμό της αντιμετώπισης των ασθενών οδηγούν σε οικονομία κλίμακας, με περιστολή περιττών δαπανών».
Κομβικής σημασίας μητρώο
Οι «μηχανές» του ΕΔΙΑΝ έχουν ήδη… πάρει μπροστά και, όπως μας ενημέρωσαν οι συντονιστές του Δικτύου, στο Μητρώο έχουν καταγραφεί μέχρι αυτή τη στιγμή περισσότερες από 550 περιπτώσεις ασθενών με νευροεκφυλιστικά νοσήματα και συγκεκριμένα με νόσο του Πάρκινσον, νόσο Αλτσχάιμερ, μετωποκροταφική άνοια, νόσο Χάντινγκον, νόσο του κινητικού νευρώνα, πολλαπλή σκλήρυνση αλλά και με πρόδρομες μορφές αυτών των νόσων. Ο κ. Στεφανής διευκρίνισε ότι «για όλα αυτά τα περιστατικά έχει αποθηκευθεί αντίστοιχο βιολογικό υλικό ενώ παράλληλα έχει διεξαχθεί βιοχημικός έλεγχος βιοδεικτών στοεγκεφαλονωτιαίο υγρό σε πάνω από 100 περιστατικά και στοχευμένος γενετικός έλεγχος σε πάνω από 200 περιστατικά». Ο καθηγητής τόνισε ότι το Εθνικό Μητρώο «θα αποτελέσει μια βασική υποδομή, από την οποία θα μπορούν να αντληθούν χρήσιμες πληροφορίες και για το μέλλον. Πρέπει να διευκρινιστεί ότι μέσω αυτού του Μητρώου δεν θα γίνει μια επιδημιολογική χαρτογράφηση, μια αποτύπωση των νευροεκφυλιστικών νοσημάτων στον γενικό πληθυσμό. Τα περιστατικά που επιλέγονται είναι αυτά που ταιριάζουν περισσότερο στο προφίλ του Δικτύου: περιστατικά που πιθανότατα έχουν κάποια γενετική βάση ή εμφανίζουν πρώιμες ή δύσκολα ταυτοποιήσιμες σπάνιες μορφές νευροεκφυλιστικών νόσων ώστε να προσφέρουμε σε αυτούς τους ασθενείς μέσω βιοχημικής ανάλυσης στο εγκεφαλονωτιαίο υγρό ή μέσω γενετικού ελέγχου μια βιολογική διάγνωση που αποτελεί τη βάση της εξατομικευμένης αντιμετώπισης στο πλαίσιο της ιατρικής ακριβείας».
Εντοπισμός βιοδεικτών
Ο εντοπισμός νέων βιολογικών δεικτών αποτελεί έναν από τους βασικούς στόχους του Δικτύου καθώς τέτοιοι δείκτες μπορούν να προσφέρουν καλύτερη διάγνωση νευροεκφυλιστικών νοσημάτων και να φωτίσουν πτυχές της παθογένειάς τους – κάποιοι από αυτούς είναι δυνατόν να αποτελέσουν και δείκτες πρόγνωσης των νόσων και να αποδειχθούν άκρως χρήσιμοι στο πλαίσιο διεξαγωγής κλινικών μελετών. Ακούμε αρκετές φορές τα τελευταία χρόνια για δείκτες που θα προσφέρουν πρόγνωση νόσων όπως η Αλτσχάιμερ ακόμη και δεκαετίες πριν. Εχουμε φθάσει σε τέτοιο σημείο; ρωτήσαμε τον κ. Στεφανή. Απάντησε ότι «δεν έχουμε φθάσει σε αυτό το επίπεδο σε ό,τι αφορά τη διεξαγωγή μελετών στον γενικό πληθυσμό αλλά σε κάποιες περιπτώσεις σπάνιων μονογονιδιακών μορφών της νόσου Αλτσχάιμερ ή άλλων νευροεκφυλιστικών νόσων μπορούμε να παρακολουθήσουμε την πρόδρομη εξέλιξη της νόσου μέσω βιολογικών δεικτών και απεικονίσεων πολλά χρόνια πριν από την εκδήλωση κλινικών συμπτωμάτων. Ολοένα επίσης επεκτείνονται οι γνώσεις μας για την εξέλιξη των νόσων αυτών στα πολύ αρχικά τους στάδια, όταν τα συμπτώματα είναι ανεπαίσθητα, σε ομάδες υψηλού κινδύνου στον γενικό πληθυσμό. Σε κάθε περίπτωση το ΕΔΙΑΝ έχει ως στόχο να φέρει στο φως βιολογικούς αλλά και απεικονιστικούς δείκτες που συνδέονται με τα αρχικά στάδια νευροεκφυλιστικών νοσημάτων ώστε κάποια ημέρα να δημιουργηθούν με βάση τους δείκτες αυτούς αλγόριθμοι που θα οδηγούν στην ιατρική ακριβείας».
Γενετική ανάλυση
Σημαντική θέση στο έργο του Δικτύου κατέχει και η γενετική ανάλυση. Ο καθηγητής του ΕΚΠΑ περιέγραψε ότι «έχουμε διεξαγάγει αρκετούς γονιδιακούς ελέγχους και έχουμε ταυτοποιήσει με στοχευμένες γενετικές τεχνικές δεκάδες ασθενείς με μονογονιδιακές μορφές νευροεκφυλιστικών νοσημάτων. Σε δεύτερο επίπεδο έχουμε ξεκινήσει και περιμένουμε στο αμέσως επόμενο διάστημα αποτελέσματα από δείγματα ασθενών στα οποία γίνεται μη στοχευμένος γενετικός έλεγχος μέσω next generation sequencing. Ουσιαστικώς σε αυτούς τους ασθενείς υπάρχει ισχυρή υποψία ότι έχουν γενετικό υπόβαθρο για μια νόσο και επειδή ο στοχευμένος έλεγχος γονιδίων έχει δώσει αρνητικό αποτέλεσμα προχωράμε σε «ανοιχτό» γενετικό έλεγχο».
Οι γενετικοί έλεγχοι έχουν μάλιστα ήδη αποδώσει «καρπούς». Οπως μας ενημέρωσε ο κ. Στεφανής, «ανακαλύψαμε προσφάτως μέσω των στοχευμένων γενετικών ελέγχων που διεξάγονται στο πλαίσιο του Δικτύου μια νέα μετάλλαξη στο γονίδιο της α-συνουκλεΐνης που συνδέεται με τη νόσο του Πάρκινσον. Η μετάλλαξη αυτή είναι αρκετά συχνή στον ελληνικό πληθυσμό και μάλιστα φαίνεται να εμφανίζεται κατά περίεργο τρόπο ακόμη και σε ασθενείς που δεν έχουν σαφές κληρονομικό ιστορικό». Σε αυτό το σημείο να σημειωθεί ότι η γενετική ανάλυση – τόσο η στοχευμένη όσο και η μη στοχευμένη – είναι δωρεάν για τους ασθενείς, όπως και οι υπόλοιπες αναλύσεις που διεξάγονται στο πλαίσιο του Δικτύου, με απώτερο στόχο «να ωφεληθούν στο μέλλον οι ασθενείς από νέες θεραπείες. Ηδη έχουν ξεκινήσει και στην Ελλάδα κλινικές μελέτες που βασίζονται στη φαρμακογενωμική – ένας ασθενής δηλαδή με μια συγκεκριμένη μετάλλαξη η οποία εντοπίζεται μέσω του Δικτύου, είναι υποψήφιος να συμμετάσχει σε κάποια κλινική δοκιμή νέων προηγμένων πειραματικών φαρμάκων που αφορούν το συγκεκριμένο βιοχημικό μονοπάτι» ανέφερε ο καθηγητής του ΕΚΠΑ.
Υπάρχουσες και μελλοντικές θεραπείες
Με δεδομένο ότι δεν υπάρχουν αποτελεσματικές εγκεκριμένες θεραπείες για πολλά νευροεκφυλιστικά νοσήματα, οι εξελίξεις που τρέχουν στο πεδίο των δοκιμών καινούργιων στοχευμένων θεραπειών δίνουν ελπίδα στους ασθενείς, επεσήμανε ο κ. Στεφανής. Παρέθεσε μάλιστα ως χαρακτηριστικό παράδειγμα της εξέλιξης των θεραπειών που αλλάζουν τον ρου (και) των νευροεκφυλιστικών νοσημάτων εκείνο της νωτιαίας μυϊκής ατροφίας. «Εχουν γίνει γνωστές και στη χώρα μας περιπτώσεις μικρών παιδιών με αυτό το ανίατο μονογονιδιακό νευροεκφυλιστικό-νευρομυϊκό νόσημα, τα οποία ενώ θα είχαν προσδόκιμο ζωής που δεν θα ξεπερνούσε τους λίγους μήνες, ζουν πλέον χάρη σε νέες θεραπείες. Υπάρχουν τρεις θεραπείες οι οποίες έχει αποδειχθεί ότι είναι αποτελεσματικές ενάντια στη νωτιαία μυϊκή ατροφία – η μία είναι γονιδιακή, η δεύτερη αφορά ένα μικρό μόριο και η τρίτη ένα αντινοηματικό ολιγονουκλεοτίδιο (antisense oligonucleotide)».
Τίθεται βέβαια το ερώτημα τι γίνεται με τα άτομα εκείνα που μαθαίνουν το βαρύ «γενετικό πεπρωμένο» τους χωρίς να υπάρχει κάποιο… θεραπευτικό (τουλάχιστον ορατό) φως στο τούνελ της πάθησής τους. Πόσο εύκολη είναι η διαχείριση μιας τέτοιας (γενετικής) γνώσης; «Η γενετική συμβουλευτική είναι πολύ σημαντική σε πολλά επίπεδα – τόσο σε ό,τι αφορά τον οικογενειακό προγραμματισμό όσο και τον έλεγχο των στενών συγγενών των πασχόντων, ακόμη και αν είναι ασυμπτωματικοί φορείς. Το Δίκτυο δίνει μάλιστα έμφαση στους ασυμπτωματικούς φορείς καθώς στη δική τους περίπτωση μπορεί να υπάρξει στο μέλλον πρόληψη μέσω θεραπειών που πιθανώς θα αναπτυχθούν και θα μπορούν να χορηγηθούν εγκαίρως ανακόπτοντας την εξέλιξη της ασθένειάς τους προτού καν εμφανίσουν συμπτώματα. Ακόμη όμως και στους ασθενείς που έχουν εκδηλώσει συμπτώματα, η γενετική γνώση που αφορά τη νόσο τους δίνει μια εικόνα στους ίδιους αλλά και στην οικογένειά τους σχετικά με την πρόγνωση της κατάστασής τους ενώ τους προσφέρει και ελπίδα μέσω της συμμετοχής τους σε κλινικές μελέτες» υπογράμμισε ο συν-συντονιστής του Δικτύου.
Η συνεργατική προσπάθεια που «γέννησε» το ΕΔΙΑΝ, σημείωσαν κλείνοντας και οι δύο συντονιστές του Δικτύου, δεν πρέπει να έχει συγκεκριμένη ημερομηνία λήξης – διότι η προσπάθεια στην επιστήμη είναι εκ προοιμίου συνεχιζόμενη. «Η έρευνα και οι υπόλοιπες δράσεις μας προκειμένου να μελετήσουμε καλύτερα τα νευροεκφυλιστικά νοσήματα πρέπει να συνεχιστεί και μετά την αρχική παράταση που λάβαμε. Εχουμε ήδη έλθει σε επαφή για το ζήτημα με τους αρμόδιους πολιτειακούς παράγοντες και έχουμε βρει ευήκοα ώτα καθώς το Δίκτυο αυτό επιτελεί κοινωνικό έργο προς τους ίδιους τους ασθενείς αλλά και τους φροντιστές τους, οι οποίοι επίσης ταλανίζονται επί πολλά έτη, τόσο οικονομικά όσο και σωματικά και ψυχολογικά λόγω της φύσης των συγκεκριμένων νοσημάτων» κατέληξε ο κ. Ταβερναράκης. Η επιστημονική ισχύς εν τη (συνεχιζόμενη) ενώσει είναι… νευραλγικής σημασίας ώστε μελλοντικά οι ασθενείς με νευροεκφυλιστικά νοσήματα (και οι οικείοι τους) να νιώσουν πιο ισχυροί για να δώσουν τη μακρά μάχη τους, η οποία μόνο χάρη στην επιστήμη θα μπορέσει κάποια ημέρα να οδηγήσει σε μεγάλες νίκες..
Πόσο συχνά είναι τα μονογονιδιακά νοσήματα
Τα μονογονιδιακά νευροεκφυλιστικά νοσήματα βρίσκονται (μεταξύ άλλων) στο στόχαστρο της γενετικής ανάλυσης του ΕΔΙΑΝ. Θα αναρωτιόταν (ευλόγως) κάποιος πόσο συχνά είναι τα νοσήματα αυτά επί του συνόλου των νευροεκφυλιστικών νόσων. Οπως διευκρίνισε ο κ. Στεφανής, «εξαρτάται από το νόσημα. Σε κάποια νοσήματα, όπως για παράδειγμα στη μετωποκροταφική άνοια, αν ένα άτομο έχει οικογενειακό ιστορικό, οι πιθανότητες να εντοπιστεί μετάλλαξη που προκαλεί τη νόσο είναι της τάξεως του 50%. Στη νόσο του Πάρκινσον είναι εντυπωσιακό ότι, όπως είδαμε μέσα από μελέτες που έχουμε διεξαγάγει στην Ελλάδα, ακόμη και στη σποραδική μορφή της νόσου, στο 10% των περιπτώσεων εμφανίζεται μετάλλαξη στο γονίδιο GBA. Μάλιστα πρόσφατα διεξήχθη κλινική δοκιμή με μια φαρμακογενωμική προσέγγιση σε τέτοιους ασθενείς με νόσο Πάρκινσον στην οποία συμμετείχαν και ελληνικά κέντρα – η συγκεκριμένη προσέγγιση απέτυχε αλλά θα ακολουθήσουν και άλλες καθώς το μέλλον δείχνει ότι η νέα γενετική γνώση ανοίγει και καινούργιους θεραπευτικούς δρόμους για ασθενείς με νευροεκφυλιστικά νοσήματα που μέχρι τώρα δεν είχαν καμία θεραπευτική επιλογή».
Ο νευραλγικός ερευνητικός άξονας του Δικτύου
Εκτός από τον κλινικό άξονα του ΕΔΙΑΝ τη δική του σημαντική συμβολή έχει και ο ερευνητικός του άξονας. Οπως ανέφερε ο κ. Ταβερναράκης, «γίνεται βασική έρευνα προκειμένου να κατανοήσουμε τους παθογενετικούς μηχανισμούς πίσω από τα νευροεκφυλιστικά νοσήματα και ήδη έχουμε στα χέρια μας κάποια άκρως ενδιαφέροντα αποτελέσματα. Για παράδειγμα, μελέτες στις οποίες συμμετείχε το ΙΤΕ δείχνουν ότι τα μιτοχόνδρια παίζουν σημαντικό ρόλο στην παθογένεση της νόσου Αλτσχάιμερ. Συγκεκριμένα, ανακαλύψαμε ότι δύο μηχανισμοί που αφορούν τα μιτοχόνδρια παίζουν ρόλο στην εμφάνιση της νόσου: ο ένας μηχανισμός συνδέεται με την είσοδο των πρωτεϊνών στο μιτοχόνδριο και ο δεύτερος αφορά την ανακύκλωση των μιτοχονδρίων. Οταν αυτοί οι δύο μηχανισμοί δεν λειτουργούν σωστά, τότε οι νευρώνες υπόκεινται σε βλάβες και παρατηρούνται φαινόμενα νευροεκφυλισμού».