Ο Κωνσταντίνος Χουβαρδάς τρέχει ανελλιπώς και ακαταπόνητα τα τελευταία 40 χρόνια. Έχει αγωνιστεί σε 54 Μαραθωνίους σε όλον τον κόσμο, φέτος θα τρέξει για 21η φορά στον Αυθεντικό Μαραθώνιο της Αθήνας ενώ το μεγαλύτερο ανδραγάθημά του το πέτυχε το 2022 όταν μέσα σε επτά συνεχόμενες εβδομάδες έτρεξε επτά Μαραθωνίους σε χρόνο κάτω των τριών ωρών. Ναι, ο 48χρονος δρομέας, προπονητής και τεχνικός διευθυντής του Ioannina Lake Run δεν απολαμβάνει άδικα, ατεκμηρίωτα ή χωρίς χειροπιαστό λόγο τοτεμικές τιμές από τη δρομική κοινότητα.
Πάλαι ποτέ δημοσιογράφος, κριτικός κινηματογράφου, στέλεχος της Μπερλινάλε αλλά και του Φεστιβάλ Καννών ο Χουβαρδάς το 2008 αποφάσισε να αφήσει την καριέρα του στα μέσα ενημέρωσης και να εστιάσει στις μεγάλες αποστάσεις. Λίγο πριν σταθεί για μία ακόμα χρονιά στη γραμμή εκκίνησης του Μαραθώνα ο πολύπειρος αθλητής αφηγείται στιγμές και σταθμούς από τη μυθιστορηματική διαδρομή του.
Κωνσταντίνε, πόσα χρόνια τρέχεις;
Τρέχω από το 1985. Από την Δ Δημοτικού. Δεν έχω σταματήσει ποτέ.
Γιατί ξεκίνησες; Ήταν ένα παιδικό παιχνίδι;
Τυχαίο ήταν. Είχα δηλώσει συμμετοχή σε σχολικούς αγώνες στη Μυτιλήνη για να χάσω μάθημα. Ήμασταν σε ένα σχολείο εγώ και ο δάσκαλος. Στην πραγματικότητα η σχέση μου με το τρέξιμο ξεκίνησε λίγο νωρίτερα, όταν έκλεισε εκείνο το σχολείο και αναγκαζόμουν να πηγαίνω καθημερινά με τα πόδια στο σχολείο του διπλανού χωριού που απείχε τρία χιλιόμετρα.
Ενώ θα μπορούσα να κάνω τη διαδρομή περπατώντας, ειδικά στην επιστροφή προς το σπίτι έτρεχα για να προλαβαίνω να βλέπω ένα σήριαλ της εποχής, το «Τόλμη & Γοητεία». Τότε λοιπόν παρατήρησε ένας δάσκαλος ότι ήμουν γρήγορος και μου πρότεινε να συμμετέχω στους σχολικούς αγώνες. 1000 μέτρα ήταν νομίζω.
Πήγα λοιπόν για να χαζολογήσω και μάλιστα δεν είχα φορέσει ούτε αθλητικά ρούχα. Με το τζιν είχα πάει. Έτρεξα και βγήκα πρώτος. Έτσι ξεκίνησε η ιστορία. Μετά μπήκα στον Αρίωνα Μυτιλήνης και αργότερα στον πρωταθλητισμό. Έτσι έφτασα να τρέχω μέχρι σήμερα.
Δεν έχεις κουραστεί ποτέ να τρέχεις;
Αντιθέτως. Το τρέξιμο με ξεκουράζει. Μπορεί να με πονάνε όλα, τα πόδια μου, τα χέρια μου, το σώμα μου, αλλά αυτός είναι ο τρόπος της ζωής μου.
Δε σταμάτησες δηλαδή ποτέ εδώ και 40 χρόνια;
Μόνο μια πολύ μικρή περίοδο λίγο πριν καταταγώ στο στρατό. Τότε είχαμε γίνει λίγο εναλλακτικοί επαναστάτες των 19 ετών, βγαίναμε στα μπαρ, διαβάζαμε Μπουκόφσκι, Μπάροουζ και Κέρουακ, κάναμε τους καταραμένους ποιητές, αλλά μετά επέστρεψα στο τρέξιμο.
Τι σου δίνει το τρέξιμο;
Σε κάθε περίοδο της ζωής μου μου έχει δώσει διαφορετικά πράγματα. Αρχικά μου πρόσφερε διέξοδο όταν ήμουν μικρός, γιατί μεγάλωσα σε ένα μικρό χωριό ενός ακριτικού νησιού. Ήταν σαν ένα παράθυρο στον κόσμο. Αργότερα ήρθε η αναγνώριση, η αναγνωρισιμότητα και ο θαυμασμός – όσο κι αν το παίζουμε μετριόφρονες σε όλους μας αρέσει να μας θαυμάζουν.
Μετά το τρέξιμο έγινε επάγγελμα και βιοπορισμός και πλέον έχει γίνει και ψυχανάλυση. Είναι κάτι που θα το πουν όλοι, όμως καθένας εννοεί κάτι διαφορετικό. Όταν πας να τρέξεις γίνεται μια παύση σε ό,τι έχει συμβεί πριν και ό,τι θα συμβεί μετά. Είναι η δική σου ώρα. Είσαι εσύ. Το τρέξιμο σου δίνει ιδιωτικότητα.
«Το challenge των 7 Μαραθωνίων σε 7 εβδομάδες το ξεκίνησα αρχές Οκτώβρη του ’22, ώστε ο τελευταίος να είναι στην Αθήνα και μπορέσω να τον γιορτάσω με τους φίλους μου».
Προτιμάς δηλαδή να τρέχεις μόνος.
Ναι, δεν θέλω παρέα. Δε θέλω να μιλάω όταν τρέχω, δεν θέλω να ακούω μουσική. Ασχολούμαι με τις σκέψεις μου, κάνω σχέδια, μου έρχονται ιδέες για τα βιβλία που γράφω. Το τρέξιμο είναι ένα αρκετά μοναχικό άθλημα όταν γίνεται. Μες στον αγώνα είσαι πάντα μόνος σου.
Η ιδέα για τους 7 Μαραθωνίους σε 7 εβδομάδες πώς γεννήθηκε;
Τυχαία. Και έγινε τελικά και το όχημα για να γίνω πιο γνωστός στη δρομική κοινότητα. Μετά την καραντίνα είχα τελματώσει σε επίπεδο στόχων. Είχα κάνει Μαραθώνιο κάτω από 3 ώρες, είχα κάνει πρωταθλητισμό, αναρωτιόμουν τι υπήρχε μετά. Αναζητούσα ένα καινούργιο κίνητρο.
Το φθινόπωρο του 2021 έτρεξα στη Βαρκελώνη, την επόμενη εβδομάδα στην Αθήνα και την αμέσως επόμενη στη Θεσσαλονίκη. Τότε σκέφτηκα «αφού μπορώ και τρέχω Μαραθωνίους κάθε βδομάδα, τι γίνεται με τα ρεκόρ;». Συμπωματικά είδα τότε ένα ντοκιμαντέρ για την Σαλέιν Φλάναγκαν, μια αθλήτρια που είχε προσπαθήσει να κάνει έξι συνεχόμενους Μαραθωνίους με χρόνο κάτω από 3 ώρες σε έξι εβδομάδες.
Άρχισα λοιπόν να ψάχνω τα στατιστικά, είδα ότι δεν υπήρχε κάποιο αντίστοιχο ρεκόρ στο βιβλίο Γκίνες κι έκανα ένα αίτημα για να δημιουργήσω αυτό το challenge των επτά Μαραθωνίων. Από εκεί και μετά ξεκίνησε ο σχεδιασμός. Για μένα είναι ο άλφα και το ωμέγα. Αν τα έχεις κάνει όλα σωστά, η υλοποίηση είναι απλώς η παράσταση. Αυτό είναι ο Μαραθώνιος.
Εγώ κάνω τέσσερις μήνες σκληρή δουλειά, για να έρθω στην Αθήνα και να δώσω μια παράσταση. Η απόλαυση στην παράσταση είναι δεδομένη. Το θέμα είναι τι έχεις περάσει πριν.
Ο έβδομος Μαραθώνιος του challenge ποιος ήταν;
Ξεκίνησα αρχές Οκτώβρη, ώστε ο τελευταίος να είναι στην Αθήνα και μπορέσω να γιορτάσω την ολοκλήρωση με τους φίλους μου.
«Οι αγώνες της ζωής μας – ειδικά στο Μαραθώνιο- είναι εκείνοι στους οποίους δεν είμαστε καλά. Όταν δεν πάνε καλά τα πράγματα και πρέπει όντως να δώσουμε αγώνα».
Τι σκεφτόσουν όταν τερμάτιζες στο Καλλιμάρμαρο;
Δεν ήταν διαφορετικές οι σκέψεις από τις άλλες χρονιές. Απλώς κάποια στιγμή, ενώ ήμουν πολύ άνετος – σχεδόν πέταγα-, ήθελα πια να τελειώσει. Ήθελα να φτάσω. Δεν ήθελα άλλο. Ενώ συνήθως μπαίνω σε ένα Μαραθώνιο και είμαι άνετος. Ειδικά στην Αθήνα που ξέρω ποιους θα συναντήσω σε κάθε χιλιόμετρο.
Ο Μαραθώνιος της Αθήνας έχει ιδιαίτερη σημασία και βάρος για σένα;
Ενώ έχω τρέξει 54 Μαραθωνίους σε όλο τον κόσμο, ο Μαραθώνιος της Αθήνας είναι αδιαπραγμάτευτος για μένα. Η Αθήνα είναι το πάρτι της χρονιάς. Είναι ένας ιδιαίτερος αγώνας. Μπορεί η διαδρομή μέχρι να μπεις στην Αθήνα να μην είναι κάτι σπουδαίο, όμως ο τερματισμός σε αποζημιώνει για τα πάντα.
Έχω τερματίσει στην Αψίδα του Θριάμβου, στην Πύλη του Βραδενβούργου, στο Σέντραλ Παρκ, στο Κολοσσαίο, αλλά ο τερματισμός της Αθήνας είναι ο καλύτερος στον κόσμο. Ξέρεις κάτι; Τελειώνει ο Μαραθώνιος της Αθήνας κι από την επομένη αρχίζουμε ήδη να μετράμε αντίστροφα για την επόμενη χρονιά.
Έχεις δώσει τον αγώνα της ζωής σου;
Δεν μπορείς να το ξέρεις ποτέ αυτό. Τουλάχιστον μέχρι τον επόμενο.
Ας το θέσουμε αλλιώς. Σε ποιον αγώνα ήσουν πολύ καλά και πέρασες και πολύ καλά;
Πιστεύω ότι οι αγώνες της ζωής μας – ειδικά στο Μαραθώνιο- είναι εκείνοι στους οποίους δεν είμαστε καλά. Όταν δεν πάνε καλά τα πράγματα και πρέπει όντως να δώσουμε αγώνα. Έχω τρέξει αγώνες στους οποίους δεινοπάθησα ή τερμάτισα ακόμα και με κάταγμα κοπώσεως.
Υπό αυτή την έννοια θα έλεγα ότι ο αγώνας της ζωής μου ήταν στη Φρανκφούρτη το 2022. Ήταν ο πέμπτος στη σειρά των επτά συνεχόμενων. Έφτασα με οξεία γαστρεντερίτιδα και 39 πυρετό. Μπήκα στον αγώνα και γύρω στο 27ο-28ο χιλιόμετρο φαινόταν ότι δε θα τα κατάφερνα. Τότε είπα «ζω-πεθαίνω, θα τερματίσω». Πιστεύω ότι τότε δούλεψε το πνευματικό κομμάτι.
Μια και το θέτεις, στο τρέξιμο χρειάζονται μόνο δυνατά πόδια ή και πολύ δυνατό μυαλό;
Υπάρχουν διάφοροι μύθοι για το τρέξιμο. Μου λένε πολλοί «εγώ έχω πείσμα και θα μπορέσω να σε ακολουθήσω σε έναν αγώνα». Το τρέξιμο όμως στηρίζεται σε δύο πράγματα: την αντικειμενική ικανότητα, που προκύπτει από τα σωματικά χαρακτηριστικά και την προετοιμασία σου, και υπάρχει και η πνευματική ικανότητα που θα σου δώσει αυτό το οποίο είσαι προετοιμασμένος να κάνεις.
Όσο αναπτυγμένο σθένος και να έχεις, δεν τρέχεις έτσι απλά έναν Μαραθώνιο σε 3 ώρες. Στο τρέξιμο τα πράγματα είναι πολύ δίκαια. Ό,τι δίνεις, παίρνεις.
«Πλέον πάω στον αυτόματο. Δεν είμαι κανένας αθληταράς, αλλά έχω εμπειρία. Πάντως, το άγχος μου για τους αθλητές μου είναι μεγαλύτερο από αυτό που έχω για τον εαυτό μου».
Γιατί πιστεύεις ότι το δρομικό κίνημα χρόνο με το χρόνο μεγεθύνεται;
Οι άνθρωποι τρέχουν για τους ίδιους λόγους που τρώνε, που βγαίνουν, που κάνουν έρωτα. Αν μπορούμε να βρούμε έναν κυρίαρχο λόγο που έχει γιγαντωθεί τόσο πολύ η δρομική κοινότητα, είναι ο μιμητισμός. Βλέποντας κανείς ανθρώπους που τρέχουν να είναι χαρούμενοι με τον εαυτό τους ή να αλλάζει η ποιότητα ζωής τους μπαίνει στη διαδικασία να το δοκιμάσει. Νομίζω ότι ο ένας παρακινεί τον άλλο.
Για μένα το σημαντικότερο πράγμα που έχω πετύχει δεν έχει να κάνει με επιδόσεις και αγώνες, αλλά με το γεγονός ότι έχω παρακινήσει άπειρο κόσμο να ξεκινήσει να τρέχει. Διστακτικά. Με ένα, δύο, τρία χιλιόμετρα στην αρχή. Αλλά, όπως συνηθίζω να λέω, τρέχοντας έρχεται η όρεξη.
Είναι μόδα το τρέξιμο;
Επειδή παρακολουθώ τις έρευνες και τα στατιστικά, βλέπω ότι το δρομικό κίνημα ήρθε για να μείνει. Και θα έχει αυξητική τάση τα επόμενα χρόνια. Απλώς κάποια στιγμή θα γίνει το ξεκαθάρισμα, η εξυγίανση. Θα φύγουν κάποιοι αγώνες που είναι αρπαχτές, θα φύγουν κάποιοι τοξικοί άνθρωποι, θα υπάρξει αυτοΐαση.
Με τις επιδόσεις τι γίνεται; Τις έχουν θεοποιήσει ακόμα και οι ερασιτέχνες δρομείς;
Ξεκάθαρα. Και σε αυτό παίζουν τεράστιο ρόλο τα κοινωνικά δίκτυα. Δεν τρέχουμε πια μόνο για μας. Τρέχουμε για να το προβάλλουμε κιόλας. Ένα κατόρθωμα ή μια καλή εμφάνιση θες να τη μοιραστείς.
Παλιότερα το λέγαμε στους φίλους μας. Τώρα τους το δείχνουμε στα social media. Δεν το απορρίπτω, αρκεί να μη γίνεται αυτοσκοπός. Στο τέλος της μέρας προβάλουμε κάτι υγιές, αρκεί να το κάνουμε με ωριμότητα.
Είναι το τρέξιμο όλη σου η ζωή;
Το αντίθετο. Κάνω πολλά άλλα πράγματα. Διαβάζω τόνους λογοτεχνίας, ασχολούμαι πολύ με τον κινηματογράφο, μ’ αρέσει να μαγειρεύω. Δεν είμαι κολλημένος με το τρέξιμο. Απλώς αυτό προβάλλω προς τα έξω.
«Δεν υπάρχει τρέξιμο χωρίς Μαραθώνιο. Είναι η πεμπτουσία του τρεξίματος. Είναι αδιανόητο να μη δώσει κανείς την ευκαιρία στον εαυτό του να ζήσει αυτή την εμπειρία»
Αγωνία για τους αγώνες υπάρχει;
Περισσότερο για τους αθλητές που προπονώ. Γιατί έχω περάσει από τη θέση τους. Εγώ πλέον πηγαίνω στον αυτόματο. Δεν είμαι κανένας αθληταράς, αλλά έχω εμπειρία. Πάντως, το άγχος μου για τους αθλητές μου είναι μεγαλύτερο από εκείνο που έχω για τον εαυτό μου.
Τι έχεις κερδίσει τρέχοντας;
Το μεγαλύτερο κέρδος είναι η ικανοποίηση και η χαρά που σου δίνει η επίτευξη ενός μικρού ή μεγάλου στόχου. Δικού σου ή κάποιου ασκούμενού σου. Είναι αυτές οι μικρές καθημερινές νίκες.
Γούρια έχεις;
Είμαι ο απόλυτος φετιχιστής. Τρέχω πάντα με τις ίδιες κάλτσες, μέχρι να διαλυθούν. Ευτυχώς, έχω μεγάλο στοκ σε καινούργια ζευγάρια.
Τρέχω πάντα με το ίδιο σορτσάκι που είναι της εθνικής ομάδας της Κένυας και με τη φανέλα της εθνικής Ελλάδος στίβου. Έχω πάντα την ίδια ρουτίνα πριν από τους αγώνες, ακόμα και η τσάντα που παίρνω μαζί μου είναι πάντα η ίδια.
Πριν από την εκκίνηση τι σκέφτεσαι;
Κάνω υπολογισμούς. Είμαι τρελός με τα νούμερα και με τους χρόνους. Σταθμίζω τη διαδρομή, τις καιρικές συνθήκες, κάνω το πλάνο μου. Για μένα κάθε αγώνας είναι σαν μια αποστολή που πρέπει να εκτελέσω. Πρέπει να είμαι συγκεντρωμένος. Στρατιώτης.
Ποιον δρομέα θαυμάζεις;
Θαυμάζω τον Κενενίσα Μπεκέλε για τη διάρκειά του και τον Έλιουντ Κιπτσόγκε για τη στάση ζωής και τη φιλοσοφία του αλλά και για το γεγονός ότι βοήθησε πολύ στην ανάπτυξη του δρομικού κινήματος. Επειδή αθληταράδες έχουν περάσει πολλοί, περισσότερο θαυμάζω το πάντρεμα των επιδόσεων με το πνευματικό υπόβαθρο και το χαρακτήρα.
Πιστεύεις ότι πρέπει όλοι οι δρομείς να κάνουν έναν τουλάχιστον Μαραθώνιο στην ζωή τους;
Για μένα δεν υπάρχει τρέξιμο χωρίς Μαραθώνιο. Είναι η πεμπτουσία του τρεξίματος. Είναι αδιανόητο να μην έχει δώσει κανείς την ευκαιρία στον εαυτό του να ζήσει αυτή την εμπειρία.
«Όσο αναπτυγμένο σθένος και να έχεις, δεν τρέχεις έτσι απλά έναν Μαραθώνιο σε 3 ώρες. Στο τρέξιμο τα πράγματα είναι πολύ δίκαια. Ό,τι δίνεις, παίρνεις»
Τι συμβουλή θα έδινες σε όσους θα τρέξουν την Κυριακή τον Αυθεντικό Μαραθώνιο;
Η μεγαλύτερη συμβουλή που δίνω πάντα είναι να μη φεύγουν γρήγορα στην αρχή και να μην υπερβάλλουν εαυτόν, γιατί αν έρθει ο λεγόμενος τοίχος νωρίς, δε θα περάσουν καλά.
Δεν έχει να κάνει με το χρόνο που θα πετύχουν, αλλά με το πόσο θα απολαύσουν τη διαδρομή. Οι πρωτάρηδες ή όσοι δεν έχουν την εμπειρία θα πρέπει να χαραμίσουν λίγα λεπτά από την επίδοση, για να απολαύσουν το ταξίδι.
Τη χαρά του τρεξίματος την έχεις χάσει ποτέ;
Αυτό δεν μπορεί να το στο χαλάσει ή να στο πάρει κανένας και τίποτα. Είναι πάντα δικό σου.
Info: Το βιβλίο του Κώστα Χουβαρδά «Επτά» κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος