Οι παλιοσειρές ή μήπως παλαιοσειρές έχουν ακόμη δύναμη και βάζουν τα γυαλιά σε πολλούς νεότερους συναδέλφους τους. Αλλά το ζητούμενο δεν είναι ποιος βάζει τα γυαλιά σε ποιον. Το ζητούμενο είναι ότι είτε πρόκειται για επανακυκλοφορίες (Talking Heads/ «Talking Heads: 77», Elvis Costello/ «King of America & Other Realms») είτε για νέες κυκλοφορίες («The Cleansing»/ Peter Perrett), οι εργασίες αυτές έχουν λόγο στο σήμερα είναι φρέσκες και ακούγονται απνευστί.
Talking Heads | «Talking Heads: 77»
Οι Talking Heads ήταν μεταξύ των πρώτων συγκροτημάτων, που αναδύθηκαν από το CBGB κλαμπ της Νέας Υόρκης στα μέσα της δεκαετίας του ’70, σε μια εποχή που το punk rock ήταν μια φρέσκια ιδέα. Το ντεμπούτο τους άλμπουμ, «Talking Heads: 77» του 1977, δεν ακούγεται σαν πανκ ροκ μετά από τέσσερις δεκαετίες, αλλά αυτό έχει να κάνει περισσότερο με το πώς το punk κωδικοποιήθηκε σύντομα ως είδος και όχι ως τρόπος προσέγγισης της μουσικής. Το συγκρότημα έχει συμπεριλάβει μουσικά στοιχεία από τη δεκαετία του 1960, όπως ποπ και ροκ, κλασική σόουλ και φολκ-ροκ. Προφανές φυσικά το γεγονός ότι από την πρώτη στιγμή αναμείγνυαν τα παραπάνω συστατικά με μοναδικό τρόπο και πρόσθεταν την νευρική ενέργεια των τραγουδιών του David Byrne. Ο τελευταίος ήταν ο μπαλαντέρ που έκανε τους Talking Heads κάτι διαφορετικό. Η λυρική φωνή του και οι μελωδίες του, κατάφερναν να είναι σπασμωδικές και ελκυστικές, φρέσκες και συναρπαστικές. Για να μείνει ένα έργο κλασικό πρέπει να μπορεί να επικοινωνήσει με το κοινό (του) όσα χρόνια και αν περάσουν. Στο συγκεκριμένο έργο οι Talking Heads και μάλιστα με την επεξεργασία που έχει «υποστεί», το υλικό, αποδεικνύει και το μεγαλείο του συγκροτήματος. Προσέξτε τα τραγούδια «Psycho Killer» και «Pulled Up». Προάγγελος των κομματιών που θα έγραφαν αργότερα.
Το «Talking Heads: 77» ήταν ένα εντυπωσιακό ντεμπούτο που ακούγεται ακόμα καλύτερα τώρα από ό,τι όταν πρωτοκυκλοφόρησε. Για την ιστορία, το 2003, το άλμπουμ κατατάχθηκε στο Νο. 290 στη λίστα του Rolling Stone με τα The 500 Greatest Albums of All Time και στο Νο. 291 στην αναθεωρημένη λίστα του 2012. Το άλμπουμ συμπεριλήφθηκε επίσης στο βιβλίο 1001 άλμπουμ που πρέπει να ακούσετε πριν πεθάνετε. (1001 Albums You Must Hear Before You Die).
+ : David Byrne και η Νέα Υόρκη των 70’s
– :
5 / 5
Elvis Costello | King of America & Other Realms
Το 1986, ο «δικός μας βασιλιάς» είχε εννέα χρόνια επιτυχημένη καριέρα της ως Angry Young Man του New Wave, αλλά κάπου δεν πατούσε και τόσο καλά. Το άλμπουμ «Goodbye Cruel World» του 1984, πήρε απογοητευτικές κριτικές ενώ και εμπορικά δεν περπάτησε. Παράλληλα και τα πράγματα στο συγκρότημα «υποστήριξης» που είχε ιδρύσει τους Attractions δεν ήταν και τόσο ρόδινα. Έπρεπε να βρει νέο δρόμο.
Το άλμπουμ «King of America» του 1986 έμελλε να είναι ένα διάλειμμα από το πρόσφατο παρελθόν του. Αποτέλεσε συμπαραγωγή των Costello και T Bone Burnett , το άλμπουμ δημιουργήθηκε μετά από μια σειρά περιοδειών που έκαναν οι δύο τους με το όνομα «Τhe Coward Brothers». Η ηχογράφηση πραγματοποιήθηκε στα μέσα του 1985 σε διάφορα στούντιο στο Λος Άντζελες , στην Καλιφόρνια, με μια ομάδα Αμερικανών μουσικών … συνεδριάσεων που ονομάστηκαν The Confederates. Επιλεγμένοι από τον Burnett, συμμετείχαν μουσικοί όπως οι Ray Brown, Earl Palmer καθώς και πρώην μέλη της TCB Band του Elvis Presley. Οι Attractions, είχαν συμφωνήσει να παίξουν στο μισό άλμπουμ αλλά λόγω όσο και τόσο καλών σχέσεων, συμμετείχαν μόνο στο κομμάτι «Suit of Lights».
Σε αυτό το άλμπουμ άρχισε να εξερευνά τις όψεις της αμερικανικής μουσικής (Americana) που ήταν από καιρό μέρος της τραγουδοποιίας του, αλλά την πλησίαζε από απόσταση. Ενώ ο Costello είχε αποκαλύψει την αγάπη του για την κλασική country στο «Almost Blue» του 1981, το «King of America», του άνοιξε νέους δρόμους ως τραγουδοποιού και ερμηνευτή. Μέσω αυτού του δίσκου, διαμόρφωσε τον προσωπικό του στιλιστικό εκλεκτικισμό που θα γινόταν το χαρακτηριστικό του από τη δεκαετία του ’90 και μετά.
Το «King of America and Other Realms» του 2024 είναι ένα box set με έξι δίσκους που γιορτάζει το άλμπουμ του «King of America» και τη συνεχιζόμενη εξερεύνηση του Costello στην country, blues, jazz, folk, gospel και άλλα αμερικανικά ιδιώματα. Μαζί με μια πρόσφατα ανανεωμένη έκδοση του αρχικού άλμπουμ του 1986, το σετ περιλαμβάνει έναν δίσκο με ακουστικά demos που ο Costello ηχογράφησε καθώς χαρτογραφούσε το έργο (μερικά από τα τραγούδια θα εμφανίζονταν στο «Blood & Chocolate» , που κυκλοφόρησε αργότερα την ίδια χρονιά) και ένα live δίσκος, από συναυλία του τον Ιανουάριο του 1987 στο Λονδίνο με τους Confederates.
Οι υπόλοιποι τρεις δίσκοι προσφέρουν την διατομή του υλικού που ηχογράφησε ο Costello τα επόμενα χρόνια, συμπεριλαμβανομένης της μουσικής που έκοψε με τους Lucinda Williams , Emmylou Harris και Allen Toussaint , «στιγμιότυπα» από τα άλμπουμ «The Delivery Man» (2004), «The River in Reverse» ( 2006), «Secret, Profane & Sugarcane» (2009) και «National Ransom» (2010) και κομμάτια όπου μοιράζεται το μικρόφωνο με τους Dr. Ralph Stanley, Rosanne Cash, Kris Kristofferson.
Το super deluxe box set, δεν καταγράφει μόνο την αγάπη του Elvis Costello για τη μουσική Americana. Με 97 κομμάτια σε έξι δίσκους καταδεικνύει την εξέλιξή του, εξέλιξη που δικαίως τον οδηγεί στους μύθους του ποπ/ροκ.
+ : ο στιλιστικός εκλεκτικισμός του Costello στη… διατριβή του την μουσική Americana
– :
5 / 5
Peter Perrett | The Cleasing
Ο Peter Albert Neil Perrett, Βρετανός τραγουδιστής, τραγουδοποιός, μουσικός και παραγωγός δίσκων, στα 72 του χρόνια, έκανε αυτό που έπρεπε με απόλυτη ειλικρίνεια προς τον εαυτό του και προς τους ακροατές. Πρόκειται για σύνολο τραγουδιών που είναι εντυπωσιακά ειλικρινή για το επικίνδυνο παρελθόν του, απελπισμένα συναισθηματικά για τους ανθρώπους που αγαπά και στέκονται ακριβώς στο κέντρο της ζωής του. Κομμάτια με νοσταλγία αλλά και σύγχρονα μηνύματα. Η καρδιά του χτυπά ακόμα όπως οφείλει να χτυπά σε κάθε post – punk rocker. Ροκ μπαλάντες με πικρή εξυπνάδα και σοφία. Μαζί του, είναι οι γιοι του – ο κιθαρίστας/παραγωγός Jamie και ο μπασίστας Peter, Jr. – καθώς και μια σειρά από guest stars όπως ο Johnny Marr, ο κιθαρίστας των Dream Wife, Alice Go, ο Bobby Gillespie, ο Douglas Hart των Jesus and Mary Chain και το μέλος των Fontaines DC, Carlos O’Connell. Όλοι μαζί, φτιάχνουν έναν ήχο που είναι απόλυτα συντονισμένος με τα τραγούδια του Perrett. Αλλού κυριαρχεί το δράμα «Survival Mode», αλλού η χαρά «Disinfectant». Στα θετικά του άλμπουμ το γεγονός ότι κρατά τους ακροατές σε εγρήγορση, εκτοξεύοντας σχόλια, συνθέσεις απογυμνωμένες, παράξενα φωνητικά. Ενδιαφέροντες οι ήχοι του αλλά είναι ένα κλικ πίσω για φθάσουν στο άριστα και να μείνουν για πάντα χαραγμένες στο μυαλό του ακροατή. Ο άσσος του δίσκου είναι τα τραγούδια και η φωνή του Perrett.
+ : τα τραγούδια και η φωνή του Perrett
– : ο ήχος του άλμπουμ ένα κλικ πιο κάτω από το άριστα
4,5 / 5