Η Βικτόρια Χίσλοπ είναι μια πολύ αγαπημένη συγγραφέας στη χώρα μας και ως πρέσβειρα του ελληνικού πολιτισμού μέσα από τα βιβλία της που κοιτούν βαθιά στην ιστορία της χώρας μας αλλά και με την ελληνική ιθαγένεια που απέκτησε το 2020, για την προσφορά της στην προβολή της Ελλάδας, παραμένει ιδιαίτερα δραστήρια και παρεμβατική στη δημόσια σφαίρα, είτε πρόκειται για τη διεκδίκηση των Γλυπτών του Παρθενώνα είτε για τις πολιτικές εξελίξεις στον πλανήτη – από το Brexit της Μεγάλης Βρετανίας ως την επανεκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στον Λευκό Οίκο για τη δεύτερη θητεία του ως Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών.

«Δεν θα επικεντρωθούμε στην πολιτική αλλά υπάρχει μια θλίψη σήμερα»  σχολίασε η Βικτόρια Χίσλοπ στην σημερινή της συνάντηση με δημοσιογράφους ως ambassador της Αγοράς, του αναπτυξιακού τμήματος του 65ου Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης. «Νομίζω ότι είμαστε όλοι σοκαρισμένοι από το αποτέλεσμα των εκλογών στην Αμερική» σχολίασε η συγγραφέας.

«Τι με φοβίζει σήμερα; Νομίζω ότι αν μου κάνατε αυτή την ερώτηση χθες θα πέρνατε μια πολύ διαφορετική απάντηση. Τώρα λέω αυτό που το καθεστώς Τραμπ θα σημάνει για εμάς – δεν μπορώ να βρω άλλη λέξη από το «καθεστώς». Γιατί ό,τι συμβαίνει στην Αμερική συνήθως μεταφέρεται στη Βρετανία, μετά επηρεάζει την υπόλοιπη Ευρώπη και δεν αναφέρομαι μόνο στον τρόπο που σκέφτονται οι άνθρωποι αλλά και στον πολιτισμό μας γενικότερα.» απάντησε η ίδια σε ερώτηση σχετικά με τις ανησυχίες και τους φόβους της στο παρόν. Είπε, βεβαίως, ότι αν είχε στα χέρια της ένα εισιτήριο χωρίς επιστροφή, θα επέλεγε ως προορισμό την Ελλάδα.

Συνεχίζοντας η Χίσλοπ, διευκρίνισε: «Φοβάμαι για τις γυναίκες στην Αμερική, γιατί ένας άνθρωπος που έχει καταδιαστεί για σεξουαλικά εγκλήματα βρίσκεται σε θέση εξουσίας. Με απασχολεί αυτό σήμερα. Τα τελευταία χρόνια στην Ελλάδα υπάρχει μεγάλη δημοσιότητα σε σχέση με τη βία εναντίον των γυναιών, από την άλλη έχουμε την εξάπλωση των ντροπιαστικών ιδεών του Άντριου Τέιτ. Ως γυναίκες πρέπει να διασφαλίσουμε ότι αυτού του είδους η στάση ζωής ή ό,τι αντιπροσωπεύει η ιδεολογία Τραμπ, δεν θα μας επηρεάσει.»

Η Βικτόρια Χίσλοπ μίλησε όμως για πολλά άλλα σημαντικά ζητήματα που διαπίστωσε ως πρέσβειρα της Αγοράς του Φεστιβάλ – η ενέργεια και η αισιοδοξία των νέων κινηματογραφιστών και παραγωγών ήταν μεταξύ αυτών.

Αναφέρθηκε με το πάθος που τη διακατέχει με θέρμη στην Ελλάδα και την πολιτιστική της ταυτότητα που είναι ξεχωριστή μέσα στην Ευρώπη, ενώ ανέτρεξε στην πολυπολιτισμική Θεσσαλονίκη που λατρεύει και την οποία ερεύνησε σε βάθος προκειμένου να γράψει το τρίτο μυθιστόρημά της «Το νήμα» (2011), το οποίο θα γίνει τηλεοπτική σειρά, σε συνεργασία με την εταιρεία παραγωγής Heretic (σε αυτό η Χίσλοπ αφηγείται την ταραχώδη ιστορία της Θεσσαλονίκης στον 20ό αιώνα).

Σχολίασε επίσης με βρετανικό χιούμορ την μεγάλη περιπέτεια της έκδοσης του διεθνούς μπεστ σέλερ της «Το νησί» (2005), το οποίο επίσης αγαπήθηκε στη χώρα μας ως τηλεοπτική σειρά αλλά δεν μπορούσε να βρει αρχικά εκδότη γιατί είχε ως θέμα μια φρικαλέα ασθένεια όπως η λέπρα. Ως αφηγήτρια μεγάλων ιστοριών δεν θα μπορούσε να μην τονίσει τη χρησιμότητα και την αναγκαιότητα των διαπολιτισμικών συνεργασιών και κινηματογραφικών συμπαραγωγών που επιτυγχάνονται στην Αγορά, την καρδιά, δηλαδή, του Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης και φυσικά τον τρόπο με τον οποίο η κινηματογραφική τέχνη αποδεικνύεται ενωτική, ξεπερνώντας τις διασυνοριακές – γεωπολιτικές διαμάχες.

«Είμαι πολύ κοντά στην Ελλάδα, έχω την ελληνική υπηκοότητα και περνάω πολύ χρόνο», δήλωσε επίσης η Χίσλοπ αναφερόμενη στη σημασία των ευρωπαϊκών συνεργειών και της πολιτισμικής συνένωσης.

Όπως μας είπε: «Για μένα το να αισθάνομαι Ελληνίδα είναι στην πραγματικότητα ισχυρότερο από το να νιώθω Βρετανίδα. Προσωπικά δεν ταυτίζομαι πια με τη βρετανική μου ταυτότητα. Και αυτό οφείλεται ουσιαστικά στο Brexit. Αλλά φύγαμε από την Ευρώπη, γιατί αυτό αποφάσισε όλη η χώρα. Ξέρετε, εμείς που θέλαμε να παραμείνουμε Ευρωπαίοι ήμασταν η μειοψηφία. Και εκείνη την ημέρα ένιωσα ότι η Βρετανία συρρικνώθηκε, έγινε ένα μικρότερο μέρος. Και πάντα ένιωθα από τότε που πήγα σχολείο ότι ήμουν Ευρωπαία, γιατί πάντα ένιωθα έλξη προς τη γαλλική λογοτεχνία. Πάντα μάθαινα άλλες γλώσσες όταν είχα τη δυνατότητα. Μάθαμε γερμανικά, γαλλικά και ισπανικά σε ένα συνηθισμένο δημόσιο σχολείο, όχι σε ένα φανταχτερό σχολείο. Μάθαμε λατινικά, είχαμε την ευκαιρία να μάθουμε αρχαία ελληνικά. Έτσι, η Ευρώπη έγινε για μένα η χώρα στην οποία ζούσα.»

Η αγαπημένη συγγραφέας αναφέρθηκε και στην υπαρξιακή ταυτότητα της Ελλάδας σήμερα: «Η ταυτότητα για μένα, και ελπίζω για πολλούς νεότερους ανθρώπους, είναι να αισθάνονται ότι η Ευρώπη είναι η χώρα τους κατά κάποιον τρόπο, που θα διατηρηθεί ως έχει. Για μένα, η Ελλάδα έχει μια πολύ ξεχωριστή αίσθηση ταυτότητας…

Οι περισσότεροι άνθρωποι που συναντώ, αν και  ζουν στην Αθήνα, αναφέρονται, για παράδειγμα, στην οικογένειά τους που κατάγεται από την Καλαμάτα ή από κάποιο άλλο μέρος. Ταυτίζονται όχι απαραίτητα με τον τόπο που ζουν, αλλά με ένα μικρότερο μέρος που είναι η καταγωγή τους. Και αυτό το βρίσκω πολύ όμορφο. Οι άνθρωποι ποτέ δεν το λένε αυτό στη Βρετανία, απλά λένε, ζω στο Λονδίνο. Αλλά δεν έχουν αυτή την πολύ ισχυρή αίσθηση σύνδεσης με τον τόπο από το παρελθόν τους. Δεν θα ήθελα να δω τους Έλληνες να χάνουν την ενσυναίσθηση της εθνότητας τους αλλά θα ήθελα να δω ένα έθνος με σύνορα που σταδιακά υποχωρούν προκειμένου να υποδεχτούν νέες επιρροές.»