Το Εθνικό Θέατρο πραγματοποιεί φέτος ένα σημαντικό αφιέρωμα στο νεοελληνικό έργο. Στο πλαίσιο αυτό θα δούμε τη «Λυγερή» του Ανδρέα Καρκαβίτσα, ενός από τους σημαντικότερους εκπροσώπους της ελληνικής ηθογραφίας, στην Πειραματική Σκηνή Νέων Δημιουργών, σε μια σύγχρονη διασκευή από την πένα της διακεκριμένης δραματολόγου και υπεύθυνης Δραματολογίου, Βιβλιοθήκης, Αρχείου και Διεθνών Σχέσεων του Εθνικού Θεάτρου, Ειρήνης Μουντράκη, υπό τις σκηνοθετικές οδηγίες της Ειρήνης Λαμπρινοπούλου.

Τι έχει να προσδώσει στο κοινωνικό παρόν η πρώτη νουβέλα του Καρκαβίτσα που γράφτηκε το 1896 και διηγείται την υποταγή της νεαρής Ανθής Στριμμένου στην απόφαση των γονιών της να την παντρέψουν με έναν άνδρα που δεν αγαπάει, αφήνοντας τον αυθεντικό έρωτα και τις δικές της επιθυμίες στην άκρη; Πώς συμπορεύεται το σύγχρονο θέατρο με το παρελθόν της νεοελληνικής λογοτεχνίας δημιουργώντας επίκαιρες αναγνώσεις; Επιπλέον, ποιες είναι οι προσδοκίες για το μέλλον του Εθνικού Θεάτρου;

Η Ειρήνη Μουντράκη ξεδιαλύνει στο ΒΗΜΑ τις ιδέες και τα νοήματα της «Λυγερής» και τοποθετεί τα βασικά σημεία στον χάρτη πρόσβασης του νεοελληνικού έργου στη θεατρική σκηνή.

Πώς προέκυψε η διασκευή της «Λυγερής»;

Η «Λυγερή» είναι μια νουβέλα που, ενώ έχει ηθογραφικό χρώμα, όταν την διαβάζεις καθηλώνεσαι από τη δύναμη της ιστορίας. Πώς θα μπορούσε αυτή η δύναμη του πρώτου έργου του Καρκαβίτσα να φτάσει στο σήμερα;  Αυτό ήταν το ερώτημα που συζητήσαμε από την αρχή της συνεργασίας μας με την Ειρήνη Λαμπρινοπούλου, μια νέα σκηνοθέτιδα, απόφοιτο του τμήματος σκηνοθεσίας της Σχολής του Εθνικού Θεάτρου, ένα εξαιρετικό πλάσμα που ήδη στα πρώτα της βήματα ξεχωρίζει και που αξίζει να πούμε πως είναι μία καλλιτέχνις με παιδεία, ήθος και πολύ ενδιαφέρουσα ματιά.

Μαζί της βρίσκεται μια πολύ ωραία δημιουργική ομάδα -ο Βασίλης Αποστολάτος, η Ιωάννα Πλέσσα, η Θωμαϊς Σταυριανού Ζυμαρίτου, ο Δημήτρης Λώλης και η Άννα Φιλίδου – και ένας εξαιρετικός θίασος που συνδυάζει γενιές και σχολές ηθοποιών και που χαίρεσαι να συνεργάζεσαι, καθώς πολλά πράγματα βρήκαν την τελική τους μορφή μέσα στην πρόβα. Η Μαρία Τσιμά και ο Βασίλης Καραμπούλας, ηθοποιοί με μεγάλη πορεία, οι έμπειροι Μαντώ Γιαννίκου και Κωνσταντίνος Σεβδαλής και τα πολύ νέα παιδιά Θάνος Τριανταφύλλου, Δάφνη Δρακοπούλου και Δανάη-Αρσενία Φιλίδου.

«Είναι πολλοί οι ρόλοι που αναλαμβάνουμε κάτω από την πίεση εξωτερικών παραγόντων και όχι ακολουθώντας τις επιθυμίες και τα όνειρά μας. Αυτό συμβαίνει τόσο σε γυναίκες όσο και σε άνδρες. Για τις γυναίκες βέβαια τα πράγματα πάντα είναι πιο δύσκολα.»

Ποια είναι τα κοινωνικά ζητήματα που θίγει το έργο;

Παρακολουθούμε την ιστορία της Ανθής που, ενώ αγαπά τρία χρόνια τον Βρανά, έναν νεαρό καρολόγο, οι γονείς την παντρεύουν με τον υπάλληλο του μαγαζιού τους που είναι ένα εμπορικό δαιμόνιο. Το βασικό ζήτημα είναι ο τρόπος που διαχειριζόμαστε τη ζωή μας υπό την πίεση εξωτερικών παραγόντων και η ευθύνη που έχουμε απέναντι στον εαυτό μας. Μπορεί σήμερα να μην παντρεύονται τα κορίτσια με το ζόρι, μπορεί σε αυτό το κομμάτι να μην αποφασίζει πλέον κάποιος άλλος για εμάς,  όμως δυστυχώς η δύναμη της κοινωνίας, των «πρέπει» πάνω μας, στα θέλω μας, στις αποφάσεις μας εξακολουθεί και είναι ισχυρή. Υπάρχουν ακόμη μικρές ή μεγαλύτερες κοινωνίες που καταδυναστεύουν το άτομο. Που το ωθούν σε πράξεις και μετά το κρίνουν, που αποφασίζουν για αυτό, που το καταδικάζουν με ή χωρίς λόγο.

Είναι πολλοί οι ρόλοι που αναλαμβάνουμε κάτω από την πίεση εξωτερικών παραγόντων και όχι ακολουθώντας τις επιθυμίες και τα όνειρά μας. Αυτό συμβαίνει τόσο σε γυναίκες όσο και σε άνδρες. Για τις γυναίκες βέβαια τα πράγματα πάντα είναι πιο δύσκολα. Και η ιστορία της Ανθής, μπορεί να έχει γραφτεί για τα Λεχαινά του 19ου αιώνα, αλλά συμβαίνει ακόμα γύρω μας. Γύρω μας υπάρχουν πολλοί άνθρωποι με αντίστοιχες ιστορίες συμβιβασμού.

Η Ειρήνη Μουντράκη στο Εθνικό Θέατρο. Φωτογραφία: Σίσσυ Μόρφη

Πώς βλέπει ο Καρκαβίτσας αυτόν τον συμβιβασμό;

Ο συμβιβασμός είναι μια έννοια που ο Καρκαβίτσας προσεγγίζει χρησιμοποιώντας τη λέξη «αφομοίωση» για τη στιγμή που η Ανθή παντρεύεται και μπαίνει στον ρόλο της συζύγου. Είναι η ιδέα του συζύγου και του συντρόφου στην οποία καλείται να μείνει πιστή και να αφοσιωθεί. Δεν το κάνει για το άτομο που έχει απέναντί της, αλλά για την ιδέα. Η μητρότητα έρχεται μετά να επισφραγίσει αυτό το κομμάτι.

Και είμαστε πολλοί -και αυτό μας ενδιαφέρει να αναδείξουμε στην παράσταση- αυτοί που καλούμαστε να κάνουμε τέτοιου είδους επιλογές. Επιλέγουμε τον δρόμο των πρέπει, της κοινωνίας, των άλλων. Αυτό που μας επιβάλλουν με έναν τρόπο οι οικογένειές μας, τα περιβάλλοντά μας, οι φόβοι μας. Καμιά φορά δεν χρειάζεται καν να σου το πει κανείς, αλλά ξέρεις ότι οι άλλοι περιμένουν συγκεκριμένες επιλογές από σένα. Μετά μαθαίνουμε να ζούμε με αυτές τις επιλογές και τις διαμορφώνουμε έτσι που να τις πιστεύουμε και να τις υπηρετούμε, ακόμη και να τις αγαπάμε, για όλη μας τη ζωή.

Ο συγγραφέας μιλάει σε αυτή την ιστορία για έναν δικό του έρωτα.

Ο Καρκαβίτσας έχει ως εφαλτήριο μια προσωπική ιστορία. Το πρώιμο αυτό κείμενό του ξεκινάει από τον δικό του ανεκπλήρωτο έρωτα, τη γυναίκα την οποία αγαπάει και δεν τον αφήνουν να παντρευτεί αλλά την παντρεύουν με κάποιον άλλον. Ακριβώς το ίδιο συμβαίνει και στην Ανθή: την παντρεύουν με κάποιον άλλον, γιατί αυτό αποφασίζει ο πατέρας της ότι είναι καλύτερο για την οικογένεια.

Τον Καρκαβίτσα τον απασχολεί ο συμβιβασμός αυτός αλλά το ενδιαφέρον είναι ότι τον αποδέχεται χωρίς να κρίνει. Παρουσιάζει μια πραγματικότητα που είναι πολύ σκληρή στη βάση της, αλλά ο ίδιος είναι σαν να λέει ότι αυτό είναι η ζωή, η φύση, ότι έτσι γίνονται τα πράγματα, δεν υπάρχει το καλό και το κακό. Η ζωή συνεχίζεται με αυτούς τους όρους. Ο Καρκαβίτσας δεν παίρνει θέση, δεν βάζει ηθικό πρόσημο στην επιλογή της Ανθής. Ο ίδιος δεν παντρεύτηκε ποτέ, είχε μια αρκετά μοναχική ζωή.

Ποιες ιδιαιτερότητες αυτού του λογοτεχνικού έργου αποδείχτηκαν χρήσιμες σε αυτή τη θεατρική διασκευή;

Προσπαθήσαμε να κρατήσουμε την επικαιρότητα της ιστορίας που μπορεί να συμβαίνει στο παρελθόν αλλά μπορεί να συμβεί και τώρα, ίσως όχι με τους ίδιους όρους αλλά σίγουρα με τα ίδια αποτελέσματα για τις ζωές μας. Ταυτόχρονα γοητευτήκαμε, πειραματιστήκαμε πολύ με τη χρήση της γλώσσας. Στην αφήγηση κρατήσαμε τη γλώσσα του Καρκαβίτσα, μια αφήγηση από το σώμα των ηθοποιών, την κοινωνία, αλλά ο διάλογος μεταξύ των προσώπων είναι στη δημοτική, κάτι που ο Καρκαβίτσας χρησιμοποιούσε άλλωστε στα έργα του. Αυτό το βρήκαμε πολύ ενδιαφέρον στοιχείο και το αναπτύξαμε περισσότερο για να υπογραμμίσουμε και τη δύναμη της γλώσσας αλλά και το πέρασμα στο παρόν. Επίσης ο Καρκαβίτσας γράφει το έργο του με συνεχή μπρος πίσω στην αφήγηση της ιστορίας. Εμείς την ιστορία την αφηγούμαστε στο παρόν και στο μέλλον της, έχοντας επί σκηνής δύο Λυγερές σε διαφορετική ηλικία.

Υπάρχει κάτι που σε συγκινεί ιδιαίτερα;

Με συγκινεί ιδιαίτερα ο τρόπος που αυτό το νεαρό κορίτσι, η Λυγερή, λυγίζει κάτω από την πίεση της κοινωνίας. Υπάρχει μία σκηνή που η Ανθή ανακοινώνει στον αγαπημένο της ότι την παντρεύουν. Και αυτός την ρωτάει τι θα κάνει. Και η Ανθή απαντά πως ναι, είναι άνθρωπος, όχι ζώο, αλλά κορίτσι και τα κορίτσια δεν τα ρωτάνε. Ξέρω γυναίκες που έζησαν τη ζωή τους με αυτόν τον τρόπο, που υπάκουσαν αδιαμαρτύρητα σε ό,τι άλλοι αποφάσισαν για αυτές. Που η καρδιά τους χτυπούσε σε άλλους δρόμους από εκείνους που αναγκάστηκαν να διασχίζουν σε όλη τους τη ζωή. Ένα τέτοιο κορίτσι είχα συνεχώς στον νου μου όσο δούλευα. Και πολλά τέτοια κορίτσια ήταν νοητά μαζί μας στις πρόβες.

«Ο Καρκαβίτσας δεν υπήρξε στρατευμένος υπέρμαχος των φεμινιστικών ζητημάτων, όμως η “Λυγερή” θέτει πραγματικά το ζήτημα της επιλογής.»

Πώς προσέγγιζε ο Καρκαβίτσας στο έργο του τις έμφυλες σχέσεις;

Δεν υπήρξε στρατευμένος υπέρμαχος των φεμινιστικών ζητημάτων, όμως η «Λυγερή» θέτει πραγματικά το ζήτημα της επιλογής. Υπάρχει μια φράση στο έργο που την αγαπάμε ιδιαίτερα: «υπάρχει εις την ζωήν της νεάνιδος κάποια στιγμή, κατά την οποίαν αίφνης και απροσδοκήτως, από το παραμικρόν γεγονός αφυπνίζεται το λανθάνον ένστικτον κ’ εξετάζουσα ευρίσκει ότι έχει και αυτή δικαιώματα επί της ανθρωπίνης ευτυχίας».

Νομίζω ότι είναι μια θέση το ότι όλοι μας έχουμε το δικαίωμα να προσπαθήσουμε τουλάχιστον για την ευτυχία. Τώρα, αν θα την κατακτήσουμε, αυτό είναι κάτι που ούτε ο Καρκαβίτσας ούτε κανένας μας μπορεί να το ξέρει. Είναι μια ιστορία που ξεδιπλώνεται από διαφορετικές οπτικές γωνίες: από τη μεριά της Ανθής, από τη μεριά του αγαπημένου της, του Γεωργίου Βρανά, από την πλευρά του κοινωνικού περίγυρου. Με αυτόν τον τρόπο πιστεύω ο Καρκαβίτσας προσπαθεί να κρατήσει μια αντικειμενικότητα, να διηγηθεί πώς έγιναν τα πράγματα. Ο Καρκαβίτσας αφήνει ανοιχτά σημεία, ρωγμές, για την προσπάθεια που θα έπρεπε να κάνει το άτομο για να διεκδικήσει την ευτυχία του. Δεν καταδικάζει ωστόσο κανέναν σε περίπτωση που δεν το κάνει, δεν ρίχνει ευθύνες.

Αναφερόμαστε πάντα σε έναν συγγραφέα με πολιτική δράση.

Είχε πολιτική σκέψη και ήταν ενεργός πολίτης. Τον ενδιέφερε η προσφορά. Γιατρός ο ίδιος, πήρε μέρος σε πολέμους και κινήματα, ασχολήθηκε με τα σωφρονιστικά ιδρύματα, με την εκπαίδευση, υπήρξε υπέρμαχος της δημοτικής γλώσσας. Τον ενδιέφερε, τον αφορούσε  πάρα πολύ τι συμβαίνει γύρω του και το πώς υπάρχει και λειτουργεί το άτομο μέσα σε μια κοινωνία. Ποια είναι η θέση το ατόμου μέσα σε μια κοινωνία και ποια είναι η ευθύνη του απέναντι στην κοινωνία, αλλά και ποια είναι η ευθύνη της κοινωνίας απέναντι στο άτομο;

Αν και δεν έγραψε ποτέ θεατρικά έργα ως συγγραφέας, το ελληνικό θέατρο έχει τιμήσει την εργογραφία του A. Καρκαβίτσα.

Έχει έντονη δραματικότητα στα κείμενά του, διαλόγους πολύ ζωντανούς, θεατρικότητα. Η «Λυγερή» έχει διασκευαστεί σε σειρά για την τηλεόραση πολλά χρόνια πριν και έχει μεταφερθεί και στο ραδιόφωνο σε διασκευή της θεατρικής συγγραφέως Λείας Βιτάλη. Αυτή ακριβώς η δραματικότητα κάνει τα έργα του να μπορούν να σταθούν στη σκηνή, πολύ συχνά με μια ακραιφνώς αφηγηματική μορφή.

Ειρήνη Μουντράκη, Εθνικό Θέατρο. Φωτογραφίες: Σίσσυ Μόρφη

Η σύγχρονη ελληνική δραματουργία πώς πορεύεται;

Το ελληνικό έργο είναι κάτι που με απασχολεί και με ενδιαφέρει πολύ και για αυτό άλλωστε ξεκίνησα πριν δέκα ακριβώς χρόνια το Greek Play Project. Πιστεύω ότι οι Έλληνες θεατρικοί συγγραφείς είναι σε ένα πάρα πολύ καλό επίπεδο και έχουμε μία ποιοτική αλλά και ποσοτική παραγωγή. Αυτό που χρειαζόμαστε είναι οργάνωση, στήριξη, ευκαιρίες, πίστη και εξωστρέφεια. Κυρίως πρέπει  τα κείμενα να βρίσκουν εγκαίρως τον δρόμο τους προς τη σκηνή για να μπορέσουν οι συγγραφείς να δοκιμαστούν και να βελτιωθούν. Πρέπει να φτιαχτούν δρόμοι προς τη σκηνή.

Φυσικά δεν θέλω να πω ότι όλα όσα γράφονται είναι καλά. Υπάρχουν πολλά κείμενα που είναι κυρίως μία προσωπική ανάγκη των ανθρώπων να εκφραστούν. Το να γράψεις έναν μονόλογο, μια ιστορία ή και την ιστορία σου, μπορεί να σου προσφέρει ένα καταφύγιο και αυτό είναι πολύ ωραίο, αλλά αυτό είναι μια άλλη λειτουργία.

Μέσα από ποια βήματα θα ενισχυθεί το έργο των Ελλήνων θεατρικών συγγραφέων;

Πρέπει να υπάρξει μια υποστηρικτική, συντονισμένη και με διάρκεια μέριμνα από φορείς, κρατικούς και ιδιωτικούς, οι οποίοι θα δώσουν βήμα στους Έλληνες συγγραφείς για να δοκιμάσουν και να δοκιμαστούν. Είναι μια προσπάθεια η οποία θέλει χρόνο και απαιτεί μακροπρόθεσμη επένδυση στο ταλέντο των καλλιτεχνών. Πρέπει να δούμε την τέχνη συνολικά, να σκεφτούμε τους εαυτούς μας και το θέατρο που θέλουμε να έχουμε σε βάθος χρόνου και να πηγαίνουμε προς αυτή την κατεύθυνση. Εμείς δυστυχώς καταδυναστευόμαστε από την αγωνία του εφήμερου, όπως αυτή υπάρχει και γύρω μας, στην κοινωνία, στη ζωή μας. Είναι η αγωνία να επιβιώσουμε, να δείξουμε ότι είμαστε παρόντες, ότι είμαστε εδώ. Την έχουν πολλοί αυτή την αγωνία, τους καταλαβαίνω απόλυτα όλους. Αλλά πρέπει ως κοινωνία και ως κράτος, ο καθένας μας από το πόστο του, να δουλέψουμε με φροντίδα σαν να μεγαλώνουμε ένα παιδί. Μόνο έτσι μπορούμε να έχουμε αποτελέσματα.

Πάντως το πρόγραμμα του Εθνικού δίνει ώθηση στην εξωστρέφεια των Ελλήνων δημιουργών με τη διοργάνωση τον Απρίλιο του 2025 του Διεθνούς Θεατρικού Συνεδρίου της European Theatre Convention (ETC), μέλος του οποίου είναι και το Εθνικό, με εκπροσώπους θεατρικών οργανισμών από 30 και πλέον χώρες. Ταυτόχρονα θα διεξαχθεί και το 3ο κατά σειρά Showcase, όπου επιμελήτριες/τες και διευθύντριες/ντες οργανισμών του εξωτερικού θα κληθούν να παρακολουθήσουν τις παραγωγές του Εθνικού και να γνωρίσουν Έλληνες δημιουργούς.

Το Εθνικό Θέατρο τα τελευταία χρόνια προσπαθεί εντατικά να κάνει μια δουλειά υποδομής και να είναι ένα σταθερό σημείο αναφοράς στον θεατρικό χάρτη της Ευρώπης. Είναι πολύ σημαντικό να είμαστε παρόντες στα διεθνή δρώμενα, να έχουμε σχέσεις με άλλα θέατρα και φορείς, να χτίζουμε δίκτυα επικοινωνίας.  Ένα Εθνικό Θέατρο οφείλει να παίζει έναν τέτοιο ρόλο και είναι κάτι που απαιτεί και χρόνο, και υπομονή και σταθερότητα.

Το Εθνικό είναι μέλος του μεγαλύτερου δικτύου θεάτρων στην Ευρώπη του European Theatre Convention που αριθμεί αυτή τη στιγμή 63 μέλη από 32 χώρες και έχω την τιμή να μετέχω στο διοικητικό του συμβούλιο. Τον Απρίλιο θα οργανώσουμε στο Εθνικό Θέατρο, εδώ στην Αθήνα το Διεθνές του Συνέδριο (γίνεται δύο φορές τον χρόνο) παράλληλα με το 3Ο -όπως σωστά αναφέρετε- showcase. Είναι μια μεγάλη ευκαιρία οι εκπρόσωποι των διεθνών θεατρικών φορέων να γνωρίσουν και τους Έλληνες καλλιτέχνες από κοντά και την ελληνική πραγματικότητα. Το πρόγραμμα διαμορφώνεται ήδη και θα έχουμε και καλεσμένους από τη Διεθνή Ένωση Κριτικών.

Πρέπει να γίνουν πολλές και συντονισμένες προσπάθειες από όλους τους φορείς για να ενισχύσουμε την εικόνα της σύγχρονης παραγωγής μας και τέτοιες πρωτοβουλίες βοηθούν πολύ προς αυτή την κατεύθυνση.

Η καλλιτεχνική διεύθυνση του Εθνικού Θέατρου σε λίγους μήνες θα αλλάξει. Πώς βλέπετε το μέλλον του Εθνικού;

Είμαι στο Εθνικό Θέατρο εδώ και πάρα πολλά χρόνια και είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της ζωής μου. Πρέπει να θυμόμαστε ότι το Εθνικό Θέατρο είναι η πρώτη σκηνή της χώρας και η λειτουργία του καθορίζει σε μεγάλο βαθμό και την ελεύθερη σκηνή. Αυτό που πιστεύω πως έχει μεγάλη σημασία είναι η σταθερότητα και η συνέχεια. Οι Διευθυντές αναλαμβάνουν μια τεράστια ευθύνη προσπαθώντας να συμβάλλουν σε ένα μεγάλο όραμα. Αυτό που έχει μεγάλη σημασία είναι οι διευθυντές να χτίζουν ο ένας πάνω στον άλλο και να μην γκρεμίζουν ό,τι τους θυμίζει άλλους. Αισιοδοξώ, γιατί είναι ένας πολύ δυναμικός φορέας, με ένα προσωπικό που το αγαπάει και που μπορεί και πρέπει να λειτουργεί και συμπεριληπτικά και πολυφωνικά.

INFO «Η Λυγερή». Πειραματική Σκηνή Νέων Δημιουργών Θέατρο REX – Σκηνή «Κατίνα Παξινού». Έναρξη παραστάσεων: Τετάρτη 24 Οκτωβρίου 

Αγοράστε εισιτήρια για όλες τις κορυφαίες εκδηλώσεις στο inTickets.gr