Οι εξελίξεις μετά τις προεδρικές εκλογές του 2024 στις ΗΠΑ για την περιοχή των Βαλκανίων αφορούν δύο ζητήματα: το πρώτο είναι η περιφερειακή ασφάλεια στα Βαλκάνια και το δεύτερο οι πιθανές αλλαγές στην παγκόσμια διακυβέρνηση που θα μπορούσαν να τα επηρεάσουν.
Οσον αφορά την περιφερειακή ασφάλεια, τα Βαλκάνια –και συγκεκριμένα τα περισσότερα διάδοχα κράτη της Γιουγκοσλαβίας– αποτελούν μια μετασυγκρουσιακή περιοχή μικρών κρατών που εξακολουθούν να βρίσκονται σε διαδικασία οικοδόμησης κράτους και έθνους, ανασυγκρότησης, συμφιλίωσης και δημοκρατικής μετάβασης.
Ποιοι «διεκδικούν» τα Βαλκάνια
Η Ευρωπαϊκή Ενωση (ΕΕ) έχει προσελκύσει όλα τα κράτη των Βαλκανίων στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης– η Σλοβενία, η Βουλγαρία, η Ρουμανία και η Κροατία έχουν ήδη γίνει μέλη, ενώ το υπόλοιπο τμήμα της περιοχής, τα λεγόμενα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων, βρίσκονται ακόμη σε διαδικασία ένταξης.
Ωστόσο, την τελευταία δεκαετία αρκετές παγκόσμιες και περιφερειακές δυνάμεις έχουν ανταγωνιστικά με την ΕΕ σχέδια που στοχεύουν μεμονωμένα κράτη, με αποτέλεσμα στην περιοχή να έχουν διεισδύσει σε μεγάλο βαθμό όχι μόνο πολυμερείς οργανισμοί αλλά και μεμονωμένες δυνάμεις (π.χ., ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Τουρκία, Ηνωμένο Βασίλειο, κράτη του Κόλπου).
Τα Βαλκάνια αποτελούν επίσης μια ιδιαίτερα αντιπροσωπευτική περιοχή διαφορετικών κρατών όσον αφορά προκλήσεις της παγκόσμιας διακυβέρνησης όπως η προστασία του περιβάλλοντος, το ελεύθερο εμπόριο και οι επενδύσεις, το κράτος δικαίου, ο σεβασμός των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και η φιλελεύθερη δημοκρατία ως μέρος της ατζέντας της φιλελεύθερης παγκόσμιας τάξης.
Σε αυτό το πλαίσιο ο μελλοντικός πρόεδρος των ΗΠΑ, εάν η προεδρία παραμείνει στο Δημοκρατικό Κόμμα, θα συνεχίσει πιθανώς την τρέχουσα πολιτική έναντι της περιοχής, υποστηρίζοντας την περιφερειακή διακυβέρνηση ασφάλειας υπό την ηγεσία της ΕΕ, η οποία ορίζεται ως μια συνολική παροχή ασφάλειας, εκδημοκρατισμού και οικονομικής ανάπτυξης μέσω της συνεργασίας μεταξύ πολυμερών ευρωπαϊκών θεσμών, όπως το ΝΑΤΟ, ο ΟΑΣΕ και το Συμβούλιο της Ευρώπης.
Τι θα κάνει η Κάμαλα Χάρις
Η Χάρις ως πρόεδρος των ΗΠΑ, χωρίς να έχει γνωστή άμεση εμπειρία ή ειδικούς επαγγελματικούς δεσμούς στην περιοχή, θα χρησιμοποιήσει στο πλαίσιο αυτό την πολυμερή διπλωματία, θα διατηρήσει τον ενεργό ρόλο των ΗΠΑ στους παγκόσμιους θεσμούς και θα «υποστηρίξει την επίλυση των ευρωπαϊκών υποθέσεων από την Ευρώπη».
Αυτό παραπέμπει στο status quo ως προς την εμπλοκή της «λέσχης» της φιλελεύθερης δημοκρατίας στα Βαλκάνια, εκτός αν η τελευταία διχαστεί λόγω «οικονομικών ζητημάτων», όπως για παράδειγμα η λογική της ψηφιακής κυριαρχίας – η λογική της ΕΕ βασίζεται σε αξίες, ενώ η ψηφιακή αυτοκρατορία των ΗΠΑ στηρίζεται στην αγορά.
Η πολιτική που θα ακολουθήσει ο Τραμπ
Εάν ο πρώην πρόεδρος Τραμπ αναλάβει την προεδρία, είναι αρκετά εύλογο να υποθέσουμε ότι θα επαναλάβει το περιεχόμενο και το ύφος της πρώτης του προεδρίας. Τότε, μια από τις δηλώσεις του ήταν ότι «τα Βαλκάνια έχουν ιδιαίτερη σημασία γι’ αυτόν, επειδή η σύζυγός του είναι από τη Σλοβενία».
Δυστυχώς, δεν κατάφερε να μάθει πάρα πολλά για την περιοχή από αυτήν την ουσιαστική σχέση, όπως φάνηκε από την πρότασή του για εδαφική ανταλλαγή μεταξύ Σερβίας και Κοσσυφοπεδίου ως λύση στις συνεχιζόμενες διαφορές μεταξύ τους σχετικά με την ανακηρυχθείσα το 2008 ανεξαρτησία του Κοσσυφοπεδίου. Αυτή ήταν φυσικά εξαιρετικά επικίνδυνη πρόταση, όχι μόνο επειδή η ανταλλαγή εδαφών δεν συνάδει με την ευρωπαϊκή τάξη και το διεθνές δίκαιο, αλλά και επειδή σε μια τόσο πολυεθνική περιοχή μικρών κρατών θα μπορούσε άμεσα να προκληθεί ένα φαινόμενο ντόμινο που θα γινόταν πρόξενος περιφερειακής αστάθειας.
Επειδή ο Τραμπ έχει ήδη ανακοινώσει ότι θα συνεχίσει να αποδυναμώνει τις διατλαντικές σχέσεις με το πάγωμα του ΝΑΤΟ –όλα τα κράτη της περιοχής εκτός από τη Βοσνία-Ερζεγοβίνη και τη Σερβία (και το Κόσοβο) είναι μέλη–, αυτό θα διατάρασσε αφάνταστα την ασφάλεια των Βαλκανίων.
Η εξαγγελθείσα ταχεία υποχώρηση των ΗΠΑ από την υποστήριξη της Ουκρανίας κατά του ρωσικού πολέμου έχει τεράστιο ενδεχόμενο διάχυσης περιφερειακών προκλήσεων (π.χ., σκληρή ασφάλεια, μετανάστευση, επισιτιστική ασφάλεια, εθνικισμός) τις οποίες η Βουλγαρία και η Ρουμανία έχουν σταθερά εκθέσει.
Ως αποτέλεσμα, θα μπορούσε κανείς να δει τις ΗΠΑ να ακολουθούν άλλους παράγοντες που καθοδηγούνται από την ισορροπία δυνάμεων στην περιοχή και να «αφήνουν στην Ευρώπη την επίλυση των ευρωπαϊκών υποθέσεων», γεγονός που υπονοεί ότι θα γίνουμε μάρτυρες μιας Βαλκανοποίησης 2.0.
Τέτοιες μονομερείς κινήσεις του Τραμπ, οι οποίες φρενάρουν τις συμφωνίες, έχουν τύχει μεγάλης υποστήριξης από εθνικιστικές κυβερνήσεις κρατών και υποκρατικών μονάδων στα Βαλκάνια, οι οποίες θα χαίρονταν πολύ να υποδεχθούν τον Τραμπ ως τον επόμενο πρόεδρο των ΗΠΑ. Υποθέτουν ότι ο Τραμπ θα συνεχίσει να προωθεί την ανελεύθερη δημοκρατία στα όρια του αυταρχικού στυλ ηγεσίας, κάτι που θα τους προσδώσει νομιμοποίηση στα μάτια των δικών τους ψηφοφόρων.
Προσδοκίες επίσης υπάρχουν από μεμονωμένους ηγέτες που βρίσκονται κοντά σε επιχειρηματικούς κύκλους ως προς εξαιρετικές επιχειρηματικές ευκαιρίες που βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη από το επιχειρηματικό περιβάλλον του Τραμπ στην Αλβανία, τη Σερβία και τη Βόρεια Μακεδονία.
Ana Bojinovic-Fenko, Καθηγήτρια, University of Ljubljana, Σχολή Κοινωνικών Επιστημών
Το κείμενο διατέθηκε για δημοσίευση σε συνεργασία με το Ινστιτούτο Διεθνών Ευρωπαϊκών και Αμυντικών Αναλύσεων του Τμήματος Διεθνών και Ευρωπαϊκών Σπουδών του Πανεπιστημίου Μακεδονίας.