Βρισκόμαστε στις Κορυσχάδες, σε ένα χωριό της Ευρυτανίας που απέχει 300 περίπου χιλιόμετρα από την Αθήνα, σε μια προσπάθεια να ψηλαφήσουμε την ιστορία της Αντίστασης 80 χρόνια μετά.
Συναντήσαμε τον Πέτρο Δρόσο, γέννημα – θρέμμα Κορυσχιώτη, ο οποίος είναι από τους τελευταίους εν ζωή μάρτυρες των ιστορικών γεγονότων που έλαβαν χώρα στο απομακρυσμένο αυτό χωριό.
Ένα πετρόκτιστο κτίριο υψώνεται στην πλατεία του χωριού. Αχνοφαίνονται κάποια συνθήματα στους τοίχους.
Πρόκειται για το εμβληματικό δημοτικό σχολείο όπου από τις 14 έως τις 27 Μαΐου του 1944 διεξήχθησαν οι εργασίες του Εθνικού Συμβουλίου, ενώ η χώρα βρισκόταν στο μεγαλύτερο μέρος της υπό κατοχή από τις δυνάμεις του Άξονα.
Αυτό το κτίριο είναι ένα τοπόσημο με συμβολικό και ιστορικό φορτίο. Δεν επιλέχθηκε τυχαία ως έδρα του Εθνικού Συμβουλίου. Το χωριό των Κορυσχάδων, λόγω της φυσικά οχυρωμένης τοποθεσίας του έναντι αεροπορικών επιθέσεων, υπήρξε στο επίκεντρο αντιστασιακών δράσεων.
Το Εθνικό Συμβούλιο των Κορυσχάδων εγγράφεται στη σύγχρονη ελληνική ιστορία και στη συλλογική μας μνήμη ως ένα σημείο σταθμός στον Αντιστασιακό Αγώνα.
Λειτούργησε ως νοσοκομείο αλλά και ως έδρα της ΧΙΙΙης Μεραρχίας του ΕΛΑΣ και του τυπογραφείου της, όπου εκδιδόταν η εφημερίδα «Ελεύθερη Ελλάδα», ενώ για ένα μικρό διάστημα εγκαταστάθηκε εκεί το στρατηγείο του ΕΛΑΣ.
Το κτίριο του Σχολείου της κοινότητας Κορυσχάδων άρχισε να χτίζεται το 1938 και ολοκληρώθηκε έναν χρόνο αργότερα με χρήματα ξενιτεμένων Κορυσχιωτών. Πριν την Κατοχή, για ένα μικρό διάστημα λειτούργησαν εκεί ραδιοφωνικός σταθμός και κινηματογράφος, καθιστώντας το χώρο πολιτιστικό κέντρο της περιοχής.
Οι τοιχογραφίες των αγωνιστών του 1821 και η ιστορική παραχάραξη της Εθνοφυλακής
Στον πρώτο όροφο του σχολείου, όπου έγινε το Εθνικό Συμβούλιο, συναντούμε τοιχογραφίες ηρώων της Επανάστασης του 21’. Για τις ανάγκες της Εθνοσυνέλευσης καλλιτέχνες ζωγράφισαν στους τοίχους του κτιρίου αγωνιστικά συνθήματα της περιόδου και πρόσωπα ηρώων της επανάστασης του 21’. Με αυτό τον τρόπο απεικόνισαν και υπογράμμισαν την ιστορική σχέση μεταξύ του δικού τους αγώνα και της Ελληνική Επανάστασης.
Σε αυτόν το χώρο που εκτείνεται ως ένα ιστορικό παλίμψηστο αποτυπώνεται σημειολογικά η σύνδεση του Αντιστασιακού Αγώνα του 1944 με τον Αγώνα της Ανεξαρτησίας του 1821.
Ο Κορυσχιώτης Πέτρος Δρόσος θυμάται πως «αμέσως μετά το 45 ήρθε η Εθνοφρουρά» και καθώς μπήκαν στο κτίριο αναφώνησαν «Προδότες είναι όλοι, καταστρέψτε το».
Μετά τον πόλεμο, στις 17 Μαΐου του 1945 η Εθνοφυλακή ασβέστωσε τις τοιχογραφίες, ενώ το 1955 ο οικισμός μετονομάστηκε «Κυψέλη» σε μια απόπειρα να απαλειφθεί η μνήμη του Αντιστασιακού Αγώνα. Όπως μαρτυρά ο Πέτρος Δρόσος «Άρχισαν με αιχμηρά αντικείμενα και μετά τις κατέστρεφαν με ασβέστη».
Ο ιστορικός και ο αφηγηματικός χρόνος γίνονται ένα.
Η αποκατάστασή τους έμελλε να γίνει αρκετά χρόνια μετά. Το 1987 αποκαλύφθηκαν οι παλιές τοιχογραφίες. Θυμάται ο Πέτρος Δρόσος πως «ήταν υπουργός Πολιτισμού η Μερκούρη και της δείξαμε τις φωτογραφίες. Η Μερκούρη έφερε στο φως τις τοιχογραφίες που κάλυψε η Εθνοφυλακή».
Οι μυστικές εκλογές στην κατεχόμενη Ελλάδα
Το 1944 η Πολιτική Επιτροπή Εθνικής Απελευθέρωσης (ΠΕΕΑ) οργάνωσε μυστικές εκλογές με απώτερο σκοπό την απελευθέρωση της Ελλάδας. Στις 14 Μαΐου στις 2 το μεσημέρι ξεκίνησε η πρώτη ιστορική συνεδρίαση με το άκουσμα του Εθνικού Ύμνου και της δοξολογίας από τον Μητροπολίτη Κοζάνης Ιωακείμ.
Οι Εθνοσύμβουλοι με σηκωμένα τα χέρια επανέλαβαν όλοι μαζί τον όρκο, ο οποίος απηχεί τις βασικές αξίες του συμβουλίου και τα ιδανικά του αντιστασιακού αγώνα:
«Ορκίζομαι, ότι θα εκτελέσω πιστά τα καθήκοντά μου, σαν μέλος του Εθνικού Συμβουλίου, έχοντας σαν γνώμονα το συμφέρον της Πατρίδας μου και του Ελληνικού Λαού. Ότι θα αγωνιστώ με αυτοθυσία, για την απελευθέρωση της χώρας μου απ’ το ζυγό των καταχτητών, ότι θα υπερασπίζω παντού και πάντοτε τις λαϊκές ελευθερίες και θα είμαι παραστάτης και οδηγός του λαού στον αγώνα για την λευτεριά και τα κυριαρχικά μου δικαιώματα».
Δόθηκε για πρώτη φορά το δικαίωμα σε γυναίκες να εκλεχθούν.
Για τις εκλογές προβλέφθηκε διαφορετική διαδικασία για τις ελεύθερες και τις κατεχόμενες περιοχές. Ο Πέτρος Δρόσος σημειώνει πως «αποφάσισαν να γίνουν εκλογές σε όλη την Ελλάδα, την ελεύθερη και την κατεχόμενη από τους Γερμανούς. Οι μεν ελεύθερες εκλογές που έγιναν στην ελεύθερη Ελλάδα έγιναν με κάλπες κανονικά, ενώ στις κατεχόμενες περιφέρειες που ήταν Γερμανοί, έγιναν από σπίτι σε σπίτι. Δεν ήρθανε όμως της Ανατολικής Μακεδονίας. Γιατί εκεί ο χώρος τότε βουλγαροκρατούνταν».
Η σύσταση του Εθνικού Συμβουλίου
Το σώμα των Εθνοσυμβούλων ήταν ετερόκλητο πολιτικά, αλλά το αίτημα για Αντίσταση ήταν καθολικό.
Ο Πέτρος Δρόσος αναφέρει πως « Δεν υπήρχε κάποια διχόνοια, κάποιο μίσος. Μαχόμασταν όλοι μαζί εναντίον του κατακτητή».
Όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στο Ψήφισμα των Κορυσχάδων το Εθνικό Συμβούλιο ήταν «συγκροτημένο από αντιπροσώπους ολοκλήρου του Ελληνικού λαού, που συνήλθαν για να διακηρύξουν την ακατάβλητη θέλησή του να πολεμήσει ως την τελευταία του πνοή για την απελευθέρωση της χώρας, την πλήρη συντριβή του φασισμού, την αποκατάσταση της εθνικής ενότητας και της λαϊκής κυριαρχίας».
Σύμφωνα με τη μαρτυρία του Πέτρου Δρόσου, την Εθνοσυνέλευση «την αποτελούσαν από όλα τα κόμματα, μεταξύ αυτών και οι περισσότεροι επιστήμονες και καθηγητές πανεπιστημίου και άλλοι». Το σύνολο των εκλεγμένων μελών του Εθνικού Συμβουλίου ανήλθε στα 218 άτομα.
Η ιστορική παρακαταθήκη
Στις 27 Μαΐου του 1944 ολοκληρώνονται οι εργασίες του Εθνικού Συμβουλίου και εγκρίνεται ομόφωνα το Ψήφισμα των Κορυσχάδων. Σε αυτό αποτυπώνεται καθαρά το πρόταγμα της Εθνικής Αντίστασης για έναν αγώνα που θα γεννήσει μια εξουσία από τα κάτω. Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα του δεύτερου από τα δεκαπέντε άρθρα που ψηφίστηκαν: «Όλες οι εξουσίες πηγάζουν απ’ το λαό και ασκούνται απ’ το λαό. Η Αυτοδιοίκηση και η λαϊκή Δικαιοσύνη είναι θεμελιώδεις θεσμοί του δημόσιου βίου των Ελλήνων».
Το απαύγασμα του Εθνικού Συμβουλίου του 44’ έχει αντίκρισμα σε πολλές πτυχές του δημόσιου λόγου, όπως τον προσλαμβάνουμε σήμερα.
Οι ανθρώπινες μαρτυρίες φαίνεται να δίνουν χρώμα στο μωσαϊκό της ιστορίας.
Ενδεικτικότερο παράδειγμα αποτελεί η ενεργός πολιτειότητα των γυναικών της περιόδου που αποτυπώνεται μέσα από την συμμετοχή τους στην ψηφοφορία για τη συγκρότηση του Εθνικού Συμβουλίου και την εκλογή -μάλιστα- πέντε γυναικών Εθνοσυμβούλων. Υπήρξε πρωτοποριακό για τις συνθήκες της εποχής αλλά και για τη χώρα πως δόθηκε για πρώτη φορά το δικαίωμα σε γυναίκες να εκλεχθούν μέλη του Εθνικού Συμβουλίου.
Στην αιτιολογική έκθεση της Πράξης σημειώνεται: «καταργούμε έτσι τις αναχρονιστικές αντιλήψεις που επικρατούσαν έως τώρα στην Ελλάδα. Άλλωστε τον καιρό του πολέμου της Αλβανίας και κατά τρόπο συνεχή καθ’ όλη τη διάρκεια της Κατοχής, οι γυναίκες της Ελλάδας πήραν κατά τρόπο τόσο ενεργό μέρος στον αγώνα εναντίον του φασισμού, ώστε κέρδισαν μονάδες το δικαίωμα να έχουν γνώμη και να διαχειρίζονται τα κοινά». Η Μάχη Μαυροειδή-Χιουρέα, η Καίτη Νισυρίου-Ζεύγου, η Μαρία Σβώλου, η Φωτεινή Φιλιππίδη και η Χρύσα Χατζηβασιλείου υπήρξαν οι πρώτες πέντε γυναίκες Εθνοσύμβουλοι και οι πρώτες εκλεγμένες γυναίκες στην Ελλάδα.
Επίσης, χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η υποστήριξη της δημοτικής γλώσσας από τους Εθνοσυμβούλους, σε μια εποχή για το γλωσσικό ζήτημα που η διελκυστίνδα μεταξύ δημοτικής και καθαρεύουσας είναι έντονη. Σε συγκέντρωση για τη λαϊκή εκπαίδευση με ομιλητή τον Κώστα Σωτηρίου διακρίνεται σε πανό το σύνθημα «Η Δημοτική γίνεται πραγματικότητα σε κατώτερα και ανώτερα σχολεία».
Πώς γράφεται η Ιστορία και πώς γινόμαστε κοινωνοί της;
Το Εθνικό Συμβούλιο των Κορυσχάδων εγγράφεται στη σύγχρονη ελληνική ιστορία και στη συλλογική μας μνήμη ως ένα σημείο σταθμός στον Αντιστασιακό Αγώνα.
Στον άξονα της ιστορίας συχνά ορισμένα ιστορικά γεγονότα απαντούν αποσπασματικά και το αφηγηματικό τοπίο φαντάζει κατακερματισμένο.
Οι ανθρώπινες μαρτυρίες φαίνεται να δίνουν χρώμα στο μωσαϊκό της ιστορίας. Όπως αυτή του Πέτρου Δρόσου.
Είναι εκείνες οι στιγμές που ο ιστορικός και ο αφηγηματικός χρόνος γίνονται ένα.